Εις μνήμην Μανώλη και Μαρίας Διπλού (Β΄ μέρος)

Ένα ακόμη αφήγημα που δημοσιεύεται για πρώτη φορά, από το Ψηφιακό Αρχείο Μακρονήσου


 

Του Μπάμπη Γαμβρέλη

 


Στο προχθεσινό κείμενο-αφιέρωμα στο Ψηφιακό Μουσείο Μακρονήσου υπήρξε και μία μικρή αναφορά στο βιβλίο-συλλογή του Βαρδή Βαρδινογιάννη και του Παναγιώτη Αρώνη Οι μισοί στα σίδερα, στα περιεχόμενα του οποίου συμπεριλαμβάνονται και τρία μικρά αφηγήματα δύο Καβαλιωτών κρατουμένων. Του Μανώλη και της Μαρίας Διπλού.

Εκτιμώντας ότι οι μαρτυρίες αυτές του Μανώλη και της Μαρίας Διπλού ανήκουν στην πόλη και την Ιστορία της, τις καταθέτω δημόσια ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μεγαλοσύνη και τους αγώνες τους. Σήμερα δημοσιεύεται το δεύτερο μέρος αυτού του μικρού «αφιερώματος».

 

Μανώλης Διπλός
Η καταδίκη και η εκτέλεση του Νίκου Μαλίκη

«Ενάμιση χρόνο μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, και συγκεκριμένα στις 11 του Φλεβάρη 1951, με απόφαση του τακτικού στρατοδικείου Καβάλας, εκτελέστηκε ο Νίκος Μαλίκης, απόφοιτος της Νομικής Σχολής Αθηνών.

Ο Νίκος Μαλίκης γεννήθηκε στο χωριό Βώλακας του νομού Δράμας, από γονείς Σλαβομακεδόνες. Τελείωσε στο χωριό του το δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια γράφτηκε στο Γυμνάσιο της Δράμας. Εκεί, η δικτατορία του Μεταξά θα τον εκδικηθεί για την καταγωγή του. Οι τιμωρίες, οι αποβολές κλπ. θα είναι καθημερινές. Τελευταία τον έδιωξαν για να καταφύγει στο Γυμνάσιο των Γρεβενών, αλλά και ’κει θα τον συνοδεύει το ρατσιστικό μίσος. Τέλος, εγγράφεται στη Νομική Σχολή των Αθηνών και προσχωρεί αμέσως στην ΕΠΟΝ. Αφοσιώνεται και αγωνίζεται με την ψυχή του στις γραμμές της ΕΠΟΝ.

Η απελευθέρωση της πατρίδας μας το 1944 τον βρίσκει στέλεχος της ΕΠΟΝ και πρόεδρο του συλλόγου των επαρχιωτών σπουδαστών, να συνεχίζει τις σπουδές του και τη δράση του στην ΕΠΟΝ. Στο τέλος της Άνοιξης του 1947 καλείται η κλάση του για να υπηρετήσει την θητεία της. Ο Μαλίκης, έχοντας λόγους αναβολής ως φοιτητής και λόγω υπέργηρων γονιών, γράφει στους γονείς του να του στείλουν τα σχετικά πιστοποιητικά για να τακτοποιηθεί. Εν τω μεταξύ, μεσολαβούν οι μεγάλες συλλήψεις του Ζέρβα. Συλλαμβάνεται και ο Μαλίκης και μαζί με χιλιάδες άλλους μεταφέρεται στην Ικαρία και αργότερα στο κολαστήριο της Μακρονήσου. Εκεί θα ζήσει όλη τη δοκιμασία του βασανιστηρίου. Θ’ αντέξει και τελικά θα κλειστεί στο «σύρμα», που κλείνουν όλους όσους δεν υπέγραψαν δήλωση μετανοίας.

Στο διάστημα της παραμονής του στο «σύρμα», θα επισκεφτεί το Μακρονήσι μία ομάδα Ελβετών δημοσιογράφων για να σχηματίσουν γνώμη για το κολαστήριο. Η διοίκηση του στρατοπέδου τούς περιέφερε σ’ όλους του κλωβούς κρατουμένων που έχουν υπογράψει δήλωση. Αποκρύπτει όμως την ύπαρξη του «σύρματος» και αποφεύγει να τους περάσει από το «σύρμα» που είναι κλεισμένοι οι ανυπότακτοι που δεν είχαν υπογράψει.

