Του Μπάμπη Γαμβρέλη
Επειδή σήμερα πολλά θα ειπωθούν και θα ακουστούν για τον Βασίλη, επιτρέψτε μου να παρεκκλίνω λίγο από το κλίμα της εκδήλωσης και να σας μιλήσω για ένα Peugeot 104. Μοντέλο του ’75, δίθυρο, χρώματος μπεζ.
Συνήθως το συναντούσα παρκαρισμένο στην οδό Κύπρου, κοντά στην αίθουσα εκδηλώσεων του Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών. Λογικά θα ήταν παρκαρισμένο εκεί για πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι στο δικό του το σπίτι. Με τον καιρό, εξελίχθηκε σαν ένα είδος τοπόσημου της περιοχής, ταυτισμένο με τα όνειρα και τους στόχους μιας υπέροχης συνάφειας. Και ενός οδηγού, το έργο του οποίου έμελε να καθορίσει το πολιτιστικό τοπίο της πόλης από τη δεκαετία του ’80 μέχρι και τις μέρες μας…
– – –
Για το Peugeot 104, λοιπόν…
Μου συστήθηκε με αναμμένη τη μηχανή του. Ήταν σαν να μου έλεγε «άργησες», άλλα εγώ προσπέρασα γρήγορα την ευγενική του παρατήρηση και πήρα θέση συνοδηγού. Προορισμός μας, το Αεροδρόμιο της Χρυσούπολης και αποστολή μας, η υποδοχή και η παραλαβή της πολυμελούς ομάδας των καλλιτεχνών που συνόδευαν τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Μίκη Θεοδωράκη για τις δύο συναυλίες τους στο Αρχαίο Θέατρο των Φιλίππων.
Στον Μίκη –δειλά και με αρκετό σφίξιμο– πήγαμε και του συστηθήκαμε ως «σύντροφοι» και αν ήθελε να τον μεταφέρουμε εμείς στην Καβάλα. «Χαρά μου», είπε εκείνος και με τον γνωστό του αυθορμητισμό ενημέρωσε αμέσως τους υπολοίπους που ήδη είχαν αρχίσει να επιβιβάζονται στο λεωφορείο, περιμένοντας υπομονετικά τον αργοπορημένο Μάνο.
Κατευθυνθήκαμε στο σημείο όπου μας περίμενε το Peugeot. Ο Μίκης κατάφερε με δυσκολία να χωρέσει και να βολευτεί στο μπροστινό κάθισμα, αλλά αυτό λίγο τον ένοιαξε. «Δεν θα πάμε και στο Παρίσι», είπε, και φρόντισε με τον τρόπο του να νιώσουμε άνετα μαζί του. Το πρώτο σφίξιμο είχε φύγει…
Έφτασε και ο Χατζιδάκις. Επιβιβάστηκε στο λεωφορείο και ο Βασίλης, αφού βεβαιώθηκε ότι όλα είναι τακτοποιημένα, πήρε θέση οδηγού, έπιασε το τιμόνι και έστριψε το κλειδί της μηχανής. Σιγή. Ξαναδοκιμάζει. Τα ίδια. Η τρίτη του προσπάθεια δεν αφήνει κανένα περιθώριο: πρέπει να κατεβούμε και να σπρώξουμε!
Κατεβαίνει ο Μίκης, από πίσω του και εγώ. Πιάνουμε θέση δεξιά κι αριστερά και ξεκινάμε. Στα δέκα, δεκαπέντε μέτρα, ακούγεται ανακουφιστικά ο θόρυβος της μηχανής. Ο Μίκης τινάζει για λίγο τα χέρια του και στρέφεται προς τους επιβάτες του λεωφορείου που είχαν αρχίσει τα γέλια και τα πειράγματα. «Έτσι συμβαίνει», τους λέει. «Το Κόμμα αργεί να πάρει μπρος, άλλα άμα πει να πάρει, δεν το σταματάει τίποτε! Φύγαμε, σύντροφοι…»!
