Μάγδα Καρακατσάνη: Η Διαμεσολάβηση είναι μια έμπρακτη απόδειξη του πολιτισμού μας

Η Καβαλιώτισσα Δικηγόρος και Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια εξηγεί μια νέα διαδικασία που μπαίνει στις ζωές μας - Συχνές ερωτήσεις και χρήσιμες απαντήσεις σε «απλά ελληνικά»

Μια πιο «ανθρώπινη» αλλά και, σε πολλές περιπτώσεις, πιο γρήγορη και αποτελεσματική διαδικασία. Έτσι περιγράφουν τη Διαμεσολάβηση όσοι τη γνωρίζουν, συγκρίνοντάς τη με αυτήν της δικαστικής «οδού» που, ειδικά στην Ελλάδα, μπορεί να είναι πολύ… «μακριά»!

Η Διαμεσολάβηση βάζει τον άνθρωπο και πάλι στο επίκεντρο. Του δίνει τον έλεγχο του προβλήματός του, της σύγκρουσής του, της νομικής του διαφοράς και του δίνει τη μοναδική ευκαιρία να συζητήσει με την άλλη πλευρά, να ακούσει τις δικές της θέσεις, να αποφορτιστεί και τελικά να συμφωνήσει, με τη βοήθεια του Διαμεσολαβητή και την υποστήριξη του δικηγόρου του, την επίλυση της διαφοράς του.

Τι ακριβώς όμως είναι η Διαμεσολάβηση; Σε ποιους αφορά; Πότε, πώς και από ποιους γίνεται; Παρά το γεγονός ότι ο θεσμός «μετράει» στην Ελλάδα σχεδόν δέκα χρόνια «ζωής», οι περισσότεροι πολίτες δεν γνωρίζουν τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα.




Το KAVALA POST μίλησε με τη Μάγδα Καρακατσάνη, μία από τις πρώτες δικηγόρους της Καβάλας που έσπευσε να λάβει την ειδική εκπαίδευση αρχικά και την απαραίτητη διαπίστευση αμέσως μετά από το Υπουργείο Δικαιοσύνης ως Διαμεσολαβήτρια.

Η κ. Καρακατσάνη δηλώνει υπέρμαχος της εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών, δεδομένων των πολλαπλών ωφελειών (κόστος, ταχύτητα, απόρρητο) της διαδικασίας αυτής και διεξάγει διαμεσολαβήσεις στο Γραφείο Διαμεσολάβησής της στην Καβάλα, παρέχοντας, όπως λέει, «τα εχέγγυα της ουδετερότητας, της αμεροληψίας, της ανεξαρτησίας και της εμπιστευτικότητας».

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, η Μάγδα Καρακατσάνη απαντάει με τρόπο συνοπτικό και εύληπτο τις βασικές αρχές της Διαμεσολάβησης.

Photo: Yannis Gouzidis

Η Διαμεσολάβηση ως διαδικασία είναι εντελώς διαφορετική από τη δικαστηριακή πρακτική…

Κυρία Καρακατσάνη, ας ξεκινήσουμε από τα… βασικά. Τι είναι Διαμεσολάβηση;
Κατ’ αρχάς πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η Διαμεσολάβηση αφορά αποκλειστικά και μόνον τις υποθέσεις Αστικού Δικαίου και όχι Ποινικού. Προκειμένου να γίνει όσο το δυνατόν πιο κατανοητή η έννοια, μπορούμε να πούμε ότι η Διαμεσολάβηση είναι μία εξωδικαστική διαδικασία στην οποία γίνεται προσπάθεια να επιλυθεί μία διαφορά. Δύο ή και περισσότερα πρόσωπα, τα οποία καλούμε «μέρη», προσπαθούν να επιλύσουν τη διαφορά που έχουν μεταξύ τους με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή. Τα μέρη μπορεί να είναι είτε φυσικά πρόσωπα (άτομα) είτε νομικά πρόσωπα (εταιρίες, σωματεία, ομάδες κ.λπ.).

Ποιοί συμμετέχουν σε μια διαδικασία Διαμεσολάβησης;
Οι συμμετέχοντες είναι τα μέρη που διαφωνούν, οι δικηγόροι τους και ο Διαμεσολαβητής. Σε κάποιες περιπτώσεις –και μόνον εφόσον τα μέρη συμφωνούν– μπορεί να συμμετέχει και τρίτο πρόσωπο το οποίο θα διευκρινίσει με τις γνώσεις  του (επιστημονικές ή επί περιστατικών) κάποια θέματα επί της διαφωνίας των μερών.

