Αλεξία Βουλγαρίδου: Σε όποιο μέρος του κόσμου και να τραγουδήσω, πάντα στο βιογραφικό μου θα γράφει «Καβάλα»!

Η διεθνούς φήμης Καβαλιώτισσα σοπράνο μιλάει για τη σχέση της με την πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε - Οι παραστάσεις στους Φιλίππους, τα πρώτα ερεθίσματα στο Δημοτικό Ωδείο, ο «καταλύτης» Γιάννης Μάντακας, οι αναμνήσεις και οι «προβολές» στο Σήμερα και η «επιστροφή» με αφορμή το Cosmopolis...

Έχει τραγουδήσει στα σημαντικότερα «σανίδια» του κόσμου· από τη Scala του Μιλάνου και της Βερόνα μέχρι το Covent Garden και το φεστιβάλ όπερας της Σάντα Μαργκαρέτεν, η Αλεξία Βουλγαρίδου είναι μια πραγματικά «διεθνής» καλλιτέχνις με όλη τη σημασία της λέξης. Αλλά, ποτέ δεν έχει ξεχάσει την πόλη της, την Καβάλα!

Το 2021, για πρώτη φορά, η σοπράνο «επιστρέφει» στη γενέτειρά της με αφορμή το φεστιβάλ Cosmopolis και «επιστρατεύει» την εμπειρία, τη γνώση και τις γνωριμίες της για να βοηθήσει έναν νέα θεσμό, την CosmoClassical Youth Orchestra, επικεφαλής ενός σχήματος που «θέλει» την Καβάλα κέντρο μουσικής δημιουργίας με «όχημα» την όπερα [διαβάστε περισσότερα πατώντας εδώ].

Με την παρουσία της εδώ. η κ. Βουλγαρίδου θέλει να «δώσει» στα νέα παιδιά της πόλης και της ευρύτερης περιοχής αυτό που η ίδια, ως έφηβος που ήθελε να ασχοληθεί με τη μουσική, δεν είχε· δηλαδή, ευκαιρίες ουσιαστικής «γνωριμίας» με το αντικείμενο, τους τρόπους, τους ανθρώπους, τις διαδικασίες. Και θέτει υψηλούς στόχους για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, σε μια προσπάθεια ανάδειξης ενός «τόπου μοναδικού» στο παγκόσμιο στερέωμα. «Γιατί του αξίζει», όπως λέει…

Με αφορμή την «επιστροφή» της στην Καβάλα, η Αλεξία Βουλγαρίδου μίλησε στο KAVALA POST για τη σχέση της με την πόλη· μια σχέση που, εν πολλοίς –αν και ίσως εν αγνοία της– την καθόρισε ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη.

Αν δεν ήταν ο Μάντακας να κάνει την Τάξη της Μονωδίας και να με εντάξει σε αυτή, δεν ξέρω τι θα είχα κάνει. Μπορεί να είχα «πνιγεί», γιατί δεν θα είχα μάθει ποτέ αυτό το χάρισμα που είχα και αυτή την προοπτική…

Κυρία Βουλγαρίδου, είχατε πει σε παλιότερες συνεντεύξεις σας ότι οι θεατρικές παραστάσεις που βλέπατε μικρή στην Καβάλα σάς επηρέασαν… Προφανώς αναφερόσασταν σε παραστάσεις που παρακολουθούσατε στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων;
Ναι, ακριβώς. Το έχω ξαναπεί, οι γονείς μου δεν ήταν άνθρωποι «καλλιεργημένοι»· δεν είχαν καμία σχέση με την κλασική μουσική, αν και όλοι σχεδόν στην οικογένεια, και οι παππούδες και οι γιαγιάδες, ήταν καλλίφωνοι. Παρ’ ολ’ αυτά όμως, η μητέρα μου επέμενε να μας πηγαίνουν σε μία-δύο τουλάχιστον παραστάσεις στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων. Εκεί, όταν είδα τις κοπέλες αυτές, σαν «καρυάτιδες», αυτές τις επιβλητικές μορφές, με καταγοήτευσαν! Και έλεγα: «το όνειρό μου είναι κάποτε να είμαι έτσι»! Στα οκτώ μου χρόνια ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική, αρχικά με το πιάνο. Λίγο μετά, κατάλαβα ότι μπορεί να γίνει ένα «πάντρεμα» της μουσικής με αυτή την κίνηση, με το θέατρο, αυτό για μένα ήταν το τέλειο, δεν υπήρχε κάτι ανώτερο από αυτό! Η ψυχή μου «άνοιξε», έγινε το… «ναρκωτικό» μου, όπως λέω συχνά.

