Ζήσης Α. Βαπορίδης: Όταν ατενίζω το Παγγαίο, νιώθω δέος και ρίγος…

O συγγραφέας-ιστορικός ερευνητής μιλά για το τελευταίο του βιβλίο «Λυκούργος, ο βασιλιάς του Παγγαίου και άλλοι μύθοι της περιοχής»

Ο κρατερός βασιλιάς Λυκούργος, στη μέθη της έπαρσής του, διώκει τον Διόνυσο επισύροντας την εχθροπάθεια των θεών και τελικά συντρίβεται.  Ο μύθος, που έχει διασωθεί σε σαράντα και πλέον παραλλαγές, ενέπνευσε εκτός από ποιητές και καλλιτέχνες της ζωγραφικής, της γλυπτικής, της αγγειογραφίας, της χαρακτικής και της ψηφοθεσίας σε όλες τις χώρες της Μεσογείου. Υιοθετώντας την πλέον διαδεδομένη εκδοχή, ο Ζήσης Α. Βαπορίδης συνθέτει ένα έμμετρο ποίημα για τα παθήματα του μυθικού βασιλιά της Ηδωνίδας.

Το πόνημα του Ζ. Α. Βαπορίδη υπήρξε αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας στους μύθους της αρχαίας Θράκης και τους Ήδωνες, η οποία περιλάμβανε τη συλλογή σχετικών ονομάτων, θεσμών και εθίμων που αναφέρονται στην Ελληνική Γραμματεία.  Στη διάρκεια της έρευνας, ο συγγραφέας γοητεύτηκε από τον βασιλιά που στον κολοφώνα της δύναμής του, αγνοώντας τους κανόνες της ηθικής, αψήφησε τους νόμους των θεών και γι’ αυτό τιμωρήθηκε σκληρά. Πέρα από το ποίημα,  η έκδοση περιλαμβάνει εκτενές επίμετρο με πλούσιο σχολιασμό, αλλά και φωτογραφικό υλικό, σχετικά με τον Λυκούργο και τον αρχαίο θρακικό λαό.

Γράφει ο Ζ. Α. Βαπορίδης: «Ο Λυκούργος δεν πολεμά τον Διόνυσο, αλλά υπερασπίζεται το κα­τεστημένο. Στην έπαρση που του δίνει ο πλούτος και η σωματική του ρώμη και στης τρέλας του το παραλήρημα, τον ακούω να επικαλείται τα ήθη της εποχής του, αναζητώντας ελαφρυντικά· να μνημονεύει ανάλογα έργα, άλλων μυθικών προσώπων. Γνωρίζοντας τη θέση του –πως έχει υπερβεί τα όρια– διαπιστώνει και βεβαιώνει πως και σε άλλη ζωή θα παραμείνει ίδιος. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι το καλό όνομα, η υστεροφημία, αδυνατώντας να κατανοήσει την ανα­γκαιότητα των αρχών και την απόκτηση ηθικής συνείδησης που δίνει νόημα στην ύπαρξη του ανθρώπου. Νομίζει, πως για όλα την ευθύνη την έχουν Αυτοί που τον οδηγούν, που δίνουν και παίρνουν. Πιστεύει πως εφόσον όλα είναι προσχεδιασμένα, οι προθέσεις χάνουν το νό­ημά τους και οι δράστες δεν ευθύνονται. Μέσα στον πόνο και στην τρέλα του κάποιες στιγμές ταυτίζεται με τον Θεό».

Κύριε Βαπορίδη, πότε και πώς «γνωριστήκατε» για πρώτη φορά με τον Λυκούργο;
Τον γνώρισα στην παλιά Δημοτική Βιβλιοθήκη, προ πολλών ετών… Διάβαζα την Ιλιάδα και εμφανίστηκε ξαφνικά, την ώρα που η Μούσα εξυμνούσε τον Διομήδη (Ζ΄ 130)…

