«Ντιρλαντά»: Ο Διονύσης Σαββόπουλος, ένα «κλεμμένο» τραγούδι και η… Θάσος! [βίντεο-φωτογραφίες]

Πώς το «σμαραγδένιο νησί» αποτέλεσε την αφορμή για να ανακαλύψει ο τραγουδοποιός ένα «δημώδες άσμα» που τον οδήγησε στα... δικαστήρια!


ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΚΡΕΚΟΥΚΙΑ

3χρόνια μετά το δισκογραφικό του ντεμπούτο και το περίφημο «Φορτηγό» (1966), ο Διονύσης Σαββόπουλος κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ του με τίτλο «Το περιβόλι του τρελλού», μέσα στο οποίο βρίσκονταν μερικές από τις πιο εμβληματικές συνθέσεις του τραγουδοποιού: το Περιβόλι, η Θαλασσογραφία, Οι πίσω μου σελίδες, η Συννεφούλα, το Είδα την Άννα κάποτε, η Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη.

Στη δεύτερη πλευρά του δίσκου, υπήρχε και ένα τραγούδι με έναν περίεργο τίτλο, που έμελε όχι μόνο να γίνει τεράστια επιτυχία, αλλά και να οδηγήσει τον Σαββόπουλο στα δικαστήρια!

Το τραγούδι αυτό, το «Ντιρλαντά», που δίπλα στον τίτλο και μέσα σε παρένθεση έγραφε «διασκευή Σαββόπουλου», κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά (1969) και ως flip-side στο 45άρι με τη Συννεφούλα. Ποιο ήταν όμως το παραδοσιακό αυτό άσμα, την πατρότητα του οποίου διεκδίκησε ένας Καλυμνιώτης καπετάνιος σφουγγαράδικου, απαιτώντας να κατασχεθεί το «Περιβόλι του Τρελλού» από το εμπόριο, αλλά και να απαγορευθεί στον Σαββόπουλο να το παίζει;

Σήμερα πηγαίνουμε πίσω στο 1970, με αφορμή τη συμπλήρωση 52 χρόνων από την πρωτόδικη απόφαση του εισαγγελέα, ο οποίος αποφάνθηκε ότι το τραγούδι ήταν δημώδες και δεν ανήκε σε κανέναν από τους δυο αντίδικους. Μαζί μας ο Διονύσης Σαββόπουλος και οι μνήμες του από εκείνη την υπόθεση…

Οι σφουγγαράδες της Καλύμνου

Το “ταξίδι” μας ξεκινάει από τα Δωδεκάνησα και συγκεκριμένα από την Κάλυμνο, γνωστή και ως νησί των σφουγγαράδων, δουλειά των οποίων ήταν η αλιεία, η επεξεργασία και το εμπόριο των σφουγγαριών. Το συγκεκριμένο επάγγελμα άκμασε από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου, κυρίως στην Κάλυμνο και τη Σύμη, αλλά και σε άλλα μέρη. Οι πρώτοι σφουγγαράδες εμφανίστηκαν γύρω στο 1800. Οι πρώτοι δύτες, γνωστοί και ως “βουτηχτάδες”, πραγματοποιούσαν “γυμνή” κατάδυση, χωρίς εξοπλισμό, χρησιμοποιώντας τη “σκανδαλόπετρα”, ένα κομμάτι μάρμαρο, για να κατέβουν πιο γρήγορα στον βυθό.

Τη δεκαετία του 1860 έκανε την εμφάνισή του το σκάφανδρο, η πρώτη στολή κατάδυσης, υπεύθυνη για τη νόσο των δυτών, λόγω της γρήγορης ανάδυσης. Το 1920 άρχισε να χρησιμοποιείται η μέθοδος Φερνέζ, ένας αναπνευστικός μηχανισμός που ελάττωσε τα ατυχήματα, ενώ το 1970 καταργήθηκαν όλες οι προηγούμενες μέθοδοι κατάδυσης και υιοθετήθηκε το “σύστημα του ναργιλέ”, μια στολή βατραχανθρώπου με την προσθήκη ενός αεροσυμπιεστή, ο οποίος παρείχε αέρα από το σκάφος. Εκείνη την εποχή ιδρύθηκε στην Κάλυμνο η Κρατική Σχολή Δυτών, η μοναδική που παρείχε σε νέους δύτες κρατικό επαγγελματικό δίπλωμα. Σήμερα, λόγω των επικίνδυνων συνθηκών, το επάγγελμα έχει σχεδόν εκλείψει.