Ωστόσο, παρακολουθώντας θέατρο δεν θελήσατε να γίνετε ηθοποιός…
Μα, αυτή μου την ανάγκη την καλύπτω! Ένας καλός τραγουδιστής της όπερας πρέπει να είναι και ηθοποιός. Δηλαδή, αυτές οι δονήσεις στο σώμα, να μπορείς να τραγουδάς και παράλληλα να έχεις και αυτή την κίνηση και το δράμα, δεν υπάρχει ανώτερο!

Πότε είδατε για πρώτη φορά όπερα στη ζωή σας;
Στα 18 μου, στην Αθήνα, όταν ήμουν εκεί για σπουδές Νομικής. Έτρεχα, θυμάμαι, από τη Σόλωνος όπου ήταν η Σχολή μέχρι την Ακαδημίας, στη Λυρική. Η πρώτη όπερα που είδα ήταν Don Carlos. Μετά από αυτή την εμπειρία, συνέχεια έκλεινα φοιτητικά εισιτήρια για να δω όπερα. Και μάλιστα, θυμάμαι, προσπαθούσα να κλείνω θέσεις στην άκρη, κάπου απομονωμένα από τους υπόλοιπους θεατές γιατί με έπιαναν τα κλάματα! Κάθε φορά που άνοιγε η αυλαία, ξαφνικά ξεχύνονταν ένα άρωμα! Δεν ξέρω από πού… ίσως και από τη φαντασία μου. Αλλά εγώ ένιωθα ένα άρωμα. Γυναίκας… το μύριζα! Δεν μπορώ να το εξηγήσω ακόμα και σήμερα… Και η σκηνή της Λυρικής μού φαίνονταν τεράστια! Και έλεγα μέσα μου «μακάρι μια μέρα κι εγώ να σταθώ επάνω της…». Όταν ξαναγύρισα, βέβαια, μετά από χρόνια, για να ερμηνεύσω πλέον και εγώ, η σκηνή ήταν τόσο… μικρή σε σχέση με αυτό που θυμόμουν…

Ωστόσο, πριν τα 18 και πριν δείτε την πρώτη όπερα, είχατε επαφή με το είδος…
Ακουστικά, ναι. Θυμάμαι από τα 16 μου και μετά, που πλέον φοιτούσα στο Δημοτικό Ωδείο Καβάλας, ο αείμνηστος Μάντακας μάς έφερνε κάθε εβδομάδα κασέτες. Τις είχε σε μία μεγάλη αθλητική τσάντα την οποία άνοιγε στο γραφείο του και εμείς «πέφταμε» μέσα σαν… λυσσασμένα όντα (!) για να πάρουμε, να ακούσουμε με προσοχή και μετά να τις ανταλλάξουμε μεταξύ μας. Ξέρετε, τότε δεν έβρισκες με ευκολία ηχογραφήσεις όπερας. Πέρα από μία Μαρία Κάλλας, μία Αγνή Μπάλτσα και άντε ακόμη δυο-τρεις τραγουδιστές, δεν υπήρχε τίποτε άλλο. Αλλά ό,τι υπήρχε, το είχαμε… ξεσκονίσει! Σήμερα υπάρχει το internet και τα παιδιά μπορούν να έχουν πρόσβαση εύκολη σε όλα. Εμείς τότε, εδώ στην Καβάλα, ήμασταν απομονωμένοι…

Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να υπηρετήσετε το τραγούδι, την όπερα;
Στα 16 μου ξεκίνησα μονωδία στο ΔΩΚ. Όταν τραγούδησα τα πρώτα τραγούδια, τα πρώτα lieder, κάτι μέσα μου άλλαξε· κάτι άλλαξε στο σώμα μου, το ένιωσα να δονείται! Γιατί, ξέρετε, το όργανό μας εμάς είναι μέσα μας, οι χορδές του είναι εντός μας. Στα 18 πλέον, όταν κατέβηκα στην Αθήνα για να σπουδάσω Νομική, συνέχισα στο Εθνικό Ωδείο –πάντα τραγούδι και πιάνο– ο έρωτάς μου για την όπερα μεγάλωσε. Ώσπου, δυο-τρία χρόνια μετά, θυμάμαι διάβασα για να «δώσω» Διεθνές Δίκαιο στη Σχολή, ξυπνάω τα ξημερώματα και λέω στον εαυτό μου: «Θεέ μου, τι κάνω; Γιατί σπαταλάω τον χρόνο μου. Αφού ξέρω τι θέλω να γίνω στη ζωή»! Εντάξει, μου άρεσε η Νομική, ήθελα να πάω για Διπλωματικό Σώμα, αλλά… δεν ήμουν εγώ! Εγώ ήθελα να είμαι επάνω στη σκηνή! Το δήλωσα, λοιπόν, στους γονείς μου και μου στάθηκαν 150%!

Ποιος ήταν ο άνθρωπος που σας έκανε να πιστέψετε ότι μπορείτε να πετύχετε αυτό τον δύσκολο στόχο;
Εγώ! Κανένας άλλος! Εγώ πίστευα σε μένα…

Ούτε καν οι καθηγητές σας στο Ωδείο;
Όχι. Το αντίθετο. Θυμάμαι στο Εθνικό Ωδείο την κυρία που μου έκανε μάθημα να μου λέει «τώρα έχεις τις σπουδές σου… αυτά είναι δύσκολα πράγματα… είσαι ένα κορίτσι από την επαρχία… η οικογένειά σου δεν έχει μουσική παιδεία…» και εμένα, όλα αυτά από το ένα αυτί έμπαιναν, από το άλλο έβγαιναν! Βέβαια, για να μην τους αδικώ όλους, υπήρχαν και άνθρωποι, όπως ο κ. Πατρικίδης ο διευθυντής της Χορωδίας του Εθνικού Ωδείου ή μια άλλη κυρία με την οποία έκανα ιδιαίτερα, οι οποίοι μου είχαν επισημάνει τις δυνατότητές μου. Ωστόσο μου, μέσα μου υπήρχε ένας φάρος. Και αυτός ο φάρος ήμουν… εγώ!

Πάντοτε, ακόμα και όταν το βιογραφικό μου θα έπρεπε να είναι περιορισμένο σε έκταση, σε όλα τα φεστιβάλ, στα μεγαλύτερα θέατρα, Covent Garden, Scala κτλ., πάντα έλεγα στον ατζέντη μου να αναφέρεται “Kavala, Greece”. Πάντα!

Τι θυμάστε από την Καβάλα των παιδικών και εφηβικών σας χρόνων;
Τίποτα. Και δεν θέλω…

Γιατί;
Γιατί μετά από χρόνια διαπίστωσα ότι ζούσα σε έναν μαγικό κόσμο που είχα φτιάξει εγώ. Είχα πολύ λίγους, μετρημένους στα δάχτυλα, φίλους – και αυτούς από το Ωδείο, όχι από το σχολείο. Ως παιδί, ήμουν πολύ διαφορετική. Δεν με ενδιέφεραν τα ρούχα, η εμφάνισή μου, δεν με ενδιέφερε να είμαι σε «κυκλώματα», να είμαι στη μόδα… Ήθελα απλά να «περάσω» κάπου αλλού και να φύγω…

Δηλαδή, η πόλη δεν έπαιξε κάποιον ρόλο στο να γίνετε αυτή που είστε σήμερα; Ούτε καν το Ωδείο;
Το Ωδείο, ναι. Αν δεν ήταν ο Μάντακας να κάνει την Τάξη της Μονωδίας και να με εντάξει σε αυτή, δεν ξέρω τι θα είχα κάνει. Μπορεί να είχα «πνιγεί», γιατί δεν θα είχα μάθει ποτέ αυτό το χάρισμα που είχα και αυτή την προοπτική… Από την Τάξη Μονωδίας του Μάντακα ξεκίνησε όλη αυτή η «αλυσίδα»… Και σήμερα ισχύει το ίδιο. Ακόμα και δύο ή τρία μόνον παιδιά να έχουν προοπτική, δεν πρέπει να βρουν μπροστά τους καμία τροχοπέδη. Μόνον ενθάρρυνση…

