Χρήστος Κεραμίδης: Τα «διαμάντια» της ποίησης δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των βραβευμένων

Ο Καβαλιώτης ποιητής μιλά στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη με αφορμή την έκδοση της νέας του συλλογής «Ο Αύγουστος που περιμένω»

Χαμηλών τόνων, σεμνός, ο Καβαλιώτης Χρήστος Κεραμίδης, αν και δεν αυτοσυστήνεται ως ποιητής, «μετράει» ήδη τέσσερις μεστές ποιητικές συλλογές για τις οποίες έχουν γραφτεί ουκ ολίγες κολακευτικές κριτικές, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε και το πέμπτο «παιδί» του, η συλλογή Ο Αύγουστος που περιμένω (Εκδόσεις Στοχαστής).

Με αφορμή τη νέα αυτή κυκλοφορία, ο Χρήστος Κεραμίδης μίλησε στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη. Η συνέντευξη δεν θα μπορούσε παρά να «περιέχει» και τη γενέτειρα πόλη του, στην οποία συνεχίζει να διαμένει από επιλογή, ενώ ο ίδιος κάνει αναφορά και στους ποιητές/λογοτέχνες που τον «σημάδεψαν».


Στην εποχή μας με τα τόσα προβλήματα μπορεί ακόμη η ποίηση να μας βοηθήσει να ανεβούμε ακόμη ψηλότερα;
Πιστεύω ότι ο σύγχρονος άνθρωπος που ζει στην τυράννια του φόβου και της ανασφάλειας ,χρειάζεται όσο τίποτε άλλο την ποίηση «Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα- και τί θα γινόμασταν, αν η πνοή λιγόστευε;» είπε ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Το ποίημα ξαφνιάζει, είναι ανοίκειο με κατεστημένες συμπεριφορές, προκαλεί ραγίσματα, ανατρέπει λογικές που οι κυρίαρχες δυνάμεις του πλανήτη επιβάλλουν ως σωτήριες . Η ποίηση δεν αλλάζει τον κόσμο- είναι το βάλσαμο και η παρηγοριά του δυστυχισμένου ανθρώπου. Το όραμα όλων των ποιητών- ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση- ήταν μια κοινωνία δικαίου, μια κοινωνία όπου η αδυναμία του ενός δεν θα στήριζε τη δύναμη του άλλου. Η συνειδητοποίηση αυτής της αλήθειας, με την τεράστια ηθική της δύναμη, σίγουρα βοηθά τους ανθρώπους να «ανεβούνε λίγο ψηλότερα».

Αλήθεια, ποια είναι η πνευματική κίνηση στην πόλη που διαμένετε, την Καβάλα;
Η Καβάλα, με την ευρύτερη της περιφέρεια, και ιδιαίτερα από την πολύ σημαντική δεκαετία του 60, διέπρεψε λογοτεχνικά, αναδεικνύοντας έναν ικανό αριθμό διακεκριμένων λογοτεχνών. Τα ονόματα κάποιων είναι πολύ γνωστά στο πανελλήνιο και εκτός Ελλάδος (Βασίλης Βασιλικός, Γιώργος Χειμωνάς, Γ.Ξ Στογιαννίδης, Πρόδρομος Μάρκογλου, Διαμαντής Αξιώτης, Χρόνης Μίσσιος, Κοσμάς Χαρμπαντίδης, Θεόδωρος Γρηγοριάδης, Γιάννης Ατζακάς και άλλοι…). Η Γεωγραφία της πόλης με την ασύγκριτη ομορφιά( γαλάζια πολιτεία), η θάλασσα, τα ιστορικά μνημεία από πολιτισμούς που πέρασαν, τα καπνεργοστάσια, οι αγώνες των καπνεργατών, οι πρόσφυγες από τις αλησμόνητες πατρίδες, έδωσαν τα πρώτα βασικά στοιχεία για να αναδειχθεί ο ποιητικός λόγος και στη συνέχεια να εξελιχτεί λογοτεχνικά, δεμένος όμως αδιάσπαστα με τον μύθο και τις επιλογές του ονείρου. Ο λογοτέχνες χάραξαν τη δική τους μοναχική πορεία, με μια ιδιαίτερα προσωπική αίσθηση. Οι θεατρικές παραστάσεις στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων, η παλιά πόλη, το κάστρο, το Ιμαρέτ και οι διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, επιτείνουν την πνευματική κίνηση ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες. Η ανταπόκριση του κόσμου, στις παρουσιάσεις των δημιουργών, ήταν και είναι ακόμα πολύ θετική.