Ο καπετάν Παντελής Γκίνης

Ο Παντελής Γκίνης ήταν ένας Καλυμνιώτης καπετάνιος, ιδιοκτήτης ενός σφουγγαράδικου καϊκιού, ο οποίος ταξίδευε με το πλήρωμά του κάθε χρόνο στην Μπαρμπαριά για να αλιεύσει σφουγγάρια. Μπαρμπαριά ονόμαζαν τότε οι ναυτικοί όλα τα παράλια της Βόρειας Αφρικής, από τη Λιβύη μέχρι το Μαρόκο. Ο Γκίνης λοιπόν, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, είχε ακούσει τον ρυθμό του “Ντιρλαντά” από κατοίκους εκείνων των περιοχών και επιστρέφοντας στην Κάλυμνο ύστερα από ένα ταξίδι του, άρχισε να βάζει στίχους στη μελωδία, σατιρίζοντας το πλήρωμά του, αλλά και κάνοντας αναφορές σε τοποθεσίες του νησιού του.

Οι σφουγγαράδες του τραγουδούσαν τα στιχάκια χτυπώντας ρυθμικά παλαμάκια, ενώ όλοι μαζί επαναλάμβαναν το “ντιρλαντά ντιρλανταντά”. Το τραγούδι έγινε γρήγορα γνωστό στην Κάλυμνο αλλά και στα γύρω νησιά. Λέγεται ότι το τραγουδούσαν τα πληρώματα των σφουγγαράδικων στους δύτες και τους τροχαλητές, για να τους κρατάνε σε εγρήγορση. Ο Γκίνης το ηχογράφησε για πρώτη φορά το 1961 για το ραδιόφωνο της ΕΡΤ και το 1966 το κυκλοφόρησε σε 45άρι δισκάκι σε επιμέλεια της Δόμνας Σαμίου. Η ετικέτα έγραφε “Ντιρλαντά, σφουγγαράδικο τσιμάρισμα Καλύμνου (Π. Γκίνη). Τσιμάρει ο Καπετάν Παντελής Γκίνης με το τσούρμο του. Μουσική επιμέλεια: Δόμνας Σαμίου (σ.σ. τσιμάρω: δένω για να ρυμουλκήσω ή ανοίγω το πανί).

Πώς ο Σαββόπουλος ανακάλυψε το Ντιρλαντά μέσω… Θάσου!

Πού άκουσε όμως το “Ντιρλαντά” ο Διονύσης Σαββόπουλος; Επικοινωνήσαμε μαζί του για να μας λύσει αυτή την απορία, αλλά και διάφορες άλλες στη συνέχεια του κειμένου. Μας είπε λοιπόν: “Το πρωτοάκουσα σε ένα ελληνικό ντοκιμαντέρ που αν θυμάμαι καλά, μιλούσε για τη Θάσο. Στη συνέχεια το αναζήτησα, ώσπου βρήκα το 45άρι του Καπετάν Γκίνη”. Θεωρώντας λοιπόν ότι επρόκειτο για δημοτικό άσμα, αποφάσισε να το εντάξει στο “Περιβόλι του τρελλού”, διασκευάζοντάς το και αλλάζοντας μερικούς στίχους.

Ο λόγος και πάλι στον Νιόνιο: “Τις αλλαγές τις έκανα εγώ ο ίδιος, δηλαδή έκανα αυτό που έπραξε κατά τη γνώμη μου κι ο Καπετάν Γκίνης. Πήρε ένα σχεδόν αρχαίο τραγούδι που δίνει ρυθμό στους κωπηλάτες και του άλλαξε μερικούς στίχους για να τους κάνει οικείους στο περιβάλλον του. Αυτός το τραγουδούσε, οι ναύτες κάναν την αντιφώνηση και η τοπική κοινωνία θεώρησε ότι είναι δικό του. Αυτό πιστεύω ότι έγινε. Εξάλλου ακόμα και τώρα λέμε π.χ. το τάδε τραγούδι είναι της Σοφίας Βέμπο, ενώ το έχει γράψει κάποιος άλλος. Τον Φλεβάρη του ’69 το έκανα και το πρώτοπαρουσίασα στο Rodeo Club εκείνη την άνοιξη”.

