Κραυγή αγωνίας για τη Ρευματολογική κλινική του Νοσοκομείου Καβάλας

Η αποχώρηση του Επιμελητή Ιατρού της Κλινικής δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα σε εκατοντάδες ασθενής στην Καβάλα καθώς και σε όλη την ΑΜΘ – Επιστολή διαμαρτυρίας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων με Ρευματικά Νοσήματα

Επιστολή διαμαρτυρίας απέστειλε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Ασθενών, Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων Παιδιών με Ρευματικά Νοσήματα ΡευΜΑζήν με θέμα την απουσία Επιμελητή Ιατρού Ρευματολόγου στο Γενικό Νοσοκομείο Καβάλας. Στην επιστολή αυτή τονίζεται ότι εδώ αν και η προκήρυξη της θέσης έχει ξεκινήσει εδώ και ένα χρόνο, δεν στάθηκε δυνατόν να ολοκληρωθεί δημιουργώντας τεράστιο πρόβλημα σε εκατοντάδες ασθενείς σε όλη την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη. Παράλληλα καθιστά υπεύθυνη την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας για το πρόβλημα και την καλεί να το αντιμετωπίσει με την διαδικασία του κατ’ επείγοντος!

Ακολουθεί η επιστολή διαμαρτυρίας της Ομοσπονδίας Ασθενών, Γονέων, Κηδεμόνων και Φίλων Παιδιών με Ρευματικά Νοσήματα ΡευΜΑζήν

«Κατάφωρη παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος τους στην υγεία»

«Στις 5 Φεβρουαρίου 2019 πληροφορηθήκαμε, κατόπιν έντονων διαμαρτυριών από ασθενείς, πως από τις 29 Ιανουαρίου 2019 η Ρευματολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας παραμένει χωρίς Επιμελητή Ιατρό Ρευματολόγο, ύστερα από την αποχώρηση του προκατόχου κ. Σαρικούδη Θεοδόση. Ωστόσο, μάθαμε πως η προκήρυξη για την πλήρωση της θέσης έγινε ήδη από τις αρχές Φεβρουαρίου 2018. Παρόλα αυτά, κατέστη αδύνατη η πλήρωση της θέσης πριν από την αποχώρηση του κ. Σαρικούδη, δημιουργώντας αυτή τη στιγμή τεράστιο πρόβλημα για εκατοντάδες ασθενείς σε όλη την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη.

Η Ρευματολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας εξυπηρετούσε μέχρι πρότινος ασθενείς απ’ όλους τους Νομούς της Περιφέρειας, ήτοι από Καβάλα, Έβρο, Ροδόπη, Ξάνθη, Σέρρες, Δράμα, καθώς επίσης και ασθενείς από Θεσσαλονίκη και Ημαθία. Η δυσάρεστη αυτή εξέλιξη επηρεάζει δυσμενέστατα τη ζωή και την καθημερινότητα εκατοντάδων ασθενών,  ενώ ταυτόχρονα αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος τους στην υγεία.

Όλοι αυτοί οι ασθενείς αναγκάζονται αυτή τη στιγμή να στραφούν σε ιδιώτες ιατρούς, επιβαρυνόμενοι με έξοδα που δεν είχαν προϋπολογίζει. Επιπλέον, όσοι θέλουν να επισκεφτούν νοσοκομειακές δομές, καθώς και όσοι επιβάλλεται να υποβάλλονται σε εγχύσεις βιολογικών παραγόντων, που πραγματοποιούνται μόνο εντός Νοσοκομείων, επιβαρύνονται με τεράστια έξοδα μετακίνησης, καθώς τα πιο κοντινά Νοσοκομεία που μπορούν να απευθυνθούν είναι αυτά της Αλεξανδρούπολης και της Θεσσαλονίκης. Παράδοξο βέβαια είναι το γεγονός πως μια εβδομάδα πριν, κάποιοι παρουσίαζαν ως τεράστια επιτυχία τη νομοθετική πρόβλεψη για την χορήγηση βιολογικών παραγόντων σε ασθενείς στα Κέντρα Υγείας, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει μέριμνα για την στελέχωση των υφιστάμενων Νοσοκομειακών δομών. Αξίζει να αναφερθεί ότι πρώτη η Ομοσπονδία ΡευΜΑζην εξέφρασε τις επιφυλάξεις της για το νέο αυτό μέτρο, καθώς η υποστελέχωση των Κέντρων Υγείας από εκπαιδευμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό θέτει σε σημαντικό κίνδυνο τους ασθενείς. Αν λάβουμε, λοιπόν, ως δεδομένο ότι οι εγχύσεις στα Κέντρα Υγείας μπορούν να πραγματοποιούνται ακόμα και απουσία ρευματολόγου, γιατί αυτή τη στιγμή στο Νοσοκομείο Καβάλας δεν πραγματοποιούνται εγχύσεις παρουσία Ιατρών της Παθολογικής κλινικής;

Επιπλέον, η Ρευματολογική κλινική του Νοσοκομείου Καβάλας εξυπηρετούσε και γενικότερες νοσοκομειακές ανάγκες, τις οποίες αυτή τη στιγμή στερούνται.

Η κατάσταση στο Νοσοκομείο Καβάλας ήταν γνωστή σε όλους. Τα πρωινά ραντεβού είχαν φτάσει σε αναμονή τους 6 μήνες, ενώ και τα απογευματινά ιατρεία ήταν διαρκώς πλήρη. Άλλωστε, ο κ. Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Υγείας κ. Γιαννόπουλος γνωρίζει από πρώτο χέρι την κατάσταση, εφόσον είχε διατελέσει κατά το παρελθόν Επιμελητής Ιατρός Ρευματολόγος της εν λόγω κλινικής.

Ως Ομοσπονδία θεωρούμε ότι αυτή η δυσάρεστη εξέλιξη ενδέχεται να αποβεί άκρως επικίνδυνη για την υγεία εκατοντάδων ασθενών, ενώ συνιστά κατάφωρη παραβίαση του δικαιώματος στην Υγεία. Σε ένα Δημοκρατικό και ευνομούμενο Κράτος η εξασφάλιση ενός ποιοτικού Συστήματος Υγείας πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα και η πρόσβαση σε ποιοτικές δομές δημόσιας υγείας να εξασφαλίζεται σε όλους.

Καθιστούμε πλήρως υπεύθυνους για την κατάσταση που σας προαναφέραμε όλους τους αρμόδιους φορείς και σας καλούμε να επιληφθείτε του θέματος με τη μορφή του κατ’ επείγοντος».