Γράφετε: Πάντα ταξίδευε/ πιστεύοντας πως θα τη συναντήσει/ με τα νυχτερινά δρομολόγια/ των τρένων. Γιατί τα σπίτια των ανθρώπων είναι τόσο κοντά και οι ψυχές τους μακριά;
Οι μοναχικοί ταξιδιώτες των τρένων, αντιμέτωποι με το φευγαλέο τους παρελθόν, αναζητούν αγαπημένα πρόσωπα που χάθηκαν, ελπίζουν σε απροσδόκητες συναντήσεις. Το ταξίδι της νύχτας ενώνει τις αφύλακτες ψυχές, έχει πάντα θετικό ερωτικό πρόσημο. Τα τρένα, φέρνουν πιο κοντά τους ανθρώπους που θέλουν να τα πουν όλα, να εξομολογηθούν! Πράγματι, σήμερα, οι ψυχές ανάμεσά μας είναι πολύ μακριά. Κι αυτό προκαλεί μια τεράστια θλίψη. Όμως, ο ποιητικός λόγος δεν αναλύει τις αιτίες, δεν μπορεί να δώσει άμεση λύση στο τεράστιο αυτό πρόβλημα.

Γράψατε: Θα με ξαναδείς το χειμώνα/ Στις μεγάλες διαβάσεις/με το ίδιο πάντα επανωφόρι/να περιμένω/το τίποτα. Πώς γίνεται τα ποιήματά σας να μας αγγίζουν μέσα στο βάθος της ψυχής και της καρδιάς;
Σ’ ευχαριστώ, Ελπιδοφόρε, για τη διαπίστωση αυτή. Η πιο μεγάλη χαρά του ποιητή είναι να βρίσκουν οι στίχοι του ευαίσθητους αποδέκτες και να τους συγκινούν. Όπως μια θάλασσα ζωντανή και καθάρια μπορεί να δώσει μεγάλη χαρά στους ανθρώπους, ιδιαίτερα στις δύσκολες στιγμές τους, έτσι και οι στίχοι μου- φορτωμένοι με συναισθήματα, σύντομοι, καμωμένοι από ταπεινές λέξεις και σιωπή- θέλω να πιστεύω ότι τραγουδούν τη ζωή και το αιώνιο παράπονο του κόσμου!

Πριν λίγα χρόνια η ποίηση ή τα βιβλία εκδίδονταν μόνο σε έντυπη μορφή. Σήμερα που υπάρχουν οικονομικά προβλήματα, δεν θα μπορούσε το Ίντερνετ να αποτελέσει μία διέξοδο ή μία κατάθεση ψυχής για τους στίχους των νέων που γράφουν ποίηση;
Πράγματι, το οικονομικό πρόβλημα για την έκδοση ενός βιβλίου σήμερα είναι εξοντωτικό. Για τον πολύ σοβαρό αυτόν λόγο οι δημιουργοί- νέοι και παλιοί- απευθύνονται σε διαδικτυακές ομάδες ή περιοδικά, δημοσιεύοντας αποσπάσματα από τα πονήματά τους. Στο Ίντερνετ υπάρχει χώρος για όλους, είναι πολύ πιο «ανοικτό» και για τον λόγο αυτό πιο «επικίνδυνο». Προσφέρει την ευκολία της προσωπικής έκφρασης ακόμη και σε ανθρώπους που, δυστυχώς, δεν έχουν αυτήν την ικανότητα ή την καλή πρόθεση. Η ίδια η ποίηση έχει μέσα της τεράστιες αντοχές. Αγκαλιάζει με την παντοδυναμία της όλο τον κόσμο. Δεν χάνεται. Κι αυτό αποδεικνύεται από τους νέους δημιουργούς που γράφουν πολλές φορές καταπληκτικά ποιήματα και ανήκουν σε γενιές που μεγάλωσαν στον ψηφιακό χώρο. Όμως, θα προτιμούσα σε αυτήν την τεράστια επικοινωνιακή δυνατότητα να διαγραφούν οι λέξεις «έπαρση» και «ματαιοδοξία» με τις λέξεις «ήθος» και «περιφρούρηση».

