«Δε με τραβάνε τα μουσεία»: Ο Γιώργος Σεφέρης στην Καβάλα και τη Θάσο το 1960

Άγνωστα ντοκουμέντα από τη μοναδική επίσκεψη του Νομπελίστα ποιητή στην περιοχή μας - Και τρεις αδημοσίευτες φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα


 

Της Γεωργίας Τριανταφυλλίδου

 


ΟΓιώργος Σεφέρης φτάνει στην Καβάλα συνοδευόμενος από τον Γιώργο Σαββίδη το πρωί της Παρασκευής 2 Σεπτέμβρη 1960. Θα επισκεφτεί τη Θάσο και θα ολοκληρώσει την επίσκεψή του στο νομό την Τρίτη 6 Σεπτέμβρη, οπότε και θα αναχωρήσει αεροπορικώς για τη Λήμνο. Απ’ όσο μπορώ να γνωρίζω το ταξίδι αυτό δεν είναι γνωστό στους σύγχρονους Καβαλιώτες, αν και αναφέρεται στις Μέρες Ζ΄ (1 Οκτώβρη 1956 – 27 Δεκέμβρη 1960, Επιμέλεια Θεανώ Ν. Μιχαηλίδου, Ίκαρος 1990). Από μια σύντομη έρευνα, το γεγονός της επίσκεψης αγνοούσαν νεώτεροι αρχαιολόγοι και λογοτέχνες της πόλης και δεν κατάφερα να εντοπίσω κάποια σχετική αναφορά.

Ο Σεφέρης, σύμφωνα πάντα με την ημερολογιακή καταγραφή, πετάει από το Ελληνικό στις 7:15 το πρωί και προσγειώνεται «στην Καβάλα περί τις 10». Πρόκειται, βέβαια, για το παλιό στρατιωτικό αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα. Η συντροφιά θα τραβήξει κατευθείαν για την πόλη όπου θα επισκεφτεί αστραπιαία, όπως διαφαίνεται από το ωρολόγιο πρόγραμμα το «σπίτι Μωχαμέτ Άλι και το Ιμαρέτ». Το μεσημέρι στις 1:30 θα επιβιβαστεί στο βενζινόπλοιο «Αλέξης» και μετά από 2½ ώρες θα καταλύσει στο ξενοδοχείο «Αλκυών» στον Λιμένα, πρωτεύουσα της Θάσου. Ο Σεφέρης ταξιδεύει με τον Αλέξη, το πρώτο θαλάσσιο πούλμαν που εμφανίστηκε στο Βόρειο Αιγαίο, φέρνοντας μεγάλη αλλαγή στη συγκοινωνία Καβάλας-Θάσου. Ξεκίνησε τα δρομολόγιά του το 1959 προσφέροντας πολύ πιο άνετο, σύντομο και ασφαλές ταξίδι από τα πετρελαιοκίνητα καΐκια που μέχρι τότε έκαναν αυτήν τη διαδρομή. Εντύπωση, ωστόσο, προκαλεί ότι ενώ προσγειώνεται πολύ κοντά στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, δεν προλαβαίνει, μάλλον, να τον επισκεφτεί αλλά ούτε και το επιχειρεί το διάστημα που παραμένει στην πόλη της Καβάλας κατά την επιστροφή του από τη Θάσο.

Η Μακρυάμμος (φωτ. Tάκη Τλούπα)

Σάββατο 3 Σεπτέμβρη

Ο Σεφέρης θα κολυμπήσει στη Μακρυάμμο, που σημαίνει ότι μετέβη εκεί οδικώς, αφού η διάσημη μέχρι σήμερα παραλία απέχει δυο χιλιόμετρα από το λιμάνι. Σημειώνει ότι έχει πολλές σφήκες αλλά κι ότι «η θάλασσα, το μόνο πράγμα που μου κάνει καλό». Τα νερά στη Μακρυάμμο είναι, όντως, σμαραγδένια. Θα επιστρέψει στον Λιμένα και θα πάρει το μονοπάτι για το αρχαίο θέατρο. Εκεί θα συναντήσει τους Σαββίδηδες και μαζί θα ανέβουν ως την Ακρόπολη. Στη συνέχεια θα κατέβουν από το πίσω μέρος προς το ιερό του Πάνα.

