Μεγάλη Λέσχη Καβάλας: Μια βόλτα στον «κήπο» της μακρόχρονης ιστορίας του εμβληματικού κτιρίου

«Ένας βράχος που πουλιόταν για 9 γρόσια και 30 παράδες» και ο διαγωνισμός για τη Μις Καβάλα στις 16 Μαρτίου 1929: Η Δρ. Σαπφώ Αγγελούδη-Ζαρκάδα ξεφυλλίζει την ιστορία του κτιρίου από τη γέννησή του μέχρι τη σύγχρονη αποκατάστασή του

Η Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών Καβάλας, με αφορμή την αποκατάσταση του κτιρίου της Μεγάλης Λέσχης και τον εορτασμό για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης του 1821, πραγματοποίησε τη Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2021 ειδική εκδήλωση μνήμης και τιμής. Στη διάρκειά της, η Δρ. Σαπφώ Αγγελούδη-Ζαρκάδα, αρχιτέκτων Α.Π.Θ., παρουσίασε το κτίριο, αλλά και τη δράση των δύο σωματείων «Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών Καβάλας» και «Μεγάλη Λέσχη» τα οποία συνεργάστηκαν για την κατασκευή του εμβληματικού αυτού κτιρίου που εκπροσωπεί άριστα την πολυπολιτισμική Καβάλα της Μπελ Επόκ.

Η κ. Αγγελούδη-Ζαρκάδα ανέπτυξε το θέμα «Η Μεγάλη Λέσχη Καβάλας. Το εμβληματικό κτίριο και τα Σωματεία Φιλοπτωχου Αδελφότητας Κυριών Καβάλας και  Μεγάλης Λέσχης Καβάλας», ξεφυλλίζοντας την ιστορία του εμβληματικού κτιρίου από τη γέννησή του, όταν ήταν «ένας βράχος που πουλιόταν για 9 γρόσια και 30 παράδες», πέρασε από τη φιλοξενία μεγάλων προσωπικοτήτων και γεγονότων, την «πρώιμη φεμινιστική νίκη», αλλά και άγνωστων πτυχών, όπως ο διαγωνισμός για τη Μις Καβάλα στις 16 Μαρτίου 1929 και φτάνοντας μέχρι τη σύγχρονη αποκατάστασή του. Παράλληλα, αφιέρωσε ένα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της αρχιτεκτονικής του κτιρίου, στην οποία αντανακλάται η ίδια η Ιστορία της πολυπολιτισμικής και κοσμοπολίτικης Καβάλας.

Οι Λέσχες στην Οθωμανική αυτοκρατορία

Η τάξη των εμπόρων ενισχύθηκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία μετά το 1838, με την Εμπορική Σύμβαση Baltalimani που υπέγραψε με τη Μεγάλη Βρετανία-Βόρεια Ιρλανδία, και με τις συνθήκες των ετών 1838-1841 μεταξύ Γαλλίας, Σουηδίας, Νορβηγίας, Ισπανίας, Ολλανδίας, Βελγίου, Δανίας και Πορτογαλίας. Οι συνθήκες, είχαν ως αποτέλεσμα την κυριαρχία των Ευρωπαίων στο εσωτερικό της εμπόριο. Συγχρόνως, το 1855, με την ελληνο-οθωμανική Συνθήκη Εμπορίου και ναυτιλίας διασφαλίστηκε η λειτουργία των ελληνικών προξενείων και αυξήθηκε η εμπορική δραστηριότητα των Ελλήνων υπηκόων στην  αυτοκρατορία.

Σύντομα, για την καλύτερη οργάνωσή τους, οι έμποροι υιοθέτησαν τα  αυστηρά πρότυπα των αγγλικών gentleman’s club, των λεσχών, αναπτύσσοντας δραστηριότητες με κοινωνικό-φιλανθρωπικό, πολιτιστικό και αθλητικό χαρακτήρα. Στην πράξη, οι λέσχες επέλεγαν ανθρώπους, συγκεκριμένα τους ήδη ισχυρούς και προνομιούχους αστούς και τα ανερχόμενα πρόσωπα της εμπορικής και επιστημονικής τάξης.  Αρχικά, στεγάστηκαν σε νοικιαζόμενα κτίρια, και, στη συνέχεια, σε εντυπωσιακά ιδιόκτητα, στα οποία οργανώνονταν και επίσημοι χοροί, οι «ευεργετικοί», για την ενίσχυση των ιδρυμάτων της πόλης τους[1].

Περίφημες ήταν οι λέσχες της Σμύρνης, της πιο ευρωπαϊκής πόλης της αυτοκρατορίας, πολυεθνικές ή ελληνικές. Η πρώτη Ελληνική Λέσχη της, συστήθηκε το 1818 από Σμυρνιούς και Χίους εμπόρους, με σκοπό την  ενίσχυση  της ελληνορθόδοξης Κοινότητας, παράλληλα με την ψυχαγωγία των μελών της[2]. Το 1890, ιδρύθηκε η «Λέσχη των Κυνηγών»[3], ενώ το 1893  το “Sporting Club”[4], διεθνής λέσχη.

Στη Μακεδονία, οι Λέσχες ιδρύθηκαν αρχικά από πολυεθνικούς συλλόγους και στις αρχές του 20ου αι., συνήθως από μέλη της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας της περιοχής. Στο Μοναστήρι Πελαγονίας[5], η πρώτη «Λέσχη», πολυεθνική, λειτούργησε τα έτη 1850-1853 και διαλύθηκε από τους Οθωμανούς. Το 1908[6], ιδρύθηκε η «Ελληνική Λέσχη» που στεγάστηκε στο Μέγαρο Τσιώγκου.

Στην πολυεθνική Θεσσαλονίκη ιδρύθηκαν το εβραϊκό Club des Intimes, το διεθνοτικό Cercle de Salonique (1873), το ιταλικό Circolo Filologico (1898), το γερμανικό Deutscher Klub (1910) και η ελληνική Λέσχη των Συντεχνιών (1880).  Η «Νέα Λέσχη» ιδρύθηκε το 1901 από επιφανείς Έλληνες εμπόρους και επιχειρηματίες, συνεργαζόμενη με το Ελληνικό Προξενείο Θεσσαλονίκης. Το 1926, απέκτησε τριώροφο κτίριο στη Λεωφόρο Νίκης 63 (αρχιτέκτων Γ. Σιάγας). Το 1935 ονομάστηκε «Εμπορική Λέσχη» και αργότερα «Λέσχη Θεσσαλονίκης».

Η Μεγάλη Λέσχη της Καβάλας, Grand Club de Cavalla, Le Grand cercle de Cavalla  

Πρόκειται για πολυεθνικό σωματείο που ιδρύθηκε το 1890, στο μέσο της Βelle epoque, της αισιόδοξης περιόδου των ετών 1871-1914. Κατά την Βelle epoque, λοιπόν η Καβάλα είναι μια πολυπολιτισμική πόλη. Εκτός από την ελληνική κοινότητα έχει οργανωθεί και η ισραηλιτική, ενώ από το 1887 έχει εγκατασταθεί στην πόλη και  το Τάγμα της «Μονής Λαζαριστών» για να εξυπηρετήσει 50-60 καθολικούς.

Η πόλη έχει εξέλθει εκτός των τειχών εδώ και 36 χρόνια, μετά την άδεια του 1864. Έχει περίπου 13.500 κατοίκους, εκ των οποίων οι 6.000 είναι Έλληνες[7] και 750 Εβραίοι[8]. Το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών καλύπτει ο καπνός και λιγότερο το βαμβάκι. Στην πόλη δραστηριοποιούνται πολλοί Έλληνες και ξένοι καπνέμποροι. Όμως από το 1884, το εσωτερικό εμπόριο του καπνού έχει περάσει από τους ανεξάρτητους παραγωγούς στον αποκλειστικό έλεγχο της Regie, στο μονοπώλιο των καπνών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρ όλα αυτά στην πόλη παρατηρείται εισροή αλλοδαπών καπνεμπόρων, λόγω της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων των δυτικών οικονομιών που αναζητούν επικερδείς τοποθετήσεις στις πόλεις της Αυτοκρατορίας. Οι ξένοι αυτοί έμποροι, από τη δεκαετία του 1880 ελέγχουν πλέον το μεγαλύτερο μέρος της καπνεμπορικής εξαγωγικής δραστηριότητας της Καβάλας. Επόμενο είναι και η ίδρυση υποπροξενείων και προξενικών γραφείων από την Αυστροουγγαρία, Ιταλία, Αγγλία, Ελλάδα, Γαλλία κλπ.

Πολλές ατμοπλοϊκές εταιρείες χρησιμοποιούν ως σταθμό τους την πόλη. Τέσσερεις Αγγλικές τη συνδέουν με τη Σμύρνη, τα παράλια του Βορείου Αιγαίου και τη Θεσσαλονίκη, μία Αιγυπτιακή με την Αλεξάνδρεια, μία Ρωσική με την Οδησσό, μία Ιταλική με την Κωνσταντινούπολη, μία Αμερικανική με τα νησιά και τα παράλια του Βορείου Αιγαίου, ενώ έκτακτα δρομολόγια εκτελούν μία Ολλανδική και μία Γερμανική.[9]

Έχουν οικοδομηθεί οι ναοί του Αγ. Ιωάννη (1864), του Αγ. Αθανασίου (1888), το Αρεναγωγείο(1881) και κτίζονται η Μονή Λαζαριστών από το 1882 και η Εβραϊκή Συναγωγή, Mπέτ Ελ από το 1884. Έχουν ανεγερθεί και καπναποθήκες, του Αbbot (1860), η Regie (1885), η Herzog (1889) και αρκετά μέγαρα, του Τόκκου (1879), των Ν. και Ελ. Γρηγοριάδη (1884), Κων. Γιάντσου (1884) και Βουλαλά (1884).