Πού διεξάγεται συνήθως μια Διαμεσολάβηση;
Η Διαμεσολάβηση διεξάγεται κατά κανόνα στο γραφείο του Διαμεσολαβητή. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που το ένα από τα μέρη βρίσκεται σε διαφορετικό τόπο και η μετάβασή του στο γραφείο του Διαμεσολαβητή είναι δύσκολη (π.χ. το ένα μέρος βρίσκεται στην Καβάλα και το άλλο στην Αθήνα ή ακόμη και στο εξωτερικό). Σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζεται η τηλεδιάσκεψη, όπου το ένα μέρος βρίσκεται στο γραφείο του Διαμεσολαβητή και το άλλο μέρος βρίσκεται σε έναν χώρο δικό του και η επικοινωνία γίνεται μέσω Skype ή κάποιας άλλης πλατφόρμας τηλεδιάσκεψης.

Είναι υποχρεωτική η παρουσία δικηγόρου στη Διαμεσολάβηση;
Υπό το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, το κάθε ένα από τα μέρη παρίσταται υποχρεωτικά με τον νομικό του παραστάτη (δικηγόρο). Η ανάγκη να υπάρχει η παρουσία δικηγόρων είναι προφανής, τόσο κατά την διάρκεια των συνομιλιών όσο και κατά την κατάρτιση της συμφωνίας και των όρων της.

Σε τι διαφέρει από μία δίκη;
Ως διαδικασία δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη γνωστή διαδικασία που ακολουθείται στις δίκες (δικαστής, γραμματέας, μάρτυρες, καταθέσεις κ.λπ.). Η Διαμεσολάβηση δεν διεξάγεται σε δικαστικές αίθουσες, με ακροατήριο, αλλά στο γραφείο του Διαμεσολαβητή. Απαγορεύεται να γίνει γνωστό ακόμη και ότι έχει διεξαχθεί ή πρόκειται να διεξαχθεί Διαμεσολάβηση. Στη Διαμεσολάβηση δεν υπάρχει δικαστής. Δεν υπάρχουν μάρτυρες, δεν υπάρχει γραμματέας και δεν τηρούνται πρακτικά. Τα άτομα που έχουν μια διαφορά δεν ονομάζονται πλέον αντίδικοι, αλλά «μέρη που διαφωνούν». Ανά πάσα στιγμή μπορεί οποιοδήποτε από τα μέρη να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, χωρίς καν να δικαιολογηθεί και χωρίς αυτό να έχει κάποια συνέπεια.
Μία από τις ουσιώδεις διαφορές είναι επίσης η δημοσιότητα. Ειδικότερα, η δημοσιότητα που επιβάλλεται στις δίκες για λόγους διαφάνειας, εδώ απαγορεύεται αυστηρά. Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται η δυνατότητα να μπορούν τα μέρη άφοβα να εκφραστούν, χωρίς δηλαδή να καταπιέζονται για το αν θα κοινοποιηθεί στο ευρύ κοινό οτιδήποτε αφορά στον ιδιωτικό τους βίο. Επιπλέον, αν τα μέρη τελικώς δεν καταλήξουν σε συμφωνία, οτιδήποτε ειπώθηκε κατά τη διάρκεια της Διαμεσολάβησης, απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί σε δίκη.
Γίνεται επομένως σαφές ότι η Διαμεσολάβηση ως διαδικασία είναι εντελώς διαφορετική από τη δικαστηριακή πρακτική.

Photo: Yannis Gouzidis

Ο Διαμεσολαβητής δεν είναι δικαστής, δεν παίρνει το μέρος κανενός, δεν υποδεικνύει λύσεις, ούτε καν εκφράζει την άποψή του. Μόνον εφόσον του ζητηθεί από τα μέρη να εκφράσει την άποψή του, μπορεί να το κάνει. Διαφορετικά απαγορεύεται ρητώς…