Τι ήταν αυτό που σας γοήτευσε στον συγκεκριμένο «ήρωα» και αποφασίσατε να ασχοληθείτε μαζί του; Τι σας έκανε να τον ξεχωρίσετε μέσα από άλλες προσωπικότητες της Ιστορίας και της Μυθολογίας;
Μου φάνηκε τεράστιος, παρορμητικός και με έπαρση στη στάση και το βλέμμα. Ένας ήρωας που τόλμησε ν’ αντισταθεί στη διάδοση της Διονυσιακής λατρείας και πολέμησε τον θεό και τα νέα ήθη που εκείνος ευαγγελιζόταν, υπερασπιζόμενος τα κεκτημένα και κρατούντα. Αλλά, ποιος νίκησε τους θεούς και μάλιστα έναν θεό προσιτό και ευπροσήγορο, που εξίσωνε τον λαό με τους άρχοντες, στην ευδαιμονία της μέθης αμφοτέρων; Διότι οι θεοί με Εντολές κρατούν την Οικουμένη (στ. 916) και σκληρά την έπαρση κτυπούν, όπως λέει και ο Αισχύλος στον Προμηθέα δεσμώτη. Θέλησα, λοιπόν, να εμβαθύνω στην ψυχοσύνθεση αυτού του κρατερού βασιλιά. Η έρευνα με βοήθησε να οργανώσω την προσωπικότητά του με τις πολύχρωμες ψηφίδες των αρχαίων πηγών. Παράλληλα, μελέτησα και τις αντιλήψεις των Αρχαίων Ελλήνων ως προς το θείο. Οι πρόγονοί μας είχαν φαντασθεί τους θεούς δυνατούς μεν και αθάνατους, αλλά συγχρόνως –κατ’ εικόνα και ομοίωσή των– τους προίκισαν με ταπεινά πάθη, με σάρκινους πόθους, επιδειξιμανία και ευτελή πολλές φορές κίνητρα.

Eίναι γνωστό ότι «δουλεύατε» επάνω στον «Λυκούργο» από το 1990, δηλαδή 26 ολόκληρα χρόνια! Θα ήταν υπερβολή εάν μιλούσαμε για μία «εμμονή»;
Πράγματι, ασχολούμαι με τον εν λόγω ήρωα από τη δεκαετία του 1990, αλλά όχι αποκλειστικά, ούτε αδιάλειπτα. Στο ίδιο διάστημα –προτού ακόμα διαδοθεί η χρήση του διαδικτύου που κατέστησε ευκολότερη την έρευνα– είχα και άλλα «ανοιχτά μέτωπα» στα οποία εργαζόμουν, είτε παράλληλα είτε εναλλακτικά. Για παράδειγμα, μελέτησα και κατέγραψα τρεις χιλιάδες χάλκινα νομίσματα των αρχαίων μακεδονικών πόλεων και βασιλείων που βρίσκονται σε μουσεία και σε ιδιωτικές συλλογές, δημοσιευμένα αλλά και μη. Επίσης, μετά από ανάλογη μελέτη, έγραψα ένα παραμύθι για μεγάλους που διαδραματίζεται στην Αρχαία Κίνα και εκδόθηκε προ ολίγων ετών. Και έχω ακόμα ερευνητικά σχέδια εν εξελίξει… Διευκρινίζω πως ως συγγραφέας είμαι ερασιτέχνης. Για βιοπορισμό ασκούσα το λειτούργημα του φαρμακοποιού. Αλλά τολμώ να συμπληρώσω σ’ αυτά που λέει ο Σεφέρης, πως κι ένας φαρμακοποιός πολλά μπορεί να σκέφτεται τις ατέλειωτες ώρες των διανυκτερεύσεων και πολλά να αποθησαυρίζει στον ξύπνιο και τα όνειρα.

Διαβάζοντας το βιβλίο σας, ωστόσο, διαπιστώνουμε ότι σας γοητεύει ιδιαίτερα –εκτός από τον βασιλιά Λυκούργο– και το Παγγαίο, ευρύτερα ως χώρος…
Όταν το ατενίζω, νιώθω δέος και ρίγος, σαν να βλέπω κάτι πολύτιμο κι αξιολάτρευτο: όχι τόσο για το χρυσάφι όσο για τα μυστικά και τα μυστήριά του. Αλλά και γαλήνη: αυτήν που χαρίζουν τα φυσικά του κάλλη, είτε το κοιτά κανείς από τον κάμπο είτε από το αεροπλάνο είτε από πιο ψηλά ακόμα, όπως το είδε ο Λουκιανός στον Ικαρομένιππο.

Στον σύγχρονο σκεπτικισμό πιστεύω πως οι μεταμορφωτικές δυνάμεις των παραμυθιών είναι το μόνο μέσον που συνεπικουρεί στη μάχη των ρομαντικών ενάντια στις σκοτεινές δυνάμεις της καθημερινότητας…

Θεωρείτε ότι η Ιστορία της ευρύτερης περιοχής μας έχει καταγραφεί επαρκώς μέσα από την υπάρχουσα βιβλιογραφία ή υπάρχουν ακόμη «κεφάλαια» που δεν έχουν ακόμη… ανοιχτεί;
Όσον αφορά άλλες τοποθεσίες του νομού Καβάλας ίσως να μην είμαι ο πλέον αρμόδιος να σας απαντήσω. Ειδικά στα του Παγγαίου, αξιολογότατοι συγγραφείς έχουν εντρυφήσει: ο Θεόδωρος Λυμπεράκης, ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης, ο Βασίλης Κυριλλίδης, ο Κοσμάς Χαρπαντίδης και τόσοι άλλοι ευαίσθητοι φωτογράφοι, ατρόμητοι ορειβάτες, μεταλλειολόγοι και θησαυροθήρες. Δεν πρόκειται, ωστόσο, ποτέ να το εξαντλήσουν. Το Παγγαίο είναι σύμβολο αέναα προσπελάσιμο, αρκεί να το δεις με τα μάτια της αγάπης.