Καθώς εδραιώνεται το καπνεμπόριο, νέοι Έλληνες και αλλοδαποί έμποροι καταφτάνουν στην πόλη και η ίδρυση μιας Λέσχης, της Μεγάλης Λέσχης Καβάλας, Grand cercle de Cavalla, είναι αναγκαία. Ο σκοπός της ίδρυσης της είναι η «…παροχή κέντρου συνεντεύξεως των μελών της», αρχικά είκοσι μόνιμων ιδρυτικών, που κατέθεσαν ο καθένας δέκα Οθωμανικές λίρες, αποκτώντας μετοχή του σωματείου. Διαβάζοντας το καταστατικό του, παρατηρούμε ότι αυτό σχεδόν αντιγράφει το καταστατικό του ομοίως πολυεθνικού σωματείου, Le Cercle de Salonique, το οποίο προαναφέρθηκε ότι ιδρύθηκε 17 χρόνια νωρίτερα.

Ας γνωρίσουμε τα ιδρυτικά μέλη της Μεγάλης Λέσχης της Καβάλας.

  1. Ξεχωρίζει ο βαρόνος Frederic de Charnaud (1823-1891), ιδρυτικό μέλος του Θεσσαλονικιού σωματείου και πιθανόν σε αυτόν οφείλεται το παρόμοιο καταστατικό. Είναι μηχανικός, αρχιτέκτων του Chateau Mon Bonheur» της Θεσσαλονίκης, του κτιρίου µε το ρομαντικό όνομα και τα χαρακτηριστικά κόκκινα τούβλα που χτίστηκε το 1890. Είναι γαλλοεβραίος κτηματίας, με τεράστια περιουσία, που αποκτήθηκε από την εκμετάλλευση μεταλλείων της Χαλκιδικής, επικεφαλής του καπνεμπορικού οίκου ΑΛΛΑΤΙΝΗ, ο οποίος έχει εγκατασταθεί στην πόλη μας γύρω στα 1850[1]. Ο Charnaud είναι και ευεργέτης των σχολείων της Καβάλας και μετακινείται μεταξύ των δύο πόλεων καθώς είναι πρόξενος της καθολικής Εκκλησίας στη Θεσσαλονίκη και επίτιμος πρόεδρος της εργατικής καθολικής Εταιρείας της (1823-1891). Επιπλέον έχει τιμηθεί με Μεγαλόσταυρο και είναι ιππότης διαφόρων ταγμάτων[2]. Τα υπόλοιπα μέλη είναι ομοίως διακεκριμένα:
  2. Ο αυστριακός υπήκοος Μιχαήλ Σπόντης, υποπρόξενος της Αυστροουγγαρίας, καπνέμπορος που εκπροσωπεί το αυστριακό μονοπώλιο, εγκαταστημένος στην πόλη μας από το 1842[3], ευεργέτης της ελληνορθόδοξης Κοινότητας.
  3. Ο γιατρός S. Pecchioli, υποπρόξενος της Αγγλίας από το 1876[4], προξενικός πράκτορας της Ιταλίας από το 1877, καπνέμπορος, ιδιοκτήτης της εταιρείας Frateli Pecchioli, συντελεστής της ανέγερσης του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας.

4-8. Τα μέλη της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας, Α. Παυλίδης, Α. Παρτίδης, υποπρόξενος της Ισπανίας,[5], Λ. Γ. Ευαγγελίδης, [6], ταμίας των σχολών [7], Ζ. Καλέντζης, γιατρός, σπουδαγμένος στη Γερμανία[8] και καπνέμπορος, Πέτρος Φώσκολος, γιος του καπνέμπορου Μάρκου Φ. Φώσκολου, που εγκαταστάθηκε στην Καβάλα τον Οκτώβριο του 1840.

  1. ο ισπανοεβραίος Arthur Fernandez, συνιδρυτής με τον Ε. Μισδραχή της ζυθοποιίας Fernandez et Cie της Καβάλας[9].
  2. Κάρολος Σπόντης (1871-1927), γιος του Μιχαήλ Σπόντη.
  3. Γ. Δ. Πρωτόπαπας, (1860-1915) κροίσος της εποχής του, καπνέμπορος, αλευροέμπορος, βιομήχανος, τραπεζίτης, ασφαλιστής, κλπ.
  4. Αναστάσιος Αναστασιάδης, ασχολείται με αντιπροσωπείες, ασφάλειες, εισαγωγές-εξαγωγές, καπνά κτλ, ευεργέτης του Παρθεναγωγείου.
  5. 13. Ιω. Κωνσταντινίδης (1848-1917), κρητικός στην καταγωγή, καπνέμπορος και ποιητής, που εγκαταστάθηκε στην Καβάλα στα 1870-1871.[10]
  6. Eρρίκος Misrachi, (-1933), Εβραίος συνιδρυτής με τον Arthur Fernandez της ζυθοποιίας Fernandez et Cie της Καβάλας, καπνέμπορος, μετέπειτα γενικός διευθυντής της Commercial που ιδρύθηκε τo 1895. Τιμήθηκε και με τον ελληνικό χρυσό σταυρό του Σωτήρα.[11]
  7. Ο Δ. Μοσχοπουλίδης (1861-1944), οικονομολόγος, απόφοιτος της Ανωτάτης εμπορικής σχολής της Μασσαλίας, κτηματίας, έμπορος, μετέπειτα δήμαρχος της πόλης (1923-1925)
  8. Ο Ηλ. Β. Παπαηλιού, καπνέμπορος[12], μέλος της 5μελούς επιτροπής για την εξόφληση του χρέους των σχολών προς τους κληρονόμους Μ. Σπόντη
  9. Ο Luigi Fernandez, γιος του Arthur Fernandez
  10. Ο Σωκράτης Γιαννόπουλος, μέλος της επιτροπής που ζήτησε από το Πατριαρχείο την έξοδο από τα τείχη, χορηγός του Παρθεναγωγείου, [13]
  11. Χαρίτων Τζάκος, μέλος της 12μελούς επιτροπής ανέγερσης Αγ. Παύλου[14].
  12. M. Z. Herzog, (1869-1934), ο εικοσιενός ετών καπνέμπορος, ιδιοκτήτης της πανίσχυρης εταιρείας The Oriental Tobacco Trading Company Ltd (M.L.Herzog et Cie), που είναι επίσημος προμηθευτής του σουλτάνου αλλά και του αυστριακού μονοπωλίου. Η εταιρεία εγκαταστάθηκε στην Καβάλα το 1889 και το 1890 ξεκίνησε να κτίζει το γιγαντιαίο συγκρότημα της.

[1] Λυκουρίνος Υπόστεγο 8-9, σ.106

[2] Χιόνης, Η παιδεία στην Καβάλα, σ.34-35

[3] Λυκουρίνος Υπόστεγο 8-9, σ.103

[4] Ριτζαλέος σ.192

[5] Φραγκου σ. 69

[6] Φράγκου σ. 116, 124

[7] κωδιξ, σ.38.

[8] Loher

[9] Ριτσαλέος σ.157

[10] Λυκουρίνος 8-9,σ. 103

[11] Κήρυξ 18/2/33

[12] Λυκουρίνος 8-9,σ. 103

[13] Φράγκου σ.119

[14] Φράγκου σ. 118, κήρυξ, σ.117

Πρόκειται λοιπόν για μία πολυεθνική Λέσχη με ιδρυτικά μέλη έξι διακεκριμένους αλλοδαπούς καπνέμπορους, βιομήχανους, και προξένους και δεκατέσσερα επιφανή μέλη της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας.

Η απόλυτη διαχείριση της όμως, γίνεται από επτά μέλη που εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία για τρία χρόνια. Από αυτή την Επιτροπή εκλέγεται ο πρόεδρος, ο ταμίας και ο γραμματεύς που επιτηρεί και τη Βιβλιοθήκη. Την πρώτη επταμελή επιτροπή αποτελούν δύο αλλοδαποί Peccioli, Fernandez και τέσσερεις Έλληνες: Σπόντης, Ευαγγελίδης, Καλέντζης και Πρωτόπαπας. Η επιτροπή συνεδριάζει μηνιαίως, αλλά και όποτε κρίνετε απαραίτητο. Συνήθως στις συνεδριάσεις προΐσταται ο Πρόεδρος και όταν αυτός απουσιάζει το πρεσβύτερο μέλος της Επιτροπής. Τα τακτικά μέλη είναι πενήντα.

Τιμητικά εκτός των μελών στη Λέσχη επιτρέπεται να συχνάζουν μετά από αίτησή τους: Οι γιατροί, οι πλοίαρχοι και οι αξιωματικοί που αγκυροβολούν στην Καβάλα, όλοι οι ξένοι, οι Διοικητές Καβάλας- Θάσου, ο Δήμαρχος Καβάλας, οι Πρόξενοι, Υποπρόξενοι και Προξενικοί Πράκτορες, οι πρόεδροι των Δικαστηρίων και οι τελωνειακοί υπάλληλοι, και οι Διευθυντές των σχολείων. Όλο το διδακτικό προσωπικό είναι απαλλαγμένο από την συνδρομές.

Όταν κάποιος από τους ιδρυτές αποχωρεί, η Επιτροπή προσλαμβάνει άλλο ιδρυτή από τα τακτικά μέλη ώστε να παραμείνει σταθερός ο αριθμός των είκοσι.

Απαγορεύονται συζητήσεις με θρησκευτικό, πολιτικό και προσωπικό χαρακτήρα και οι χρηματικές συναλλαγές στα παιχνίδια εκτός από την Πρωτοχρονιά. Όλα τα μέλη της Λέσχης έχουν το δικαίωμα δανεισμού βιβλίων από τη Βιβλιοθήκη, όμως οι εφημερίδες δεν εξέρχονται για κανένα λόγο από τη Λέσχη. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διεξαγωγή χοροεσπερίδων. Κάθε ιδρυτής, μέλος και επίτιμο μέλος  μπορεί να φέρει σε χορό τη σύζυγό του, και έχει τη δυνατότητα ενοικίασης της αίθουσας για τη διοργάνωση χορού ή δείπνου μετά την έγκριση της Επιτροπής.