Διαβάζει ο μέσος Έλληνας ποίηση;
Ο μέσος Έλληνας δεν την προτιμά. Μπορώ να πω, ότι του φαίνεται παράδοξη και την αποστρέφεται- ενίοτε και με περιφρόνηση. Η μύηση, σ’ αυτόν τον ιδιαίτερο λογοτεχνικό κανόνα, είναι εξαιρετικά δύσκολη, ειδικά σήμερα που οι πολίτες καλούνται να διαχειριστούν τα μεγάλα τους οικονομικά προβλήματα. Η ανάγνωση ενός ποιήματος θέλει προσήλωση, αποκλειστικότητα και την οδυνηρή αθωότητα της προσδοκίας, έννοιες που στην σημερινή «κοινωνία των παθών», εκλείπουν παντελώς. Σ’ αυτό, φυσικά, τεράστια ευθύνη έχει και η εκπαίδευση που έδωσε λάθος προσανατολισμούς, επιμένοντας στην ανατομία του ποιήματος και όχι στην απερίγραπτη ομορφιά του. Σήμερα, ειδικά οι γυναίκες, προτιμούν τα πολυσέλιδα μυθιστορήματα, αισθηματικού περιεχομένου «νέας κοπής» που κάνουν καλή παρέα στις διακοπές τα καλοκαίρια! Το παρήγορο σ’ όλη αυτή την ιστορία είναι ότι υπάρχει ένας μικρός αριθμός πολιτών που, θα μπορούσα να πω, την λατρεύουν. Σε αυτούς απευθύνομαι κι εγώ με όλη μου την ψυχή. Εύχομαι να γίνουν πιο πολλοί! Να ομορφαίνει ο κόσμος!

Πότε ξεκίνησε το ταξίδι σας στην συγγραφή;
Η ποίηση ως δημιουργία είναι θεραπεία ψυχής. Ως εκδοτική όμως απασχόληση είναι δοκιμασία. Όπως όλοι οι Έλληνες, έγραφα, από νεαρή ηλικία, συνήθως ευσυγκίνητες ερωτικές επιστολές , προορισμένες ν’ αποσταλούν με τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Τις κλείδωνα στο συρτάρι του κομοδίνου ανυπεράσπιστες. Μου άρεζε να τις διαβάζω τις νύχτες αλλά συνήθως χανόντουσαν από προσωπική μου αμέλεια. Ως εκδοτική απασχόληση, δοκιμάστηκα με την πρώτη μου ποιητική συλλογή «Ταξιδευτές», το 1995. Ξεκίνησα μ’ ένα ποίημα «Επιστροφή στα χαμένα οράματα» βαθιά επηρεασμένο από τις συνεχείς εξορμήσεις μου στο μαγευτικό νησί της Σαμοθράκης. Το δημοσίευσα σε τοπική εφημερίδα. Κάποιος συμπολίτης μου φιλόλογος είπε ότι ήταν καλό. Κι έτσι άρχισαν όλα!

Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί η ποιητική συλλογή «ο Αύγουστος που περιμένω»;
Οι μέρες του Αυγούστου συνέπιπταν με την ανατολή του λαμπρότερου άστρου της νύχτας, του Σείριου. Εμφανίζονταν λίγο πριν την ανατολή του Ήλιου εντείνοντας την φωτεινότητα του μακρινού ορίζοντα. Έτσι, για μένα, ο Αύγουστος, υπέκρυπτε μεταφορικά τις βαθύτερες επιθυμίες μου για κάτι πιο φωτεινό, κάτι που θα έδινε χρώμα και φως στη σκοτεινή και ανέλπιδη ζωή του ανθρώπου.

