Πέρασαν 350 χρόνια για να επανέλθει ο χριστιανικός πληθυσμός της Καβάλας στα μεγέθη του 15ου αιώνα

Η επίσημη οθωμανική απογραφή του 1831, η επιρροή των εποικισμών και η επέκταση της πόλης εκτός των τειχών, μέσα από την «αναμόχλευση» των αρχείων του Κυριάκου Λυκουρίνου

Αισθητή μεταβολή στο μέγεθος και στη σύνθεση του πληθυσμού της Καβάλας παρατηρείται ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα. Όπως παρατηρεί ο ιστορικός, Κυριάκος Λυκουρίνος, η επίσημη οθωμανική απογραφή του 1831 καταγράφει 102 «ντόπιους» άρρενες χριστιανούς στον καζά της Καβάλας, που σημαίνει ότι ο μόνιμος χριστιανικός πληθυσμός της πόλης εγγίζει τα 250 άτομα. Καταγράφει όμως και 170 «ξένους» άρρενες χριστιανούς, δηλαδή μετανάστες εγκατεστημένους για εργασία. Έπρεπε να περάσουν 350 χρόνια για να επανέλθει ο χριστιανικός πληθυσμός της Καβάλας στα μεγέθη του 15ου αιώνα!

«Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα εποικισμών. Από τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα η Καβάλα δέχεται Έλληνες εποίκους από γειτονικά ή μακρινά μέρη (κυρίως από την Ήπειρο, τη Δυτική Μακεδονία και την αγροτική ενδοχώρα της), αρκετοί από τους οποίους παραμένουν στην πόλη και γίνονται μόνιμοι κάτοικοί της. Γύρω στα 1860 η πόλη έχει πάνω από 500 σταθερούς Έλληνες κατοίκους (120 οικογένειες αναφέρει στα 1859 ο Άγγλος πρόξενος στην Καβάλα J. Maling), πληθυσμός που υπερδιπλασιάζεται κατά τις περιόδους επεξεργασίας του καπνού. Μεγάλο μέρος των εποχιακών καπνεργατών στεγάζεται σε παραπήγματα έξω από τα τείχη της πόλης, αφού η μικρή χριστιανική συνοικία στη χερσόνησο της Παναγίας έχει πια εξαντλήσει τα όριά της», παρατηρεί ο κ. Λυκουρίνος.

Με αυτό το διάβημα οι Έλληνες της Καβάλας ζητούν να τους επιτραπεί η εγκατάσταση εκτός της περιτειχισμένης πόλης: «Ζητούμεν τόπον κατοικίας εκτός του φρουρίου, τόπον οικοπέδων, όστις είναι πετρώδης, κρημνώδης και αμμώδης, μη δυνάμενος να παρέξη ουδέ χόρτον προς τροφήν ζώων, ούτε δύναται χρησιμεύσαι εις έτερον τι, ειμή δι’ οικίας».

Δεν περιορίζονται όμως στην περιγραφή του προβλήματος, αλλά επικαλούνται και τα οφέλη που θα προκύψουν: «Θα αυξηθή η πολιτεία, θα καλλωπισθή, θα ωφεληθή η κυβέρνησις πωλούσα τα οικόπεδα των ήδη αχρήστων μερών, θα πολλαπλασιασθή το προϊόν του καπνού, ον εργαζόμεθα και θα εκατονταπλασιασθή το τελώνειον».