Η Λέσχη παραχωρεί μία αίθουσα στους ιατρούς-μέλη της για επιστημονικές διαλέξεις. Η είσοδος των υπολοίπων επαφίεται στην απόφαση των ιατρών. Σε αντίθεση με το αδελφό του, της Θεσσαλονίκης που στεγάζεται σε περικαλές κτίριο, πιθανότατα το Καβαλιώτικο αρχικά στεγάζεται σε νοικιασμένο.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1894, ολοκληρώνεται στην πόλη το κτίριο του Παρθεναγωγείου. Μπροστά του, προς τη θάλασσα, το οικόπεδο είναι ουσιαστικά ένας βράχος που πουλιόταν για 9 γρόσια και 30 παράδες[24]. Όποιος έδινε 10 γρόσια το αγόραζε αμέσως. Αυτό σκέφτηκε ο Σολομών Νισσήμ και αποτάθηκε στον τότε ταμία του Ι.Ν. Τιμίου Προδρόμου, Θόδωρο Ρακιντζή ο οποίος όμως δήλωσε ότι ο τόπος αυτός προοριζόταν για αυλή του Παρθεναγωγείου. Παρά τις αντιρρήσεις των μελών της Επιτροπής του ναού, για να μην το αγοράσει κάποιος άλλος, ο Ρακιντζής καταβάλλει 50 λίρες από το ταμείου του ναού και αγοράζει  όχι μόνο το βράχο αλλά και τα γύρω οικόπεδα επ ονόματί του. Θα αποδειχτεί σπουδαία αγορά που θα συσχετιστεί σύντομα με το σωματείο.

Η φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών Καβάλας και ο ρόλος της στην οικοδόμηση του κτιρίου της Μεγάλης Λέσχης

Τα χρόνια περνούν και στις 8 Νοεμβρίου 1902 ιδρύεται ένα από τα πιο ιστορικά γυναικεία σωματεία της Καβάλας, η «Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυρίων». Ο σύλλογος συστάθηκε από 500 κυρίες της ανώτερης τάξης της πόλης με την προτροπή του Αρχιερατικού Επιτρόπου Σπυρίδωνα Βλάχου και του μητροπολίτη Ξάνθης και Περιθεωρίου Ιωακείμ Σγουρού. Σκοπός του συλλόγου είναι η συντήρηση του Κοινοτικού Νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», η παροχή βοήθειας σ’ όλους τους άπορους Καβαλιώτες και άτυπα η ενίσχυση του Μακεδονικού Αγώνα. Από την πρώτη συνεδρίαση του σωματείου, αποφασίζεται να ζητηθεί συνδρομή, από εύπορες κυρίες της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ανταποκρίνονται με συνδρομές κυρίες από την Ελλάδα αλλά και την ελληνική διασπορά, με αποτέλεσμα τα έσοδα του πρώτου χρόνου να είναι περίπου 70 λίρες, ποσό πολύ ικανοποιητικό.

Το αρχικό Δ.Σ. είναι: Πρόεδρος: Μαρία Βουλγαρίδου, Αντιπρόεδρος: Μαρία Μεϊμαρίδου, Ταμίας: Παρασκευή Πουλίδου, Γραμματέας: Μαρία Λεοντίου, Μέλη: Ελένη Γρηγοριάδου, Πηνελόπη Δημητρακοπούλου, Ελένη Τζιοβάννη, Βικτωρία Σταύρου, Αμαλία Κραντωνέλλη και Μαρίκα Ευαγγελίδου. Ο ρόλος της Εκκλησίας είναι καθοριστικός. Οι γενικές Συνεδριάσεις διεξάγονται, όπως και στη Δημογεροντία, υπό την προεδρία του εκάστοτε Μητροπολίτη Ξάνθης ή του Αρχιερατικού Επιτρόπου Καβάλας.

Είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι τον επόμενο κιόλας μήνα, συγκεκριμένα στις 22/12/1902, η Δημογεροντία αναθέτει σε τριμελή επιτροπή αποτελούμενη από τους Θόδωρο Κ. Ρακιτζή έμπορο σιδηρικών, Κλεάνθη Τερμεντζή ιδιοκτήτη ξυλαποθήκης και Μ. Καραγιώργη καπνέμπορο, να προτείνει στη ΦΑΚΚ να οικοδομήσει καπναποθήκη, στο οικόπεδο κάτωθεν του Παρθεναγωγείου που προαναφέραμε.[25]. Η επιστοσύνη της Δημογεροντίας στη ΦΑΚΚ, δικαιώνεται από το πρώτο έτος λειτουργίας της, καθώς η Αδελφότητα κατάφερε μέ τις εισφορές των απανταχού Ελλήνων να προσφέρει στο Νοσοκομείο, περίπου 400 οθωμανικές λίρες. Και ως το 1906, έχει ήδη κτίσει τις δύο καπναποθήκες της, όχι στο συγκεκριμένο οικόπεδο που ήταν μικρό, αλλά στο οικόπεδο που της παραχώρησε το 1904 η δημογεροντία, όπισθεν του χανίου της εκκλησίας του Αγ. Ιωάννου[26], οι οποίες και τις αποφέρουν ενοίκιο 260 οθωμανικές λίρες.

Το αντίθετο συμβαίνει με τη Μεγάλη Λέσχη. Δυστυχώς, με τον καιρό φαίνεται ότι παρεξέκλινε των σκοπών της καθώς σε προξενική έκθεση του 1905 διαβάζουμε ότι, «παρεκτραπείσα του σκοπού της κατέστην χαρτοπαικτείον των προκρίτων»[27].

Αντίθετα, το έτος αυτό στη γειτονική Δράμα, συμβαίνει ένα εξαιρετικό γεγονός. Εγκαινιάζεται η Ελληνική Λέσχη οικοδομημένη με τις φροντίδες του μητροπολίτη Φιλίππων, Δράμας κα Ζιχνών, μετέπειτα εθνομάρτυρα Χρυσόστομου, σε μελέτη του μηχανικού Γεωργίου Χατζημιχάλη, προωρισμένη για την Ελληνορθόδοξη Κοινότητα Δράμας.

Αμέσως, η Καβάλα αφυπνίζεται. Στις 5 Ιανουαρίου 1906, εκλέγεται το νέο Δ.Σ της Φιλοπτώχου, πρόεδρος παραμένει η κ. Βουλγαρίδου, όμως αντιπρόεδρος εκλέγεται η σύζυγος του Γεωργίου Πρωτόπαπα, ιδρυτικού μέλους της Μεγάλης Λέσχης, η Μαρία. Πιθανότατα αυτή εισηγείται στο Δ.Σ. την πρόταση ανέγερσης ενός κτιρίου, πάντα υπέρ του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός, ο όροφος του οποίου θα ενοικιαστεί από το σωματείο της Μεγάλης Λέσχης, και το ισόγειο από τις Τράπεζες που ιδρύουν υποκαταστήματα στην Καβάλα. Οι κυρίες έχουν ήδη αποδείξει ότι μπορούν να συνδυάζουν άριστα τη φιλανθρωπία με την επιχειρηματικότητα και αμέσως υιοθετούν την πρόταση της κ. Πρωτόπαπα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για πολιτική πράξη, καθώς τι ασφαλέστερο για ένα άλλο σωματείο της εποχής, να νοικιάζει ένα κτίριο του σε ένα άλλο με μέλη προξένους των υπερδυνάμεων της εποχής!

Το 1907, το καπνεμπόριο έχει αυξηθεί, τα καπνά εξάγονται από το φυσικό λιμάνι της πόλης με τα πλοία να παραμένουν αρόδο. Στον ιστό της Καβάλας έχουν πυκνώσει οι καπναποθήκες και τα μέγαρα και η πόλη έχει γίνει έδρα πολλών προξενείων που εξυπηρετούν τους εμπορικούς οίκους. Συγχρόνως αρχίζουν οι προσπάθειες της ΦΑΚΚ για την κατασκευή του νέου κτιρίου. Στη φάση αυτή ενδεχομένως επεμβαίνει η Εταιρεία Χέρτζογκ, η οποία τα χρόνια 1899-1900, έχει αναγείρει το Μέγαρο της και το 1905 το κτίριο Βηξ, στην οδό Κύπρου, ορατά από τη θάλασσα. Βέβαια μπροστά τους εκτείνεται ακόμη Οθωμανικό νεκροταφείο, στη σημερινή θέση του Δημοτικού κήπου, η θέα όμως της θάλασσας αλλά και το πρεστίζ της Εταιρείας, να έχει το Μέγαρο της σε 1θέση ορατή από τη θάλασσα, υπερισχύουν. Η εταιρεία είναι αυστροουγγρική και την εποχή αυτή η Αυστροουγγαρία, εθνότητα των ετών 1867-1918, οπότε κατέρρευσε ως αποτέλεσμα της ήττας της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι μία υπερδύναμη της Ευρώπης. Είναι ένα πολυεθνικό κράτος, η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη μετά τη Ρωσική Αυτοκρατορία. Και είναι λογικό ο πανίσχυρος Χέρτζογκ να θέλει δίπλα στο Μέγαρο του το κτίριο της Λέσχης. Φυσικά με τη θέση του οικοπέδου συμφωνεί και ο υποπρόξενος της Αγγλίας και Ιταλίας S. Pecchioli, οποίος στεγάζεται στο διπλανό Μέγαρο Τόκκου. Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι η Μεγάλη Λέσχη θα τηρεί ίσες αποστάσεις από τις δύο υπερδυνάμεις της εποχής, την Αυστρουγγαρία και την Μεγάλη Βρετανία!

Ανταποκρινόμενη η ΦΑΚΚ, αμέσως απευθύνεται στον «ενταύθα παρεπιδημούντα» αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη, μελετητή και επιβλέποντα του Ι. Ν. Αποστόλου Παύλου της πόλης  «εάν το έμπροσθεν του Ελληνικού Παρθεναγωγείου οικόπεδον επαρκεί προς ανέγερσιν της Λέσχης»[28]. Στη συνέχεια με επιστολή της στην Δημογεροντία, ζητά να μάθει «εάν εξακολουθεί να είναι υπό την διάθεσιν της Αδελφότητας το άλλοτε υπό της εντίμου Αντιπροσωπείας της Κοινότητος παραχωρηθέν εις αυτή κάτωθεν του Παρθεναγωγείου κείμενον οικόπεδον, επί του οποίου προτίθεται νυν Αύτη να κτίση Λέσχην προωρισμένην δια την Ελληνική Κοινότητα».