Όπως γράψαμε πιο πάνω, το άλμπουμ κυκλοφόρησε το 1969 και τότε ο Γκίνης αποφάσισε να κινηθεί δικαστικά εναντίον του Σαββόπουλου και της δισκογραφικής εταιρίας του, Lyra, διεκδικώντας την πατρότητα του τραγουδιού. Ας δούμε πώς εξελίχθηκε η διαμάχη. Η υπόθεση έφτασε στο δικαστήριο, όπου προσήλθαν κανονικά ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Αλέκος Πατσιφάς (ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρίας Lyra) και ο δικηγόρος τους, Γιώργος Κουμάντος. Απουσίαζε όμως ο Παντελής Γκίνης, που εκπροσωπήθηκε πάντως από τον συνήγορό του.

Η “πατρότητα” του “Ντιρλαντά” εκδικάστηκε στις 22 Οκτωβρίου του 1970 με εισαγγελέα ακροάσεων τον Αντώνιο Κλησιάρη και πολυάριθμο κοινό, ανάμεσα στο οποίο βρίσκονταν αρκετοί καλλιτέχνες και πολλοί δημοσιογράφοι. Διαβάζουμε στην “Απογευματινή” της εποχής και σε ρεπορτάζ του Σπύρου Καρατζαφέρη με τον τίτλο “Ντιρλαντά στον εισαγγελέα” και υπότιτλο “Δ. Σαββόπουλος: είναι δημοτικό, Καπετάν Γκίνης: είναι δικό μου”: “Ο Λαός ή ο παλαιός καπετάνιος Παντελής Γκίνης είναι ο πατέρας του διάσημου πλέον τραγουδιού Ντιρλαντά; Την απάντηση θα την δώσει σε λίγες μέρες ο εισαγγελεύς κ. Κλησιάρης, ενώπιον του οποίου χθες έγινε η συζήτηση της αιτήσεως του κ. Γκίνη κατά του τραγουδιστού Δ. Σαββόπουλου και του διευθυντού εταιρίας δίσκων κ. Α. Πατσιφά”.

Και συνεχίζει το δημοσίευμα: “Ο κ. Γκίνης υποστηρίζει ότι είναι ο πατέρας του Ντιρλαντά και στην αίτησή του ζητεί: 1. Να κατασχεθεί ο δίσκος που κυκλοφορεί με εκτέλεση του Δ. Σαββόπουλου και 2. Να απαγορευθεί να παίζεται η εκτέλεση του ίδιου τραγουδιστού. Αντίθετα, ο «νεοκυματιστής» τραγουδιστής με την πλουσιωτάτη κόμη και τα μοντέρνα μουστάκια, υποστηρίζει ότι το Ντιρλαντά είναι δημοτικό τραγούδι και πατέρας του είναι ο Λαός”.

Το ρεπορτάζ μας ενημερώνει και για όσα ακούστηκαν στην αίθουσα του δικαστηρίου: “Στη χθεσινή συζήτηση εξητάσθησαν ως μάρτυρες υπερασπίσεως του Σαββόπουλου, ο λαϊκός συνθέτης Γιάννης Παπαϊωάννου, ο συνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης και ένας γραφικός Μυκονιάτης γέροντας, ο Ν. Ζουγανέλης, ετών 70, που ήρθε να καταθέσει ότι άκουγε το Ντιρλαντά στα παιδικά του χρόνια, όταν ο Γκίνης δεν είχε γεννηθεί: Το Ντιρλαντά το θυμάμαι από το 1914 όταν το τραγουδούσαμε στο νησί μας. Είναι τραγούδι του λαού σου λέω”.

