Έλενα Χουσνή: Η λογοτεχνία οφείλει να παίρνει θέση, να μιλά για τα δύσκολα

Η συγγραφέας μιλάει για τον ρόλο της λογοτεχνίας στα χρόνια της οικονομικής κρίσης

Η Έλενα Χουσνή παρουσιάζει στην Καβάλα το νέο της βιβλίο, καλεσμένη της Δημοτικής Βιβλιοθήκης «Βασίλης Βασιλικός» και του Συλλόγου Δυτικομακεδόνων. Το μυθιστόρημα «Χρυσή εκδίκηση-Η πτώση μιας δυναστείας» είναι το δεύτερο βιβλίο της Έλενας Χουσνή και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κύφαντα. Πρόκειται για ένα αστυνομικό αφήγημα ενταγμένο στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης που κυριαρχεί ως φόντο αλλά και ως κινητήριος μοχλός της δράσης των ηρώων.

Κυρία Χουσνή, ας ξεκινήσουμε από το είδος στο οποίο εντάσσεται το μυθιστόρημά σας, την αστυνομική λογοτεχνία. Παραλογοτεχνία ή παρεξηγημένη λογοτεχνία;
«Ταλαιπωρημένη» λογοτεχνία. Ένα είδος που έχει συκοφαντηθεί, που έχει θεωρηθεί πράγματι από πολλούς στο παρελθόν ως παραλογοτεχνία ή ως είδος χωρίς λογοτεχνικότητα! Είναι μεγάλη κουβέντα αυτό. Αλλά θα ήθελα να επιμείνω στο γεγονός ότι η αστυνομική λογοτεχνία παρά τις «επιθέσεις» που έχει διαχρονικά δεχθεί, είναι ένα είδος που έχει αποκατασταθεί στη συνείδηση των αναγνωστών και μάλιστα, τις τελευταίες δεκαετίες, έχει αποκτήσει πάρα πολλούς φανατικούς οπαδούς. Από την γέννησή της, ήδη από το 1841, από τον Έντγκαρ Άλαν Πόε με τους «Φόνους της οδού Μοργκ» έχει περάσει από πάρα πολλά στάδια μέχρι τη σημερινή της μορφή που κι αυτή παρουσιάζει πολλά πρόσωπα. Πολλά έχουν αλλάξει από την εποχή του Χολμς και του Ηρακλή Πουαρώ. Το αστυνομικό αφήγημα εξάλλου εξελίχθηκε παράλληλα με την αστική πραγματικότητα γιατί ήταν καταρχήν η δημιουργία πόλεων αυτή που γέννησε την αστυνομία και παράλληλα το αστυνομικό μυθιστόρημα – αφήγημα. Από την αρχική του μικρή μορφή έγινε εκτενέστερο, από τον ιδιώτη ή ερασιτέχνη αστυνομικό περάσαμε στον κεντρικό ήρωα που δεν είναι απαραίτητα επιθεωρητής ή αστυνομικός, από τον ρομαντισμό περάσαμε σε μια πιο ρεαλιστική αποτύπωση της πραγματικότητας μέσα στη ζωή των μεγαλουπόλεων κυρίως, από το σκληρό αφήγημα σε αφήγηση που έχει πολλά στοιχεία ηθογραφίας, ψυχογραφίας, κοινωνικής ή ακόμη και ιστορικής αποτύπωσης. Επίσης έχουμε και μια γεωγραφική εξάπλωση σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Από τις κατεξοχήν χώρες παραγωγής αστυνομικής λογοτεχνίας, την Αγγλία και τις ΗΠΑ, περάσαμε στην Λατινική Αμερική, τις χώρες του μεσογειακού νότου, τις Σκανδιναβικές χώρες μέχρι και την Ινδία. Όσο το είδος εξελισσόταν, αποτίναζε από πάνω του την κατηγορία για έλλειψη λογοτεχνικότητας και νομίζω ότι αυτή η συζήτηση σήμερα δεν γίνεται πλέον. Βεβαίως και υπήρξαν και υπάρχουν αστυνομικές ιστορίες κακογραμμένες. Αλλά αυτό συμβαίνει σε όλα τα είδη και σαφώς δεν μπορεί συλλήβδην να τα χαρακτηρίζει. Είναι ευθύνη του συγγραφέα και ένδειξη σεβασμού προς τον αναγνώστη να παρουσιάσει μια ιστορία σωστά δομημένη, με ολοκληρωμένους χαρακτήρες που να μην «μπάζει» και να μην αφήνει την αίσθηση της προχειροδουλειάς.

