Ωδή εις το Νέφος της Καβάλας

Την μπόχα τη μυρίζουν οι έχοντες μύτη και όσφρηση, βοηθούντων των πνοών των ανέμων...


Της Ελένης Γαραντούδη


1

Σε γνωρίζω από την μπόχα
-βραδινή και πρωινή-
σε γνωρίζω από την ώχρα
που με βία βάφει τη γη.

2

Απ’ τη ΒΦΛ βγαλμένο
-της Καβάλας το πνευμόνι-
ξεκινάς απ’ την Καρβάλη
και με βρίσκεις στο μπαλκόνι!

3

Εδώ έξω γυροφέρνεις
ξεδιάντροπα, αισχρά
κι ένα στόμα περιμένεις
να σε ψέξει, αλλά μπα…

4

Άργειε να ’λθει εκείνη η ώρα
κι ήταν όλα σκοτεινά,
αφού τα ’σκιαζε η φοβέρα
και τα πλάκωνε η ψευτιά.

5

Σε μυρίζω και σε βλέπω
σε αγγίζω πια, σ’ ακούω.
Να σε αγνοώ δεν στέργεις,
τις κραυγές σου παρακούω…

 6

«Μην ταράζεσαι, χρυσό μου.
Νέφος είμαι τοξικό.
Στου Θανάση τα λημέρια,
μια χαρά σάς οδηγώ.

7

Απ’ τη μοίρα του θανάτου
να ξεφύγεις πώς μπορείς;
Προτιμάς από τροχαίο
στο Καρά-Ορμάν να ’ρθεις;

8

Μήπως θέλεις κι εσύ να ’σαι
θύμα μιας νεροποντής;
Πτώμα πτώσης αεροπλάνου;
Ή φωτιάς πιο φονικής;

9

Με τα αέρια τα δικά μου,
σαν γλυκά αποκοιμηθείς,
θα ξυπνήσεις, μιαν πρωία,
νέα καρκινοπαθής.

10

Του καρκίνου η πορεία
η χειρότερη δεν είναι,
αν σκεφτείς τρομοκρατία
και σεισμών, λοιμών τοξίνες,

11

πώς τον κόσμο φαρμακώνουν,
πώς την πλάση πιλαλούν…
Τα δικά μου τα τερτίπια
πταίσματα θα σου φανούν.

12

Για την πάρτη μου δουλεύουν
μεγιστάνες και τρανοί.
Μα και δημοσιογραφίσκοι
και λαϊκιστές ταγοί.

13

Φουκαράδες και μπατήρια
μεροκάματο ζητούν.
Μα είν’ κι άλλοι που ’χουν νύχια
και για μάσα ξιφουλκούν.

14

Κάποιοι λίγοι φωνασκούνε,
ν’ ανασάνουν δεν μπορούν.
Λένε, κι οι πολλοί σιωπούνε
και το Χρήμα προσκυνούν.

15

Φίλτρα, ρύποι και μετρήσεις
δήθεν λύσεις προωθούν.
Το δικό μου το σινάφι
να το βλάψουν δεν μπορούν.

16

Τόσα μυστικά σού είπα,
τόσα έπη ασεβή.
Τι ζητώ, βρε, κακομοίρα;
Δεν αξίζω μιαν Ωδή;»

17

Δυστυχής! Παρηγορία
μόνη σού έμεινε -να δες-
μια φευγάτη στιχουργία
και γελώντας πια να κλαις.

18

Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει
υποσχέσεων λαλιά,
ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι
από την απελπισιά.

19

Κι έλεες! Πότε, α! Πότε βγάνω
το κεφάλι απ’ τσι βρωμιές;
Κι αποκρίνοντο αποπάνω
δήθεν έλεγχων φωνές.

20

Τότε εσήκωνες το βλέμμα
μες στα κλάιματα θολό
και εις το ρούχο στάζει δάκρυ
απ’ το γέλιο το πικρό.

21

Με τα ρούχα σου βρεγμένα,
ξέρω ότι έβγαινες κρυφά
να γυρεύσεις εις τα ξένα
άλλα χέρια δυνατά.

22

Μοναχή τον δρόμο επήρες,
εξανάλθες μοναχή,
δεν είν’ εύκολες οι θύρες
εάν η χρεία τες κουρταλεί.

23

Άλλος σού έκλαψε εις τα στήθια,
αλλ’ ανάσαση καμιά.
Άλλος σού έταξε βοήθεια
και σε γέλασε φρικτά.

24

Απ’ τα χημικά βγαλμένο
του εργοστάσιου του «χρυσού»,
χαίρε, Νέφος τιμημένο,
της Καβάλας μας το κλου.


Σημείωσες της ποιήτριας

Στροφή 1η

Την μπόχα τη μυρίζουν οι έχοντες μύτη και όσφρηση, βοηθούντων των πνοών των ανέμων.
Η ώχρα αναφέρεται στο χρώμα το κιτρινωπό, χρώμα θανάτου, που έχει αποθανατιστεί από τον φωτογραφικό φακό στην ατμόσφαιρα, όχι μόνο πέριξ της Βιομηχανίας, αλλά και στον ανέφελο -κατά τα άλλα- ουρανό της πόλης μας.

Στροφή 2η

Η ΒΟΥ-ΦΟΥ-ΛΟΥ είναι, φυσικά, η πρώην Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων, όπου έχουν εργαστεί- και εξακολουθούν να εργάζονται- εκατοντάδες συμπολίτες μας και ως εκ τούτου αναφέρεται από τους ιθύνοντες ως «οικονομικός πνεύμονας» της πόλης.
Η Καρβάλη απέχει από το μπαλκόνι μου, στην παλιά πόλη της Καβάλας, λιγότερα από δέκα χιλιόμετρα κι ο αέρας, τελευταία, μάς φέρνει τα ευωδάτα αέρια, σχεδόν καθημερινά, πρωί και βράδυ.

Στροφή 6η -7η

Ποιος Θανάσης;
Ο Αθανάσιος, χωρίς το στερητικό «Α», παραπέμπει εδώ στον Χάρο.
Το Καρά-Ορμάν είναι το Μαύρο Δάσος, που μετονομάσθηκε Περιγιάλι και –ως γνωστόν- φιλοξενεί τα Δημοτικά Κοιμητήρια της πόλης μας.

Στροφή 16η

Η απαίτηση του Νέφους, να υμνηθεί, είναι απολύτως δικαιολογημένη, αν σκεφτεί κανείς πόσα «μυστικά»- γνωστά τοις πάσι- μου αποκάλυψε και τα οποία αδυνατώ, για ευνόητους λόγους, να κοινοποιήσω.

Στροφές 17η -20η

Τίτλος: Ο πικρός κλαυσίγελος.

Στροφές 21η -23η

Τίτλος: Η αναζήτηση βοήθειας από τις Μεγάλες Δυνάμεις
(που, στην περίπτωσή μας, μπορεί να σημαίνουν θεσμούς και οργανισμούς, περιβαλλοντικές και άλλες οργανώσεις και λοιπούς υπευθύνους και αρμοδίους, που ο ένας δείχνει τον άλλο, κι όλοι μαζί σφυρίζουν κλέφτικα, καθώς χορεύουμε αντάμα τον χορό του Ζαλόγγου.)

Στροφή 24η

…και τελευταία.
(Καθώς, στην Ωδή, ο Εθνικός μας Ύμνος αποτελεί την βασική πηγή της έμπνευσης, ας αρκεστούμε στις 24 στροφές…
Το «χρυσό» εργοστάσιο, όπως χαρακτηριστικά προσδιόριζε η πεθερά μου την τότε ΒΦΛ, όπου δούλευε ο άντρας της (τον οποίο και φιλοδώρησε η εργασία του, στα πενήντα του, με έναν –ευτυχώς καλοήθη– όγκο στο κεφάλι) εξακολουθεί να μας χαρίζει –εκτός από την οικονομική «ανάσα»– και έναν επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα για την ΑΝΑΠΤΥΞΗ νόσων συχνά θανατηφόρων.
Εδώ ταιριάζει και ο Ύμνος προς την Εταιρεία του Διονύση Σαββόπουλου.
Σ’ ευχαριστώ, ω, εταιρεία…

«(…) Πίστευσέ μου, Διδάσκαλε, η αρμονία του στίχου δεν είναι πράγμα όλο μηχανικό, αλλά είναι ξεχείλισμα της ψυχής (…)» [Διονύσιος Σολωμός, από τις ΣΗΜΕΙΩΣΕΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ στον Ύμνο εις την Ελευθερίαν]


H Ελένη Γαραντούδη είναι φιλόλογος, κάτοικος Παναγίας