Η δική μου αλήθεια για το Περιγιάλι. Κάτι κινείται ή κάτι το ακυρώνει για πάντα;

Μερικές σκέψεις από την Ελένη, μια ιδιοκτήτρια «οικοπέδου» στην περιοχή...

Στο Περιγιάλι πάω και στέκομαι απ’ την πλευρά της θάλασσας, δίπλα στον πεθαμένο πρόσφυγα παππού μου, Ευριπίδη, δίπλα στις μακαρίτισσες γιαγιάδες μου, την Ελένη, την αδερφή της Μαρίκα, τη μάνα τους Ζωή, τις από ανάγκη «μπαξεβάνισσες». Από την Προύσα ήρθαν στην Καβάλα, βίαια αποκομμένες από τα μετάξια και τα πλούτη τους, γλιυτώνοντας μόνο τη ζωή τους, πρόσφυγες με το βιός τους σ’ ένα μπογαλάκι. Καπνεργάτες και καπνεργάτριες μάτωσαν να στήσουν πάλι σπίτι και ζωή στη νέα πατρίδα. Πλάι στα μνήματα, τους δόθηκε για κλήρος ένα χωραφάκι, να καλλιεργούν τα ζαρζαβάτια τους οι πιο ηλικιωμένοι της φαμίλιας, που δεν μπορούσαν να δουλεύουν στα καπνά. Αυτό το χωραφάκι το κληροδότησαν στα εγγόνια τους, σ’ εμένα και στον αδερφό μου. Αγροτεμάχιο, που όταν μας το δώρισαν το 1990, ήταν υπό ένταξη στο Σχέδιον Πόλεως, κι έτσι, αφού ήταν και δεν ήταν πλέον στρέμμα, πληρώσαμε ένα κάρο χρήματα ως φόρο κληρονομίας.

Από τότε πέρασαν δεκαετίες τρεις, πέρασαν τρεις γενιές ιδιοκτητών, πέρασαν προεκλογικές εκστρατείες με «σημαία» το Περιγιάλι και δημαρχιακές θητείες με μηδέν έργον  επί της γης του. Ζήσαμε όνειρα θερινής νυκτός και είδαμε σχέδια αναπτυξιακά, που τρίβαμε τα μάτια μας, ακούσαμε υποσχέσεις και μεγάλα λόγια, κάναμε πως τα πιστεύουμε, προσποιήθηκαν κι αυτοί (οι φορείς) πως είχαν όραμα για την ανάπτυξη της πόλης. Άλλωστε για ποιον λόγο όλοι και όλες κόπτονται να γίνουν βουλευτάδες και δημαρχαίοι, βουλευτίνες και δημαρχίνες, αν όχι για το κοινό καλό; Τι άλλο από κοινωνική προσφορά μπορεί να είναι η επιδίωξη εκλογής τους και άσκησης εξουσίας;

Μετά, λοιπόν, και από τα τελευταία δραματικά δέκα χρόνια κρίσης (χρέους, μνημονίων,κλπ ) και ένα χρόνο θανατηφόρας Πανδημίας, μας λένε τώρα οι τοπικοί μας άρχοντες, οι μεν (οι διοικούντες) πως μπήκε στη ράγα κι άρχισε ο χορός των έργων στο Περιγιάλι κι οι δε (η αντιπολίτευση) πως «άνθρακες ο θησαυρός» και δεν θα γίνει πάλι τίποτα. Κι έρχεται σήμερα κι ο τέως βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει τις «ΑΛΗΘΕΙΕΣ που πρέπει να ακουστούν» για το στρατόπεδο Ασημακοπούλου και το Περιγιάλι. Δεν αναλαμβάνει την ευθύνη ούτε καν «στο βαθμό που του αναλογεί» (συνηθισμένη αγαπημένη έκφραση των υπευθυνοανεύθυνων) και μετά από μια πολύ «υποκειμενική» ανάλυση του μεγάλου πολυσύνθετου ζητήματος της προσφυγικής κρίσης, καταλήγει στο συμπέρασμα πως δεν μπορεί να γίνει τίποτα στο Περιγιάλι ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΛΕΦΤΑ. Δει δη χρημάτων…

Για το στρατόπεδο «Ασημακοπούλου»: Αλήθειες που πρέπει να ακουστούν

Αλήθεια, αυτό είναι το πρόβλημά μας, κυρίες και κύριοι; (και δεν γίνεται τίποτα στην πόλη μας, στην χώρα μας ΚΑΙ … στο Περιγιάλι;) Η έλλειψη χρημάτων;

