Η Σαρία δεν έχει θέση σε μια ευρωπαϊκή Ελλάδα

Η τήρηση των εθίμων δεν είναι αδιαπραγμάτευτη. Η ελληνική έννομη τάξη και η ελληνική κοινωνία, τμήμα της οποίας είναι και η μειονότητα, δεν μπορούν να ανεχτούν αμφισβητούμενες εθιμικές πρακτικές...


 

Του Κωστή Σιμιτσή

 


ΟΕυριπίδης Στυλιανίδης ήταν ένας πολλά υποσχόμενος νέος πολιτικός του συντηρητικού χώρου. Για πολλά χρόνια εκπροσωπούσε τον νομό Ροδόπης στη Βουλή των Ελλήνων και συνέβαλε προσωπικά στη χάραξη της πολιτικής που ακολούθησε η κεντρική διοίκηση τα τελευταία χρόνια για όλα σχεδόν τα ζητήματα που απασχολούν την Περιφέρειά μας. Το εκλογικό σύστημα τον άφησε έξω από τη Βουλή το 2015, προσωρινά πιστεύω.

Σήμερα συνεχίζει να ασκεί τον παρεμβατικό του ρόλο με την εμπειρία του πολιτικού και τη γνώση του νομικού. Ήταν λογικό να συμμετάσχει στον δημόσιο διάλογο που ανακινήθηκε πρόσφατα ύστερα από την απόφαση της κυβέρνησης να εκσυγχρονίσει τις νομικές ρυθμίσεις που σχετίζονται με την εφαρμογή στη χώρα μας της Σαρία, δηλαδή του Ιερού Μουσουλμανικού Νόμου.

Σε πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα «Νέα Εγνατία» (φ. 22.11.2017) υπεραμύνθηκε της μέχρι τώρα πρακτικής. Ισχυρίστηκε πως το ελληνικό κράτος υποχρεώνεται από τη συνθήκη της Λωζάνης να απονείμει στον Μουφτή αρμοδιότητες δικαστή, ο δε Μουφτής εκδικάζοντας υποθέσεις κληρονομικού και οικογενειακού δικαίου δεσμεύεται να μην εφαρμόσει τη νομοθεσία που ισχύει για όλους τους άλλους Έλληνες πολίτες ανεξαρτήτως θρησκεύματος, χρώματος ή καταγωγής αλλά τη Σαρία, έναν θεόπεμπτο νόμο που περιορίζει σημαντικά τα δικαιώματα της γυναίκας.

Ο Ε. Στυλιανίδης επικαλείται το άρθρο 42 της Συνθήκης της Λωζάνης, το οποίο είναι το ακόλουθο: «Η Τουρκική Κυβέρνησις δέχεται να λάβη απέναντι των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, όσον αφορά την οικογενειακήν ή προσωπικήν αυτών κατάστασιν, πάντα τα κατάλληλα μέτρα, όπως τα ζητήματα ταύτα κανονίζωνται συμφώνως προς τα έθιμα των μειονοτήτων τούτων. Τα μέτρα ταύτα θέλουσιν επεξεργασθή ειδικαί επιτροπαί, αποτελούμεναι εξ ίσου αριθμού αντιπροσώπων της Τουρκικής Κυβερνήσεως και μιας εκάστης των ενδιαφερομένων μειονοτήτων. Εν περιπτώσει διαφωνίας, η Τουρκική Κυβέρνησις και το Συμβούλιον της Κοινωνίας των Εθνών θέλουσι διορίσει, από κοινού, επιδιαιτητήν εκλεγόμενον μεταξύ των ευρωπαίων νομομαθών. Η Τουρκική Κυβέρνησις υποχρεούται να παρέχη πάσαν προστασίαν εις τας εκκλησίας, συναγωγάς, νεκροταφεία και λοιπά θρησκευτικά καθιδρύματα των ειρημένων μειονοτήτων. Εις τα ευαγή καθιδρύματα ως και τα θρησκευτικά και φιλανθρωπικά καταστήματα των αυτών μειονοτήτων, των ήδη ευρισκομένων εν Τουρκία, θα παρέχηται πάσα ευκολία και άδεια, η δε Τουρκική Κυβέρνησις, προκειμένου περί ιδρύσεως νέων θρησκευτικών και φιλανθρωπικών καθιδρυμάτων, ουδεμίαν θέλει αρνηθή εκ των αναγκαίων ευκολιών, αίτινες έχουσιν εξασφαλισθή εις τα λοιπά ιδιωτικά καθιδρύματα ομοίας φύσεως».

Είναι χαρακτηριστικό ότι μεγάλο μέρος της Συνθήκης αφιερώνεται στον προσδιορισμό των υποχρεώσεων της Τουρκίας όσον αφορά την προστασία των μειονοτήτων και μόνο στο άρθρο 45 αναφέρεται πως ίδιες ακριβώς δεσμεύσεις αναλαμβάνει η Ελλάδα.

