Ενώ πολλοί καλλιτέχνες αποστρέφονται μετά βδελυγμίας την «ταμπέλα» του «επαρχιώτη» επιδιώκοντας πάσει θυσία να «συνδεθούν» με το «κέντρο» που θεωρείται κάτι σαν μονόδρομος για την επιτυχία, υπάρχει ένα μουσικό δίδυμο από την Καβάλα που αρέσκεται να αυτοπροσδιορίζεται μέσα από την έννοια της «επαρχίας» και τολμά να «συστήνει» εκ προοιμίου τη δημιουργία του ως… «επαρχιακή»!
Ο Βασίλης και ο Δημήτρης Ευφροσυνίδης, δύο τραγουδοποιοί -αδέλφια- από την Καβάλα, κοντά μια δεκαετία τώρα «σκαλίζουν» διάφορα όργανα από κιθάρες κλασικές και ηλεκτρικές μέχρι τζουράδες και μπουζούκια, διαβάζουνε ποίηση, λαογραφία και Ιστορία, «σκαρώνουνε» μελωδίες και τραγούδια που επικοινωνούν μέσα από τη δισκογραφία αλλά και τις συναυλίες ως ένα μουσικό σχήμα υπό την «εμπορική» ονομασία «Βαρέα και Ανθυγιεινά».
Δεν έχει ούτε δύο μήνες που κυκλοφόρησε η νέα τους δουλειά «Επαρχιακά μπλουζ νόστου & ερώτων» (περισσότερα εδώ) και ήδη οι δυο τους παρουσίασαν ένα μικρό μέρος της στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών υπό τη «διεύθυνση» του Θανάση Γκαϊφύλλια (περισσότερα εδώ), ενώ το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018, στις 21:00, θα παίξουν τα νέα τους τραγούδια στην Πολιτιστική Κίνηση Κομοτηνής, με την παρουσίασή τους στη γενέτειρα πόλη της Καβάλας να έχει προγραμματιστεί για τον ερχόμενο Μάρτιο.
Με αφορμή όλα τα παραπάνω, ο Βασίλης και ο Δημήτρης Ευφροσυνίδης μίλησαν στο KAVALA POST για όλα όσα τους εμπνέουν, για τη ζωή στην πόλη, τη δυσκολία του να συνδυάζει κανείς την εργασία για λόγους βιοπορισμό με την καλλιτεχνική δημιουργία που προκύπτει ως ανάγκη έκφρασης…
«Επαρχιακά μπλουζ νόστου & ερώτων». Μήπως τελικά είναι… παραπλανητικός ο τίτλος της νεάς σας δισκογραφικής δουλειάς; Τι σχέση έχει η μουσική που γράφετε και παίζετε με τα… μπλουζ;
Ο τίτλος «ανήκει» στον Καβαλιώτη αρθρογράφο Μπάμπη Γαμβρέλη ο οποίος τον χρησιμοποίησε σ’ ένα άρθρο του για να περιγράψει την πρώτη μας δουλειά. Η ονοματοδοσία του δίσκου μάς προβλημάτισε. Στο τέλος των ηχογραφήσεων είχαμε ένα ετερόκλητο υλικό στα χέρια μας που αποζητούσε να συμμαζευτεί μέσα σε έναν γενικό τίτλο. Δεν έχει να κάνει με το είδος της μουσικής αλλά ίσως με το «χνάρι» που μένει από το σύνολο των συνθέσεων, το χνάρι και την προέλευσή του που έκανε την έμπνευση του Μπάμπη να συνταιριάξει με τη δουλειά μας. Από την άλλη είναι και ένας τίτλος που μπορεί να δημιουργήσει διαφορετικές «αναγνώσεις» και αυτό από μόνο του έχει ένα ενδιαφέρον…
Τι σημαίνει για εσάς η λέξη «επαρχία»; Τόσο σε σχέση με την καθημερινή ζωή και τις σχέσεις –προσωπικές, επαγγελματικές, οικογενειακές– όσο και σε σχέση με τη μουσική…
Οι σχέσεις στην επαρχία διατηρούνται σε πιο ισορροπημένα επίπεδα κι αυτό τις διαφοροποιεί ποιοτικά, επίσης η κάθοδος και η εγκατάσταση στην Αθήνα για έναν καλλιτέχνη δεν είναι πια θέσφατο. Μπορούμε με τα μέσα που υπάρχουν να δημιουργούμε από τον τόπο μας και να «κοινωνούμε» τη δουλειά μας πιο εύκολα.