Οι διαδικασίες είναι σύντομες. Στις 27/03/1908[29] στη συνεδρίαση της Αντιπροσωπείας υπό την προεδρία του Μητροπολίτη Ιωακείμ εγκρίνεται η παραχώρηση του οικοπέδου στην Φιλόπτωχο, για την οικοδόμηση Κοινοτικής Λέσχης. Βασικός όρος ήταν «… το ανεγερθησόμενον οικοδόμημα στεγασθή διά ταράτσας, ής το υψηλότερον μέρος να μη υπερβαίνη το ζωνάρι του κάτω πατώματος του Παρθεναγωγείου και δεύτερον να συνεννοηθεί μετά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου περί του παραχωρηθησομένου πλάτους διά την οικοδομήν»[30].

Μόλις εξασφαλίστηκε το οικόπεδο, διορίζεται τριμελής επιτροπή από τους Γ. Κυριαζή, και τους καπνέμπορους Στ. Καραγιώργη και Θεοδ. Δ. Φέσσα (1867-1910), « ήτις ν αναλάβη την γενική φροντίδα και εποπτεία επί της ανεγέρσεως του ως άνω οικοδομήματος μέχρι της εντελούς αποπερατώσεως αυτού».

Αμέσως η Φιλόπτωχος μέσω της «εντίμου Αντιπροσωπείας» ζητά δάνειο «πεντακοσίων οθωμανικών λιρών» από το υποκατάστημα της Τράπεζας Θεσσαλονίκης της πόλης μας που συμπτωματικά διευθύνεται από το Γ. Πρωτόπαπα. Και αρχίζει το έργο, με τον εκβραχισμό του οικοπέδου. Το ίδιο έτος μέσω της εντίμου Αντιπροσωπείας πάλι ζητά και  από το ταμείο της Ιεράς Εκκλησίας του Αγ. Ιωάννου δάνειο πεντακοσίων ως επτακοσίων οθωμανικών λιρών.[31]

Σύντομα τα χρήματα αποδεικνύονται λίγα, για αυτό ύστερα από μερικούς μήνες η Φ.Α.Κ.Κ. ζητά από την Τράπεζα, να αυξηθεί το ποσό σε 1500 οθωμανικές λίρες. Κι επειδή κι αυτά τα χρήματα εξαντλούνται χωρίς να τελειώσει το έργο, τα μέλη της Επιτροπής Ανέγερσης, δέχονται «ίνα εξεύρωσι δι ίδιον των λογαριασμόν το προς αποπεράτωσιν της οικοδομουμένης Λέσχης της Αδελφότητος απαιτούμενον δάνειον». Το 1909, το ισόγειο της Λέσχης, που φαίνεται ότι έχει αποπερατωθεί, παραχωρείται για να χρησιμοποιηθεί ως αναγνωστήριον του Καπνεργατικού συλλόγου[32], ενώ το πλακόστρωτο δώμα, που δεν επικοινωνεί με το εσωτερικό του κτιρίου,  παραχωρείται από την Αντιπροσωπεία της Κοινότητας, στο Παρθεναγωγείο[33].

Το 1910, αποπερατώνεται το κτίριο και η Επιτροπή το μεταβιβάζει επ ονόματι του Θεόδωρου Ρακιντζή, διότι το Οθωμανικό κράτος δεν αναγνώριζε Νομικά πρόσωπα. Αποφασίζονται τα εγκαίνια του και προσκαλούνται ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιερατικός Επίτροπος Αρχιμανδρίτης Κύριος Αλέξανδρος, που τέλεσε και τον αγιασμό, η πρώην πρόεδρος  της ΦΑΚΚ Μ. Π. Βουλγαρίδου, η πρώην αντιπρόεδρος Απ. Λεοντίου, οι κ. Στ. Καραγεώργης και Γ. Κυριαζής, (ο Θόδωρος Φέσσας μόλις έχει πεθάνει) μέλη της επί της ανεγέρσεως της Λέσχης Επιτροπής, το ΔΣ της  Μεγάλης Λέσχης και προφορικώς όλα τα μέλη της ΦΑΚΚ.

Στις 22 Μαΐου 1910 εγκαινιάζεται το κτίριο. Βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του παραθαλάσσιου μετώπου, στην πιο περίοπτη θέση, πλαισιωμένο από εξαιρετικά πολυεθνικά κτιρία: ανατολικά το Κοινόβιο των Καθολικών (1892), το Μέγαρο Wix (1905), το Μέγαρο Herzog (1900). Δυτικά, το Αγγλικό-Ιταλικό προξενείο (1879), το Μέγαρο Misrahi (1910), το Μέγαρο Ζάχου(1905). Όλο αυτό το οικιστικό σύνολο αποτελεί πλέον την επιτομή της πολυ-πολιτισμικής Καβάλας και είμαστε ευτυχείς που διασώζεται ως σήμερα, δυστυχώς χωρίς το μέγαρο Μισδραχή.

Και ο σκοπός κατασκευής του, αναγράφεται ξεκάθαρος και συγκινητικός  πάνω από το υπέρθυρο της εισόδου του, «Υπέρ του εν Καβάλα Νοσοκομείου Ευαγγελισμός 1910». Τη μέρα των εγκαινίων, δίνεται στις σάλες του και ο ετήσιος ευεργετικός χορός υπέρ του Νοσοκομείου. Εκτός από τις τοπικές αρχές έχουν προσκληθεί ο Διοικητής Δράμας, ο Υποπρόξενος της Ελλάδας, ο κύριος και η κυρία Fr. Spaidel, οι ιατροί, οι διδάσκαλοι και οι δασκάλες της πόλης[34]. Φυσικά ο Ευεργετικός χορός όπως πάντα έχει τεράστια επιτυχία, καθώς  αποτελεί το κοσμικό γεγονός της χρονιάς. Ακόμη και σήμερα μας εντυπωσιάζει η ιεροτελεστία της προετοιμασίας του και η ύπαρξη κοσμητόρων, που αναλάμβαναν τη διακόσμηση της Αίθουσας της Μεγάλης Λέσχης, ενώ αναπόσπαστο μέρος του ήταν η λαχειοφόρος αγορά που απέφερε μεγάλα κέρδη στη Φιλόπτωχο[35].

Συγχρόνως, με αφορμή την εγκατάσταση στο νέο κτίριο, το καταστατικό του Σωματείου της Μεγάλης Λέσχης τροποποιείται, ίσως η συμφωνία μεταξύ των σωματείων Φιλοπτώχου και Μεγάλης Λέσχης, για την ενοικίαση του περικαλλούς κτιρίου προϋπόθετε την αλλαγή του καταστατικού του 1890, στο οποίο ο σκοπός ίδρυσης του Σωματείου ήταν μόνο η  «…παροχή κέντρου συνεντεύξεως των μελών της». Το νέο τον τροποποιεί για να αποφευχθούν οι παρεκκλίσεις των προηγούμενων ετών, κι έτσι ο σκοπός του Σωματείου της Μεγάλης Λέσχης αποσκοπεί στην «μεταξύ των μελών αυτής ευάρεστον συναναστροφήν, την ανάπτυξιν αγαθών σχέσεων και την ανταλλαγήν ιδεών επιστημονικών, εμπορικών και εν γένει κοινωφελών»[36]. Τα ιδρυτικά μέλη έχουν αυξηθεί από 20 σε 45, ο σύλλογος όμως παραμένει πολυεθνικός. Διατηρούνται επτά (Pecchioli, Καλέντζης, Σπόντης, Κωνσταντινίδης, Πρωτόπαπας, Misrachi, Μοσχοπουλίδης). Από τους υπόλοιπους,  αλλοδαποί είναι ο Αντόλφ Βήξ, διευθυντής της Χέρτζογκ και προξενικός πράκτορας Αυστρίας-Γερμανίας, ο Κούφλερ, υποδιευθυντής της Χέρζογκ, ο αγγλοεβραίος καπνέμπορος Ν. Μάγερ, η εταιρεία του Meyer et Cie εγκαταστάθηκε το 1893, οι Εβραίοι καπνέμποροι Χαίμ Μπενβενίστε (-1923), Ν. Ναχμίας ιδιοκτήτες της εταιρείας Nahmias et Benveniste  και ο Οθωμανός Μουσταφά Ισμαήλ. Οι υπόλοιποι είναι  Έλληνες, καπνέμποροι, έμποροι, επιστήμονες.

Διαβάζοντας τα ιδρυτικά μέλη του νέου καταστατικού του 1910, που αποτελούν την αφρόκρεμα της πολυεθνικής επιχειρηματικότητας της Καβάλας, αναρωτιόμαστε, πως, όλοι οι  πολυπράγμονες επιχειρηματίες της εποχής, που θα ήταν μέλη και του σωματείου του 1890, δεν κατασκεύασαν οι ίδιοι το κτίριο της Λέσχης τους, αλλά προσυμφώνησαν να νοικιάσουν ένα, κατασκευασμένο από ένα γυναικείο Σωματείο; Δεν αποτελεί αυτή η ενέργεια, μία πρώιμη φεμινιστική νίκη, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι πραγματοποιείται επί οθωμανικής διοίκησης; Προφανώς τα μέλη του συλλόγου Μεγάλη Λέσχη εκτιμούσαν πολύ τη δράση της Φιλοπτώχου. Έτσι εξηγείται και ο θαυμασμός προς το σωματείο της Φιλοπτώχου, των συντακτών του Πανελλήνιου Λευκώματος 1821-1921, που κυκλοφόρησε με αφορμή την Εκατονταετηρίδα από την Ελληνική Επανάσταση, οι οποίοι αναφέρουν στον Β2 τόμο: «Περί του λαμπρού και μοναδικού τούτου Σωματείου του οποίου, άλλο δεν συναντήσαμεν περιοδεύοντες καθ άπασαν την Ελλάδα παλαιάν και νέα…».