Εσείς πώς γράφετε τις ιστορίες σας;
Υπάρχουν στιγμές που νιώθω ότι δεν τις γράφω εγώ. Ότι με κάποιο περίεργο τρόπο οι ήρωες με σύρουν κατά εκεί που θέλουν αυτοί και εγώ απλά τους παρακολουθώ ως παρατηρητής να με διαψεύδουν! Ξεκινώντας έχω μια κεντρική ιδέα, αλλά δεν έχω την ιστορία στο μυαλό μου. Δεν είμαι καλή, για την ακρίβεια είμαι καταστροφή, στο να κάνω προσχέδια. Το ίδιο πρόβλημα είχα και στην έκθεση μικρή. Δεν μπορούσα με τίποτε να κάνω σχεδιάγραμμα. Απλά ακολουθούσα την μέθοδο της αυτόματης γραφής. Ξεκινάμε και πάμε. Κάπως έτσι και με τα βιβλία. Υπάρχει βέβαια ένα άτυπο πλάνο στο μυαλό μου, η βασική εικόνα για τους ήρωες. Ξέρω ποιοι είναι, που γεννήθηκαν, πώς μεγάλωσαν, ποια είναι τα προβλήματά τους, τι αγαπούν, τι μισούν κτλ. Όλα αυτά μπορεί να μην αναφερθούν  πουθενά στο μυθιστόρημα, αλλά είναι σημαντικό για μένα να έχω την εικόνα τους στο μυαλό μου. Από εκεί και πέρα ξεκινώ και η ιστορία μπορεί να αλλάξει πολλές φορές, αυτό που είχα αποφασίσει να ανατραπεί και στο τέλος να οδηγηθώ σε εντελώς διαφορετικό σημείο από αυτό που πίστευα ή νόμιζα στην αρχή. Είναι σαν τη ζωή. Σχεδιάζεις και μετά έρχεται η ίδια η ζωή να σου τα ανατρέψει όλα. Αλλά είναι και ένα μαγευτικό ταξίδι αυτό… Χωρίς προορισμό…

Αυτό το «σιωπητήριο» με τρομάζει. Γιατί φοβάμαι ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει μια έκρηξη και αυτή θα είναι ανεξέλεγκτη, τυφλή…

 

Και στα δύο βιβλία σας, που αποτελούν όπως έχετε  πει, μέρος μια τριλογίας με φόντο την οικονομική κρίση, αναφέρεστε στο τώρα, στο σήμερα της ελληνικής πραγματικότητας. Πόσο δύσκολο είναι αυτό;
Πολύ δύσκολο αλλά συνιστά και μια γοητευτική πρόσκληση. Για να γράψεις για το σήμερα θα πρέπει προηγούμενα να έχεις βασανιστεί στο να το καταλάβεις. Η σημερινή κατάσταση, αυτά που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια είναι πρωτοφανή, ξεπερνούν τις αντοχές μας και δεν έχουμε πολλές φορές την δύναμη ή την διαύγεια να τα αποκωδικοποιήσουμε. Να σταθούμε απέναντί τους, να τα δούμε στην πραγματική τους διάσταση, να τα αξιολογήσουμε και άρα να είμαστε έτοιμοι να μιλήσουμε γι` αυτά έχοντας μια στάση, μια φιλοσοφία, μια κριτική ματιά. Γράφοντας τώρα για αυτά αντιμετωπίζεις την διπλή βάσανο του ανθρώπου που στην καθημερινότητα του ταλαιπωρείται από όσα συμβαίνουν, και του συγγραφέα που θα πρέπει να δομήσει μια ιστορία που θα έχει, αναγκαστικά δεν γίνεται αλλιώς, μια στάση, μια πρόταση, μια άποψη. Ειδικά στο αστυνομικό μυθιστόρημα που έχει το στοιχείο της απόδοσης δικαιοσύνης θα πρέπει όπως καταλαβαίνετε να έχεις μέσα σου δομήσει ξεκάθαρα ποιο είναι το άδικο, πώς αυτό αντιμετωπίζεται και πώς αποδίδεται αυτή η δικαιοσύνη. Ε, όλο αυτό στην εποχή μας είναι εξαιρετικά δύσκολο. Όμως η λογοτεχνία νομίζω ότι οφείλει να παίρνει θέση, να μιλά για τα δύσκολα. Όσο δύσκολο και αποτρόπαιο και αν είναι αυτό μερικές φορές.