Όχι η έλλειψη οραμάτων;

Και τα χρήματα πού φυτρώνουν; (να πάμε να τα μαζέψουμε από εκεί…)

Τα χρήματα δεν έρχονται είτε από προγράμματα, («ευρωπαϊκά», «περιφερειακά» κλπ όπου, για να ενταχθούμε, ψάχνουμε, σχεδιάζουμε και μοχθούμε…) είτε από άλλους πόρους (με αναπτυξιακά έργα που οραματιζόμαστε, σχεδιάζουμε και υλοποιούμε…);

Αλήθεια, πάλι παίζουν κάποιοι με τον πόνο μας; (τον πόνο των ιδιοκτητών και των κατοίκων του Περιγιαλίου, αλλά και όποιου συμπολίτη πονάει την πόλη του.)

Ως πότε θα μάς εμπαίζουν; (Τι άλλο από εμπαιγμός είναι τα «ήξεις – αφίξεις», οι «εξαγγελίες» και οι υπαναχωρήσεις, η απόσειση ευθυνών και οι φτηνές δικαιολογίες για την ανικανότητα και την απραξία;)

Αλήθεια, είναι «προνομιακή» περιοχή το Περιγιάλι;

Κι αν είναι προνομιακή περιοχή (δίπλα στη θάλασσα και κοντά στο κέντρο της πόλης, με εύκολη πρόσβαση σε οδικούς άξονες κλπ), τότε γιατί επιτρέψατε την εγκατάσταση των δυστυχών προσφύγων στο στρατόπεδο Ασημακοπούλου, που διεκδικούσε η πόλη μας για πάρκο; Δεν υπήρχαν άλλες περιοχές, λιγότερο προνομιακές, όπου η εγκατάσταση των προσφύγων θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης για τις τοπικές κοινωνίες και την οικονομία τους;  Δεν είχε- και έχει- η χώρα μας ή ο νομός μας άλλα μέρη- που δεν προορίζονται για τουριστική ή άλλη ανάπτυξη- ή εγκαταλελειμμένα κτίρια όπου θα μπορούσε να οργανωθεί, ίσως και καλύτερα, το κέντρο φιλοξενίας;

Ανωτέρα βία, μας είπατε, εθνικοί λόγοι, κι εμείς τι; Πιστέψαμε πως είναι προσωρινή η εγκατάσταση των προσφύγων και θα γίνει μετεγκατάστασή τους μέχρι τέλους του 2020; Κι έρχεστε τώρα και νίπτετε όλοι τας χείρας σας; Άρα φταίει η τοπική κοινωνία που δεν ξεσηκώθηκε; Φταίω πάλι εγώ; ( η τελευταία κι η πρώτη τρύπα του ζουρνά, που δεν ξεσηκώθηκα και δεν προστάτεψα τη γη των προσφύγων προγόνων μου;)

Αναλαμβάνω, λοιπόν την ευθύνη, («στο βαθμό που μου αναλογεί») και δηλώνω πως δεν μου φταίνε ούτε οι πρόσφυγες ούτε η δομή στου Ασημακοπούλου, που το χωράφι μου δεν είναι ακόμα εκμεταλλεύσιμο, αλλά φταίει το κακό το ριζικό μου, που οι δρόμοι δεν έχουν χαραχτεί, φταίει η ζωή που μας μισεί, που τα έργα ύδρευσης και αποχέτευσης δεν έχουν γίνει, φταίει το κεφάλι το κακό μου, που η ζωή είναι τόσο σύντομη και δεν προλαβαίνουμε, φταίει πρώτα απ’ όλα το κρασί, που η επόμενη γενιά θα κληρονομήσει κι αυτή ένα χωράφι, (μπορεί μαζί με χρέη στην Εφορία και πρόστιμα αν δεν το ξεχορταριάζει) φταίει που δεν ξέρουμε ποιος και τι μας φταίει, και που δεν βάζουμε πλάτες σε τίποτα, που πάει να γίνει κι έτσι δεν μπορεί να γίνει ΤΙΠΟΤΑ.