Και άντε ο έρωτας… ο νόστος πώς βρίσκει την έκφρασή του σε ένα άτομο της δικής σας ηλικίας; Τι είναι αυτό που μπορεί να νοσταλγεί κάποιος στη δεκαετία των… 30;
Ο νόστος και ο έρωτας όπως και άλλες έννοιες έχουν το δικαίωμα μέσω της τέχνης να εκφραστούν πιο αφηρημένα, να είναι και να μην είναι, να φορέσουν διαφορετικά κοστούμια και να παίξουν κόντρα ρόλους δίνοντας τη δυνατότητα στον αποδέκτη να τους αποκαλύψει ή και όχι. Είναι ένα παιχνίδι που έχει επιδερμική σχέση με την πραγματικότητα και την καθημερινότητά μας. Άλλωστε, στην πραγματικότητα και την καθημερινότητά μας ο νόστος πλέον βρίσκει την ακριβή του έκφραση, αυτή του επαναπατρισμού δηλαδή.
Πώς είναι να συνδυάζει κανείς σήμερα την ενασχόληση με τη μουσική –και μάλιστα σε επίπεδο δισκογραφίας και συναυλιών– παράλληλα με το επάγγελμα που ασκεί για βιοπορισμό; Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι τελικά;
Δεν βλέπουμε δυσκολίες και ευκολίες, βλέπουμε ανάγκες. Η αναγκαιότητα καθορίζει τις ζωές μας αλλά όχι αποκλειστικά με τον βάρβαρο χαρακτήρα της. Όπως υπάρχει η ανάγκη να δουλέψεις για να συντηρηθείς και συντηρήσεις τους ανθρώπους για τους οποίους είσαι υπεύθυνος, έτσι υπάρχει και η ανάγκη να απομονωθείς, να γυρίσεις προς τα μέσα και να εκφραστείς με τον τρόπο που έχεις επιλέξει. Όλα απαιτούν κόπο!
Ακούγοντας κανείς τις καινούριες σας μουσικές προτάσεις, θα διαπιστώσει ότι το λαϊκό «χρώμα» που διαπερνούσε την πρώτη σας ομώνυμη δουλειά («Βαρέα & Ανθυγιεινά») του 2015, έχει… υποχωρήσει. Στον δίσκο ακούμε όργανα «κλασικά» (φλάουτο, τσέλο) αλλά και ηλεκτρικά, υπάρχουν στιγμές «κινηματογραφικές» και ένα «στίγμα» περισσότερο «έντεχνο», θα έλεγε κανείς. Πρόκειται για ηθελημένη «στροφή» ή για ενορχηστρωτικές επιλογές που «επιβλήθηκαν» από τις ίδιες τις συνθέσεις;
Αισθανόμαστε τη λαϊκότητα στην τέχνη με την ορθή της έννοια. Τα «Επαρχιακά μπλουζ» πραγματικά κινούνται και σε διαφορετικές κατευθύνσεις σε σχέση με την πρώτη δουλειά, περιέχουν σχεδόν όλες τις μέχρι τώρα επιρροές μας, αλλά οι βάσεις είναι οι ίδιες. Δεν υπάρχει δηλαδή κάποια δεδομένη ενορχηστρωτική κατεύθυνση στον δίσκο, είναι όπως το είπες, οι ίδιες οι συνθέσεις καθορίζουν και τον χαρακτήρα της δουλειάς.
Μιλήστε μας λίγο για τη σχέση σας με την ποίηση. Και στον πρώτο δίσκο αλλά και στον καινούριο, η ποίηση «στοιχειώνει» τη μουσική σας. Αναγνωστάκης, Σαχτούρης, Ουράνης… είναι μερικά από τα ονόματα των ποιητών με τους οποίους μέχρι στιγμής έχετε «συναντηθεί», τουλάχιστον δισκογραφικά…
Μας συγκινούν οι ποιητές που απαρνήθηκαν την κανονικότητα, τις χαρές που πηγάζουν μέσα από τον συμβατικό τρόπο ζωής και μετουσιωθήκαν σε κάτι άλλο, υπερβατικό. Τους αποκαλούμε «αρνητές». Ο Σαχτούρης έκαψε τα βιβλία της Νομικής για να δοθεί αποκλειστικά στην ποίηση και οι γονείς του νόμισαν ότι τρελάθηκε, ο Ε.Χ. Γονατάς είχε τέτοιο δέσιμο με τα σκυλιά του και τις γάτες του που όταν αυτά πεθαίνανε τα έθαβε στον κήπο να γίνουν δέντρα… όλοι υπερέβησαν με κάθε δυνατό τρόπο την πραγματικότητα κι έτσι γίνανε πιο αγνοί.