Από την ανάγνωση του άρθ. 42 της Συνθήκης δεν προκύπτει ευθεία υποχρέωση της χώρας μας να δώσει αρμοδιότητες Ιεροδίκη στον Μουφτή. Ούτε ο Άρειος Πάγος στηρίζει την πάγια νομολογία του για το θέμα στη Συνθήκη της Λωζάνης. Στην πολύκροτη απόφαση 229/2017, που κινδυνεύει να καταπέσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, απλώς αναφέρει πως οι Συνθήκες της Λωζάνης και των Σεβρών εξασφαλίζουν την εφαρμογή των μουσουλμανικών εθίμων για τους μουσουλμάνους κατοίκους της Ελλάδας.

Όμως η τήρηση των εθίμων δεν είναι αδιαπραγμάτευτη. Η ελληνική έννομη τάξη και η ελληνική κοινωνία, τμήμα της οποίας είναι και η μειονότητα, δεν μπορούν να ανεχτούν αμφισβητούμενες εθιμικές πρακτικές, που εφαρμόζονται σε άλλες ισλαμικές κοινωνίες, όπως ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων των γυναικών. Ούτε τον γάμο ανηλίκων ή την πολυγαμία. Δεν είναι όλα τα έθιμα σεβαστά και είναι εξαιρετικά παρήγορο ότι ουδέποτε διεκδίκησαν κάτι τέτοιο οι συμπατριώτες μας μουσουλμάνοι της Θράκης. Η εθνοτική ή η θρησκευτική ταυτότητα δεν επιτρέπεται να αλλοιώσει τον πυρήνα της ανθρώπινης υπόστασης. Εδώ κανονικά έρχεται ο νομοθέτης και διαφυλάσσει σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου.

Τι έκανε όμως ο Έλληνας νομοθέτης; Με τον Ν. 1920/1991 έδωσε στον Μουφτή την αρμοδιότητα να δικάσει σύμφωνα με τον θρησκευτικό νόμο υποθέσεις διαζυγίων, κληρονομιάς, διατροφής και επιμέλειας τέκνων, χειραφεσίας ανηλίκων, κηδεμονιών. Χωρίς τις απαραίτητες δικονομικές εγγυήσεις, χωρίς δικηγόρο πολλές φορές, χωρίς πρακτικά, χωρίς να τηρούνται οι διατυπώσεις δημοσιότητας, χωρίς μεταφραστή (όταν η σύζυγος είναι αλλοδαπή) εκδίδονται «δικαστικές» αποφάσεις στην αραβική, στη γλώσσα του Κορανίου, από έναν μορφωμένο και σεβαστό βεβαίως ιερωμένο, που δεν είναι δικαστής, δηλαδή δεν έχει πτυχίο νομικής ούτε απολαμβάνει τις λειτουργικές και θεσμικές εγγυήσεις των κανονικών δικαστών αλλά είναι υψηλόβαθμος δημόσιος υπάλληλος επί θητεία που διορίζεται από τον υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Η δε Σαρία αναγνωρίζει μόνον την εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή όπου η χήρα λαμβάνει μόνο το 1/8 της περιουσίας, το δε θήλυ τέκνο παίρνει μισό μερίδιο σε σχέση με το άρρεν. Επιτρέπει επίσης τον γάμο ανηλίκων, το διαζύγιο σε σύντομο χρονικό διάστημα και χωρίς διατροφή (με μόνο αντάλλαγμα τη «δωρεά» του συζύγου κατά τη σύναψη του γάμου), την αφαίρεση της επιμέλειας του τέκνου από τη μητέρα. Και άλλα πολλά που αντίκεινται στο διεθνές και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του παιδιού.

Είμαι σίγουρος πως όλοι οι νομικοί -και ο Ε. Στυλιανίδης- αναγνωρίζουν το ασύμβατο της Σαρία με το ελληνικό νομικό σύστημα. Εφαρμόζεται μόνο στους μουσουλμάνους Έλληνες της Θράκης και όχι σε μουσουλμάνους που τυχόν κατοικούν στην υπόλοιπη χώρα. Εισάγει αδικαιολόγητες διακρίσεις ανάμεσα σε Έλληνες πολίτες. Περιορίζει δικαιώματα στη βάση της θρησκείας και της καταγωγής. Εφαρμόζει θρησκευτικούς κανόνες, δηλαδή ιδιαίτερο δίκαιο χωρίς κανονικό δικαστήριο.

Ο μοναδικός λόγος για τη διατήρηση αυτού του παράλογου και παράνομου καθεστώτος είναι ο μύθος ότι έτσι παρεμποδίζεται η τουρκική διείσδυση στην περιοχή μας. Αν ο Μουφτής ασκεί και καθήκοντα Ιεροδίκη, τότε δεν εκλέγεται από τους πιστούς αλλά διορίζεται από το Δημόσιο. Έτσι γλιτώνουμε από έναν κυοφορούμενο πολιτικοθρησκευτικό ηγέτη. Πρόκειται για πολιτική σκοπιμότητα που δεν έχει νόημα και αποτέλεσμα. Την επιτυχία αυτής της πολιτικής κανείς δεν μπορεί να υπερασπιστεί ούτε βέβαια ο εμπερίστατος πολιτικός Ε. Στυλιανίδης.

Ο Κωστής Σιμιτσής είναι δικηγόρος – ΔΝ και τ. δήμαρχος Καβάλας