Η αρχιτεκτονική του κτιρίου

Το κτίριο είναι διώροφο, γωνιακό. Το ισόγειο περιλαμβάνει την είσοδο με τη σκάλα και δύο χώρους εκατέρωθεν. Ο όροφος αντίθετα έχει πολλούς χώρους. Ξεχωρίζει η μεγάλη Αίθουσα συγκεντρώσεων, που μπορεί να επεκταθεί όταν ανοίξει το διαχωριστικό που την χωρίζει από τη διπλανή της. Μελετώντας την προσεκτικά, παρατηρούμε ότι οι χώροι που την εξυπηρετούν ουσιαστικά αντιγράφουν τη διαρρύθμιση της Ελληνικής Λέσχης Δράμας.

Εξαιρετική είναι η λύση  που ρυθμίζει στην όψη το μεγάλο ύψος του ορόφου: Ο όροφος στην πρόσοψη, χωρίζεται  με ταινίες σε δύο ανισοϋψείς ζώνες. Η ψηλότερη περιλαμβάνει τους φεγγίτες των μπαλκονόπορτων, δύο ακραία τριγωνικά  αετώματα και ένα αξονικό καμπύλο. Μπαλούστρες στο στηθαίο της πρόσοψης, δύο αγάλματα και βάζα στην πρόσοψη, συμπληρώνουν την σύνθεση[37]. Δύο λάμπες που διατηρούνται ακόμη, ανεβοκατέβαιναν με συρματόσχοινο για να ανάψουν το βράδυ.

Το κτίριο έχει πέτρινους τους εξωτερικούς τοίχους και τις οροφές των δύο ορόφων κατασκευασμένες από σιδηροδοκούς με τα κενά να γεφυρώνονται με τοξύλια κατασκευασμένα από τούβλο, λύση ακριβή. Προκύπτει έτσι ένα πυρασφαλές πάτωμα που εκτός από ξύλο μπορεί να επιστρωθεί και με πλακάκια. Επιπλέον δημιουργείται βατό δώμα στην οροφή, λύση πολύ καινοτόμα για την εποχή του, αλλά και επικίνδυνη στην υγρασία με δεδομένο την έλλειψη στεγανωτικών υλικών.

Μία άλλη ενδιαφέρουσα παράμετρος, άγνωστη ως την αποκατάσταση του κτιρίου είναι ο εσωτερικός διάκοσμος των τοίχων και των οροφών του ορόφου, στοιχείο συνηθισμένο στα κτίρια της Μπέλ Επόκ, με καλλίτερο παράδειγμα στην περιοχή μας, το γνωστό ως σπίτι Χατζηδάκη στη Ξάνθη. Είναι πιθανόν ο διάκοσμος να φθάρθηκε πολύ γρήγορα, σίγουρα πριν το 1929, που έχουμε την παλιότερη φωτογραφία από το εσωτερικό του, όπου ήδη έχουν τοποθετηθεί οι μεγάλοι χαρακτηριστικοί αρτ νουβώ καθρέπτες. Αλλοιώθηκε, ίσως γιατί χρησιμοποιήθηκε στους σοβάδες θαλασσινή άμμος, είτε λόγω της πιθανής υγρασίας από το δώμα της οροφής κι έτσι πολύ νωρίς ο διάκοσμος βάφτηκε.

Εξωτερικά, είναι πραγματικά εντυπωσιακή η ομοιότητα του με τις πτέρυγες του Μεγάρου Μουσικής της Βιέννης (Musikverein), που έχουν ομοίως βατά δώματα, στοιχείο πολύ νεωτεριστικό και για Δυτικοευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Το βιενέζικο κτίριο, κτίστηκε τα έτη 1863-1870 με δωρεά του Βλάχου Νικολάου Δούμπα. Αρχιτέκτων του ήταν ο Δανός Θεόφιλος Χάνσεν (Κοπενχάγη 1813-Βιέννη 1891). Σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών της Κοπεγχάγης και το 1838 ήλθε στην Αθήνα, όπου εργαζόταν ο αδελφός του Χριστιανός. Η οκταετής παραμονή του στην Αθήνα καθόρισε αμέσως και εμμέσως με τη συμβολή και του Ερνέστου Τσίλερ το λεγόμενο «πάνδημο» Αθηναϊκό νεοκλασικισμό. Στη συνέχεια μετέβη στη Βιέννη όπου μελέτησε πολλά κτίρια. Το 1884 ο Φραγκίσκος Ιωσήφ του απένειμε τον τίτλο του Βαρόνου. Τα έργα του στη Βιέννη είναι εξαιρετικά, όπως και στην Ελλάδα:

  1. Μέγαρο Μαυρομιχάλη, 1870
  2. Ζάππειο, Αθήνα, 1874-1888
  3. Παλιό δημοτικό νοσοκομείο στην Πάτρα, 1857
  4. Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, 1842
  5. Μέγαρο Ακαδημίας Αθηνών, αρχίζοντας το 1856
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, Αθήνα, από το 1888

Τον  αρχιτεκτονικό ρυθμό των κτιρίων του ο ίδιος τον ονόμασε Ελληνική Αναγέννηση (Ηellenische Renaissance). Τον πρωτοδιαμόρφωσε στην Αθήνα κατά τη δεκαετία του 1840, τον εδραίωσε ως συνεκτική αρχιτεκτονική γλώσσα κατά τη μελέτη της Ακαδημίας Αθηνών το 1856, και στη συνέχεια τον εφάρμοσε στη Βιέννη, στην Αθήνα και αλλού, σε πραγματοποιημένα έργα και σε μη εφαρμοσμένες μελέτες. Αεικίνητος και  δημιουργικός ο Χάνσεν, απέρριψε τον εκλεκτικισμό, που επέβαλλε η εποχή του και επιχείρησε μια διαφορετική αρχιτεκτονική προσέγγιση της Αναγέννησης, με βάση όχι την αρχαία ρωμαϊκή, αλλά την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική. Σχεδίασε χωρίς καλούπια, ελεύθερα και προσωπικά, συνδυάζοντας όπως ανέφερε και ο ίδιος «το ωφέλιμο με το ωραίο» κάτω από τον αττικό ουρανό και την αύρα της αρχαιότητας στα ίδια βήματα που ο άνθρωπος αναμετρήθηκε με το μέτρο, την αρμονία και την αιωνιότητα. Με τα «καινά δαιμόνια» που εισήγαγε, συνδιαλέχτηκε ανοιχτά με την πολιτιστική κληρονομιά δημιουργώντας μια νέα προσωπική αισθητική.

Στην περίπτωση της Μεγάλης Λέσχης, ενδεχομένως, η εταιρεία Χέρτζογκ να έφερε στην πόλη μας φωτογραφίες και σχέδια του Βιεννέζικου Μουζικφεράιν. Το υλικό το έδωσε για έμπνευση στον αρχιτέκτονα του έργου. Ποιος ήταν όμως αυτός;

Κατά τον συνάδελφο Βασίλη Κολώνα, ήταν ο Απόστολος Γρεκός (1875-1957), απόφοιτος της Ecole Spéciale d’ Architecture στο Παρίσι (1901), καθώς  αυτός αναφέρεται στο φύλλο της 05/7/1907 της εφημερίδας «Αλήθεια» της Κωνσταντινούπολης με αφορμή τη θεμελίωση της Μεγάλης Λέσχης. Όμως  η παραχώρηση του οικοπέδου από τη Δημογεροντία έγινε στις 27/03/1908, οπότε δεν είναι δυνατόν να θεμελιώθηκε πριν την παραχώρηση. Με δεδομένο όμως ότι οι κυρίες της Φιλοπτώχου συμβουλεύτηκαν τον Περικλή Φωτιάδη (1859-1959), το 1907 για την καταλληλόλητα του οικοπέδου, ο οποίος ως το 1910 επισκεπτόταν πολύ συχνά την πόλη μας για να επιβλέψει το ναό του Αποστόλου Παύλου, ενδεχομένως  να είναι ο Φωτιάδης ο αρχιτέκτων του έργου με δεδομένο ότι από το 1891 έχει χρησιμοποιήσει σιδηροδοκούς στο Ζωγράφειο της Κωνσταντινούπολης. Ένας από τους δύο λοιπόν σχεδίασε τις όψεις του κτιρίου, με πρότυπο το Μουζικφεράιν του Χάνσεν, όμως στην κάτοψη του ορόφου του πιθανόν επηρεάστηκε από την Ελληνική Λέσχη Δράμας, έργο του Γεωργίου Χατζημιχάλη.

Το γεγονός είναι αδιαμφισβήτητο: Η πόλη μας διαθέτει ένα εξαιρετικό αρχιτεκτονικό δείγμα, επηρεασμένο από τον ρυθμό της Ελληνικής Αναγέννησης, του Χάνσεν!

Το κτίριο και τα δύο σωματεία από το 1910 ως σήμερα

Μετά την εγκατάσταση του σωματείου της Μεγάλης Λέσχης στο κτίριο, αρχίζει ο εξοπλισμός της, χρηματοδοτούμενος από τους καπνέμπορους του σωματείου, που συναγωνίζονται στις δωρεές και  φέρνουν ότι καλύτερο βρίσκουν στις ευρωπαϊκές αγορές. Έτσι διαθέτει αναγνωστήριο και βιβλιοθήκη, όλα τα σύγχρονα μέσα της εποχής, έπιπλα από την Κωνσταντινούπολη, πολυτελείς καναπέδες και τραπέζια πόκερ, σερβίτσια με το μονόγραμμα Μ.Λ.Κ., πολύτιμους καθρέπτες και πορσελάνινες σόμπες[38], τα βλέπετε γύρω σας, ακόμη και ηλεκτρικό φως που παράγονταν από μικρή γκαζομηχανή[39].

