Νίκος Σιδερίδης: «Τρέχω για να τερματίσω τον… Σιδερίδη»

Ο Καβαλιώτης πρωταθλητής μιλάει για την εμπειρία της συμμετοχής του στον υπερμαραθώνιο Μιλάνο – Σαν Ρέμο, για τα προβλήματα που συνάντησε αλλά και για την φιλοσοφία που τον διακατέχει όταν αγωνίζεται που είναι να φτάνει στα όρια τον εαυτό του

Για την πρωτόγνωρη εμπειρία της συμμετοχής του στον υπερμαραθώνιο Μιλάνο – Σαν Ρέμο της Ιταλίας, απόστασης 285 χιλ., για τους λόγους που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την προσπάθεια στο 190ο χιλ., αλλά και για την φιλοσοφία που τον διέπει ως αθλητή, μίλησε ο Νίκος Σιδερίδης στον Alpha Radio 88.6, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι δεν τρέχει για να τερματίσει, αλλά για να τερματίσει τον… Σιδερίδη, εννοώντας φυσικά ότι θέλει να φτάνει στα όρια του! O Καβαλιώτης πρωταθλητής επέστρεψε στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας από την Ιταλία και περιέγραψε τα πάντα γύρω από την διοργάνωση στην οποία ήταν ο πρώτος Έλληνας που συμμετείχε, ενώ αναφέρθηκε σε όλους όσους στήριξαν το εγχείρημα του καθώς και για την… ιστορία του στον αθλητισμό!

«Το σώμα δεν ήθελε να… τρέξει άλλο»

Για το τι του έμεινε από τον αγώνα και ποιος ήταν ο λόγος που σταμάτησε: «Αυτό που μένει ως αποτέλεσμα από τον συγκεκριμένο αγώνα είναι ότι δεν γνωρίζουμε το σώμα μας στο 100% και δεν πρόκειται να το γνωρίσουμε απόλυτα από την στιγμή που θέλουμε να τρέχουμε στα όρια. Έχω συμμετέχει και σε άλλους αγώνες υπεραποστάσεων και πλέον αυτό που γνωρίζω είναι ότι ποτέ κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τι θα συμβεί στο επόμενο χιλιόμετρο. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό που λένε ότι «αν το θέλει το μυαλό, το σώμα θα ακολουθήσει», δεν ισχύει τελικά. Το λέω αυτό γιατί μετά από δύο φορές που μπήκα μέσα στο αυτοκίνητο της ομάδας υποστήριξης στον αγώνα για να αντιμετωπίσουμε τα μυικά προβλήματα που αντιμετώπιζα, αυτό σήμαινε ότι παρά το ότι το μυαλό ήθελε να συνεχίσω, το σώμα όμως δεν ήθελε να… τρέξει άλλο! Σ’ αυτό το σημείο, θα πρέπει να πούμε ότι όπως αντιληφθήκαμε, ότι τον αγώνα στην ουσία τον τρέχεις μόνος σου και απλά σε 4 σημεία υπάρχει σταθμός ανεφοδιασμού. Άρα ουσιαστικά οτιδήποτε χρειάζεται κάθε αθλητής το λαμβάνει από την ομάδα υποστήριξης που έχει. Δηλαδή ξεκινάς για να πας από το Μιλάνο στο Σαν Ρέμο μόνος σου. Από τα σημεία ανεφοδιασμού περνάς για να καταγραφεί το πέρασμα σου και να συνεχίσεις, έχοντας περασμένη την διαδρομή με GPS στο ρολόι σου για να μην χαθείς…»!

«Είχα σπασμούς..»

Για την τακτική που ακολούθησε και αν ο ρυθμός του ήταν πιο γρήγορος απ’ αυτόν που μπορούσε να αντέξει: «Οι περισσότεροι νομίζουν ότι ένας λόγος που κάποια στιγμή «κάρφωσες» και δεν μπορείς να συνεχίσεις έναν αγώνα, είναι λόγω του ρυθμού που ακολουθείς, που μπορεί να είναι πχ πιο γρήγορος. Αυτό έχει μια λογική, αν κανείς παρακολουθεί τα πράγματα απ’ έξω. Προσωπικά όμως, ο ρυθμός που ακολούθησα ήταν αυτός που είχα στα 250 χιλ. του Σπάρταθλον. Πήγαινα, όπως πήγαινα σε κάθε άλλο αγώνα. Η διατροφή και η ενυδάτωση καθ’ όλη την διάρκεια του αγώνα πήγανε άψογα, είχα κι ένα μετρητή γλυκόζης που έδειχνε ότι βρισκόμουν σε καλή κατάσταση, οι παλμοί μου ήταν πολύ χαμηλοί και πνευματικά ήμουν επίσης πολύ καλά. Απλά το σώμα δεν ήθελε να ακολουθήσει. Σε κάποια φάση έφτασα να κάνω σπασμούς, όπως έχει κάποιους από την γαστρεντερίτιδα, ως αποτέλεσμα της πίεσης που δεχόταν το σώμα».

«Σταμάτησα στο 190ο χιλιόμετρο»

Για το πότε άρχισαν τα προβλήματα στον αγώνα και πότε εγκατέλειψε:  «Ουσιαστικά τα προβλήματα ξεκινούν μετά τα 40 χιλ. όταν άρχισαν να σφίγγονται οι κοιλιακοί μου και άρχισα να έχω αρνητικές σκέψεις. Μέχρι το 80 χιλ. η κατάσταση ήταν λίγο άσχημη, αλλά στη συνέχεια συνήλθα. Απ’ εκεί και μέχρι το 130 χιλ. ήμουν πολύ καλά όταν έφτασα στον σταθμό ανεφοδιασμού. 10 χιλ. μετά όμως άρχισαν απότομα να σφίγγονται οι ραχιαίοι και ο αυχένας μου. Έκανα ένα διάλλειμα με τον προπονητή μου να μου κάνει μασάζ, το οποίο με βοήθησε, αλλά στη συνέχεια ξεκίνησαν να σφίγγουν και τα πόδια. Απ’ ένα σημείο και μετά δεν μπορούσα ούτε υγρά να πάρω, το σώμα έσφιγγε περισσότερο, μέχρι το σημείο που είχα σπασμούς και αναγκάστηκα να σταματήσω στο 190ο χιλιόμετρο. Παρέδωσα τον αριθμό μου στο 222 χιλ. που ήταν ο επόμενος σταθμός ανεφοδιασμού, γι’ αυτό και πολλοί πίστεψαν ότι σ’ εκείνο το σημείο εγκατέλειψα».

 

«Θα μπορούσα να συνέχιζα περπατώντας, αλλά…»

Για το αν θα μπορούσε να συνεχίσει τον αγώνα: «Δεν τρέχω απλά και μόνο για να τερματίσω. Τρέχω για να τερματίσω τον… Σιδερίδη. Θα μπορούσα μεν να συνεχίσω στον αγώνα απλά βαδίζοντας και να πάρω πχ την 3η θέση. Κάτι τέτοιο όμως δεν το θέλω, δεν μου αρέσει. Όπως επίσης δεν μου αρέσει αυτό που λένε και για το Σπάρταθλον, ότι ήμουν ο πρώτος Έλληνας! Τι σημαίνει ο πρώτος Έλληνας, αν πχ ήμουν 6ος ή 3ος στην τελική κατάταξης; Για μένα αυτό είναι λάθος. Κι αν εμείς διαδίδουμε αυτό το λάθος, όλοι οι υπόλοιποι θα εκλάβουν αυτό το λάθος για σωστό. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι αν σε κάποιον λες ότι είσαι ο πρώτος, ουσιαστικά του κόβεις το κίνητρο να γίνει καλύτερος».

Ο δήμος Καβάλας και η ομάδα υποστήριξης

Για να βρεθεί ο Νίκος Σιδερίδης στην Ιταλία, έπρεπε να υπάρχει κατ’ αρχήν η στήριξη του Δήμου Καβάλας και να δημιουργηθεί μια ομάδα υποστήριξης. Για τον Δήμο ο Καβαλιώτης αθλητής τόνισε ότι «η παρουσία μας στον αγώνα οφείλεται στον Δήμο Καβάλας και την κ. Τσανάκα και ιδιαίτερα στον αντιδήμαρχο κ. Φιλόσογλου και την Δημωφέλεια, αλλά και τον χορηγό μου τον κ. Γεωργιάδη από την Ελασσόνα. Από μόνοι μας σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να καλύψουμε τα έξοδα». Όσο για την ομάδα υποστήριξης,  επισήμανε ότι «μόνο βόλτα δεν ήταν γι’ αυτούς ο συγκεκριμένος αγώνας. Στην ουσία την βόλτα την κάνω εγώ που εκτονώθηκα! Χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσα να κάνω ούτε τα μισά απ’ όσα έκανα. Αυτοί, όχι μόνο δεν εκτονώνονται, αλλά θα πρέπει να έχουν τα πάντα έτοιμα, από την προετοιμασία της διαδρομής, της λήψης των υγρών και των φαγητών μέχρι και την υποχρέωση τους να είναι μέσα σε ένα αυτοκίνητο 30 ώρες το λιγότερο και να οδηγείς κοντά στον αθλητή που στηρίζει, έχοντας συνέχεια στο μυαλό πως θα σε βοηθήσει. Στο τέλος αυτοί ήταν που ήθελαν περισσότερη ξεκούραση από εμένα! Η προσπάθεια λοιπόν δεν είναι ατομική αλλά ομαδική. Σ’ αυτή την ομάδα εκτός από εμένα και την σύζυγο μου Άννα Χαραλαμπίδου, ήταν ο προπονητής μου Γιάννης Τζανετάκης με την γυναίκα του Ελένη Γκαλώτη και ο φίλος μου Δημήτρης Νικολαίδης με την γυναίκα του Πατρίτσια»!

«Φυσικά και θέλω να τρέξω και του χρόνου εκεί…»

Για το αν θέλει να επιστρέψει στην Ιταλία και να δοκιμάσει και πάλι τις δυνάμεις του: «Φυσικά και θέλω να συμμετέχω και πάλι στον συγκεκριμένο αγώνα. Ουσιαστικά αυτό είναι που σκέφτομαι πιο πολύ. Όταν κάνεις κάτι καλά, δεν έχεις και τόσο μεγάλη ανάγκη να το επαναλάβεις. Όταν όμως δεν τα καταφέρνεις, τότε θέλεις να δοκιμάσεις ξανά. Υπάρχει αυτό το κομμάτι του εγωισμού που σου λέει ότι θα πρέπει να το κάνεις και πάλι. Από τον Δήμο Καβάλας υπάρχει η υπόσχεση ότι και την επόμενη χρονιά θα μας στηρίξουν, οπότε…»!

«Εισπράττω περισσότερα απ’ ότι αξίζω»

Για την στήριξη και το ενδιαφέρον του κόσμου επισήμανε ότι: «Νοιώθω ευλογημένος γι’ αυτή την αγάπη. Πραγματικά πιστεύω ότι εισπράττω περισσότερα απ’ ότι αξίζω. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους και ένα μεγάλο συγνώμη απ’ όλους όσους με παρακολουθούν και με αγαπάνε γιατί δεν ολοκλήρωσα την διαδρομή. Η αγάπη αυτή πάντως είναι ένα κίνητρο για εμένα για να συνεχίσω να κάνω αυτά που κάνω»

Απο το μπάσκετ, στο στίβο και μετά στους μαραθώνιους…

Τέλος, για την πορεία του στον αθλητισμό, στον οποίο μπήκε στην κυριολεξία από μωρό παιδί…: «Ξεκίνησα τον αθλητισμό, στην κυριολεξία από μωρό λόγω της εργασίας της μητέρας μου που δούλευε στο κλειστό γυμναστήριο της Καλαμίτσας. Κάθε πρωί λοιπόν από μικρά μαζί τα αδέλφια μου, επειδή δεν είχε να μας αφήσει κάπου, μας έπαιρνε μαζί της πριν έρθει η ώρα να πάμε στο σχολείο και επιστρέφαμε εκεί μετά το μάθημα! Συνεπώς, είχα συνεχώς αθλητικά ερεθίσματα ειδικά από το μπάσκετ. Στην 3η δημοτικού με είχαν επιλέξει ως ταλέντο στο στίβο και έκανα προπονήσεις, όμως στην 5η δημοτικού συνδέθηκα και πάλι με το μπάσκετ λόγω του πρωταθλήματος μίνι – μπάσκετ. Κι απ’ εκεί και πέρα έπαιζα συνέχεια μέχρι τα 18, ενώ σε ηλικία 15 ήμουν στην εφηβική ομάδα του Αστέρα Καβάλας που πήρε την 2η θέση στο Πανελλήνιο πρωτάθλημα. Από μικρός όμως μου άρεσε πάρα πολύ το τρέξιμο και έτσι μετά την αποφοίτηση μου από την σχολή των Λιμενοφυλάκων το 2005 ξεκίνησα, προκειμένου να γυμνάζομαι, να τρέχω. Θα πρέπει να πω ότι σε ηλικία 16 ετών συμμετείχα μαζί με τον Κώστα Ανδρονικίδη, τον άνθρωπο που με έβαλε στα… βουνά, στον 1ο αγώνα Olympus Marathon. Επίσης από τότε ήθελα να τρέξω στο Σπάρταθλον, είχα στείλει συμμετοχή, αλλά επειδή έγινε ένα μπέρδεμα στη διοργάνωση και δεν με δέχτηκαν. Μάλλον όμως ο θεός με λυπήθηκε γιατί τότε δεν ήξερα τι πάω να κάνω, αφού δεν ήμουν προετοιμασμένος! Σ’ αυτά τα πρώτα 10 χρόνια από την αρχή, έχω τρέξει σε όλους τους μαραθώνιους της χώρας σε βουνό και στη συνέχεια συμμετείχα και στην άσφαλτο»!