Σε παρέμβασή του, ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε δηλώσει: “Δεν αρνούμαι, κύριε Εισαγγελεύ, ότι γνώριζα την εκτέλεση σε δίσκο του κ. Γκίνη, αλλά τη θεωρούσα και τη θεωρώ δημοτική μουσική. Το Ντιρλαντά είναι καλυμνιώτικο δημοτικό τραγούδι”. Στη συνέχεια, ο Γιάννης Παπαϊωάννου είχε καταθέσει σχετικά: “Το Ντιρλαντά είναι τραγούδι ξυλομηχανής, δηλαδή κύριε Εισαγγελεύ, τραγούδι της τράτας. Το άκουγα μικρός που δούλευα στις τράτες, πριν γίνω καλλιτέχνης. Το τραγουδούσαμε στις τράτες για να μη μας φαίνονται οι αποστάσεις. Είναι δημοτικό τραγούδι, είναι άσμα του κοσμάκη”.

Μάλιστα, ο συνήγορος του Γκίνη, είχε ρωτήσει τον Παπαϊωάννου αν μπορούσε να αποδείξει ότι είχε εργαστεί σε ψαράδικα και εκείνος είχε βγάλει από την τσέπη του ένα επίσημο έγγραφο του 1930 (τότε που ο μετέπειτα ρεμπέτης ήταν 17 ετών), στο οποίο αναγραφόταν ότι ο κάτοχος είχε άδεια “αλιέως”, δηλαδή ψαρά. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, ο εισαγγελέας επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του εντός των επόμενων ημερών.

Πράγματι, στις 27 Οκτωβρίου, τόσο ο Γκίνης όσο και ο Σαββόπουλος, έμαθαν από τον Αντώνιο Κλησιάρη ότι το “Ντιρλαντά” ήταν και επισήμως πλέον “δημώδες” και δεν ανήκε σε κανέναν. “Ορφανό” το χαρακτήρισε η Βραδυνή, ενώ σε άλλο τίτλο εφημερίδας της εποχής, ο τίτλος έγραφε “Δημώδες και συνεπώς… αδέσποτο το Ντιρλαντά”! Ποια ήταν όμως επακριβώς η απόφαση του εισαγγελέα; Ιδού τι ανέφερε το κείμενο αυτής.

Η απόφαση του Εισαγγελέα για το Ντιρλαντά

“Το άσμα τούτο υπό τον τίτλο «Ντιρλαντά» ή «Τιρλατατά» καθ’ α διαπιστώσαμεν εκ της ερεύνης μας, δεν είναι σύνθεσις, έμπνευσις και δημιουργία του αιτούντος Παντελή Γκίνη, αλλά της λαϊκής μούσης, της Θεότητος του άσματος, της ποιητικής εμπνεύσεως και πνευματικής δημιουργίας. Το άσμα τούτο, ως εκθέτει η Ακαδημία Αθηνών δι’ εγγράφου της προς ημάς, είναι παλαιόν, δημώδες και άδεται υπό των σπογγαλιέων έκπαλαι μέχρι και σήμερον, κατά τας κοινάς τούτων εστιάσεις, πριν η αναχωρήσουν δια το ετήσιον της σπογγαλιείας των ταξίδιον”.

Και κατέληγε η εισαγγελική απόφαση: “Του άσματος τούτου, μεταξύ άλλων, φέρεται και ως τραγουδιστής και ο αιτών Παντελής Γκίνης κατ’ ίδιον τρόπον και απόδοσιν, πλην όμως η εκτέλεσις αύτη του αιτούντος, δεν δύναται να θεωρηθεί και ως πνευματική δημιουργία αυτού, ίνα τύχει της αιτουμένης προστασίας δι’ απαγορεύσεως εις τον καθ’ ου στρέφεται Διονύσιον Σαββόπουλον της μελοποιήσεως και κυκλοφορίας του άσματος”.

