Έλενα Χουσνή: To παιδί με τη ριγέ μπλούζα είναι το κάθε παιδί που καταφέρνουμε να γλιτώσουμε από τα «δόντια» των αδίστακτων εγκληματιών

Η συγγραφέας μιλά στη Σίσσυ Ακοκαλίδου με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της μυθιστορήματος

Στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και στις βιβλιοθήκες των αναγνωστών που ξεχώρισαν την Έλενα Χουσνή από το πρώτο βιβλίο της τριλογίας της  (που «κλείνει» με το μυθιστόρημα που πρόσφατα κυκλοφόρησε) για τη συγγραφική της δεξιοτεχνία να γράφει εξαιρετικά αστυνομικά μυθιστορήματα, καλά δεμένα, με εκπλήξεις και ανατροπές που κρατούν άσβεστο το ενδιαφέρον των αναγνωστών, βρίσκεται ήδη «Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα».

Η συγγραφέας που ζει στη Σάμο, στη  συνέντευξη που παραχώρησε στην Εφημερίδα Νέα Εγνατία και τη Σίσσυ Ακοκαλίδου, αποκαλύπτει πώς ξεκίνησε τη συγγραφή του βιβλίου με θεματικό πυρήνα την παιδική πορνογραφία, αναγνωρίζοντας ότι ανέλαβε υψηλό ρίσκο, αλλά και  τι μήνυμα ήθελε να αφήσει  στους αναγνώστες της με την ιστορία της. Το Παιδί  με τη Ριγέ Μπλούζα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά,  θα μπορούσε να είναι το παιδί μας, το παιδί του γείτονα, αφού κάθε παιδί είναι εν δυνάμει ευάλωτο να πέσει θύμα κυκλώματος αδίστακτων παιδόφιλων. Το φωτεινό στοιχείο της ιστορίας της Έλενας Χουσνή είναι η ελπίδα που αναφύεται ότι αυτά τα πληγωμένα παιδιά, αν πάρουν γενναίες δόσεις αγάπης, μπορούν να αφήσουν πίσω τους τη ζώνη του λυκόφωτος, να εμπιστευτούν ξανά τους ανθρώπους, να διαγράψουν τις σκοτεινές σελίδες της ζωής τους, να ατενίσουν με αισιοδοξία το μέλλον…


Έλενα, νέο βιβλίο, τέλος σε μια ακόμη συγγραφική σου δουλειά και αρχή μιας νέας προσπάθειας να διαχυθεί αυτή στους αναγνώστες  και τα βιβλιοπωλεία. Η αλήθεια είναι ότι ευνοεί η εποχή. Καλοκαίρι!  Θα έλεγα ότι η εποχή δεν ευνοεί μόνο το ερωτικό μυθιστόρημα, αλλά και το αστυνομικό, αν κρίνω από τον εαυτό μου…
Το αστυνομικό έχει ταυτιστεί απόλυτα με το καλοκαίρι, αν και αυτό το αδικεί κατά την άποψή μου. Από την άλλη, όμως, το καλοκαίρι Σίσσυ, είναι η εποχή που υπάρχει λόγω διακοπών ο χρόνος για διάβασμα και έτσι η κυκλοφορία του βιβλίου μου θα έλεγα ότι έχει την ευτυχία να έχει καλό timing. Πρόκειται για «Το παιδί με τη Ριγέ Μπλούζα», ξανά από τις εκδόσεις ΚΥΦΑΝΤΑ και είμαι ευτυχής για την εμπιστοσύνη που εξακολουθεί να μου δείχνει ο εκδότης και πλέον φίλος, Γιάννης Χουτόπουλος. Όπως είπες κι εσύ η λήξη της συγγραφικής προσπάθειας ολοκληρώθηκε, το βιβλίο κυκλοφορεί και τώρα ξεκίνησε το δικό του ταξίδι που ελπίζω να είναι μακρύ και να αγαπηθεί από τους αναγνώστες.