Τις Κυριακές και εορτές οι αρχές της πόλης και οι πρόξενοι κάθονται στη Μεγάλη Αίθουσα, τιμητικά στη σημερινή θέση του προεδρείου και οι υπόλοιποι στα γύρω τραπέζια. Το καλοκαίρι κάθονται και στα μπαλκόνια για γρανίτα και πορτοκαλάδα. Οι εφημερίδες είναι τοποθετημένες στην αίθουσα ανοικτές σε καλάμια για να μην φθείρονται και να διαβάζονται καλλίτερα. Οι υπόλοιπες αίθουσες φιλοξενούν το γραφείο του διευθυντή της Λέσχης, το μπρίτζ, το τάβλι, το κουμκάν και τη βιβλιοθήκη,

Την κυρίως Αίθουσα από το 1910, τη χρησιμοποιεί και η ΦΑΚΚ για  Γενικές Συνελεύσεις, για συναυλίες, αλλά κυρίως όπως προαναφέρθηκε για τον «Ευεργετικό χορό» της που συγκεντρώνει όλους τους επώνυμους Καβαλιώτες, με τις κυρίες να φορούν τουαλέτες ραμμένες από τους διασημότερους μόδιστρους. Είναι ενδιαφέρον ότι οι γιατροί του Νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας, που προσφέρουν δωρεάν σε αυτό τις υπηρεσίες τους, τιμητικά δεν πληρώνουν είσοδο για τον χορό. Την Αίθουσα όμως την χρησιμοποιούσαν και άλλοι σύλλογοι για τους χορούς τους και πολλά είναι τα δημοσιεύματα στον τύπο την επόμενη τους μέρα.

Επειδή όμως, το κτίριο δεν έχει πλήρως τελειώσει, πιθανόν υπολείπεται ο τοιχογραφικός διάκοσμος, η Αδελφότητα συνάπτει το 1911 νέο δάνειο με την Τράπεζα Αθηνών[40], η οποία είχε υποκατάστημα στην Καβάλα από το 1907.

Δυστυχώς στις 27/10/1912, βουλγαρική πολιτοφυ­λακή καταλαμβάνει αμαχητί την Καβάλα. Οι χριστιανοί την υποδέ­χονται με ενθουσιασμό, αλλά με φόβο οι μουσουλμάνοι. Στις 31/10/1912, καταφθάνει και το βουλγαρικό τάγμα της Ροδόπης. Η Μεγάλη Λέσχη κλείνει γιατί η δράση των σωματείων απαγορεύεται. Τον Ιανουάριο του 1913, οι Βούλγαροι απαιτούν από τους θρησκευτικούς ηγέτες τη μεταφορά των κοιμητηρίων στο Περιγιάλι. Επιτέλους μεταφέρεται και το οθωμανικό νεκροταφείο από μπροστά της. Παρ’ όλα αυτά οι νεκρικές στήλες διατηρούνται ως το 1917.

Ευτυχώς στις 26/06/1913 ο ελληνικός στόλος απελευθερώνει την πόλη. Αμέσως αφαιρούνται οι τοιχοκολλήσεις της Βουλγαρικής Διοίκησης και η Μεγάλη Λέσχη ανοίγει. Στις 09/07/1913 η πόλη υποδέχεται θριαμβευτικά τον Κουντουριώτη, αρχηγό του Στόλου Αιγαίου, που ως κυβερνήτης πλοίου θα επισκέφτηκε πανηγυρικά τη Μεγάλη Λέσχη.

Το 1914 μετά τη ψήφιση από τη Βουλή του νόμου περί σωματείων η Φιλόπτωχος αναγνωρίζεται ως νομικό πρόσωπο και πλέον τα κτίρια της μπορούν να μεταβιβαστούν στο Σωματείο.[41] Με την ευκαιρία αυτή τροποποιεί το Καταστατικό της. Με ενδιαφέρον διαβάζουμε στο νέο, ότι οι κυρίες-νέα μέλη πρέπει να είναι ηθικώς φερέγγυες και καταβάλουν συνδρομή μηνιαία μία δραχμή. Το ίδιο έτος νοικιάζει στην Τράπεζα Αθηνών που προναφέρθηκε ότι την είχε δάνεισε, το Ισόγειο της Μεγάλης Λέσχης με ετήσιο ενοίκιο 125 οθωμανικές λίρες.

Στις 15 Απριλίου 1914, το δημαρχείο της πόλης εγκαθίσταται στο διπλανό Μέγαρο Τόκκου. Εφεξής πολλά σημαντικά γεγονότα θα λάβουν μέρος κάτω από τα μπαλκόνια της Μεγάλης Λέσχης. Στις 22 Μαΐου 1914 την πόλη επισκέπτεται για πρώτη φορά ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος. Οι Καβαλιώτες τον υποδέχονται πανηγυρικά στο νέο Δημαρχείο και στη Μεγάλη Λέσχη. Ένα μήνα αργότερα γιορτάζεται η πρώτη επέτειος της Απελευθέρωσης της πόλης στην παραθαλάσσια  στενή λωρίδα νοτιότερά της.

Το 1915, έχουν ήδη ενοποιηθεί το Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και το Διεθνές στην Αγία Βαρβάρα και οι γιατροί πληρώνονται, επομένως σταματά η Φιλόπτωχος της δωρεάν προσκλήσεις σε αυτούς κατά τον Ευεργατικό χορό. Το 1916, επειδή το Νοσοκομείο Ευαγγελισμός δεν υφίσταται αυτοτελές, η ΦΑΚΚ τροποποιεί το καταστατικό της, του οποίου ο νέος σκοπός είναι η ίδρυση βιοτεχνικών εργαστηρίων ή σχολών προς διδασκαλίαν διαφόρων βιοτεχνιών σε γυναίκες και κορίτσια ενδεή, καθώς και η ενίσχυση αναξιοπαθούντων. Ιδρύει πράγματι Εργαστήριο ασπρορούχων με μεγάλη οικονομική δυσκολία, το οποίο όμως κατέστρεψαν οι Βούλγαροι[42], κατά τη Β΄ Βουλγαρική κατοχή (1916-1918).

Μία κάρτα της εποχής, αποδεικνύει με εντυπωσιακό τρόπο την μεγάλη ανοικοδόμηση της πόλης την εποχή αυτή. Οι καπναποθήκες είναι σχεδόν περισσότερες από τα σπίτια!

Το 1919 το Υποκατάστημα της Ιονικής Τράπεζας με δικά του έξοδα επισκευάζει το εστιατόριο του Ισογείου και εγκαθίσταται εκεί.[43] Το 1921  μετά από πρόσκληση της Ιατρικής Εταιρείας η Φιλόπτωχος αποδέχεται τη συνεργασία μαζί της, με στόχο τη δημιουργία του Φθισιατρείου ΕΛΠΙΣ, το οποίο θα εγκαινιαστεί το 1925. Μετά τον ερχομό των προσφύγων, με τα ενοίκια  από το κτίριο, (από το σωματείο της Μεγάλης Λέσχης 30.000 δρχ, από την Τράπεζα Αθηνών 15.000 και την Ιονική 15.000[44]), η Φιλόπτωχος κατορθώνει να ιδρύσει κατά το 1922 ορφανοτροφείο για τα ορφανά προσφυγόπαιδα, το οποίο διαλύθηκε το 1923 όταν την αποκατάσταση των προσφύγων την ανέλαβε  η Αμερικανική Περίθαλψη[45].

Ο δημοτικός κήπος ευτυχώς ως οθωμανικό νεκροταφείο και ανταλλάξιμο κτήμα δεν έχει οικοπεδοποιηθεί. Το 1924 ο δήμαρχος Δημήτρης Μοσχοπουλίδης, ιδρυτικό μέλος της Μεγάλης Λέσχης τοποθετεί σ αυτόν το ηρώο των πεσόντων στους πολέμους 1912-22. Διαχρονικά, μπροστά του και με φόντο την Μεγάλη Λέσχη, έχουν φωτογραφηθεί όλοι οι Καβαλιώτες και οι επισκέπτες της πόλης.

Το 1925 η ΦΑΚΚ πάλι τροποποιεί το καταστατικό της για να βοηθήσει την αποπεράτωση του ναού του Αγίου Παύλου. Το έτος αυτό σύμφωνα με το Πανελλήνιο Λεύκωμα της Εκατονταετηρίδας (1821-1921), πρόεδρος του Σωματείου της Μεγάλης Λέσχης είναι ο Νικόλαος Σερδάρογλου, που διετέλεσε τρεις φορές δήμαρχος Καβάλας (1869-). Ιδιαίτερα η δράση του κατά τη Β΄ Βουλγαρική κατοχή ήταν εξαιρετική.

Με καθυστέρηση, το 1926 η Φιλόπτωχος αποφασίζει να γίνει η μεταβίβαση της Μεγάλης Λέσχης αλλά και των υπολοίπων ιδιοκτησιών της από το Θ. Ρακιντζή επ ονόματί της.[46] Η μεταβίβαση ολοκληρώνεται το 1929 και «το ΔΣ λαβόν υπ όψιν τας ανεκτιμήτους υπηρεσίας, ας προσέφερεν εις την Φιλόπτωχον Αδελφότητα επί Τουρκοκρατίας και μετέπειτα ο συμπολίτης μας αξιότιμος  Θεόδωρος Ρακιντζής εξασφαλίσας την κτηματικήν αυτής περιουσίαν ονομάζει Αυτόν παμψηφεί επίτιμον μέλος της Αδελφότητας».

Τα επόμενα χρόνια η Μεγάλη Λέσχη αναδεικνύεται το κτίριο, όπου  μπροστά της ή στο εσωτερικό της γιορτάζονται τα σπουδαία γεγονότα της πόλης μας. Συγκεκριμένα, το 1925 μπροστά της διοργανώνεται τεράστιο συλλαλητήριο εναντίον της εξαγωγής ανεπεξέργαστων καπνών. Δεν λείπουν όμως και οι εκθέσεις ζωγραφικής, ακόμη και διαγωνισμός για τη Μις Καβάλα που διοργανώθηκε στις 16 Μαρτίου 1929 στα πλαίσια του χορού των Δημοσίων Υπαλλήλων[47].

Στις 03/11/1929 στις 1 το μεσημέρι δίνεται επίσημο γεύμα  προς τιμή του Ελευθέριου Βενιζέλου, από τον πρόεδρο του Λιμενικού Ταμείου Καβάλας, καπνέμπορο Δημήτριο Γρηγοριάδη, με αφορμή τη θεμελίωση του λιμανιού της πόλης. Στις 9 το βράδυ πάλι στη Μεγάλη Λέσχη ο δήμαρχος Κλεάνθης Τερμεντζής,  παραθέτει στον εθνάρχη δείπνο, στο οποίο παρακάθετε ολόκληρο το Δημοτικό Συμβούλιο της Καβάλας και στο οποίο ο Βενιζέλος ανακηρύσσεται επίτιμος δημότης Καβάλας.

Στις 25 Μαρτίου 1930, γιορτάζεται μπροστά της και στο διαμορφωμένο και στολισμένο Δημοτικό Κήπο, η εκατονταετηρίδα από την υπογραφή του Πρωτόκολλου της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους (Πρωτόκολλο του Λονδίνου, 1830), από την Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία.

Το 1933, το ΔΣ της Φιλοπτώχου, ανακηρύττει επίτιμα μέλη «τιμής ένεκεν» τους Κλεάνθη Τερμεντζή και Στέφανο Καραγεώργη «ως παρασχόντας ανεκτιμήτους υπηρεσίας προς το Σωματείον δια της συμμετοχής των εις τας επί της ανεγέρσεως των κτημάτων της συσταθείσας επιτροπάς[48]. Το ίδιο έτος, είμαστε στην περίοδο του κραχ, σε μεγάλη σύσκεψη στη Μεγάλη Λέσχη με πρωτοβουλία του Εμπορικού Επιμελητηρίου Καβάλας και την παρουσία του υπουργού Γεωργίας Τζον Θεοτόκη, εξετάζεται η προώθηση της αποξήρανσης των τεναγών των Φιλίππων[49]. Στις 07/05/1933, οργανώνεται νέα σύσκεψη στη Μεγάλη Λέσχη υπό την προεδρία του προέδρου του Εμπορικού Επιμελητηρίου Κων/νου Βλήτου. Συμμετέχει ο δήμαρχος Κλεάνθης Τερμεντζής, ο υπουργός Συγκοινωνιών Π. Ράλλης και ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ως πρόεδρος του Αγροτοεργατικού κόμματος Ελλάδος. Σ’ αυτή φαίνεται καθαρά η κακή οικονομική  κατάσταση  των εξαθλιωμένων 6.500 καπνεργατών και 3.700 καπνεργατριών της πόλης. Οι καπνέμποροι με τη σειρά τους δηλώνουν ότι τα καπνά είναι αδιάθετα, ενώ οι έμποροι διαμαρτύρονται ότι οι τράπεζες, που ενώ μέχρι το 1929 παρείχαν αφειδώς δάνεια, «εγκατέλειψαν στο ταραχώδες οικονομικό πέλαγος ολόκληρο τον εμποροεπαγγελματικό κόσμο…»[50].

Στις 17-18/06/36, την Καβάλα επισκέπτεται ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄. Ο δήμαρχος της πόλης Νικόλαος Σερδάρογλου τον δεξιώνεται στη Μεγάλη Λέσχη, με  σερβιτόρους από το ΜΕΝΤΙΤΕΡΑΝΙΑΝ ΠΑΛΑΣ της Θεσσαλονίκης, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί σφοδρά ότι δε χρησιμοποίησε επαγγελματίες της πόλης…

Στις 17 Νοεμβρίου 1937, η Φ.Α.Κ.Κ. τροποποιεί πάλι το καταστατικό της, με νέο σκοπό την ίδρυση και λειτουργία του Γηροκομείου, σε οικόπεδο που επιλέχτηκε από το Θεόδωρο Πουλίδη ώστε να έχει νομική κάλυψη. Το κτίριο θεμελιώνεται στις 7 Αυγούστου 1938, αλλά όταν τελειώνει με απόφασή της η Φιλόπτωχος, στις 28 Οκτωβρίου 1940, το παραχωρεί για να χρησιμοποιηθεί ως Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Κατά τη Γερμανική Κατοχή στη Μεγάλη Λέσχη θα μπουν Γερμανοί στρατιωτικοί για να γευματίσουν, ενώ μπροστά στο κτίριο θα φωτογραφηθεί ο βασιλιάς Βόρις Γ΄ της Βουλγαρίας όταν το 1942 επισκέφτηκε την Καβάλα, αλλά και τα ξυπόλυτα παιδιά της Γ΄ βουλγαρικής κατοχής. Το ηρώο έχει μεταφερθεί από τους Βουλγάρους.

Το διάστημα 1944-1945, η Μεγάλη Λέσχη, που δε λεηλατήθηκε από τους Βουλγάρους, λειτουργεί ως Εργατική Λέσχη, αλλά η λειτουργία της είναι  δυσβάστακτη για τη διοίκηση του Εργατικού Κέντρου, καθώς δεν είχε έσοδα. Γι’ αυτό παραχωρείται στο σωματείο επισιτιστών Καβάλας, για  να  λειτουργήσει  με το σύστημα της αuτοδιαχείρησης. Αργότερα, κατά την έναρξη των Δεκεμβριανών, καταλαμβάνεται από τον Ε.Λ.Α.Σ. Στις αίθουσές της γίνονται γάμοι στελεχών του Ε.Α.Μ.­ Ε.Λ.Α.Σ. και υποδοχές ξένων με έξοδα της τοπικής αuτοδιοίκησης.

Μετά την απελευθέρωση, το 1945 ο δήμαρχος Μιχαήλ Λολίδης επαναφέρει το ηρώο στη θέση του. Στις 13/02/1949, το Δ.Σ. της Παιδόπολης που στεγάζεται στο κτίριο του γηροκομείου που δεν λειτούργησε ακόμη, δεξιώνεται στη Μεγάλη Λέσχη τον βασιλιά Παύλο και τη βασίλισσα Φρειδερίκη κατά την επίσκεψη τους στην Παιδόπολη. Από το 1945 και μέχρι το 1956 στον όροφο της Μ. Λέσχης στεγάζεται η Στρατιωτική Λέσχη Φρουράς Καβάλας, κατόπιν επίταξης. Συχνά οι αξιωματικοί δεν είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και η ΦΑΚΚ το 1948 καταφεύγει στα Δικαστήρια.

Το 1952, στην 50ντακονταετία της Φιλοπτώχου, το Σωματείο λαμβάνει τη μέγιστη τιμή της χώρας, το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.

Το 1956 η Στρατιωτική Λέσχη αποχωρεί από το κτίριο και η Φιλόπτωχος υποχρεώνεται να επισκευάσει τις μεγάλες φθορές που υπέστη κατά τα χρόνια της επίταξης. Στη συνέχεια στο ισόγειο στεγάζεται η  εφημερίδα Πρωινή και  εμπορικά καταστήματα. Στον όροφο συχνάζουν πάλι καθημερινά τα μέλη του σωματείου Μεγάλη Λέσχη. Στις 23 Οκτωβρίου 1962, την Καβάλα επισκέπτεται ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής για τη θεμελίωση της Β.Φ.Λ. και στη Μεγάλη Λέσχη δίνεται το επίσημο γεύμα. Παράλληλα στην Αίθουσα της γίνονται πολλά συνέδρια του άλλου ιστορικού σωματείου, της Ιατρικής Εταιρείας Καβάλας. Κατά τη δικτατορία συνεχίζονται οι εκδηλώσεις στη Μεγάλη Λέσχη και στις 29 Ιουνίου 1968, ο  δήμαρχος Ευάγγελος Ευαγγελίου ανακηρύσσει επίτιμο δημότη της πόλης τον καθηγητή Στρατή Ανδρεάδη, διοικητή της Εμπορικής Τράπεζας, με το σκεπτικό ότι σε αυτόν οφείλεται η ίδρυση της βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων.

Το 1973 η Φ.Α.Κ.Κ. ξεκινά τη λειτουργία του Πουλίδειου Γηροκομείου, το οποίο απορροφά όλους τους πόρους του Σωματείου, αλλά και την καθημερινή προσωπική απασχόληση του Δ.Σ.

Το ίδιο έτος, συντάσσεται έκθεση ετοιμοροποίας της Μεγάλης Λέσχης. Το κτίριο ευτυχώς σώθηκε με την άμεση παρέμβαση του αρχιτέκτονα Αργύρη Μπακιρτζή και του εφόρου Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Χαράλαμπου Μπακιρτζή. Χάρις στον Αργύρη μάλιστα το κτίριο απέκτησε και τον αντίστοιχο με το Βιεννέζικο κτίριο  χρωματισμό των όψεων του. Το επόμενο έτος με το Φ.Ε.Κ. 822/74, ευτυχώς το κτίριο χαρακτηρίζεται διατηρητέο.

Όλα αυτά τα χρόνια τα διοικητικά συμβούλια, της Φιλοπτώχου ανταποκρίνονται στα καθήκοντά τους με τον καλλίτερο τρόπο. Ας αναφέρουμε τιμητικά τις κύριες που διετέλεσαν πρόεδροι: Μαρία Π. Βουλγαρίδου, Παρασκευή Σ. Πουλίδου, Αιμιλία Ζήφα, Ανδρομάχη Παπαγιάννη, Ελένη Τζοβάννη, Αλεξάνδρα Τζιμά, Έλλη Βασιλικού (38 χρόνια πρόεδρος), Δομνίκη Ανανιάδου, Οδέττη Κολοκοτρώνη, Σμαρώ Νικολαϊδου. Κατά την μεταπολίτευση στις 22 Νοεμβρίου του 1975 η Μεγάλη Λέσχη υποδέχεται πάλι τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και ο δήμαρχος Κων/νος Τσολάκης του επιδίδει το χρυσό κλειδί της πόλης.

Όταν ο Λευτέρης Αθανασιάδης εκλέγεται το 1983 δήμαρχος, με δεδομένο ότι η Δημοτική Βιβλιοθήκη ασφυκτιά στην παλιά της στέγη, προτείνει στο Δ.Σ. της Φιλοπτώχου να μισθώσει ο Δήμος τον όροφο της Μεγάλης Λέσχης, για να στεγαστεί στους χώρους εκτός της μεγάλης αίθουσας, η δημοτική Βιβλιοθήκη. Όμως δεν επέρχεται συμφωνία, καθώς η Φιλόπτωχος δεσμεύεται με το συμβόλαιο του σωματείου της Μεγάλης Λέσχης, συγκεκριμένα το έτος 1984 εισέπραττε από το σωματείο, ετήσιο ενοίκιο 197.000 δρχ. Στις 17 Νοεμβρίου του 1984 το κτίριο καταλαμβάνεται και εφεξής στεγάζει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη, μέχρι να κτιστεί το νέο της κτίριο το 2003. Μετά από δικαστικούς αγώνες, καθορίζεται και το μηνιαίο μίσθωμα για τρία χρόνια, 80.000 δρχ, ενώ η Φιλόπτωχος διατηρεί το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη Μεγάλη Αίθουσα για τις εκδηλώσεις της, ενώ στο ισόγειο στεγάζεται η εφημερίδα ΠΡΩΙΝΗ και η επιπλοποιία Μπαξεβανίδη.