Και από τότε εγώ να περιμένω πότε θα γίνει το ΚΚΕ, Peugeot για πάρει μπρος…
– – –
Μήνας Οκτώβριος, χρονιά του ’84. Η πόλη θα υποδεχτεί τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Όλα είναι έτοιμα για τη βραδινή εκδήλωση στο Αμφιθέατρο και εμείς στη μία το μεσημέρι, ξεκινάμε από τη Στέγη για Θεσσαλονίκη. Το φθινόπωρο έχει μπει για τα καλά. Άλλοι καιροί τότε. Διασχίζουμε την παλιά Εθνική μέσα σε ψιλόβροχο και ομίχλη. Οι υαλοκαθαριστήρες τρίζουν στις άκρες του παρμπρίζ, αφήνοντας στο πέρασμά τους μικρά σημάδια ψύχρας. Το ραντεβού με τον Αγγελόπουλο και την Εύα Κοταμανίδου είναι για τις τέσσερις το απόγευμα, στο Μακεδονία Παλλάς.
Στον Στρυμόνα, στις άκρες του δρόμου, συναντάμε αγρότες με τα τρακτέρ. Στο ραδιόφωνο ακούμε κάτι για μπλόκα, αλλά δεν δίνουμε σημασία. Έχει πάει δύο η ώρα και κάπου μετά την Ασπροβάλτα εμφανίζεται και δεύτερη ομάδα αγροτών με τα δικά της τρακτέρ. Έχει κοπάσει και η βροχή…
Ένα τέταρτο πριν τις τέσσερις, φτάνουμε στο Μακεδονία Παλλάς. Στην άκρη του σαλονιού διακρίνουμε την Εύα Κοταμανίδου. Συστηνόμαστε, μας λέει ευγενικά να περιμένουμε λίγο μέχρι να κατέβει ο Θόδωρος, και για λίγο επικρατεί σιωπή και αμηχανία.
Σε λίγο ανοίγει η πόρτα του ασανσέρ και εμφανίζεται ο Αγγελόπουλος με τη σύζυγό του. Τους χαιρετισμούς και τις συστάσεις θα τις συνοδεύσει απρόσμενα και η επιθυμία του σκηνοθέτη να έρθει μαζί μας και η σύζυγός του. Στο άκουσμα της επιθυμίας του, η Εύα Κοταμανίδου με πιάνει από το χέρι και με τρόπο με τραβάει στην άκρη ενός καναπέ για να μου ψιθυρίσει ότι μαζί στο ίδιο αυτοκίνητο δεν γίνεται να ταξιδέψει.
Η ώρα έχει πάει τέσσερις και μισή. Ο Βασίλης ενημερώνεται για τις «λεπτομέρειες» και σπεύδει να μετακινήσει το Peugeot από το πάρκινγκ του ξενοδοχείου προς την είσοδό του και ταυτόχρονα να κλείσει συμφωνία με έναν οδηγό ταξί για τη μεταφορά της Κοταμανίδου, αναθέτοντάς μου και τη συνοδεία της.
