Δημήτρης Λυμπεράκης: Όσο είμαι στα σχολεία, θα φροντίζω να μην παραδίνω στην λήθη όσα αποτελούν τα ιερά των αγώνων της φυλής μας

Άρθρo του διευθυντή 2ου ΓΕΛ Καβάλας με αφορμή την 49η επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου

Την άποψη του ότι οι εκδηλώσεις για την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου αποτελούν απότιση τιμής στο χρώμα που χρησιμοποίησαν εκείνα τα παιδιά και ομόρφυναν το μέλλον μας, εκφράζει ο Δημήτρης Λυμπεράκης. Ο διευθυντής του 2ου ΓΕΛ Καβάλας επισημαίνει επίσης ότι όσο είμαι ακόμη στα σχολεία, θα φροντίζω να μην παραδίνω στην λήθη και το εμπόριο όσα αποτελούν τα ιερά των αγώνων της φυλής μας.

«Μέρα που είναι και λέω να μνημονεύσω τα φοβερά που γινήκαν στα χρόνια της άγουρης νιότης μας. Τότε που στην επαρχιακή μας πόλη, εκείνη την Παρασκευή του Νοέμβρη, οι καθηγητές μας δακρυσμένοι ανακοίνωναν το κλείσιμο του σχολείου Τότε που πρωτοείδαμε στις λιγοστές τηλεοράσεις όσα τώρα αποκαλούμε αρχειακό υλικό της εξέγερσης των παιδιών στο Πολυτεχνείο.

Εξέγερση ήταν. Προσπάθεια να αναπνεύσουν λίγη Δημοκρατία. Μπήκαν μπροστά, όρθωσαν τα νεανικά τους κορμιά, άπλωσαν στον ήλιο το μπόι της ψυχής τους και μας πρόσφεραν αντίδοτο στη σκοτεινιά των ημερών. Δεν ξέρω γιατί δεν φοβήθηκαν. Δεν είχαν καιρό να απελπιστούν. Κι ας αλυχτάγαν τα σκυλιά απέξω. Κι ας γεμίζαν τρύπες από σφαίρες οι καρδιές των πολιορκημένων.

Παράσταση ήταν. Τραγωδία δι ελέου και φόβου. Ο τύραννος πατούσε με τη μπότα του συνειδήσεις και ζωές, οι υπήκοοι στην αρχή σιωπούσαν και στη συνέχεια έβγαλαν γλώσσα στην απειλή του θανάτου. Και τον αψήφησαν. Και τον ξεπέρασαν. Και έγιναν σύννεφα. Τί θα πει πόσοι νεκροί; Όσοι και οι βλασφημίες των αμαρτωλών της χούντας. Που δεν δίστασαν να γίνουν ένα με τη σκανδάλη και να αφαιρέσουν την Άνοιξη από το νεανικό ποτάμι που κατέβαινε θυμωμένο και ορμητικό.

Φασισμός ήταν. Ναι φασισμός. Φόβος για το ερπετό που απειλούσε Που λέρωνε εκείνες τις ερωτικές μέρες και όσα χέρια  κρατιούνταν σφιχτά. Σα ζωγραφιά ήταν ο ξεσηκωμός κι όλοι αυτοί πήγαν να συναντήσουν το αναπάντεχο. Και το ερπετό άρχισε να ανησυχεί/ Και τα κεφάλια και τα χέρια τα δεμένα μεταξύ τους άρχισαν να πυκνώνουν. Κι έρχονταν κι άλλοι κι άλλοι και φοιτητές και εργάτες και κόσμος πολύς. Όλοι αναστέναζαν γιατί, καταλάβαιναν ότι έφτανε ο καιρός.

Νύχτα ήταν. Βουβή νύχτα που μήνυε αισιοδοξία στον αυριανό άνθρωπο και το ελεύθερο μέλλον του. Τότε που τσαλαπατήθηκαν τα λουλούδια και ακούστηκαν, μέσα από παγωμένα δόντια, οι πρώτες διαταγές «περί ελέγχου της καταστάσεως». Τότε που κατάργησαν το χρόνο, τότε που οι στρατιώτες «πυροβολούσαν τος φόβους τους» και οι αστυνομικοί πάσχιζαν να αποκτήσει ο φόνος τους αξιοπρέπεια.

