Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, καλεσμένος του Imaret

Με αφορμή τη Γιορτή των Ερωτευμένων, ο ποιητής Παρασκευάς Καρασούλος ανθολογεί τα αγαπημένα του ερωτικά σονέτα του μεγάλου Ισπανού


 

Του Παρασκευά Καρασούλου

 


Αν ο χρόνος δεν ήταν ο αυστηρός αφέντης των πάντων, αν το «λίγο» του ανθρώπου (σχεδόν πάντα ερωτευμένο με τον θάνατο και την καταστροφή) έπλαθε αλλιώς τα όριά του, αν ο Φεδερίκο, με διαβατήριο τη σπανιότητα της ύπαρξής του, μπορούσε να ταξιδέψει πίσω-μπρος στα χρόνια, πιστεύω πως θα του άρεσε πολύ να ζήσει μερικά ξεχωριστά βράδια στο Imaret, τριγυρνώντας στους κήπους και στις στοές της Ανατολής, ψάχνοντας αρώματα γειτονικών της πατρίδας του μύθων και ερωτικούς λυγμούς που διέσχισαν τον χρόνο απέριττοι, αλλά μοναδικά λαμπροί. Σε μια ρωγμή του χρόνου…

Φωτογραφία: Ανδρέας Γεωργιάδης

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα
Τα σονέτα του σκοτεινού έρωτα
[ Μετάφραση: Σωτήρης Τριβιζάς, Εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2004 ]

Ο έρωτας κοιμάται στο στήθος του ποιητή

Ποτέ σου δεν θα μάθεις πόσο σ’ αγαπώ
γιατί βαθιά στο στήθος μου κοιμάσαι.
Κι εγώ σε κρύβω μέσα μου σαν να’ σαι
κάποια φωνή από ατσάλι κοφτερό.

Νόμος που σμίγει σάρκα και ουρανό
το στήθος μου που κλαίει έχει λαβώσει
και λόγια σκοτεινά έχουν δαγκώσει
το πνεύμα σου που είναι αυστηρό.

Το πλήθος περιμένει συναγμένο
την αγωνία μου και το κορμί σου,
πηδούν μέσα στους κήπους και χορεύουν.

Όμως εσύ, αγάπη μου, κοιμήσου.
Άκου το αίμα στα βιολιά σπασμένο!
Κοίτα που ακόμα μας παραμονεύουν!

Φωτογραφία: Ανδρέας Γεωργιάδης

Ο ποιητής μιλάει στο τηλέφωνο με τον Έρωτα

Το στήθος μου η φωνή σου πλημμυρίζει
μες στη γλυκιά καμπίνα από μαδέρι.
Στα πόδια μου η άνοιξη ανθίζει,
στο μέτωπό μου φύτρωσε η φτέρη.

Πεύκο από φως μες στο στενό το χώρο
τραγούδησε χωρίς αυγή και σπόρο.
Πρώτη φορά ο θρήνος μου που κάνει
κορόνα ελπίδας πάνω στο ταβάνι.

Γλυκιά φωνή, για μένα ειπωμένη,
Απόμακρη φωνή που έχω γευτεί.
Απόμακρη , γλυκιά φωνή που λιώνει.

Απόμακρη, ελαφίνα πληγωμένη.
Γλυκιά καθώς λυγμός μέσα στο χιόνι.
Μπηγμένη στο μεδούλι μου φωνή!

Του γλυκού παραπόνου

Να στερηθώ το θαύμα μη μ’ αφήσεις
στα μάτια σου να χάνομαι και να ‘χω
τη νύχτα ν’ ακουμπάει στο μάγουλό μου
το ρόδο της ανάσας σου μονάχο.

Πονώ που είμαι εδώ, σ’ αυτή την όχθη,
κορμός χωρίς κλαδιά στην ερημιά του
χωρίς χυμό χωρίς πυλό και άνθη
για το σαράκι μες στα σωθικά του.

Αν είσαι ο κρυμμένος θησαυρός μου
η σταύρωση και η νωπή μου θλίψη
κι εγώ σκυλί της επικράτειάς σου

αυτό που έχω κερδίσει ας μη μου λείψει
και που στολίζει τώρα τα νερά σου
με φύλλα από το φθινόπωρό μου.

Φωτογραφία: Ανδρέας Γεωργιάδης

Ο ποιητής ζητάει από τον Έρωτά του, να του γράψει

Θάνατε ζωντανέ, αχ έρωτά μου,
μάταια να μου γράψεις περιμένω,
Κι όμως θα προτιμούσα να σε χάσω
παρά να ζω λουλούδι μαραμένο.

Ο άνεμος αθάνατος. Κι η πέτρα
δεν ξέρει τη σκιά και δεν την μέλει.
Και η βαθιά καρδιά δεν έχει ανάγκη
του φεγγαριού το παγωμένο μέλι.

Για χάρη σου ξεσκίζω το κορμί μου,
τίγρη και περιστέρι, στη οσφύ του,
μονομαχούν δαγκωματιές και κρίνοι.

Την τρέλα μου ας χορτάσει η φωνή σου
ή άσε με να ζήσω τη γαλήνη
της σκοτεινής της νύχτας στην ψυχή μου.

Φωτογραφία: Ανδρέας Γεωργιάδης

Ερωτική θύμηση

Όμως τη θύμησή σου, μη μου πάρεις
Άσε την μέσα στην καρδιά μου
σαν ρίγος ανθισμένης κερασιάς
μες στο μαρτύριο του Γενάρη.

Για να μου δώσεις μια καρδιά από γύψο
σου δίνω εγώ τη θλίψη ενός κρίνου.
Τη νύχτα κυνηγώντας το φαρμάκι
μες στη δική σου θύμηση να σκύψω.

Η χλόη έχει σκεπάσει σιωπηλά
την γκρίζα αυτή κοιλάδα, το κορμί σου.
Άσε μου μονάχα τη θύμησή σου,
Μόνο τη θύμησή σου στην καρδιά.