«Εκτός ύλης ή ο Μονόλογος ενός καθ’ ομολογία παράλογου»: Η «διαπλοκή» Τέχνης και Πολιτικής στο θεατρικό σανίδι

«Εφ’ όλης της ύλης» και περιεχομένου κριτική από τη δημοσιογράφο Αναστασία Θεοδοσίου για το έργο του Κώστα Λεϊμονή με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση το οποίο «ανέβηκε» στο Αντιγόνη Βαλάκου

O προβληματισμός των θεατών που παρακολούθησαν από τα «έδρανα» ή τα «θεωρεία» του θεάτρου Αντιγόνη Βαλάκου την παράσταση «Εκτός ύλης ή ο Μονόλογος ενός καθ’ ομολογία παράλογου» του Κώστα Λεϊμονή, σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνας Νικολαΐδη, την οποία φιλοξένησε το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας τη Δευτέρα 29 και την Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018 (διαβάστε για το έργο εδώ) είχε διττή ανάγνωση: από τη μια πιο έντονα χαρακτηριστικά και από την άλλη πιο ρηχό χαρακτήρα.

Η αλήθεια όμως είναι ότι η μεστή, ώριμη, φυσική, άνετη ερμηνεία και η εξαιρετική φωνητική τοποθέτηση και άρθρωση του Γεράσιμου Σκιαδαρέση στον ρόλο του διεφθαρμένου -υπό παραίτηση πολιτικού- γέννησε πολλά ερωτήματα στο κοινό, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις και εν γένει βιοθεωρία.

Εκφράσεις οι οποίες «εντυπώνονται» από τις, κατά γενική ομολογία, εύληπτες ιδέες του κειμένου: «Η συνήθεια της φρίκης καθιστά τρομακτική την ουσία της ομορφιάς» που λέχτηκε από τον πολιτικό από το βήμα της Βουλής κατά τη διάρκεια της τελευταίας ομιλίας του, ενώ παρά τη συγκίνηση -που σε σημεία ήταν εμφανής και στον Γεράσιμο Σκιαδαρέση όχι ως πολιτικός αλλά ως πολιτικό ον– «συγκινούμαι ..αλλά  ταυτόχρονα απεχθάνομαι το ξύλο του βήματος από το οποίο σας μιλάω» δίνει τις έντονες ψυχολογικές διακυμάνσεις του ίδιου του πολιτικού, αλλά και το «ηθικό βάρος» της τελικής του απόφασης να εγκαταλείψει την πολιτική.

Προβληματισμό, ωστόσο, γεννά και η παντελής απουσία του από τον ρόλο του πατέρα-συζύγου, προφανώς λόγω του πάθους του και της έντονης στοχο-προσήλωσής του στην πολιτική διαδρομή που επιδίωξε να ακολουθήσει, δηλώνοντας το πραγματικό κίνητρο που τον οδήγησε σ’ αυτήν… Μια υπόσχεση που είχε δώσει στα εφηβικά του χρόνια στον παντοπώλη της γειτονιάς του, που ουσιαστικά με τον τρόπο αυτό, δηλώνεται κι ο παιδευτικός χαρακτήρας του κειμένου, καθώς απευθύνεται σε όλες τις ηλιακές-κοινωνικές ομάδες (μαθητές, ελεύθερους επαγγελματίες, δημοσίους υπαλλήλους, χαμηλοσυνταξιούχους, καθώς και στους εκπροσώπους στο Κοινοβούλιο).

Ένα ακόμα ιδιαίτερο μήνυμα του κειμένου είναι η αντίληψη που έχει η σύγχρονη πραγματικότητα για τον άνθρωπο ως αριθμό κι όχι ως «Άνδρας»+«ωψ»…

Αυτό που αξίζει, πέρα του περιεχομένου του έργου, να γραφτεί ως κατακλείδα είναι η έντονη «διαπλοκή» Τέχνης και Πολιτικής, καθώς και το αντίστροφο, ότι δηλαδή η πολιτική κυριαρχία δεν εγκατέλειψε ποτέ την προσδοκία ελέγχου του καλλιτεχνικού πεδίου, είτε με τη μορφή της λογοκρισίας είτε με τη μορφή της ενθάρρυνσης.

Στα (+) της παράστασης η ευφάνταστη σκηνοθετική ματιά της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη  μέσω προβολής σε οθόνη, flashback αναμνήσεων και η ύπαρξη διάσπαρτων ηθοποιών ανάμεσα στο κοινό.

Στα (-) Δε «φωτίζεται» επαρκώς ο προσωπικός αγώνας που έκανε ο πολιτικός μέχρι να φτάσει στην παραίτηση.