Ο Λιμένας το 1958 (φωτ. Τάκη Τλούπα)

Κυριακή, 4 Σεπτέμβρη

Η παρέα θα κάνει το γύρο του νησιού με μπενζίνα, πιθανώς από τον Λιμένα προς Δυσμάς. Εκτός από τους Σαββίδηδες, ο Σεφέρης αναφέρει και πάλι τη Μίνα. Λέω και πάλι, γιατί η παρουσία της επισημαίνεται πρώτη φορά πάνω στον «Αλέξη» κατά τον απόπλου από το λιμάνι της Καβάλας στις 2.9. Τη συναντούν «στο πλοίο», άρα δεν τους συνοδεύει στο αεροπορικό ταξίδι του ερχομού. Δεν εντόπισα τη Μίνα στο ευρετήριο των ονομάτων που παρατίθεται στο τέλος του τόμου. Εκεί διευκρινίζεται ότι έχουν παραλειφθεί μερικά από τα ονόματα των προσώπων που παρέμειναν αταύτιστα. Τολμώ να εικάσω ότι πρόκειται για την πιανίστρια Μίνα Ζάννα (1932-2013), παντρεμένη με τον Παύλο Ζάννα από το 1953. Η Μίνα ταξίδεψε από Θεσσαλονίκη και συναντήθηκε μαζί τους εν πλω;

Η εκδρομή έχει δυο φορές κολύμπι σε διάφορες αμμουδιές. Ο Σεφέρης δεν την ονομάζει αλλά «πεύκα ώς κάτω στο γιαλό ριζωμένα στα βράχια-βράχια από σχιστόλιθο και μάρμαρο» είναι με σχετική σιγουριά η παραλία της Αλυκής, μια από τις ωραιότερες της νότιας Θάσου. Την εποχή που ο ποιητής επισκέπτεται το νησί, δεν υπάρχει δρόμος προς τη συγκεκριμένη παραλία: o μόνος τρόπος να την προσεγγίσει κανείς είναι με πλεούμενο. Ο Σεφέρης κουράζεται, «όλα αυτά ασυνήθιστα για μένα σωματικά και, πέρασαν τα χρόνια». Ας μην ξεχνάμε ότι την προηγούμενη μέρα έχει επιχειρήσει μια δύσκολη ανάβαση ως το αρχαίο θέατρο και την ακρόπολη και μια εξίσου απότομη κατάβαση από άλλο μονοπάτι. Είναι εξήντα χρονών και ευτραφής, «κολοσιαίος, τεράστιος, σαν βουνό» κατά τον Ζ. Ραστώ. Στο τέλος της μέρας, τον αποζημιώνει η πανσέληνος και η «μυρωδιά μελιού και πεύκου, κάτι πολύ έντονο».

Δευτέρα [5 Σεπτέμβρη]

Ο Σεφέρης επισκέπτεται το αρχαιολογικό μουσείο του Λιμένα. «Έφορος Λασκαρίδης», σημειώνει εντός παρενθέσεων και προφανώς καταγράφει λανθασμένα το όνομα του Δημήτρη Λαζαρίδη (Καβάλα, 1917-1985) που διετέλεσε έφορος Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Καβάλα κατά το διάστημα 1946-1965. Ο Λαζαρίδης παύθηκε από τη χούντα, ενώ στο μεταξύ διηύθυνε τις εφορείες αρχαιοτήτων Αθηνών και Αττικής, και μετά την πτώση της ανέλαβε γενικός επιθεωρητής αρχαιοτήτων ώς το 1977. Το μουσείο στον Λιμένα είναι το παλαιότερο μουσειακό κτίριο της Βόρειας Ελλάδας. Εν συντομία αναφέρω ότι κτίστηκε επί τη επισκέψει του βασιλιά Φαρούκ Α΄ της Αιγύπτου. Η επίσκεψη ματαιώθηκε, όμως το μουσείο αποπερατώθηκε με έφορο τον Γεώργιο Μπακαλάκη.

Άραγε ο Λαζαρίδης είναι παρών κατά την ξενάγηση; Διόλου απίθανο. Ο Σεφέρης εκφράζει τη δυσφορία του: «Δε με τραβάνε τα μουσεία». Σκέφτομαι στο σημείο αυτό ότι ο ποιητής φωτογραφίζει συστηματικά μνημεία, τοπία και κάποτε ανθρώπους που συναντά στις περιηγήσεις του. Φωτογραφίζει ό,τι μπορεί να ψαύσει, να αγγίξει. Δεν φωτογραφίζει μουσειακά εκθέματα. Δεν συνεισφέρουν, μάλλον, το ίδιο στη συγκέντρωση ποιητικού υλικού. Τελικά, ο γνωστός αρχαϊκός κριοφόρος κούρος, εμβληματικό εύρημα του μουσείου μέχρι σήμερα και το πουλί, «αετός, καθώς μου είπαν», στο προαύλιο είναι τα μόνα που του μένουν στη μνήμη.

