Για την παράνομη παραλία του Φάρου

Eρωτήματα προς όλους τους ανευθυνο-υπευθύνους, με επίγνωση των δυσκολιών που το τέρας της γραφειοκρατίας γεννά, αλλά και με την ελπίδα της λογικής λύσης...


Της Ελένης Γαραντούδη


Ένα από τα ομορφότερα μέρη της πόλης μας είναι, σίγουρα, η παραλία του Φάρου. Έχει εύκολη πρόσβαση είτε από το λιμάνι είτε από τη σκάλα που ξεκινά δίπλα από τον αύλειο χώρο του 7ου Δημοτικού Σχολείου. Ο λιμενοβραχίονας στη δυτική της πλευρά, με την ενίσχυση και την προέκτασή του, τη διαχωρίζει από το κεντρικό λιμάνι, ενώ τα βράχια και τα αρχαία τείχη, στην ανατολική και βόρεια, συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό για νοερή συνομιλία με τους μύθους και την ιστορία της Χερσονήσου ή με τη φύση και την ίδια την υπόσταση της παλιάς πόλης.

Δεν θα γίνω λυρική, υμνώντας την ομορφιά αυτής της παραλίας που την αισθάνονται δικό τους τόπο πάρα πολλοί συμπολίτες κι επισκέπτες της, ούτε τραγική ή γραφική υπερτονίζοντας τα δικαιολογημένα παράπονα των λουομένων για την «καταστροφή» της. Θα επιχειρήσω να θέσω κάποια ερωτήματα μήπως αυτά βοηθήσουν στο πρόβλημα που προέκυψε μετά τις πρόσφατες εργασίες για την αποκατάσταση των φάρων της Ραψάνης.

Από τον τοπικό Τύπο πληροφορηθήκαμε πως τόσα χρόνια κολυμπάμε σε μια παράνομη, κατά το Λιμεναρχείο, παραλία, οπότε ανακύπτουν τα εξής ερωτήματα:

Εάν κι εφόσον η παραλία εντάσσεται στον χώρο του λιμανιού, γιατί το Λιμεναρχείο δεν τοποθετεί απαγορευτικές πινακίδες έτσι ώστε να απαγορευτεί η κολύμβηση και να λήξει το θέμα με νόμιμο τρόπο;

  • Ο λιμενοβραχίονας δεν αποτελεί, εκτός των άλλων χρησιμοτήτων του, και ένα ασφαλές σύνορο της παραλίας σε σχέση με τις δραστηριότητες του κεντρικού Λιμένος;
  • Ως προς τη γενικότερη οριοθέτηση για το πού είναι νόμιμο και πού όχι να κολυμπούν οι λουόμενοι, αυτό δεν είναι εύκολο να διευθετηθεί –από τους αρμόδιους– με κάποια σήμανση (τις γνωστές σημαδούρες);
  • Η μεγάλη τύχη αυτής της πόλης να διαθέτει μέσα στον αστικό ιστό της αμμώδεις παραλίες, κατάλληλες για κολύμβηση, γιατί να μην αφορά και στην πολύπαθη συνοικία της Παναγίας;
  • Μήπως αυτή η παραλία είναι η μοναδική σε ολόκληρη τη χερσόνησο που διαθέτει μια σχετικά εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα –με διόδους άμμου– κι αυτό την καθιστά πολύτιμη για τους ανθρώπους που δυσκολεύονται στις μετακινήσεις προς άλλες παραλίες της πόλης ή να βουτούν από τις βραχώδεις ακτές της συνοικίας;
  • Μήπως αν αυτό που βρήκαμε –ως πολύτιμη κληρονομιά– δεν μπορούμε να το βελτιώσουμε, μήπως, λέω, θα ήταν καλό, τουλάχιστον, να μην το καταστρέφουμε;

Το τελευταίο ερώτημα απευθύνεται σε όποιον ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση της παραλίας που έδωσε δροσιά, απόλαυση κι έμπνευση σε τόσους ανθρώπους και τώρα, κάποιοι από αυτούς, οργίζονται ή θλίβονται για την «παρανομία» και την εμφανή ή αφανή εικόνα της – χώματα και υλικά πεταμένα, μετά το τέλος των εργασιών στον βυθό, που αλλοιώνουν τα άλλοτε διαυγή ύδατα, τα κάνουν καφετί και θολά στον παραμικρό κυματισμό που τα αναδεύει. Ακόμα, όπως μου είπανε, πεταμένα μπλόκια μέσα στα νερά, όπου χτυπάνε οι κολυμβητές τα πόδια τους και σύντομα θα γεμίσουν με αχινούς.

Τα υπόλοιπα ερωτήματα, προς όλους τους ανευθυνο-υπευθύνους, με επίγνωση των δυσκολιών που το τέρας της γραφειοκρατίας γεννά, αλλά και με την ελπίδα της λογικής λύσης.


H Ελένη Γαραντούδη είναι φιλόλογος, κάτοικος Παναγίας