Πόσο κουραστικό είναι κάθε φορά να ανακαλύπτεις τους ήρωες, να τους εγκαθιστάς στην ιστορία σου, να τους αφήσεις ή να τους καθοδηγείς  να την υπηρετήσουν;
Είναι δύσκολο αλλά είναι και μαγευτικό όλο αυτό. Στα δικά μου, έως στιγμής βιβλία, επειδή – με το τελευταίο- αποτελούν μια τριλογία η βασική πρωταγωνίστρια η Νάνσυ Καρβούνη είναι σταθερή μαζί με κάποιους ακόμη ήρωες. Υπάρχουν βέβαια όλοι οι υπόλοιποι που διαφοροποιούνται από βιβλίο σε βιβλίο. Τώρα, στο στήσιμο της ιστορίας, πρέπει να πω ότι πολλές φορές  «για αλλού ξεκίνησα, κι αλλού η ιστορία με πάει».  Στην αρχή, έχω στο μυαλό μου όχι την εξέλιξη της ιστορίας αλλά αυτό που φιλοδοξώ να πω. Τι θέλω, δηλαδή, να αφήσει η ιστορία στον αναγνώστη. Προφανώς και μια πρώτη ιδέα για το πώς η ιστορία θα στηθεί. Όταν όμως φτάνω στο δια ταύτα, όταν αρχίζει η συγγραφή, μπορεί όλα να ανατραπούν, μπορεί ακόμη και οι ήρωες – οι δικοί μου είναι πολύ.. ατίθασοι- να ξεστρατίσουν. Στην αστυνομική λογοτεχνία είναι πολύ σημαντικό να στήσεις μια ιστορία με δεμένη πλοκή. Αλλά θα πρέπει να έχει και κάποια επιμέρους στοιχεία που θα την κάνουν πιο ενδιαφέρουσα όπως πιθανόν μια εσκεμμένη παραπλάνηση, ενδείξεις που θα οδηγούν προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ανατροπές κτλ. Άρα είναι πολλά αυτά που πρέπει να έχεις κατά νου. Και βέβαια, το πιο σημαντικό για μένα, να είναι οι ήρωές σου καλά δεμένοι, να είναι ρεαλιστικοί και να μην καταφεύγεις σε εύκολες λύσεις απλά και μόνο για να αποφύγεις ενδεχόμενο αδιέξοδο στο οποίο φτάνεις.

Επέλεξες έναν πολύ σκληρό θεματικό πυρήνα. Η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών, το ηλεκτρονικό έγκλημα, θέμα που μας αγγίζει μεν, αλλά νιώθουμε ότι δεν μας αφορά, με την έννοια ότι θεωρούμε- και αυτό το πληρώνουμε συχνά πολύ ακριβά-  ότι τα παιδιά μας είναι προστατευμένα, θωρακισμένα. Τι έχει συμβεί στο παιδί με τη ριγέ μπλούζα; Τι θέλει να πει μέσα από το βιβλίο σου;
Το θέμα είναι όντως πολύ δύσκολο και ήταν μεγάλο ρίσκο, κάτι που μου έλεγαν και ακόμη μου λένε πολλοί φίλοι. Όμως μην ξεχνάμε ότι εδώ μιλάμε για μυθοπλασία. Παρακολουθώ τα τελευταία χρόνια το καταπληκτικό έργο της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, μιας υπηρεσίας που έχει λάβει τα εύσημα και σε διεθνές επίπεδο. Επίσης, όπως ξέρεις κι εσύ, η ειδησεογραφία τα τελευταία χρόνια είναι γεμάτη από ρεπορτάζ για συλλήψεις παιδοφίλων, διακινητών σκληρού πορνογραφικού υλικού κτλ. Είναι λοιπόν η ίδια η πραγματικότητα που μας λέει ότι το θέμα αυτό υπάρχει στην κοινωνία μας, ότι δεν πρέπει να το αγνοήσουμε. Και κυρίως δεν πρέπει να πέσουμε στην πιο συχνή παγίδα: ότι αυτό δεν μας αφορά. Σαφώς και μας αφορά όλους. Και ως επί το πλείστον είμαστε όλοι υποψήφια θύματα γιατί η παραβατικότητα είναι πάντα μπροστά από τους διωκτικούς μηχανισμούς και μηχανεύεται διάφορους τρόπους για την παγίδευσή μας, αθώους με την πρώτη ματιά, γι` αυτό και πολύ επικίνδυνους. «Το παιδί με τη Ριγέ μπλούζα», είναι το κάθε παιδί, το δικό σου, του γείτονα, του αδελφού μας, που πέφτει θύμα αυτών των κυκλωμάτων. Αλλά είναι και το κάθε παιδί που καταφέρνουμε να γλιτώσουμε από τα δόντια αυτών των αδίστακτων εγκληματιών. Αυτό, που προσπάθησα να πω μέσα από το βιβλίο, είναι ότι πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά. Οι παγίδες είναι περισσότερες από ό,τι νομίζουμε και κυρίως πιο κοντά μας από όσο νομίζουμε.