Με το Peugeot μπροστά και εμάς από πίσω, φτάνουμε λίγο πριν τις έξι στην Ρεντίνα. Φώτα από τρακτέρ με αγρότες μαζεμένους γύρω από μία φωτιά προμηνύουν το αναπόφευκτο. Βγαίνουμε από την Ασπροβάλτα και λίγο πριν τον Στρυμόνα, δύο τροχονόμοι μάς κάνουν σήμα να στρίψουμε αριστερά. Η γέφυρα του ποταμού, κλειστή. Οδεύουμε για Καβάλα μέσω Σερρών. Ξαναρχίζει και η βροχή. Το τοπίο γίνεται ολοένα και πιο Αγγελοπουλικό…
Αγωνιώδης άφιξη στο Αμφιθέατρο. Η Ζωή Βυζοβίτη επί της υποδοχής. Οι Κυνηγοί προβάλλονταν ήδη στην οθόνη. Η βραδιά προμηνύονταν μαγευτική. Και τέτοια ήταν…
– – –
Ιανουάριος του ’85. Ποτέ άλλοτε τέτοια πανδαισία αισθήσεων και συναισθημάτων. Η παλιά αίθουσα του Συνδέσμου μεταμορφώνεται σε μία αυτόφωτη μα και θαρραλέα σκηνή για να υποδεχτεί τον Θάνο Μικρούτσικο, την Ειρήνη Ιγγλέση, τον Κώστα Θωμαΐδη και τον Νίκο Τουλιάτο. Η ποίηση του Καβάφη και του Καββαδία σε «χειροποίητες» μελωδίες από πιάνο και κρουστά. Ο Γέρος της Αλεξάνδρειας και ο Σταυρός του Νότου σε ανεπανάληπτες ερμηνείες…
Την επομένη, το Peugeot αναλαμβάνει δράση με γαστρονομικούς προορισμούς. Το μεσημέρι στον Αχιλλέα στο Περιγιάλι, το βράδυ στον Ιππικό, στο Πολύστυλο. Ποτέ άλλοτε δεν είδα τον Βασίλη τόσο χαρούμενο. Και τόσο χορτάτο. Ανανεώνουμε το ραντεβού μας με τον Θάνο. Θα επιστρέψει μετά από έναν μήνα για ένα πολύ ιδιαίτερο ρεσιτάλ με την υψίφωνο Ιρέν Ζάρκσι. Από τις τελευταίες εκδηλώσεις στη παλιά αίθουσα του Συνδέσμου. Σε λίγες ημέρες θα ξεκινούσε η ριζική της ανανέωση…
– – –
Παρκάρω το Peugeot και κατεβαίνω από τις αναμνήσεις. Δυο λόγια μόνο για το Οδηγό του που οφείλω να τα μοιραστώ μαζί σας…
Ο Βασίλης Θεοδωρίδης ήταν ο άνθρωπος που με μπόλιασε στον «κοινό βίο» και αυτός που έμελε να καθορίσει ένα πολύ μεγάλο μέρος από τις προσωπικές μου επιλογές. Ατομικές και συλλογικές. Η ευγένειά του (γαλουχημένη μέσα στην καλώς νοούμενη αστική της παράδοση), η σχεδόν θυσιαστική αφοσίωσή του στους στόχους και τα οράματά του, εκείνη η ήρεμη και κατευναστική συμπεριφορά του, το ασίγαστο μα πάντα ελεγχόμενο πάθος του για δημιουργία, ήταν μερικά από τα «σπουδάγματα» του ανεκτίμητου Σχολείου του.
Γιατί ο Βασίλης, για όλους εμάς υπήρξε Δάσκαλος και Φωτοδότης. Στα «θρανία» του μάθαμε να ελέγχουμε τους αυθορμητισμούς της «ατίθασης νιότης» μας και να ανοιγόμαστε στα γόνιμα και τα απρόσμενα, στα δύσκολα και τα ελκυστικά. Χωρίς να μας καθοδηγεί και χωρίς να μας διδάσκει. Με τον Τρόπο του μόνο! Με αυτόν σε παρέσερνε, με αυτόν σε ενέπνεε. Γιατί ο Βασίλης ήταν ο ορισμός της «πρώτης γραμμής»! Του μάχιμου και του ανιδιοτελή. Του Κτίστη!
Αυτό ήταν ο Βασίλης! Ένας θεμελιωτής ονείρων! Και ως τέτοιον, θα τον θυμάμαι για πάντα…
Το παραπάνω κείμενο διαβάστηκε το πρωί της Κυριακής 26 Νοεμβρίου 2023 στην αίθουσα της Μεγάλης Λέσχης, στην τιμητική εκδήλωση που διοργάνωσε ο Δήμος Καβάλας προς τιμήν του Βασίλη Θεοδωρίδη.
Διαβάστε περισσότερα για την εκδήλωση πατώντας εδώ.