Δημήτρης Λαζαρίδης, αρχές δεκαετίας 1960

Το απόγευμα θα βρεθεί στην Παναγία «κι ένα άλλο χωριό». Το χωριό που δεν ονομάζει είναι η Ποταμιά. Εκεί, στη σκάλα Ποταμιάς, βρίσκεται ο πέτρινος αγιονορείτικος ταρσανάς που τον εντυπωσιάζει και τον συγκινεί, κτίσμα του «189» (sic), παλιά αλιευτικό καταφύγιο των μοναχών του Αγίου Όρους και σήμερα λαογραφικό μουσείο και κέντρο πολιτισμού. Τον συγκλονίζουν οι αντιθέσεις. Τα ενδιαφέροντα σπίτια του περασμένου αιώνα που αφήνονται να καταρρέουν και η αντικατάστασή τους με «άσχημα πράγματα». Και καθώς λίγο πριν έχει ομολογήσει ότι δεν θεωρεί ελκυστικά τα μουσεία, βρίσκει την ευκαιρία να επανέλθει κατά τι δριμύτερος:

Αλλά νομίσματα με τον ιθυφαλλικό Σάτυρο δεν είδα στο μουσείο της Θάσου – ίσως τα κρύβουν (για λόγους ηθικής), όπως τσάκισαν το πέος του ανάγλυφου Σάτυρου που είδα καθώς γυρίζαμε από τη Μακρυάμμο.

Πρόκειται για την περίφημη πύλη του Σειληνού, ένα πέρασμα του τείχους προς την αρχαία πόλη του νησιού. Η πύλη χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ. και οδηγεί στη συνοικία του Σειληνού η οποία εγκαταλείφθηκε το 250 π.Χ. λόγω πλημμυρών. Στην αριστερή πλευρά της πύλης υπάρχει ανάγλυφη η παράσταση του Σειληνού με ύψος δύο μέτρων. Αυτό που αγνοεί ο Σεφέρης είναι ότι το τσακισμένο πέος του Σάτυρου, όπως αποκαλεί τον Σειληνό, δεν οφείλεται σε λόγους ηθικής. Το πέος δεν τσακίστηκε αλλά «ξύθηκε» μέσα στους αιώνες και χρησιμοποιήθηκε για την ευγονία των γυναικών. Όσο για τα νομίσματα που αναζητά, η Θάσος αρχίζει να κόβει αργυρά νομίσματα μετά το 525 π.Χ., μέχρι και τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., με την παράσταση ενός Σειληνού, μόνου ή με Μαινάδα.

Παλαιό Μουσείο Καβάλας

Τρίτη [6 Σεπτέμβρη]

Επιστροφή στην Καβάλα «πάλι με το Αλέξης» στις 7:15 το πρωί. Υπάρχει χρόνος για να επισκεφτούν το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης. Ο Σεφέρης και η συντροφιά του φαίνεται ότι ξεναγούνται «στο Φάληρο», το πρώτο αρχαιολογικό μουσείο της Καβάλας που εγκαινιάστηκε στις 24 Μαρτίου 1954 και κατεδαφίστηκε τον Μάιο του 1961, όχι μόνο γιατί η αύξηση των εκθεμάτων απαιτούσε μεγαλύτερο χώρο φιλοξενίας αλλά και λόγω της επέκτασης των λιμενικών έργων της περιόδου και τη χάραξη της νέας εθνικής οδού που έπρεπε να περάσει μέσα από το οικόπεδο του μουσείου. Ο Σεφέρης σημειώνει:

Έφορος ένα δεσποινίδιο, «νέα γενιά» όπως τα παιδιά που είδα στου Καλλιγά την παράλλη Κυριακή.