Ποιος είναι ο ρόλος του Διαμεσολαβητή;
Ο Διαμεσολαβητής είναι, θα λέγαμε, ο συντονιστής της διαδικασίας και ο εγγυητής της τήρησης των αρχών που τη διέπουν. Είναι αυτός που, χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες τεχνικές, θα προσπαθήσει να φέρει τα μέρη σε διάλογο, με σκοπό να βρουν την κατάλληλη λύση για την διαφορά τους.
Ο Διαμεσολαβητής δεν είναι δικαστής, δεν παίρνει το μέρος κανενός, δεν υποδεικνύει λύσεις, ούτε καν εκφράζει την άποψή του. Μόνον εφόσον του ζητηθεί από τα μέρη να εκφράσει την άποψή του, μπορεί να το κάνει. Διαφορετικά απαγορεύεται ρητώς. Επιβάλλεται μάλιστα, να είναι ουδέτερος και αμερόληπτος. Είναι επίσης σημαντικό να πούμε, ότι εάν ο Διαμεσολαβητής έχει προηγούμενη επαγγελματική, συγγενική ή φιλική σχέση με κάποιο από τα μέρη, τότε οφείλει να μην αποδεχθεί τον διορισμό του. Εάν βέβαια θεωρεί ότι θα παραμείνει ανεπηρέαστος, τότε είναι υποχρεωμένος να ενημερώσει τα μέρη σχετικώς και εφόσον αυτά το αποδεχθούν, μπορεί να συνεχίσει τη διεξαγωγή της Διαμεσολάβησης.
Θα πρέπει εδώ να τονίσω ότι στη χώρα μας η πλειονότητα των Διαμεσολαβητών είναι δικηγόροι, γεγονός που διευκολύνει στην κατανόηση των νομικών ζητημάτων που ενδεχομένως να ανακύπτουν κατά την επίλυση της διαφοράς. Στην περίπτωση δε, που κατά την συζήτηση χρειαστεί η συνδρομή ατόμων με εξειδικευμένες γνώσεις (π.χ. μηχανικοί, ιατροί, κ.ά.) εφόσον τα μέρη συμφωνούν, μπορούν να συμμετέχουν ώστε να εισφέρουν την επιστημονική τους άποψη.

Πώς ολοκληρώνεται η διαδικασία;
Η διαδικασία ολοκληρώνεται είτε όταν τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία –την οποία καταγράφουν και εν συνεχεία καταθέτουν στο αρμόδιο δικαστήριο– είτε όταν δεν καταλήγουν σε συμφωνία, οπότε ο διαμεσολαβητής συντάσσει το λεγόμενο «πρακτικό αποτυχίας».

Ποια η ισχύς μιας τέτοιας συμφωνίας; 
Το συμφωνητικό που συντάσσεται στην περίπτωση της Διαμεσολάβησης και που αποκαλείται Πρακτικό Επίτευξης Συμφωνίας Διαμεσολάβησης αποτελεί τίτλο που εκτελείται απευθείας (τίτλος εκτελεστός), χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή δίκης. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν τηρηθούν οι όροι και οι συμφωνίες του, τότε το μέρος που θίγεται μπορεί απευθείας να το εκτελέσει (το επιδίδει με δικαστικό επιμελητή στο μέρος που το παραβίασε, και αν δεν συμμορφωθεί ακολουθείται η διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως –κατάσχεση, πλειστηριασμός κ.λπ.–, αναλόγως το αντικείμενο της συμφωνίας).

Ποια είναι τα οφέλη της Διαμεσολάβησης;
Αναμφίβολα η Διαμεσολάβηση παρέχει οφέλη σε πολλαπλά επίπεδα.
Η προστασία από τη δημοσιοποίηση συνιστά ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα, αφού τίποτε απολύτως δεν κοινολογείται. Για παράδειγμα, στις υποθέσεις Οικογενειακού Δικαίου (διατροφές, επιμέλεια τέκνων, συμμετοχή στα αποκτήματα γάμου κ.λπ.) που διεξάγονται στις κατάμεστες δικαστικές αίθουσες ακούγονται, συνήθως, όλες οι πτυχές της οικογενειακής ζωής. Αντίθετα, στη Διαμεσολάβηση οτιδήποτε και να ειπωθεί –πέραν του γεγονότος ότι ακούγεται μόνο από τους συμμετέχοντες και από κανέναν άλλον– επιπλέον, απαγορεύεται να δημοσιοποιηθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Η ταχύτατη επίλυση της διαφοράς. Σε αντίθεση με τις δικαστικές αποφάσεις, το Πρακτικό Επίτευξης Συμφωνίας Διαμεσολάβησης συντάσσεται τη στιγμή της συμφωνίας. Την ίδια ημέρα και το αργότερο την επόμενη, το μέρος που το επιθυμεί, καταθέτει το πρακτικό στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου και απευθείας έχει στα χέρια του τον εκτελεστό τίτλο, που σε περίπτωση δίκης θα απαιτούνταν μήνες μέχρι και έτη για να τον αποκτήσει.
Μειωμένο κόστος. Όπως γίνεται αντιληπτό, το γεγονός ότι με την επίτευξη συμφωνίας Διαμεσολάβησης αποφεύγονται σωρεία διαδικαστικών πράξεων (διεξαγωγή τουλάχιστον δύο δικών – Πρωτοδικείο, Εφετείο) καθιστά τη Διαμεσολάβηση σαφέστατα πιο οικονομική διαδικασία. Επιπλέον, η αμοιβή του Διαμεσολαβητή βαρύνει κατ’ ισομοιρίαν τα μέρη. Κατά την κατάθεση του πρακτικού στη γραμματεία του δικαστηρίου προσκομίζεται παράβολο ποσού πενήντα (50,00) ευρώ, το οποίο βαρύνει τον καταθέτη, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Το δε, απόγραφο εκδίδεται ατελώς.