Έχω μια απορία. Γιατί το προσδιορίζεις με τη ριγέ μπλούζα; Είναι τυχαίο; Θα μπορούσε να είναι ένα οποιοδήποτε άλλο χρώμα, θα μπορούσε να είναι το παιδί με την καρό μπλούζα;
Όταν άρχισα να γράφω το βιβλίο αυτό βγήκε από μόνο του. Το ριγέ παραπέμπει στην παραβατικότητα, με την έννοια ότι παραπέμπει στα ρούχα των φυλακισμένων. Άρα υπαινίσσεται, σε δεύτερο επίπεδο βέβαια, ότι έχει κάποια σχέση με το έγκλημα. Η εικόνα που έφτιαξα ήταν αυτή. Και απλά την ακολούθησα για να στήσω την ιστορία μου.

Πόσον καιρό σού πήρε η συγγραφή του βιβλίου σου; Χρειάστηκε να αλλάξεις στην πορεία την πλοκή του μυθιστορήματος; Θέλω να πω, πώς είναι όλη η διαδικασία της συγγραφής; Έχεις κάτι βασικό στο μυαλό σου και ανάλογα με την έμπνευση το κυλάς, το εξελίσσεις ή στη διάρκεια, γράφοντας, φέρνεις τα πάνω κάτω;
Να σου πω ότι προηγήθηκε της συγγραφής μια μεγάλη περίοδος έρευνας που αφορούσε καταρχήν το πώς λειτουργεί η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Εδώ είχα την αμέριστη και πολύτιμη βοήθεια του επικεφαλής της κ. Γιώργου Παπαπροδρόμου, τον οποίο ευχαριστώ θερμά. Για να έχει το βιβλίο την απαιτούμενη αληθοφάνεια, έπρεπε να ξεκαθαρίσω στο μυαλό μου, όσο μπορούσα, το πως λειτουργούν αυτά τα κυκλώματα, πώς στήνουν τις παγίδες τους, πώς αλιεύουν τα θύματά τους. Αλλά και τι γίνεται στην πραγματικότητα στη χώρα μας και διεθνώς με τα κυκλώματα παιδικής πορνογραφίας και το ηλεκτρονικό έγκλημα. Κοντά σε αυτά διάβασα πολύ και για τα θύματα, τους δικαστικούς μηχανισμούς, την ψυχολογική υποστήριξη των θυμάτων ενώ η συγγραφή  κράτησε γύρω στους έξι μήνες,  με καθημερινό, εξοντωτικό, θα έλεγα, γράψιμο. Όταν ξεκινώ, έχω ένα βασικό κορμό στο μυαλό μου και το αφήνω να με πάει από μόνο του. Κάπως, χωρίς πυξίδα δηλαδή…

Παιδιά με βιώματα σαν του παιδιού με τη ριγέ μπλούζα έχουν την δυνατότητα να βρουν το δρόμο τους, αποβάλλοντας το βαρύ ψυχικό φορτίο που κουβαλάνε;  Τι μήνυμα αφήνει το βιβλίο σου; Τι θέλεις να μείνει στον αναγνώστη;
Θα πρέπει να φροντίσουμε να έχουν την ευκαιρία αυτή. Αυτά τα παιδιά, μετά την αποτρόπαιη εμπειρία τους, είναι πολύ δύσκολο να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους στον κόσμο. Είναι βαθιά πληγωμένα και αν δεν λάβουν την κατάλληλη στήριξη, θα βρίσκονται σε όλη τη ζωή τους στην ζώνη του λυκόφωτος. Επίσης στις περιπτώσεις που μια υπόθεση πάρει και την δικαστική οδό, τα παιδιά ουσιαστικά υπομένουν την επανάληψη, σχεδόν, του «βιασμού» τους,  αφού καλούνται να περιγράψουν το τι τους συνέβη ξανά και ξανά μπροστά σε άγνωστους ανθρώπους ή σε ακροατήριο. Σκεφτείτε πόσο δύσκολο είναι αυτό. Το μήνυμα το δικό μου, και υπάρχει σκόπιμα ειδικό κεφάλαιο μέσα στο βιβλίο γι` αυτό, είναι ότι οφείλουμε να τα στηρίξουμε, να τους δώσουμε την απαιτούμενη προσοχή και αγάπη για να νιώσουν, όσο μπορούν τουλάχιστον, ότι αυτός ο κόσμος έχει και την φωτεινή του όψη. Να ξανα- εμπιστευτούν, να μοιραστούν, να δώσουν και να πάρουν αγάπη.