(Ο εμπαιγμός και η κοροϊδία μας, των 2500-3000 ιδιοκτητών «οικοπέδων», συνεχίζεται από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς που άσκησαν διοίκηση όλα αυτά τα χρόνια μέχρι και σήμερα που καλούμαστε να πληρώσουμε εισφορά σε χρήμα για την υποτιθέμενη υλοποίηση του σχεδίου, κάτι ποσά που αρχίζουν από δέκα χιλιάδες ευρώ και φτάνουν στα εκατό ανάλογα με το μέγεθος της ιδιοκτησίας που έχει ο κάθε τυχερός ή άτυχος συμπολίτης στο πολύπαθο Περιγιάλι…  Ούτε οι παππούδες μου ούτε ο πατέρας μου ούτε εγώ-τρίτη γενιά ιδιοκτητών – δεν κερδίσαμε τίποτα από αυτήν την «περιουσία», μόνο πληρώνουμε φόρους και εισφορές… Και δεν ξέρουμε σήμερα αν θα κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας οικόπεδα προς αξιοποίηση ή μόνο ένα χρέος στην εφορία…

Όσοι λέμε τις «αλήθειες» μας, ας σκεφτόμαστε πριν μιλήσουμε και τους εμπλεκόμενους στο πρόβλημα, με περισσότερη ενσυναίσθηση και ανθρωπισμό.

Κι όταν κάποιος πάει να κάνει ΚΑΤΙ, ας μη σπεύδουμε να τον κατηγορήσουμε, να τον μειώσουμε, για να μη φανεί η δικιά μας ανεπάρκεια. Ακόμα και το ΛΙΓΟ, είναι ΚΑΤΙ προτιμότερο από το ΤΙΠΟΤΑ.  Δεν ήμουν πάντα τόσο ολιγαρκής…

Το Περιγιάλι ως πρόβλημα δεν είναι, φυσικά, μόνο θέμα της Καβάλας, που αφορά τους μικρούς ή μεγάλους ιδιοκτήτες γης αλλά αντικατοπτρίζει τις παθογένειες ενός συστήματος (πολιτικού- αυτοδιοικητικού) το οποίο δεν έμαθε να προασπίζει το συμφέρον των πολιτών του και να εντάσσει σε ευρωπαϊκά ή εθνικά προγράμματα το πολεοδομικό μέλλον και την πράσινη ανάπτυξη ολόκληρων περιοχών. Κι όμως σε αντίστοιχες ευρωπαϊκές περιπτώσεις η επιτυχία ή αποτυχία των πολιτικών και τοπικών αρχόντων θα κρινόταν από την ένταξη ενός παρόμοιου έργου στη ζωή της πόλης.)

Κλείνοντας, ελπίζω το υπεραστικό ΚΤΕΛ που χτίζεται στο Περιγιάλι να μη μείνει στα μπετά, που βρίσκεται τώρα, ο κεντρικός δρόμος, που θα περνάει πίσω από το Ασημακοπούλου, να μη μείνει στα σχέδια, ο νυν δήμαρχος να βρει χρηματοδότηση των αναγκαίων έργων υποδομής και όλοι εσείς οι φορείς που θέλετε μια καλύτερη πόλη- κι εμείς οι πολίτες μαζί- να βάλουμε πλάτες και να βοηθήσουμε, ο καθένας από το πόστο του, να βρεθούν οι πόροι, γιατί φυσικά και ένας δήμαρχος σε μια θητεία δεν μπορεί να κάνει ως δια μαγείας ΕΡΓΑ, που δεν έγιναν επί σαράντα χρόνια (όσο από λόγια, άλλο τίποτα, χορτάσαμε «γλωσσοφαγιά»…)

Ελένη, ιδιοκτήτρια «οικοπέδου» στο Περιγιάλι


Το πλήρες όνομα της συντάκτριας είναι στη διάθεσή μας. Η ίδια παρακάλεσε για τη μη δημοσίευσή του, διότι, όπως σημειώνει, «δεν θέλω να εκθέσω στους αναγνώστες προσωπικά μου δεδομένα και επίσης θεωρώ πως η ανωνυμία μου δεν αποδυναμώνει την έκφραση των συναισθημάτων και των σκέψεών μου, που δεν θίγουν προσωπικά κανέναν, μόνο τα κακώς κείμενα. Άλλωστε απευθύνομαι με αυτήν μου την ιδιότητα στους συμπολίτες και τοπικούς άρχοντες και όχι με το όποιο βάρος ή την ασημαντότητα του ονόματός μου».