Από εκεί και μετά, τα πράγματα παρουσιάζονται αρκετά μπερδεμένα. Ο εισαγγελέας είπε ουσιαστικά ότι ο Σαββόπουλος δεν ήταν δημιουργός του τραγουδιού, αλλά ούτε και ο Γκίνης. Φυσικά “Το περιβόλι του τρελλού” συνέχισε να κυκλοφορεί, όμως η απορία περέμεινε: Αφού η εισαγγελική απόφαση έλεγε ρητά ότι πρόκειται για “δημώδες” άσμα, γιατί σε μεταγενέστερες εκδόσεις του LP (αλλά και στις κασέτες και στα CD) του Σαββόπουλου αναφέρεται και το όνομα του Γκίνη;

Διαβάσαμε σε αρκετές πηγές ότι ο Γκίνης ούτε παρουσιάστηκε στην εκδίκαση, ούτε κυνήγησε την υπόθεση. Όμως σχεδόν όλοι αναφέρουν ότι υπήρξε εξωδικαστικός συμβιβασμός, σύμφωνα με τον οποίο, ο Γκίνης θα εισέπραττε τα δικαιώματα του δημιουργού, κάτι τελείως αντίθετο με την απόφαση του εισαγγελέα. Στην επικοινωνία μας λοιπόν με τον “κατηγορούμενο” στην όλη υπόθεση (ο Γκίνης έτσι κι αλλιώς έχει πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια), ο Διονύσης Σαββόπουλος μας εξήγησε τι πραγματικά συνέβη, ξεκαθαρίζοντας τελείως τα πράγματα.

Ιδού λοιπόν όλη η αλήθεια για το “Ντιρλαντά” δια στόματος Νιόνιου: “Στο πρώτο κάλεσμα του εισαγγελέα δε διαπιστώθηκε καμιά παράβαση, διότι το λαογραφικό αρχείο της Ακαδημίας Αθηνών κατέθεσε έκθεση που βεβαίωνε ότι το τραγούδι είναι παραδοσιακό και δεν μπορεί να ανήκει σε κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο. Δε θυμάμαι εάν ήταν παρών ο καπετάνιος. Μετά όμως κατάφερε με τον δικηγόρο του να ξαναγίνει δίκη όπου κατέφθασε σχεδόν η μισή Κάλυμνος μαζί με τον Καπετάν Γκίνη για να βεβαιώσουν ότι το τραγούδι ήταν δικό του. Εγώ δεν είχα ασχοληθεί ιδιαίτερα τότε γιατί είχα επαναπαυθεί στη γνωμάτευση της Ακαδημίας. Εξάλλου ο αξέχαστος Γιάννης Παπαϊωάννου είχε έρθει σε κάποια φάση αυτής της διαδικασίας σαν υπερασπιστής μου, βεβαιώνοντας ότι ήξερε το τραγούδι από τα νιάτα του όταν δούλευε σε ψαρόβαρκες στον Πειραιά.

Μετά την γνωμάτευση του εισαγγελέα, ο δικηγόρος του Γκίνη πρότεινε εξωδικαστικό συμβιβασμό τον οποία αρνήθηκα. Δηλαδή μου πρότεινε να πούμε ότι το γράψαμε μαζί για να πάρουμε τα λεφτά. Μου φάνηκε φτηνιάρικο, πονηρό και ανήθικο. Δυστυχώς βέβαια κάτι τέτοια συνηθίζονταν τότε. Αλλά έτσι δεν ξεμπερδέψαμε, γιατί ο αντίδικος κατάφερε να φτάσουμε σε δίκη και το δικαστήριο αποφάσισε τελικά, ότι το τραγούδι είναι αποκλειστικά δικό του και ότι πρέπει να του επιστρέψω ό,τι χρήματα είχα εισπράξει και έτσι έκανα. Νομίζω έγινε μόνο μία δίκη. Έχουν περάσει και τόσα χρόνια”.

Την ίδια χρονιά, το 1970, η Γαλλίδα τραγουδίστρια Νταλιντά, ηχογράφησε τη δική της διασκευή με τίτλο “Darla dirladada” και το τραγούδι έγινε παγκόσμια επιτυχία. Στην Ελλάδα το ηχογράφησαν και άλλοι τραγουδιστές, ξεχωρίζει όμως η εκτέλεση του Νίκου Ξυλούρη. Ακολουθούν οι στίχοι του τραγουδιού από τη διασκευή/εκτέλεση του Διονύση Σαββόπουλου.

Το Ντιρλαντά σε εκτέλεση Σαββόπουλου

Βρε ντιρλαντά ντιρλανταντά, βρε ντιρλαντά και τέζα όλοι
και πώς θα πάρουμε την Πόλη, ω ντιρλαντά ντιρλανταντά.
Από την πόλη την καλή, ήρθε μια σκούνα με πανί.

Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, ω ντιρλαντά και δεν τελειώνει
βρε ντιρλαντά με ζαχαρώνει.
Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, να το χαρώ που με κοιτά.
Ω ντιρλαντά βρε λεβεντόνια, βρε και της Μπαρμπαριάς γλαρόνια.

Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, ω ντιρλαντά βρε και βραδιάζει
βρε κι η κουβέρτα αναστενάζει.
Βρε και ο μάγερας φωνάζει, ω ντιρλαντά ντιρλανταντά.
Βρε ντιρλαντά και τέζα όλοι και πώς θα πάρουμε την Πόλη.

Από την πόλη την καλή, ήρθε μια σκούνα με πανί.
Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, αχ η Μαρία του Μηνά.
Επάνω στ’ άσπρο της ποδάρι, θα πάω να δέσω παλαμάρι.

Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, ω ντιρλαντά θα δέσω κόμπο
βρε στο λαιμό τους των αρχόντων.
να πέφτει ο κόμπος στο κοπάλι, στην Κατερίνα του τσαγκάρη.
Βρε θα τη βάλω μες στην πλώρη και θα της κάμω γιο και κόρη.

Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, ω ντιρλαντά και σεις λεβέντες
βρε θα σας δώσω εγώ βιολέτες.
Θα δώσω σ’ όλους από δύο, βρε και του Γιώργη δεν του δίνω.
Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά, ω ντα ντα ντα ντιρλανταντά
Ω ντιρλαντά ντιρλανταντά…

Το αυτοβιογραφικό Ντιρλαντά του Σαββόπουλου [Πρωτοχρονιά 1988]

Στη διάρκεια της τηλεοπτικής σεζόν 1986/87, ο Διονύσης Σαββόπουλος παρουσίασε στην ΕΤ1 την εκπομπή “Ζήτω το ελληνικό τραγούδι”. Τα 19 συνολικά επεισόδια είχαν μεγάλη επιτυχία και έτσι η ΕΡΤ ζήτησε από τον Σαββόπουλο να αναλάβει την παραγωγή και την παρουσίαση ενός εορταστικού προγράμματος για την είσοδο του 1988, που μεταδόθηκε την Πρωτοχρονιά, ακριβώς την ώρα που άλλαζε ο χρόνος, με τίτλο “Ευτυχισμένος ο Καινούργιος Πόνος”. Στη διάρκεια του προγράμματος εκείνου ακούστηκε για πρώτη φορά και μια αυτοβιογραφική διασκευή του “Ντιρλαντά” με τους εξής στίχους:

Ω Ντιρλαντά ντιρλανταντά
Πρωτοχρονιά του ’69
η Άσπα γέννησε αγοράκι
κι έπρεπε να βρω παραδάκι.

Στην Πλάκα οι μπάτσοι δε μ’ αφήναν
στην Αχαρνών μπουνιές μου δίναν.

Πήγα λοιπόν ο αμφισβητίας
στα αφεντικά της παραλίας
και μπήκα έτσι στο χορό
στα μπουζουξήδικα κι εγώ.

Μου ρίχναν πιάτα κι άλλα άνθη
συκιές και γκόμενες και κάφροι.

Βγήκε από μέσα μου μια αντάρα
σπάω συμβόλαια και κιθάρα
και βγήκα από τα δικαστήρια
πιο ρέστος κι από τα μπατίρια.

Δε φτάναν όμως όλα αυτά
ήρθε κι αυτός του “Ντιρλαντά”.

Μαζί με όλο το χωριό του
που φώναξε πως ειν’ δικό του
δεν είχα αντίρρηση καμμία
μονάχα η Ακαδημία

ξεφώνιζε πως ειν’ αρχαίο
δημώδες κι από το Αιγαίο.

Στους έξω μέτρησε αυτό
αλλά δεν μέτρησε εδώ.

Η Νταλιντά πήρε τα φράγκα
κι εγώ την πλήρωσα στον μάγκα.
Παρακαλώ σε ουρανέ
προστάτεψέ με απ’ τα σουξέ.