Θέλω να μου περιγράψεις πώς είναι για σένα όταν γράφεις την τελευταία λέξη σε κάθε νέο σου βιβλίο, όταν βάζεις τελεία και παύλα. Νιώθεις κουρασμένη, ανακουφισμένη, σε πιάνουν οι ανασφάλειες καθώς το ξαναδιαβάζεις πριν το πας στον εκδότη σου;
Είναι εκείνη η  μαγική στιγμή που γράφεις ΤΕΛΟΣ και νομίζεις ότι τελείωσες. Αμ δε! Κοίτα, σαφώς νιώθεις μια μεγάλη ανακούφιση γιατί μια δουλειά πολύμηνη και εξουθενωτική έχει ολοκληρωθεί στην πρώτη της φάση. Από εκεί και πέρα όμως αρχίζει η άλλη, η μεγάλη αγωνία. Θα αρέσει στον εκδότη; Θα θελήσει να το εκδώσει; Και όταν τελειώσει και αυτό, και λάβεις την ευτυχή είδηση ότι «ναι, πάμε για έκδοση» αρχίζει η εξαντλητική δουλειά της επιμέλειας. Λέξη, προς λέξη, ξανά και ξανά και ξανά. Στο τέλος, νιώθεις ότι δεν θέλεις να το ξαναδείς μπροστά σου. Είναι ένα περίεργο συναίσθημα. Βέβαια έρχεται στη συνέχεια η στιγμή που το παίρνεις στα χέρια σου, και η χαρά που νιώθεις κάνει απόσβεση της κούρασης. Και λες «να `το. Επιτέλους!». Και μετά, πάλι αγωνία, μέχρι να πάρεις τις πρώτες κριτικές, να δεις πώς αντιδρούν οι αναγνώστες.

Θα ξεκουραστείς το καλοκαίρι ή θα αρχίσεις περιοδείες; Για να ξέρω πότε να σε καλέσω στην Καβάλα…
Δυστυχώς είμαι υστερικά εργασιομανής. Συνέχεια είμαι εγκλωβισμένη σε διάφορες ιδέες, σχέδια, προγράμματα τα οποία καταφέρνω με ένα μαγικό τρόπο να τα κάνω ασφυκτικά ακόμη και εκεί που δεν χρειάζεται. Το καλοκαίρι θα παρουσιαστεί το βιβλίο στη Σάμο, γιατί πάντα η πρώτη παρουσίαση γίνεται εδώ, στον τόπο όπου ζω και όπου γεννήθηκε ουσιαστικά το βιβλίο. Και έπειτα ελπίζω ότι θα ξεκινήσω τις παρουσιάσεις το φθινόπωρο. Η Καβάλα είναι σταθερός προορισμός, έχουμε παρουσιάσει και τα δύο προηγούμενα, έχω αποκτήσει φίλους και ανθρώπους που αγαπώ και, ναι, αν με θέλετε, θα χαρώ να έρθω. Εξάλλου, έχουμε κλείσει ραντεβού για ένα κρασί στο Ιμαρέτ, σωστά; Και το Ιμαρέτ, νιώθω, ότι είναι ιδανικός τόπος για να ξετυλιχθεί μια αστυνομική ιστορία. Έχει την κατάλληλη ατμόσφαιρα…


«Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα…» Η εικόνα του επανήλθε στο μυαλό της. Μικροσκοπικό, αδύνατο. Λεπτά μακριά πόδια, όμορφα μάτια, χέρια παιδικά, κορμί παιδικό. Και δίπλα στο κομματιασμένο σώμα του ένα μπλουτζίν παντελόνι και ένα ριγέ μπλουζάκι. «Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα», είπε και ήξερε ήδη πως ήθελε να μάθει τα πάντα γι’ αυτό. Στις σκοτεινές γειτονιές του διαδικτύου, η ηλεκτρονική παρανομία στήνει παγίδες στα ανύποπτα ανήλικα θύματά της. Διώκτες και διωκόμενοι, θύτες και θύματα αναμετρώνται σε μια ιστορία στην οποία νικητής πρέπει να είναι η ίδια η ζωή. Μαζί της και η παιδική αθωότητα, θησαυρός που δεν εκποιείται. Το παιδί με την ριγέ μπλούζα στοιχειώνει τη σκέψη της δημοσιογράφου Νάνσυ Καρβούνη. Όσο προχωρά την έρευνά της για τα κυκλώματα παιδικής πορνογραφίας, θα βρίσκεται αντιμέτωπη με τα αδυσώπητα πλοκάμια τους. Όμως, όπως πάντα, υπάρχει το φως που αχνοφέγγει πίσω από τα σκοτάδια. Εγγύηση ότι η μάχη δεν έχει χαθεί…

Είπαν για το βιβλίο

Μια γροθιά στο στομάχι δίνει η Έλενα Χουσνή με το βιβλίο της «Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα». Μα όπου υπάρχει απελπισία, υπάρχει και ελπίδα. Δυνατή, υπαρκτή, σχεδόν καθημερινή ιστορία που μας αφήνει άφωνους. Ευτυχώς.
– Τιτίνα Δανέλλη

Παράλληλες ιστορίες που σταδιακά συγκλίνουν και γίνονται ένα αξεδιάλυτο κουβάρι με φόντο τον αδυσώπητο ζοφερό κόσμο της εκμετάλλευσης της παιδικής πορνογραφίας μέσω του διαδικτύου στη σύγχρονη Ελληνική κοινωνία. Ένα κόσμο γεμάτο σκοτεινά κι επικίνδυνα μυστικά. Η Έλενα Χουσνή, με το τρίτο της βιβλίο, δείχνει να καταλαμβάνει μια σημαντική θέση στον χώρο του κοινωνικού αστυνομικού μυθιστορήματος, αναδεικνύοντας το θέμα με την απαιτούμενη ισορροπία σκληρότητας και ευαισθησίας.
– Γρηγόρης Αζαριάδης

Διαδίκτυο και ηλεκτρονικό έγκλημα, ως λέξεις – έννοιες μιας νέας πραγματικότητας την οποία βιώνουμε, θίγονται με τρόπο γλαφυρό και διακριτικό στο βιβλίο της Έλενας Χουσνή. Στο «Παιδί με τη ριγέ μπλούζα» ξετυλίγεται η πλοκή μιας σκοτεινής υπόθεσης, πτυχές της οποίας ακουμπούν στη νέα τεχνολογική τάξη πραγμάτων.
– Γιώργος Παπαπροδρόμου, επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος

Η Έλενα Χουσνή

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πέλλα. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες Έθνος και Έθνος της Κυριακής, ως υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, ως επικεφαλής του Γραφείου Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης Europe Direct Βορείου Αιγαίου. Επίσης εργάστηκε στην Α/θμια Εκπαίδευση Σάμου, και σήμερα είναι Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Σάμου.

Το 2012 το μυθιστόρημά της της Άλικο σαν το… Αίμα έλαβε το Α΄ Βραβείο στον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Νωρίτερα, το 2009, είχε βραβευθεί από την ΠΕΛ με το Α΄ Βραβείο Θεατρικού Έργου και με το Γ΄ Βραβείο Μυθιστορήματος. Έχει λάβει διακρίσεις και βραβεία σε πολλούς πανελλήνιους διαγωνισμούς. Διηγήματά της έχουν φιλοξενηθεί σε συλλογικά έργα και περιοδικά.

Το 2014 εκδόθηκε το πρώτο της βιβλίο Στα άδυτα… των δυτών από τις εκδόσεις Δίαυλος. Ακολούθησε το 2016 η Χρυσή Εκδίκηση – Η πτώση μιας δυναστείας από τις εκδόσεις Κύφαντα.

Από τον Ιανουάριο του 2015 είναι μέλος της ΕΛΣΑΛ (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας).