Λαϊκή Συσπείρωση: Το ύψος της σύμβασης με την Εγνατία ΑΕ είναι τόσο γενναιόδωρο που μοιάζει να είναι χορηγία

Ανακοίνωση της δημοτικής παράταξης που πρόσκειται στο ΚΚΕ, με αιχμές προς την Περιφέρεια ΑΜΘ και ξεκάθαρη θέση υπέρ της επισκευής της ζημιάς στη Γέφυρα του παλιού Νοσοκομείου

Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός χρόνου από την πτώση της γέφυρας στο παλιό Νοσοκομείου της Καβάλας η «Λαϊκή Συσπείρωση» εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία επαναλαμβάνει την θέση της για την επισκευή της ζημιάς και την επαναχρησιμοποίηση της. Στην ανακοίνωση που υπογράφεται από τον δημοτικό σύμβουλο Χρήστο Ποτόλια, τον σύμβουλο της Δημοτικής Ενότητας Καβάλας Παναγιώτη Βελισσάρη καθώς και Πολιτικό Μηχανικό και μέλος της Δημοκρατικής Πανεπιστημονικής Κίνησης Μηχανικών Κώστα Πετρομελίδη., αφήνονται σαφέστατες αιχμές για το ύψος της σύμβασης που υπέγραψε η Περιφέρεια ΑΜΘ με την Εγνατία ΑΕ, τονίζοντας ότι είναι τόσο γενναιόδωρη που μοιάζει με χορηγία.

Ακολουθεί η ανακοίνωση της Λαϊκής Συσπείρωσης

«Η γέφυρα έργο πρέπει να επισκευασθεί και να λειτουργήσει όπως μέχρι την στιγμή της καταστροφής»

«Η μελέτη τελικά ανατέθηκε από την Περιφέρεια ΑΜΘ στην Εγνατία  ΑΕ. Πρόκειται για το πλέον αμφιλεγόμενο στοιχείο της διαδικασίας που  επιλέχθηκε. Το ύψος της σύμβασης (περίπου 830.000 €, απόφαση 976/27-05-2019 του ΔΣ της Εγνατία ΑΕ-Διαύγεια, σχετική σύμβαση ανάθεσης από την Περιφέρεια δεν ανευρέθη) δημιούργησε πολλά  ερωτηματικά (τυπικά και ουσιαστικά) που διατυπώθηκαν στον τοπικό τύπο.

Το παραπάνω ποσόν συγκρινόμενο με αυτό της σύμβασης για τις μελέτες αντιμετώπισης της καταστροφής της γέφυρας του ποταμού Κομσάτου  (περίπου 73.000,00 € με δυνατότητα αύξησης κατά 35.000,00 € ακόμη  για περίπτωση επιλογής μελέτης συνολικής ανακατασκευής της  γέφυρας) δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά. Ακόμη περισσότερο διότι δεν  υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στο φυσικό αντικείμενο και τη κλάση των  δύο έργων (υπέρ της γέφυρας Κομσάτου  φυσικά) αλλά και  ιδιαιτερότητες (γέφυρα πάνω από φυσικό ρέμα με μόνιμη ροή που δίδει ισχυρές πλημμυρικές παροχές, θέση ανάντη από γέφυρα του ΟΣΕ).

Εμφανίζεται το φαινόμενο ανάθεσης Μελέτης Δημοσίου Έργου από Δημόσιο Φορέα σε μια ιδιωτική πλέον εταιρεία μορφής ΑΕ. Το ύψος της σύμβασης είναι τόσο γενναιόδωρο που μοιάζει να είναι χορηγία. Οι φορείς (Δήμος Καβάλας και τα δύο τοπικά Περιφερειακά Τμήματα του ΤΕΕ) εξακολουθούν να είναι άφωνα.

Ενστάσεις θα μπορούσαν να προκύψουν για τα:

Δεν επιλέχθηκε διαδικασία της νομοθεσίας ανάθεσης μελετών δημοσίων έργων, με δημόσιο διαγωνισμό όπου προβλέπεται  και  υποβολή  έκπτωσης.

Η ίδια Εγνατία ΑΕ δήλωσε (σύμφωνα με δημοσιεύματα) ότι τις μελέτες θα αναθέσει σε εξωτερικούς συνεργάτες. Γιατί κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει από την Περιφέρεια;

Για το ζήτημα του ύψους της σύμβασης θα έπρεπε να γνωμοδοτήσουν τα δύο ΤΕΕ. Και αν η σιωπή αυτή είναι κατακριτέα, η νωχέλεια  για το θέμα της υπεράσπισης των επαγγελματικών δικαιωμάτων των μελών τους είναι ακόμη χειρότερη. Δηλαδή τα απαραίτητα τοπογραφικά υπόβαθρα που αναλαμβάνει η «έχουσα την τεχνογνωσία Εγνατία ΑΕ» δεν μπορούν να γίνουν από ντόπιους μελετητές;  Όλες οι απαραίτητες τεχνικές μελέτες μπορούν να γίνουν από μελετητές Δ.Ε. δεδομένου μάλιστα ότι δεν πρόκειται για κάποιο εξεζητημένο έργο.

Πρέπει να αποκρουσθεί κάθε ιδέα ή πρόταση να καταργηθεί το έργο,  όπως αυτή του συγκοινωνιολόγου κ. Παρασκευόπουλου ότι πλέον είναι άχρηστο μετά τη μεταφορά των λειτουργιών του Νοσοκομείου.  «Αξιοθαύμαστη» προβλεπτικότητα  με δεδομένο ότι υπάρχουν και  συνεχώς προκύπτουν προτάσεις χρησιμοποίησης των κτιριακών εγκαταστάσεών του. Ακόμη και η δρομολογούμενη διαπλάτυνση εις βάρος του αύλειου χώρου του Νοσοκομείου μάλλον βάζει ταφόπλακα  στην επισκευή της καταστραφείσας γέφυρας, πόσο μάλλον αν συνυπολογισθούν οι δυσκολίες των χρονοβόρων διαδικασιών (αλλαγή  σχεδίου πόλης, διαδικασία απαλλοτρίωσης).

Αν επικρατήσουν αυτές οι επιλογές, και κατεδαφισθεί το σύνολο της  γέφυρας, για πολλούς λόγους, που δεν είναι της παρούσας, δεν θα  καταστεί δυνατόν να επανακατασκευασθεί.

Η Λαϊκή Συσπείρωση από τη πρώτη στιγμή τοποθετήθηκε ότι το έργο πρέπει να επισκευασθεί και να λειτουργήσει όπως μέχρι την στιγμή της καταστροφής διότι αποδείχθηκε απαραίτητο για τη κυκλοφοριακή  λειτουργία της κυκλοφορίας στη πόλη αλλά και στη περιφέρεια δεδομένου ότι εξυπηρετεί και υπεραστική κυκλοφορία, ενώ είναι ενταγμένο (ακόμη και άτυπα) στο Εθνικό δίκτυο».