Πώς να αποχαιρετάς τον πατέρα σου

Ήθελα καιρό να σου γράψω, πιο πολύ για να σου πω ένα μεγάλο ευχαριστώ, μια εκ βαθέων ευγνωμοσύνη για όσα μου χάρισες...


 

Του Αναστάσιου Βογιατζίδη

 


Μιας και πλησιάζει η συμπλήρωση ενός χρόνου από τη φυγή του θα προσπαθήσω να δώσω μια απάντηση σε αυτήν την ερώτηση. Δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω ούτε και πώς να συνεχίσω, κυρίως γιατί οι ατελείωτες λέξεις της πλούσιας γλώσσας μας ίσως δεν μπορούν να εκφράσουν πλήρως τα συναισθήματά μου. Κάθε ημέρα, στιγμή και λεπτό που περνάει από το μυαλό μου η φιγούρα του και τα λόγια του μου χαρίζουν ένα χαμόγελο. Ναι χαμογελάω γιατί υπήρξε, τον γνώρισα, τον έζησα, με σπούδασε, μου παρείχε πάντα πολλά παραπάνω από τις δυνατότητές του, μου άφησε μια τεράστια κληρονομιά -δύο υπέροχα αδέρφια- με εμπότισε με αρχές κι αξίες που τείνουν να εκλείψουν από τη σημερινή κοινωνία. Δεν κλαίω γιατί έφυγε, χαμογελάω γιατί υπήρξε.

Χαμογελάω γιατί έχω έντονες κι αμέτρητες αναμνήσεις μαζί του καθώς πάντα χαιρόταν την παρέα μου κι επεδίωκε να βρίσκομαι κοντά του. Τον έντονο χαρακτήρα στις στιγμές κατάφερνε και τον έδινε με έναν τρόπο μαγικό, ανεξήγητο, με μια φράση, με ένα βλέμμα, με ένα χαμόγελο, με μία του κίνηση.

Είμαι χαρούμενος γιατί πρόλαβα να του πω το πόσο πολύ τον αγαπώ, κοιτώντας τον στα μάτια όταν καθόταν δίπλα μου στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου και μου έλεγε πως θα τις ξεπεράσουμε παρέα… Και τις ξεπεράσαμε, ακόμη κι εκεί έγινε αυτό που είπε κι εννοούσε αυτό που έλεγε.

Αυτή… Αυτή ακριβώς η ασφάλεια που ένιωθα κοντά του!

Είμαι χαρούμενος γιατί πάντα προσπαθούσα να τον κάνω υπερήφανο και χαρούμενο. Δεν ξέρω αν τα κατάφερνα πάντα, όμως προσπαθούσα. Προσπαθούσα και προσπαθώ να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος πιστεύοντας ότι είναι σε κάποια γωνιά ακόμη και τώρα και με κοιτάει. Είμαι ευτυχισμένος που μπόρεσα και ταξίδεψα μαζί του, τραγούδησα παρέα του μέσα στο αυτοκίνητο, χόρεψα δίπλα του, έφαγα, γέλασα, έκλαψα, χάρηκα, στεναχωρήθηκα, θύμωσα, απελπίστηκα, σήκωσα το κεφάλι, ανδρώθηκα, ντράπηκα… μπορώ να γράφω για ώρες.

Χαίρομαι ακόμη γιατί και τις τελευταίες σου στιγμές τις αντιμετώπισες αγέρωχα και στάθηκες υπερήφανα μπροστά στον θάνατο κάνοντάς μας να γελάμε και να μην ανησυχούμε. Δεν θα ξεχάσω τη δύναμη που έσφιγγες το χέρι μου, τα τελευταία σου λόγια και τα ανιδιοτελή γεμάτα αγάπη φιλιά σου.

Όμως, δεν είμαι απόλυτα ειλικρινής γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που κλαίω. Ακόμη και τώρα που γράφω αυτό το άρθρο. Κλαίω γιατί μου λείπεις και μου λείπεις πολύ. Κλαίω γιατί από τη μία στιγμή στην άλλη όλα τα παραπάνω έγιναν αναμνήσεις του παρελθόντος και δεν θα αποτελέσουν βιώματα του μέλλοντος.

Κλαίω γιατί δεν πρόλαβες να έρθεις μαζί μου στο ταξίδι της ξενιτιάς που τόσο πολύ ήθελες. Να μου κρατάς συντροφιά, να μου μαγειρεύεις και να γυρίζεις ένα ένα τα χωριά γνωρίζοντας νέους ανθρώπους.

Κλαίω για τις στιγμές που δεν στάθηκα στο ύψος των περιστάσεων, που δεν μπόρεσα να σου δώσω εκείνο το τελευταίο τσιγάρο που τόσο πολύ ζητούσες.

Κλαίω γιατί πλέον στις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου δε θα είσαι δίπλα μου ως φυσική παρουσία, να νιώθω ευτυχισμένος και μόνο από τον τρόπο που θα με κοιτάς.

Κλαίω, ρε πατέρα, γιατί είχαμε πολλά ακόμη να ζήσουμε.

Ήθελα καιρό να σου γράψω, να σου αποτίσω φόρο τιμής αλλά πιο πολύ για να σου πω ένα μεγάλο ευχαριστώ, μια εκ βαθέων ευγνωμοσύνη για όσα μου χάρισες.

Να είσαι ήσυχος, την προσέχουμε την Πωλίτσα σου και είμαστε όλοι αγαπημένοι όσο ποτέ!

Δε σου είπα ποτέ αντίο, μόνο εις το επανιδείν.

Πρώτη δημοσίευση: ΙΔΕΩΝ ΙΧΝΗΛΑΤΕΣ / ixnilates.wordpress.com