Με δεδομένα όλα αυτά, ποιος πιστεύετε ότι πρέπει να είναι ο ρόλος ενός δασκάλου ή και του Ωδείου ή όποιου ιδρύματος που αναλαμβάνει να… παιδεύσει τα παιδιά; Και σας ρωτάω πάντα με τα δεδομένα μιας μικρής πόλης όπως είναι η Καβάλα…
Δεν το βλέπω έτσι. Και διαφωνώ απόλυτα. Αν θέλουμε να λεγόμαστε «Ευρώπη», θα πρέπει κάποια στιγμή να ξεπεράσουμε αυτό το κόμπλεξ της «μικρής πόλης». Τι θα πει «μικρή» και «μεγάλη» πόλη; Από τη στιγμή που έχεις αεροδρόμιο, λιμάνι, εθνική οδό… –μπορεί κάποιος να εργάζεται στη Θεσσαλονίκη και να θέλει να μένει στην Καβάλα– στο εξωτερικό αυτός ο όρος «μικρή πόλη» δεν υπάρχει! Οι μικρές πόλεις στην Ευρώπη έχουν το θέατρό τους, έχουν την όπερά τους. Και γεμίζουν! Εντάξει, δεν περιμένουμε εδώ να γίνει ένα Covent Garden, αλλά γιατί, δηλαδή, να μην έχει η Καβάλα ένα μικρό θέατρο πρόζας και μπαλέτου; Η Λάρισα, η Πάτρα, η Κομοτηνή, η Καβάλα ναι, είναι μικρές πόλεις· αλλά πρέπει και να… ζουν! Και οι πολίτες αυτών των πόλεων είναι «μέσα» στα πράγματα, συμμετέχουν μέσω της τεχνολογίας στα παγκόσμια δρώμενα, ντύνονται με την τελευταία λέξη της μόδας, ενημερώνονται, άρα είναι «μέσα» στον κόσμο! Γιατί να μην έχουν και την επιλογή να πάει να δει όπερα, πρόζα, μπαλέτο… Στο εξωτερικό, οι λεγόμενες «μικρές» πόλεις δικτυώνονται και παρουσιάζουν τις δικές τους παραγωγές για τους κατοίκους τους, όπως πχ λειτουργεί στην Ιταλία το δίκτυο Πίζα-Λιβόρνο-Λούκα.

Μα, αν υπήρχε αυτή η ανάγκη στον κόσμο, δεν θα είχαν γίνει όλα αυτά που μόλις προαναφέρατε;
Θεωρώ ότι ο κόσμος –οι πολίτες, δηλαδή, μιας χώρας ή μιας πόλης– είναι οι μαθητές και οι άρχοντες –πρωθυπουργοί, περιφερειάρχες, δήμαρχοι κτλ.– είναι οι γονείς, είναι οι δάσκαλοι, αυτοί που δίνουν τις κατευθύνσεις σε όλους εμάς. Αν το «σχολείο», λοιπόν, είναι πρότυπο και μας φέρονται δίκαια, σωστά, μας δίνουν τα εναύσματα που πρέπει, τότε και εμείς όλοι θα γίνουμε άριστοι μαθητές. Παλιά, θυμάμαι, όταν πήγαινα στο σχολείο, έτσι και έμπαινες στο αμάξι κάποιου και άκουγε λαϊκά, αυτό ήταν κατακριτέο. Λίγα χρόνια μετά, αυτό έγινε τάση. Ξεκίνησε τη μία χρονιά με το «να βάλουμε ένα-δυο ελληνικά στο πρόγραμμα», την επόμενη χρονιά όλοι άρχισαν να ανεβαίνουν στα τραπέζια και σιγά-σιγά, σαν το… δηλητήριο που στο δίνουν σταγόνα-σταγόνα, το λαϊκό επιβλήθηκε καθολικά! Προς Θεού, δεν έχω τίποτε με το λαϊκό τραγούδι. Όλα χρειάζονται. Τον γάμο σου θα τον κάνεις με τα λαϊκά σου, το πανηγύρι με τα δημοτικά, αλλά, όπως ένα σχολείο διδάσκει όλα τα μαθήματα –γεωγραφία, αρχαία, μαθηματικά κτλ.– έτσι και το «σχολείο» που είναι το πολιτειακό σύστημα θα πρέπει να δίνει τα πάντα στους μαθητές του. Το τι θα διαλέξει στο τέλος ο «μαθητής» είναι δικό του θέμα, αλλά θα πρέπει εσύ να του δώσεις όλη την «ύλη».