Ο Μαλίκης είχε πάει στις τουαλέτες του «σύρματος» που βρίσκονταν στη διαχωριστική γραμμή και άκουσε έντονες συζητήσεις στη γαλλική  που τη μιλούσε καλά και κατάλαβε ότι οι ξένοι δημοσιογράφοι ζητούσαν κι άλλους κρατουμένους εκτός από αυτούς που τους είχαν δείξει. Οι άνθρωποι της διοίκησης τούς  βεβαίωναν ότι δεν υπήρχαν άλλοι. Τότε ο Μαλίκης έβαλε τις φωνές στη γαλλική φανερώνοντας την αλήθεια για το «σύρμα». Οι ξένοι δημοσιογράφοι ανέβηκαν στο στρατόπεδο και ο Μαλίκης και οι άλλοι κρατούμενοι τούς εξέθεσαν την κατάστασή τους. Ο Μαλίκης δεν παρέλειψε να τονίσει στους ξένους ότι είχε συνείδηση των συνεπειών που θα είχε αυτή η ενέργεια, αλλά πρόεβη σ’ αυτήν από καθήκον προς τους συντρόφους του. Οι ξένοι επέστησαν την προσοχή της διοίκησης στους φόβους του Μαλίκη και έφυγαν. Όμως ο Μαλίκης πλήρωσε την τόλμη του.

Τον Οκτώβριο του 1950, ο Νίκος Μαλίκης μεταφέρεται στις φυλακές Καβάλας και παραπέμπεται στο τακτικό στρατοδικείο Καβάλας με την κατηγορία της ανυποταξίας εν καιρώ πολέμου.

Η δίκη έγινε στις 31 Ιανουαρίου του 1951. Μάρτυρες δεν εξετάστηκαν. Συνήγορος υπερασπίσεως δεν υπήρχε γιατί όσοι τους ζήτησαν να παρασταθούν αρνήθηκαν και μερικοί ζήτησαν δήλωση μετανοίας. Απ’ τον φάκελό του διαβάστηκε η εξής ένδειξη απ’ το Μακρονήσι: «Ουδεμία βία είναι ικανή να τον κάνει να λυγίσει». Ο Μαλίκης εξήγησε με δέκα λόγια γιατί δεν πήγε αμέσως να καταταγεί, καταθέτοντας τη φοιτητική του ταυτότητα και τα πιστοποιητικά της κοινότητάς του για την ηλικία των γονιών του. Ο βασιλικός επίτροπος ζήτησε την αναβολή της δίκης για «κρείσσονες αποδείξεις». Όμως οι στρατοδίκες αποσύρθηκαν για να επιστρέψουν σε λίγο με ομόφωνη απόφαση σε θάνατο!

Προηγούμενα, τον Μαλίκη τον έβγαλαν έξω από την αίθουσα και μόλις διαβάστηκε η απόφαση διέταξαν να τον φέρουν μέσα. Μπήκε μέσα την ώρα που αποσύρονταν οι στρατοδίκες. Απ’ τα δακρυσμένα μάτια μερικών γυναικών γνωστών του που παρακολουθούσαν τη δίκη, κατάλαβε. Ρώτησε τον γραμματέα του στρατοδικείου: με πόσα; Και εκείνος του απάντησε: παμψηφεί. Ο Νίκος Μαλίκης, όπως ήταν φυσικό, έχασε την ψυχραιμία του και, απευθυνόμενος στους στρατοδίκες, είπε: Είστε δολοφόνοι! Με σκοτώνετε γιατί πίστεψα στη δίκαιη υπόθεση του λαού.

Με διαταγή των στρατοδικών τον άρπαξαν και βίαια τον έβγαλαν έξω, το έβαλαν σ’ ένα τζιπ και τον μετάφεραν στη φυλακή.

Απ’ την καταδίκη μέχρι την εκτέλεσή του μεσολάβησαν 11 μέρες. Τον Μαλίκη τον πήρε το απόσπασμα το πρωί στις 7 και τον πήγαν στην Άσπρη Άμμο, λίγα χιλιόμετρα έξω από την Καβάλα και τον εκτέλεσαν. Λίγο μετά τις 11 η ώρα, ήρθε στη φυλακή εκπρόσωπος της λέσχης φιλελευθέρων κομίζοντας το εξής τηλεγράφημα του υπουργού Εθνικής Άμυνας Σοφοκλή Βενιζέλου: «Συμφωνούντος και του αρχιστρατήγου Αλεξάνδρου Παπάγου, διατάσσομεν την αναβολή της εκτέλεσης του Νικολάου Μαλίκη…».

Βασιλικός επίτροπος στη δίκη αυτή ήταν ο συμπολίτης Αντώνης Δημόπουλος, συμβολαιογράφος αργότερα, τώρα αείμνηστος. Όταν μετά από χρόνια θα τον επισκεφτώ στο γραφείο του για να του μεταφέρω τα αισθήματα ευγνωμοσύνης του εκτελεσμένου Μαλίκη, θα βάλει τους αγκώνες του πάνω στο γραφείο του, θα ακουμπήσει το κεφάλι του μέσα στα χέρια του και θα ξεσπάσει σε λυγμούς λέγοντάς μου: Πρόκειται για πραγματική δολοφονία…».