Παράλληλα με τους ποιητές, φαίνεται πως σας εμπνέουν και ιστορικές προσωπικότητες. Στα «Επαρχιακά μπλουζ» υπάρχει ένα τραγούδι-αναφορά στον Τζούλιο Καΐμη. Τι ήταν αυτό που σας κέντρισε στη συγκεκριμένη προσωπικότητα και σας κινητοποίησε να γράψετε τους συγκεκριμένους στίχους;
Ο Καΐμης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση. Τον «γνώρισαμε» μέσα από το έργο του Ηλία Πετρόπουλου «Υπόκοσμος και Καραγκιόζης». Εκεί, ο Πετρόπουλος κάνει μια μικρή αλλά ουσιαστική αναφορά στον Καΐμη και έτσι ξεκίνησαμε να ψάχνουμε γι’ αυτόν κυρίως μέσω διαδικτύου. Στη συνέχεια βρήκαμε και κάποια βιβλία του. Πολύπλευρη προσωπικότητα και ιδιόρρυθμη γι’ αυτό και είναι σχεδόν άγνωστος. Ασχολήθηκε ως μελετητής με την ελληνική αρχιτεκτονική, με την ελληνική ύπαιθρο, ήταν ζωγράφος, αλλά το σημαντικότερο έργο του υπήρξε η μελέτη του ελληνικού Καραγκιόζη. Θέλαμε να γνωρίσουμε περισσότερα πράγματα γι’ αυτόν. Το τραγούδι που φτιάξαμε αφορά στον Καΐμη ως ιστορικό πρόσωπο και όχι ως μελετητή.
Συνεργασίες παλιές που τείνουν να γίνουν… διαχρονικές, αλλά και καινούριες. Ας ξεκινήσουμε από τις πρώτες. Αργύρης Μπακιρτζής. «Συνοδοιπόρος» σας στο ξεκίνημα, αλλά συμμετέχει και στον καινούριο σας δίσκο…
Η μουσική του Αργύρη Μπακιρτζή υπήρξε μια από τις βασικές μας επιρροές. Όταν λοιπόν είχαμε έτοιμα τα τραγούδια του πρώτου δίσκου τού προτείναμε συνεργασία. Εκεί έκανε μια μικρή αλλά ιδιαίτερη συμμετοχή. Στον δεύτερο δίσκο ερμηνεύει το τραγούδι για τον Τζούλιο Καΐμη κι αυτό γιατί θελήσαμε να αποδοθεί ο Καΐμης ως ιστορικό πρόσωπο από μια «βαρύνουσα» φωνή όπως αυτή του Αργύρη. Μας εκτίμησε και μας τίμησε από την αρχή.
Και ερχόμαστε στις καινούριες: Θανάσης Γκαϊφύλλιας. Ο τραγουδοποιός που διαμένει εδώ και χρόνια μόνιμα στην Κομοτηνή φαίνεται να σας έχει «υιοθετήσει» τελευταία, αφού εμφανιστήκατε μαζί του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ενώ το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018 σας έχει καλέσει να παρουσιάσετε τον νέο σας δίσκο στην Κομοτηνή. Πείτε μας λίγα πράγματα για τη συνεργασία σας…
Δεν είναι ακριβώς… υιοθεσία. Η αφορμή για να γνωρίσουμε τον Θανάση υπήρξε το τραγούδι «Κάθε πρωί» από τη νέα δουλειά που αφορά στην ποίηση του Σαχτούρη. Έχει ένα τροβαδούρικο ύφος ως τραγούδι και γι’ αυτόν τον λόγο αναζητήσαμε έναν γνήσιο τροβαδούρο. Προέκυψε πραγματικά μια υπέροχη σχέση και συνεργασία η οποία μας οδήγησε από το αρχαίο θέατρο της Μαρώνειας έως και το Μέγαρο. Και ο Θανάσης και ο Αργύρης μάς αποδέχθηκαν μεγαλόψυχα.
Να κλείσουμε την κουβέντα μας με μια ερώτηση που θα μπορούσε να είναι και η πρώτη. Γιατί «Βαρέα & Ανθυγιεινά»;
Αυθαίρετα. Δεν ξέρουμε ακριβώς. Ίσως έχει κάποια σύνδεση με τη δουλειά μας. Είναι απλά ένα όνομα…