Ο ηθικός αυτουργός των καταλήψεων

Η Κυβέρνηση αδυνατεί να αντιληφθεί ότι η ψυχολογία του εφήβου μοιάζει με ηφαίστειο που απ’ τα σωθικά του, την ώρα της έκρηξης, εκλύονται η απόγνωση, τα κάθε είδους αδιέξοδα και η οργή ως λάβα που χύνεται ολούθε κατακαίοντας ό,τι βρει μπροστά της...


 

Του Δημήτρη Εμμανουηλίδη

 


«Η ιδέα να μορφώνεσαι, να βρίσκεις εργασία και να παίρνεις σύνταξη είναι ίσως παρωχημένη». Τάδε έφη ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης σε συνέντευξή του που παραχώρησε στο πλαίσιο του Athens Democracy Forum 2020 προ ημερών στον ιστορικό συγγραφέα Γιούβαλ Νώε Χαράρι.

Επισημαίνω πως όταν ο κυνισμός γίνεται συνώνυμο του κοινωνικού παχυδερμισμού, γεννιέται ο νεολογισμός: μητσοτακισμός. Και είναι τότε που αναζητούμε τους ηθικούς αυτουργούς του φαινομένου των καταλήψεων των σχολικών μονάδων από τους μαθητές-τριες.

Θα πρέπει αρχικά να συμφωνήσουμε σε κάποιες παραδοχές.

Πράγματι, οι καταλήψεις διακόπτουν την εκπαιδευτική διαδικασία, γεγονός που αντιστρατεύεται την ανάγκη της κοινωνίας για μόρφωση. Ωστόσο, χρέος της πολιτείας είναι να ιεραρχεί τη σπουδαιότητα των κοινωνικών αγαθών. Εδώ θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι υπέρτερο αγαθό της μόρφωσης είναι η προστασία και η διαφύλαξη της δημόσιας υγείας, της ίδιας της ζωής. Εν προκειμένω η ad hoc επιτροπή εμπειρογνωμόνων αποφάνθηκε ότι για τη στοιχειώδη προστασία των μαθητών-τριών και της κοινωνίας κατ’επέκταση από τον covid-19, ο αριθμός των μαθητών-τριών ανά αίθουσα δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 15.

Το υπουργείο Παιδείας, μεσούσης της πανδημίας, αγνοώντας τις υποδείξεις των ειδικών, αποφασίζει και επιβάλλει ετσιθελικά την αύξηση του αριθμού των μαθητών-τριών ανά αίθουσα στους 27, μετατρέποντας στην ουσία τις σχολικές μονάδες σε εν δυνάμει υγειονομικές βόμβες. Κατ’ αυτό τον τρόπο το Υπουργείο ναρκοθετεί το πρώτιστο μέσο προστασίας του πληθυσμού από την πανδημία, την αποστασιοποίηση.

Στη συνέχεια ρίχνει όλο το βάρος της επικοινωνιακής πλέον διαχείρισης της πανδημίας στην αναγκαιότητα της διαρκούς χρήσης μάσκας, αγνοώντας τις επιφυλάξεις και τους αστερίσκους του ΠΟΥ, όσον αφορά τη διαρκή χρήση της, τους ηλικιακούς περιορισμούς κ.ά.

Επιχειρεί –πάντα επικοινωνιακά– να μετατοπίσει το κέντρο βάρους των μέτρων από την αποστασιοποίηση στη δίκην πανάκειας χρήση της μάσκας. Από το σημείο αυτό αρχίζει το φιάσκο των χορηγηθεισών μασκών. Μοιράζονται στα παιδιά μάσκες υπερμεγέθεις που κλείνουν μάτια, αφτιά και στόμα, υλοποιώντας το εκπαιδευτικό όραμα της κυβέρνησης: «Δεν βλέπω, δεν ακούω, δεν μιλώ».

Το γαϊτανάκι της εξοργιστικής προχειρότητας συνεχίζεται με τον πλημμελή καθαρισμό των αιθουσών ελλείψει του απαραίτητου προσωπικού καθαριότητας των σχολικών μονάδων.

Εν κατακλείδι, το αυτονόητα επιβαλλόμενο χρέος της προστασίας του μαθητικού πληθυσμού η κυβέρνηση το μετακυλύει στην ατομική ευθύνη. Κατ’ αυτό τον τρόπο πιστεύει ότι τελειώνει με το χρέος της.

Όμως δεν τελειώνουμε τόσο εύκολα με τις εύλογες αντιδράσεις της κοινωνίας, πόσο μάλλον των νέων.

Λειτουργός της εκπαίδευσης για πάνω από τρεις δεκαετίες, νομιμοποιούμαι να ψηλαφήσω τα θέματα που ταλανίζουν τον ιδιαίτερα ευαίσθητο και ευπαθή χώρο της εκπαίδευσης. Ξεκινώ από την επισήμανση της ανάγκης της πολιτείας να ομολογήσει δημόσια τη χρεοκοπία της στη θεραπεία των προβλημάτων της εκπαίδευσης που κατατρώγουν το σώμα της κοινωνίας. Η κυβέρνηση όφειλε, συνειδητοποιώντας τις τεράστιες ευθύνες της απέναντι στη νέα γενιά, να ζητήσει απ’ αυτή μια ειλικρινή συγνώμη.

Όφειλε να σκύψει με γονεϊκό ενδιαφέρον στα προβλήματά της αναζητώντας ανακουφιστικά μέτρα αποσυμπίεσης της συσσωρευμένης της οργής. Οργής για το λεηλατημένο μέλλον της, οργής για την ανόητη σχολική καθημερινότητα με τα αλλοπρόσαλλα αναλυτικά προγράμματα απ’ τα οποία απουσιάζει κραυγαλέα η ζώσα κοινωνική πραγματικότητα.

Η κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει ανοιχτά αφτιά στις κραυγές αγωνίας και απόγνωσης της νιότης εκφραζόμενες με το «δεν πάει άλλο».

Αντί να λειτουργήσει με ενσυναίσθηση στην κατανόηση των προβλημάτων των νέων υιοθετώντας το ρόλο του παιδαγωγού, επιλέγει τον βολικό κατ’ αυτήν ρόλο του παιδονόμου. ΜΑΤιασμένη, καλεί τον Χρυσοχοΐδη να την ξεΜΑΤιάσει…

Κατά την προσφιλή της τακτική, ανατρέποντας το δόγμα «ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση» μέσω της Υπουργού κ. Κεραμέως και των παρατρεχάμενών της, επιχειρεί την παλινόρθωση της εκπαίδευσης στις αρχές και πρακτικές των πέτρινων χρόνων της μετεμφυλιακής περιόδου.

Έτσι προκύπτουν οι τραγελαφικές υπουργικές αποφάσεις περί επαναφοράς της αναγραφής της διαγωγής στους τίτλους σπουδών, η αποψίλωση από τα αναλυτικά προγράμματα της αισθητικής αγωγής, ο εξοβελισμός της κοινωνιολογίας, του κατεξοχήν εκπαιδευτικού εργαλείου κοινωνικοποίησης του ατόμου, η εξοργιστική άποψη της κ. Κεραμέως ότι το μάθημα της Ιστορίας δεν πρέπει να έχει κοινωνιολογικό χαρακτήρα, η επαναφορά της αλήστου μνήμης Τράπεζας Θεμάτων που ναρκοθετεί την ιερή σχέση δασκάλου μαθητή, η μετατροπή του σχολείου σ’ ένα διαρκές εξεταστικό κέντρο. Αυτά κι άλλα τόσα στοιχειοθετούν μια αβίωτη εκπαιδευτική καθημερινότητα.

Τα νιάτα έχουν συνειδητοποιήσει πως το σχολείο που οραματίζεται η μητσοτακική κυβέρνηση είναι το ταξικό σχολείο της εποχής της Παπασταύρου· του Θεμιστοκλέους, βεβαίως-βεβαίως…

Είναι το σχολείο που λειτουργεί με σημαδεμένη την κοινωνική τράπουλα σε βάρος των πολλών και γίνεται ο καθημερινός εφιάλτης κι ο βρόχος των γονιών τους, καθώς είναι αναγκασμένοι με το υστέρημά τους να στηρίξουν την προσπάθεια των παιδιών τους για απόκτηση του «παρωχημένου», κατά τη μητσοτακική ρήση, αγαθού της μόρφωσης.

Η Κυβέρνηση με την πολιτική της στην Παιδεία αδυνατεί να αντιληφθεί ότι η ψυχολογία του εφήβου μοιάζει με ηφαίστειο που απ’ τα σωθικά του, την ώρα της έκρηξης, εκλύονται η απόγνωση, τα κάθε είδους αδιέξοδα και η οργή ως λάβα που χύνεται ολούθε κατακαίοντας ό,τι βρει μπροστά της. Το πυρακτωμένο αυτό ποτάμι έρχεται ο χρόνος και το μετατρέπει σε μάγμα. Σε γόνιμο δηλαδή έδαφος για την κάθε είδους αποδοτική για την κοινωνία καλλιέργεια.

Ψιλά γράμματα αυτά για την υπουργό Παιδείας…

Και για να τελειώνουμε. Τα σχολεία δεν τα κλείνουν οι καταληψίες μαθητές-τριες. Απλά ενστερνιζόμενοι πλήρως την άποψη του πρωθυπουργού «η ιδέα του να μορφώνεσαι, να βρίσκεις εργασία, να παίρνεις σύνταξη είναι ίσως παρωχημένη» προσχωρούν με ευλαβική συνέπεια στην άποψή του.

Είναι κατ’ αυτόν άχρηστη η μόρφωση, εξ ιδίου κρινόμενη.

Είναι ματαιοπονία η αναζήτηση εργασίας, καθόσον το σύστημα της οικογενειοκρατούμενης δημοκρατίας την εξασφαλίζει ισοβίως.

Είναι τέλος –κατά τα ρηθέντα του– άχρηστη και αχρείαστη η μία σύνταξη, καθόσον ο ίδιος μέχρι πρότινος τακτοποιούνταν με τις πολλαπλές, αν δεν κάνω λάθος, έξι στον αριθμό συντάξεις του αειμνήστου πατρός.

Ενίοτε, κ. Μητσοτάκη, οφείλουμε να σκεφτόμαστε αυτά που πρόκειται να πούμε.

Για να μη γινόμαστε οι ηθικοί αυτουργοί των καταλήψεων.

Πρώτη δημοσίευση: tvxs.gr


Ο Δημήτρης Εμμανουηλίδης είναι τ. βουλευτής Καβάλας του ΣΥΡΙΖΑ