Αντίθετα το Σωματείο της Μεγάλης Λέσχης με τελευταίο πρόεδρο το βιομήχανο Τηλέμαχο Κιτσικόπουλο, χάνει μετά από 74 χρόνια τη στέγη του. Δικαιολογημένα, διότι έχει μείνει στάσιμο, και εδώ και χρόνια δεν τηρεί τις βασικές αρχές του καταστατικού του, σχετικά με «…την ανταλλαγήν ιδεών επιστημονικών, εμπορικών και εν γένει κοινωφελών». Εφεξής το περίφημο Σωματείο-μύθος της Μπελ Επόκ, και του Μεσοπολέμου, μιας πόλης που έκανε τον καπνό λίρα, παραμένει ανενεργό.

Αντίθετα  το 1992 η Φ.Α.Κ.Κ. γιορτάζει πανηγυρικά την Εκατονταετηρίδα της στη Μεγάλη Λέσχη. Και όπως πάντα προοδευτική, αναθέτει στην αείμνηστη καθηγήτρια κ. Αγγελική Κιουρτζή-Μιχαλοπούλου την έκδοση βιβλίου για την διαχρονική πορεία της, που κυκλοφόρησε το 1993. Στη συνέχεια  στον όροφο  εξακολουθούν να φιλοξενούνται συνέδρια και εκδηλώσεις. Εδώ ανακηρύσσεται επίτιμος δημότης Καβάλας ο αείμνηστος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλος και συνεδριάζει το Δημοτικό Συμβούλιο Καβάλας με την συμμετοχή του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη. Στην αίθουσα αυτή μιλούν πολιτικοί, συγγραφείς, καλλιτέχνες κλπ. (Ν. Μάρτης, Μ. Μερκούρη, Ι. Καμπανέλης, Διδώ Σωτηρίου κ.α). Ακόμη και το Δημοτικό Συμβούλιο Καβάλας συνεδριάζει για μερικούς μήνες, το 1999.

Βαθμιαία όμως το κτίριο υποβαθμίζεται λόγω έλλειψης συντήρησης από την υγρασία, παρά την κατασκευή κεραμοσκεπής. Η ανάγκη για ριζική επισκευή είναι επιτακτική, αλλά η Φιλόπτωχος αδυνατεί να ανταποκριθεί οικονομικά. Ο μόνος τρόπος είναι η δωρεάν παραχώρησή του στο Δήμο Καβάλας, έτσι ώστε να χρηματοδοτηθεί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης μέσω των ΠΕΠ Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Μεγάλη συμμετοχή στην προσπάθεια αυτή έχει ο περιφερειάρχης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης Άρης Γιαννακίδης. Και στις 15 Οκτωβρίου του 2012, επί προέδρου Οδέττης Κολοκοτρώνη, η Φ.Α.Κ.Κ. παραχωρεί τη χρήση του κτίσματος στον Δήμο Καβάλας. Συγχρόνως αναθέτει και χρηματοδοτεί τη μελέτη αποκατάστασης στον αρχιτέκτονα Γιάννη Αναγνωστόπουλο, τον Πολιτικό Μηχανικό Αργύρη Πλέσσια και τον μηχανολόγο μηχανικό Κωνσταντίνο Καραδρακόντη. Κατά την διάρκεια της μελέτης, μετά από δοκιμαστικές τομές από τον συντηρητή Μιχάλη Καραβελίδη, βρίσκεται καλυμμένος ο τοιχογραφικός διάκοσμος του κτιρίου και αποφασίζεται να αποκατασταθεί.

Κι έτσι το Νοέμβριο του 2013 επί δημαρχίας Κωστή Σιμιτσή  ξεκινά η μεγάλη προσπάθεια. Η αποκατάσταση αφορά παρεμβάσεις για τη στατική ενίσχυση  του φέροντος οργανισμού του κτιρίου, την εγκατάσταση νέων ηλεκτρομηχανολογικών και υδραυλικών δικτύων, καθώς και δικτύων θέρμανσης, ψύξης και πυρασφάλειας και την κατασκευή ανελκυστήρα και ράμπας πρόσβασης ΑμεΑ. Επιπλέον συντηρήθηκαν και αποκαταστάθηκαν τα εσωτερικά επιχρίσματα, ο ζωγραφικός διάκοσμος των τοίχων και των οροφών και ο διατηρητέος εξοπλισμός του κτιρίου (πορσελάνινες θερμάστρες, ξύλινα έπιπλα, κ.ά.), καθώς και η προμήθεια και τοποθέτηση νέου εξοπλισμού και επίπλων. Ιδιαίτερα προηγμένος είναι ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός του κτιρίου. Με συνολικό προϋπολογισμό 3.734.655 ευρώ, το έργο της αποκατάστασης ολοκληρώθηκε, ικανοποιώντας τις προσδοκίες των ιδιοκτητών, του Δήμου, αλλά και του απλού κόσμου.

Στο Δ.Σ. της Φιλοπτώχου, στους πρώην Περιφερειάρχες Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης Άρη Γιαννακίδη και Καβάλας Λάκη Γρανά, στους δημάρχους Καβάλας Κωστή Σιμιτσή, Δήμητρα Τσανάκα, Θόδωρο Μουριάδη, στους μελετητές του έργου και στους επιβλέποντες μηχανικούς του Δήμου Καβάλας και της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων Ξάνθης, αξίζουν τα εύσημα!

[1] Πουλημένος Γ., Χατζηκωνσταντίνου Αχ. 2018, σ. 207.

[2] Πουλημένος Γ., Χατζηκωνσταντίνου Αχ. 2018, σ. 336.

[3] Πουλημένος Γ., Χατζηκωνσταντίνου Αχ. 2018, σ. 293-301.

[4] Πουλημένος Γ., Χατζηκωνσταντίνου Αχ. 2018, σ. 234-238.

[5] Μόδης Γ. 1962, σ.73, Κολτσίδας Αντ. 2003, σ. 555.

[6] Γούναρης 2000, σ. 130.

[7] Στεφανίδου, σ.139

[8] Ριτζαλεος τ.γ, σ.91

[9] Στεφανίδου σ.161

[10] Λυκουρίνος Υπόστεγο 8-9, σ.106

[11] Χιόνης, Η παιδεία στην Καβάλα, σ.34-35.

[12] Λυκουρίνος Υπόστεγο 8-9, σ.103

[13] Ριτζαλέος σ.192

[14] Φραγκου σ. 69

[15] Φράγκου σ. 116, 124

[16] κωδιξ, σ.38.

[17] Loher

[18] Ριτσαλέος σ.157

[19] Λυκουρίνος 8-9,σ. 103

[20] Κήρυξ 18/2/33

[21] Λυκουρίνος 8-9,σ. 103

[22] Φράγκου σ.119

[23] Φράγκου σ. 118, κήρυξ, σ.117

[24] Έρευνα τ. 7 (1951), σ.21.

[25] Κώδιξ, σ.125.

[26] Κ΄διξ, σ.125.

[27] ΑΥΕ 1906, αακ/ΚΑ-Εκπ., Θεσσαλονίκη 24 Ιανουαρίου 1906, σ.6.

[28] Α. Κιουρτσή-Μιχαλοπούλου, Φιλόπτωχος Αδελφότης, ό.π., σ.80.

[29] ΔΚΑΔΚ, 273. Βλ. και Ρουδομέτωφ Ν., Η Ελληνορθόδοξη Κοινότητα, 273. βλ. στο Παράρτημα εικόνα 15.

[30] Κωδιξ, σ.273

[31] Κιουρτζή σ. 58

[32] Α. Κιουρτσή-Μιχαλοπούλου, Φιλόπτωχος Αδελφότης, ό.π., σ.83.

[33] Α. Κιουρτσή-Μιχαλοπούλου, Φιλόπτωχος Αδελφότης, ό.π., σ.83.

[34] Κιουρτζή, σ. 55

[35] Κιουρτζή, σ. 53

[36] Πανελλήνιον Λεύκωμα, τ.Β΄2 σ.248-249

[37] Σ.Π. Αγγελούδη, Η Καβάλα πριν και τώρα, έκδοση Νομαρχιακής αυτοδιοίκησης Καβάλας, Καβάλα 2008, σ. 66-67.

[38] Λ. Θεοδωρίδου-Σωτηρίου, Αρχιτέκτονες και αρχιτεκτονική Πρακτική στο Βορειοελλαδικό χώρο (1870-1912), διδακτορική Διατριβή ΕΜΠ, 2006, σ. 261.

[39] Αι. Στεφανίδου, Η πόλη-λιμάνι της Καβάλας, σ.206.

[40] Α. Κιουρτσή-Μιχαλοπούλου, Φιλόπτωχος Αδελφότης, ό.π. σ.58

[41] Κήρυξ 5/1/33

[42] Πανελλήνιο Λεύκωμα Β2 (1821-1921), σ. 247.

[43] Α. Κιουρτσή-Μιχαλοπούλου, Φιλόπτωχος Αδελφότης, ό.π.,  σ.63

[44] Κιουρτζή, σ.63.

[45] Πανελλήνιο Λεύκωμα Β2 (1821-1921), σ. 247.

[46] Κιουρτζή σ. 75.

[47] Εφ. Κήρυξ,φ.23/12/1929, Lykourinos-Kavala blogspot.com.

[48] Κιουρτζή, σ. 40-41.

[49] Αγγελούδη, τ.Β΄σ.119-120

[50] Αγγελούδη τ.Β.σ 137