«Μάννα φοβάμαι» ακουγόταν. Και δώστου να πλένονται στις βρύσες χέρια και φανέλες και πουκάμισα. Στο μεταξύ μεγάλα χαμόγελα γλιστρούσαν προς τον ουρανό. Και μετά το σιδερένιο θηρίο έλιωσε τη καγκελόπορτα και μαζί του παρέσυρε μάτια, μαλλιά κι επιδέσμους. Πολλούς ματωμένους των τραυματιών επιδέσμους. Κι οι μάνικες ξέπλεναν τα απομεινάρια. Και «η κατάστασις ετέθη υπό έλεγχον».Και πολλά, χιλιάδες κόκκινα γαρύφαλλα πρόβαλαν μέσα από κείνες τις μέρες του μίσους.

Μνημόσυνο είναι τούτη η μέρα. Στη θυσία τη νεανική. Στα φτερουγίσματα των πουλιών που αποδήμησαν εκείνες τις μέρες μεταφέροντας το μήνυμα της άνοιξης που φανερωνόταν στη χώρα μας. Γιατί Ελπίδα ερχόταν μετά τον γύψο και τη κακιά αρρώστια της 7ετίας.

Απότιση τιμής είναι τούτη η μέρα στο χρώμα που χρησιμοποίησαν εκείνα τα παιδιά και ομόρφυναν το μέλλον μας. Στα χαμόγελα που λικνίστηκαν με τον άνεμο της Μεταπολίτευσης, το σοσιαλισμό που όλο ερχόταν αλλά συνεχώς ανέβαλε την οριστική εγκατάστασή του, Στους δικούς μας αγίους, στα δικά μας κινήματα και τη δική μας νιότη. Στην αφίσα με τον Τσε Γκεβάρα στο μικρό φοιτητικό μας δωμάτιο, στους κίτρινους- φωτισμένους Νοέμβρηδες της Θεσσαλονίκης στις συνελεύσεις, τις πορείες, στη Β΄Πανελλαδική, στην πολιτική που παραγόταν στα φοιτητικά αμφιθέατρα, στη συντριβή των συμβάσεων και του πολιτικού επαρχιωτισμού μας

Το αποκούμπι μας είναι αυτή η μέρα, γιατί καταναλώσαμε πολλή ενέργεια στην προσπάθειά μας να σώσουμε τη ψυχή μας και να προστατέψουμε το νου μας από μία πολιτική και οικονομική πραγματικότητα που είχε φορέσει την ανάποδη πλευρά της, αυτή του γενικευμένου συντηρητισμού και της φτωχοποίησησς. Το στήριγμά μας είναι αυτή η μέρα γιατί μεταβληθήκαμε αργά και σταθερά σε εξάρτημα του κατεστημένου, εμείς που εναντιωθήκαμε σ αυτό.

Περίεργη είναι αυτή η μέρα. Ανατρέπει , de facto, τον εφησυχασμό, την ανοχή τη δήθεν λαική φορεσιά των κάθε λογής πολιτικών, το χτύπημα στην πλάτη, το όψιμο ενδιαφέρον για τις ηλικιωμένες μάνες μας, την προδοσία της ιδεολογίας και των αξιακών ερεισμάτων μας, το τρύπημα των σημαιών του κοινωνικού μετασχηματισμού.

Ανατροπή είναι αυτή η μέρα και για την αφύπνιση χιλιάδων παιδιών- των μαθητών μας- που προσπαθούν να χωρέσουν στη μικρή καθημερινότητά τους γνώσεις επί γνώσεων και μηχανισμούς αποστήθισης και γερούνδια και απαρέμφατα και εξισώσεις και χρονολογίες.  Που ανοίγουν έκπληκτοι τα μάτια διάπλατα στα δικαιώματα που καταπατούνται καθημερινά, στον πλουραλισμό στην ενημέρωση που δεν υπάρχει, στη χυδαιότητα των διαφόρων αρλεκίνων της πολιτικής ζωής, στη χαμένη τους εφηβεία που στριμώχτηκε από τον «αγώνα» για είσοδο σε κάποιο ΑΕΙ. Έτσι για να εξασφαλιστεί το μέλλον τους.

Μέρα που είναι σήμερα και λέω να αθροίσω του 49 περασμένους Νοέμβρηδες που με αποχαιρετούν με συγκίνηση και σκονίζουν την ήδη λησμονημένη αγωνιστικότητά μου. Μου απομένει η υπόσχεση ότι ,όσο είμαι ακόμη στα σχολεία, θα φροντίζω να μην παραδίνω στην λήθη και το εμπόριο όσα αποτελούν τα ιερά των αγώνων της φυλής μας.»