Η Καβάλα είναι μια πόλη όπου θα μπορούσε να ζήσει ο καθένας και να είναι ευτυχισμένος. Ακόμα και ο πιο μεγάλος «κοσμοπολίτης», αν του δώσεις τα σωστά ερεθίσματα, μπορεί να ζήσει εδώ…

Κυρία Βουλγαρίδου, την αγαπάτε την Καβάλα; Και με ποιον τρόπο;
Πάντοτε, ακόμα και όταν το βιογραφικό μου θα έπρεπε να είναι περιορισμένο σε έκταση, σε όλα τα φεστιβάλ, στα μεγαλύτερα θέατρα, Covent Garden, Scala κτλ., πάντα έλεγα στον ατζέντη μου να αναφέρεται “Kavala, Greece”. Πάντα!

Γιατί;
Μα, γιατί είμαι περήφανη που έχω γεννηθεί σ’ αυτό τον τόπο. Και πάντα πίστευα ότι αυτή η πόλη μπορεί να ανέβει πολύ ψηλά. Ωστόσο, η Καβάλα δεν με στήριξε ποτέ. Και, μάλιστα, ο περισσότερος κόσμος δεν με γνωρίζει καν. Αλλά κι εγώ ουδέποτε ενδιαφέρθηκα να με «μάθουν» οι Καβαλιώτες…

Σας ενοχλεί αυτό; Σας πληγώνει; Το ότι, δηλαδή, δεν σας αναγνωρίζουν οι συντοπίτες σας…
Όχι, καθόλου. Πολλοί μου λένε, «μα, δεν πήγες να τους πεις ποια είσαι»… γιατί να πάω; Ο γονιός παρακολουθεί το παιδί του. Δεν συμβαίνει το αντίστροφο. Εγώ πάντοτε ερχόμουν στην πόλη για να δω τους γονείς μου και τους λίγους φίλους μου. Αλλά, εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα. Και με την Καβάλα με δένουν πολλά πράγματα, πρόσωπα, καταστάσεις, αναμνήσεις, που δεν μπορεί να μου τα στερήσει κανείς, όποιοι και αν είναι σήμερα οι κάτοικοί της…

Πώς βλέπετε την Καβάλα να έχει εξελιχθεί τα τελευταία χρόνια; Φαντάζομαι την επισκέπτεστε κάθε χρόνο…
Όχι κάθε χρόνο. Υπήρχαν και περίοδοι στη ζωή μου που, λόγω δουλειάς, έκανα να έρθω και δύο και τρία χρόνια. Ωστόσο, με χαρά βλέπω ότι η πόλη έχει προχωρήσει πολύ! Είναι μια πόλη όπου θα μπορούσε να ζήσει ο καθένας και να είναι ευτυχισμένος. Ακόμα και ο πιο μεγάλος «κοσμοπολίτης», αν του δώσεις τα σωστά ερεθίσματα, μπορεί να ζήσει στην Καβάλα. Ας πούμε ένα θέατρο που να μπορεί να δει πέντε διαφορετικά πράγματα, έναν καλό κινηματογράφο, ένα καλό εστιατόριο… τα πάντα έχει η Καβάλα. Και υποδομές και ξενοδοχεία και τα πάντα… φτάνει πια με το αυτο-μαστίγωμα ότι «δεν έχουμε αυτό ή εκείνο» ή ότι «είμαστε μια μικρή πόλη»… και αν θέλεις να πας στην Αθήνα, παίρνεις το αεροπλάνο σου και πας σε λίγη ώρα. Φτάνει πια με αυτό.