Είναι υποχρεωτική η Διαμεσολάβηση;
Η Διαμεσολάβηση είναι μία εκούσια διαδικασία. Δηλαδή, τα μέρη προσέρχονται αυτοβούλως. Κατ’ ουσίαν, με τη συνδρομή των δικηγόρων τους επιλέγουν τον Διαμεσολαβητή και προχωρούν στη διαδικασία.
Για ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων υπάρχει η υποχρέωση πριν την εκδίκασή τους να «περάσουν» από το πρώτο στάδιο της διαμεσολάβησης. Ενδεικτικά, πρόκειται για οικογενειακές διαφορές (διατροφές, επιμέλεια τέκνων, μετοίκηση, κ.λπ.), διαφορές με αντικείμενο αξίας μεγαλύτερο των 30.000,00 ευρώ, καθώς και διαφορές που το αντικείμενό τους δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα.
Στις περιπτώσεις αυτές τα μέρη υποχρεούνται πριν την εκδίκαση της υπόθεσής τους να προσέλθουν σε κοινή συνάντηση στο γραφείο του Διαμεσολαβητή, ώστε να ενημερωθούν σχετικά με τη δυνατότητά τους να επιλύσουν τη διαφορά τους μέσω της Διαμεσολάβησης. Αν μετά την ενημέρωσή τους επιθυμούν να συνεχίσουν την επίλυση της διαφοράς τους μέσω της Διαμεσολάβησης, τότε προχωρούν κανονικά την διαδικασία. Αν όμως επιθυμούν να επιλύσουν δικαστικώς την διαφορά τους, μετά την ενημέρωση αποχωρούν, λαμβάνοντας από τον Διαμεσολαβητή το λεγόμενο Πρακτικό Περάτωσης Αρχικής Υποχρεωτικής Συνεδρίας.

Κυρία Καρακατσάνη, ποια είναι η προσωπική σας εμπειρία από τον θεσμό της Διαμεσολάβησης;
Η Διαμεσολάβηση, παρόλο που μπήκε στην ελληνική έννομη τάξη ήδη από το έτος 2010, στην πραγματικότητα ένα ελάχιστο μέρος των ιδιωτικών διαφορών έχει επιλυθεί με τη διαδικασία αυτή. Μετά από τροποποιήσεις που έλαβαν χώρα όλα αυτά τα 10 χρόνια, τελικώς μόλις φέτος –και συγκεκριμένα από τα μέσα Ιανουαρίου 2010– ξεκίνησε μια πιο οργανωμένη εφαρμογή του Νόμου. Δυστυχώς, λόγω της συγκυρίας της πανδημίας που πλήττει την υφήλιο, όλες οι νομικές διαδικασίες –μεταξύ αυτών και η Διαμεσολάβηση– έχουν ανασταλεί.
Προσωπικά, είχα τη μεγάλη χαρά να διεξάγω στο γραφείο μου με επιτυχία μία εκούσια Διαμεσολάβηση Οικογενειακού Δικαίου (διατροφή τέκνων) και παράλληλα να μου ανατεθούν δύο περιπτώσεις Υποχρεωτικής Διαμεσολάβησης, οι οποίες λόγω της πανδημίας έχουν ανασταλεί.
Προτείνω ανεπιφύλακτα τη Διαμεσολάβηση ως διαδικασία επίλυσης των διαφορών. Πέραν των εμφανών πλεονεκτημάτων της, η Διαμεσολάβηση συνιστά κυρίαρχα έμπρακτη απόδειξη του πολιτισμού. Η ικανότητά μας να συζητούμε και η δυνατότητά μας να συναποφασίζουμε είναι ο θεμέλιος λίθος της κοινωνίας μας. Ας την εκμεταλλευτούμε!

Photo: Yannis Gouzidis