Γιατί επιλέξατε να αποδώσετε στο χαρτί τον Μύθο του Λυκούργου, του βασιλιά του Παγγαίου –και άλλους της περιοχής– χρησιμοποιώντας έμμετρο στίχο;
Ίσως να οφείλεται στη γιαγιά μου τη Θρακιώτισσα που ήξερε να διδάσκει έμμετρα, με τραγούδια και παροιμίες. Έλεγε:

Παιδάκι μου τὸν πόνο μου καὶ ποῦ νά τὸν ἐρίξω;
Δὲν τὸν πετῶ στὸ δίστρατο νὰ τὸν πατοῦν οἱ ξένοι.
Νὰ τὸν ἐρίξω στὸ βουνὸ ἢ μέσα νὰ τὸν πνίξω;
Νὰ τὸν ἐρίξω στὸν γιαλό, θὲ ν’ αὐξηθοῦν οἱ πόνοι.
Κι όταν αρρώσταινα μουρμούριζε
Σὰν πέφτεις στὸ προσκέφαλο καὶ λαχταρᾶς τὸν ὓπνο
θὰ πολεμῶ τὸν πυρετὸ, θέ νὰ ’τοιμάζω δεῖπνο.
Κάποια φορά με ρώτησε
Ποιὸ εἶν’ ἐκεῖνο τὸ θεριὸ ποῦ τρώει τὰ μετρημένα;

Άργησα πολύ να το μάθω.

Σε ποιους απευθύνεται το βιβλίο σας, κ. Βαπορίδη;
Στους πατριώτες μου και στους καλοπροαίρετους φιλομαθείς και φιλότεχνους.

Μετά το «Κόκκινα τριαντάφυλλα για μια πριγκίπισσα της Κίνας» (Εκδόσεις Δίον, 2009), ο «Λυκούργος» (Κάπα Εκδοτική, 2015) είναι το δεύτερο βιβλίο σας που κυκλοφορεί. Ετοιμάζετε κάτι καινούριο αυτήν την περίοδο;
Έχω συγκεντρώσει υλικό για μια μεγάλη περίοδο της ιστορίας της Καβάλας: από τα τέλη του του 18ου αιώνα, τότε που δεν ήταν παρά ένα βρόμικο τούρκικο ψαροχώρι… Με τα χρόνια βέβαια, εξελίχθηκε κι έφτασε να γίνει (στις αρχές του 20ου) το πρώτο εξαγωγικό λιμάνι της χώρας, χάρις σε μια ευτυχή συγκυρία: πως στα πρόσφορα εδάφη της ακούραστοι αγρότες καλλιεργούσαν οικογενειακά τα εκλεκτής ποιότητας αρωματικά χρυσόφυλλα του ανατολικού είδους του φυτού της νικοτιανής (Nicotiana tabaccum), δηλαδή του καπνού. Τα οποία φρόντιζαν σε όλα τα στάδια της μακριάς επεξεργασίας τους πεπειραμένοι εργάτες και τεχνίτες, σα να ήταν έργα τέχνης. Και ανοικτόμυαλοι έμποροι, κυρίως Χριστιανοί, τα μοσχοπουλούσαν σ’ ανατολή και δύση. Επειδή η εποχή αυτή συμπίπτει με την επικράτηση και την εδραίωση του εκ Καβάλας Μεχμέτ Αλή πασά (του ιδρυτή της Αιγυπτιακής Δυναστείας) και με τον πρώτο εκ των επιγόνων του (τον διαβόητο Ιμπραήμ πασά), θεώρησα σκόπιμο να εκτίνω την έρευνά μου και να διαπλέξω την ιστορία της πόλης μας με τη δική τους. Με την ευκαιρία, μάλιστα, θα αναφερθώ λεπτομερώς στον ανδριάντα του πασά της ομώνυμης πλατείας και τον πολυβραβευμένο γλύπτη του έργου Κώστα Δημητριάδη, το προσφυγόπουλο που ξεκίνησε από τη Στενήμαχο της Θράκης και διέπρεψε στην Ευρώπη…

Το βιβλίο του Ζήση Α. Βαπορίδη «Λυκούργος, ο βασιλιάς του Παγγαίου και άλλοι μύθοι της περιοχής» κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική.
Σχήμα: 17 εκ Χ 24 εκ
ISBN: 978-618-5191-12-2
Σελ. 224
Τιμή: 15,90 ευρώ