Τι θεωρείτε ότι λείπει από την εποχή μας; Τι κάνει τους ανθρώπους τόσο αδρανείς;
Δυστυχώς σε αυτό το σημείο και εγώ έχω μόνο την ερώτηση και όχι την απάντηση. Συχνά αναρωτιέμαι τι μας κάνει να μην αντιδρούμε σε όλα όσα γίνονται γύρω μας. Τι μας έχει καθηλώσει σε μια τέτοια μοιρολατρική απάθεια; Ίσως το γεγονός ότι όσα ζήσαμε και ζούμε τα τελευταία χρόνια ήταν πάρα πολλά και μας έχουν αποστερήσει από ένα μεγάλο μέρος της ενέργειας και της δύναμής μας. Ίσως μια απελπισία, μια γενικευμένη παραίτηση, που στηρίζεται στην παραδοχή ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτε. Είναι γεγονός πάντως ότι αυτό το «σιωπητήριο» με τρομάζει. Γιατί φοβάμαι ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει μια έκρηξη και αυτή θα είναι ανεξέλεγκτη, τυφλή.

Το βιβλίο σας θα παρουσιαστεί το ερχόμενο Σάββατο και στην Καβάλα.
Ναι και είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη γι` αυτό και ευγνώμων στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας και στον Σύλλογο Δυτικομακεδόνων Ν. Καβάλας που το συνδιοργανώνουν  με τις εκδόσεις ΚΥΦΑΝΤΑ. Είναι η δεύτερη φορά που κάνω παρουσίαση στην Καβάλα και το περιμένω με αγωνία. Μ` αρέσει να επανέρχομαι σε τόπους και ανθρώπους όπως η Κατερίνα Κουμανίδου που κάνει εξαιρετική δουλειά στην Βιβλιοθήκη και η Λυδία Ελιόγλου, ταλαντούχα και πάντα γεμάτη εκπλήξεις. Οι άνθρωποι εξάλλου είναι αυτοί που μας δένουν με τους τόπους. Η παρουσίαση θα γίνει στην αίθουσα εκδηλώσεων της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, το Σάββατο 26 Νοεμβρίου στις 19:30. Το περιμένω με αγωνία. Και να πω ότι με μεγάλη μου χαρά είδα ότι έχουν γίνει Λέσχες Ανάγνωσης στην Καβάλα, μεταξύ των οποίων και Λέσχη αστυνομικής λογοτεχνίας.

Κλείνοντας, θα ήθελα να μου αναφέρετε ένα βιβλίο που αποτελεί αναφορά για εσάς…
Δεν θέλω, δεν μπορώ να απομονώσω ένα. Αλλά σίγουρα θα ανέφερα ένα από τον Ελλρόυ. Το Αμερικανικό Ταμπλόιντ για παράδειγμα είναι ένα εμβληματικό έργο, ένα πολύ σπουδαίο έργο. Αλλά και πάλι θα δηλώσω… αναποφάσιστη!