Ποιοι ποιητές σας επηρέασαν;
Οι ποιητές που «μίλησαν» για πρώτη φορά μες την ψυχή μου και εξακολουθούν ακόμα να με συγκινούν ήταν ο Κωστής Παλαμάς και ο Άγγελος Σικελιανός. Φοβερή η δύναμη της γραφής τους. Ο πρώτος στο « Δωδεκάλογο του Γύφτου » και ο δεύτερος με το «Πνευματικό Εμβατήριο». Ποτέ άλλοτε η ποίηση δεν κορυφώθηκε σε τόσο υψηλό επίπεδο. Αργότερα με γοήτευσαν ο Ανδρέας Κάλβος και ο Κωνσταντίνος Καβάφης. Θραύσματα από στίχους υποβλητικούς που σε ταξίδευαν με μια τραγικότητα υποκείμενη της «ειρωνείας».
Όμως, ακόμη και σήμερα με συνεπαίρνουν οι στίχοι του Οδυσσέα Ελύτη από το «Άξιον Εστί»: «Με το λύχνο του άστρου στους ουρανούς εβγήκα / στο αγιάζι των λειμώνων στη μόνη ακτή του κόσμου». Από τον Γιώργο Σεφέρη διδάχτηκα ότι ο ποιητικός λόγος γράφεται με λέξεις που βγαίνουν από το σώμα του ποιητή και από τη σιωπή. «το σταμνί που δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας», «Ω σκοτεινό ανατρίχιασμα στη ρίζα και στα φύλλα / Πρόβαλε ανάστημα άγρυπνο στο πλήθος της σιωπής». Αργότερα ερωτεύτηκα την ποίηση του « ταξιδευτή» Νίκου Καββαδία, του Νίκου Καρούζου , του Γιάννη Ρίτσου και του Τάσου Λειβαδίτη. Από τους ξένους ποιητές, μεγάλη εντύπωση μου έκανε ο Θωμάς Έλιοτ με το κορυφαίο του έργο «έρημη χώρα» και με τον ισχυρισμό του ότι «η αυθεντική ποίηση μπορεί να αρέσει προτού γίνει κατανοητή». Υπήρξαν , όμως κι άλλοι όπως: ο Κάρολος Μπωντλαίρ, ο Πάμπλο Νερούδα ,ο Ναζίμ Χικμέτ, ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε, ο Αρθούρος Ρεμπώ, η Μαρίνα Τσβετάγιεβα, η Άννα Αχμάτοβα… Εκείνος όμως που με συγκλόνισε ήταν o Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι. Ο ποιητής του αιώνα που πέρασε. Ο πιο αγαπημένος όλων των εποχών!

Ποιους ποιητές θα μας προτείνατε να διαβάσουμε σήμερα;
Θα πρότεινα την Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη με τους 33.333 στίχους, το κορυφαίο έργο του Σολωμού και της νεοελληνικής ποίησης «Ελεύθεροι πολιορκημένοι», τη μοναδική ποιητική συλλογή του Νίκου Γκάτσου «Αμοργός», το «ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου» , του Οδυσσέα Ελύτη, το «μεθυσμένο καράβι» του Ρεμπώ, το « άνθη του κακού» του Μπωντλαίρ, τους τρίτομους «ΥΜΝΟΥΣ» του Ρωμανού Μελωδού, τον Ερωτικό Λόγο του Γ. Σεφέρη, την « Έρημη χώρα», του Τ.Σ Έλιοτ, τα «Συλλογικά ποιήματα», της Σύλβια Πλάθ, το «Σύννεφο με παντελόνια» του Β. Μαγιακόφσκι σε μετάφραση του Γιάννη Ρίτσου, το «Οιδίπους τυραννούμενος» του Νίκου Καρούζου, το «επί συνόλου 1949-1981» του Γ.Ξ Στογιαννίδη την «έσχατη υπόσχεση», του Π. Μάρκογλου. Όμως, αν θέλεις να είμαι δίκαιος, θα συνιστούσα και όλους τους αξιόλογους ποιητές που γράφουν σήμερα. Τα «διαμάντια» στην ποίηση δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο των βραβευμένων. Υπάρχουν παντού. Εκεί που δεν το περιμένεις. Ας ψάξουμε μαζί να τα βρούμε!

Ποια ποιητική συλλογή έχετε δίπλα στο μαξιλάρι σας;
Έχω τους τόμους των διηγημάτων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Άπαντα», του μεγάλου αυτού δάσκαλου της γραφής, που τα θεωρώ άκρως ποιητικά

Ένα αγαπημένο ποίημα;
Σας καταθέτω ένα συγκλονιστικό απόσπασμα από το «Πνευματικό Εμβατήριο» του Άγγελου Σικελιανού:
Ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα,
ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο!
Tι ιδέτε, εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη,
κι ά, ιδέτε, χώθηκε τ’ αξόνι του βαθιά μες στο αίμα!
Ομπρός παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος,
σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη,
σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα.
Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του!
Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του
ομπρός, ομπρός κ’ η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου!

Μικρό βιογραφικό

Ο Χρήστος Κεραμίδης γεννήθηκε στην Καβάλα από γονείς πρόσφυγες του Πόντου. Τελείωσε την Αριστοτέλειο Σχολή Υπομηχανικών Θεσσαλονίκης. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα περιοδικά και έχει εκδώσει τέσσερεις ακόμα ποιητικές συλλογές. Ταξιδευτές (1995), Στα πέλαγα του ονείρου (1996), Δρόμοι της βροχής (1998), Τελευταία υπόσχεση (2001), Ο Αύγουστος που περιμένω (2016).