Ποιο είναι, όμως, το «δεσποινίδιο» που συνάντησε στο μουσείο ο ποιητής; Πρόκειται για τη νεοδιόριστη επιμελήτρια Κατερίνα Ρωμιοπούλου που έρχεται να εργαστεί στην Καβάλα με την αναδιοργάνωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας το 1959. Νά πώς περιγράφει η ίδια στο βιβλίο της Συμβίωση με τον Μινώταυρο: Αναμνήσεις από τη ζωή μιας αρχαιολόγου (Ποταμός, 2018) τη συνάντηση με τον Γιώργο Σεφέρη:

Την ίδια εποχή, ένα απόγευμα φθινοπώρου του 1961 ήρθε ο Γιώργος Σεφέρης με τη γυναίκα του και κάποιους φίλους, ντόπιους διανοούμενους, που τον συνόδευαν. Ο φύλακας με ειδοποίησε, εγώ βέβαια δεν έχασα την ευκαιρία να τον γνωρίσω, τον ξενάγησα και μπροστά σε μια προθήκη με θεατρικά ειδώλια πιάσαμε συζήτηση για το αρχαίο θέατρο. Μετά ξαφνικά, ενώ μιλούσαμε, μου είπε: «Θέλω να δω το γραφείο σας». Τον οδήγησα στο γραφείο-τρύπα που είχα, κι εκεί, αφού περιεργάστηκε το χώρο, γυρνάει και μου λέει: «Μα εδώ έχετε μόνο Πικάσσο, δεν βλέπω κανένα αρχαίο ελληνικό κομμάτι ή φωτογραφία». Του απάντησα ότι κι ο Πικάσσο είχε επηρεαστεί πολύ από την αρχαία ελληνική τέχνη και μυθολογία, αλλά εγώ τον είχα εκεί γιατί μου άρεζαν οι γραμμές του, ο τρόπος που σχεδίαζε τα περιγράμματα. Γενικά ήταν ένας από τους αγαπημένους μου μοντέρνους ζωγράφους, γιατί έβρισκα στο σχέδιό του την ίδια δύναμη που είχαν τα περιγράμματα των αρχαίων αγγειογράφων. Κούνησε το κεφάλι του, χαμογέλασε και μου είπε μονολεκτικά: «Ενδιαφέρον». Ξεθάρρεψα και του είπα ότι στο πρώτο έτος της Σχολής ακούγαμε συχνά γι’ αυτόν από τον φίλο του καθηγητή Λίνο Πολίτη στο μάθημα της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας και κάναμε συχνά ασκήσεις πάνω στα ποιήματά του.

Κατερίνα Ρωμιοπούλου, αρχές δεκαετίας 1960

Η Κατερίνα Ρωμιοπούλου σημειώνει ως έτος επίσκεψης του Σεφέρη στο μουσείο το 1961, όμως πρόκειται για λάθος όχι μόνο επειδή δεν συμπίπτει με τη δική του ημερολογιακή καταγραφή αλλά και γιατί το φθινόπωρο του 1961 το μουσείο είχε ήδη μεταστεγαστεί σ’ ένα ισόγειο διαμέρισμα 200 τ.μ. μιας καινούργιας οικοδομής στο κέντρο της πόλης, στην οδό Βενιζέλου. Η Ρωμιοπούλου θυμάται τον Σεφέρη. Ο Σεφέρης, την αναφέρει απλώς ως «δεσποινίδιο». Θα αναρωτιόταν κανείς τι ήταν εκείνο που ώθησε τον Σεφέρη στη διατύπωση του μονολεκτικού χαρακτηρισμού. Η παρουσία του Πικάσσο σε αρχαιολογικό μουσείο της ελληνικής επαρχίας ή το ότι το «δεσποινίδιο» είχε άποψη που κι ο ίδιος βρήκε ενδιαφέρουσα; Από την άλλη, η απάντηση, ίσως έχει δοθεί την προηγούμενη κιόλας μέρα κατά την επίσκεψή του στο αρχαιολογικό μουσείο του Λιμένα. «Δε με τραβάνε τα μουσεία». Πόσο μάλλον μια νεαρή επιμελήτρια που εκπροσωπεί τη «νέα γενιά» και εκφράζει με παρρησία τις απόψεις της. Η Ρωμιοπούλου είναι ορμητική κι ο Σεφέρης κουρασμένος από τα σκαρφαλώματα και τις βουτιές της εκδρομής. Δηλώνει εν μέρει αδιάφορος. Γίνεται και σνομπ.

Νησί της μέλισσας και του Πάνα
Και το φεγγάρι με θολωτά φτερά στα λινά ντυμένο

Τη Δευτέρα 5 Σεπτέμβρη ο Σεφέρης σημειώνει στο ημερολόγιό του το παραπάνω δίστιχο το οποίο συμπυκνώνει την εντύπωση που του άφησε η ολιγοήμερη παραμονή του στο νησί. Μέλισσες και αρχαίο ιερό και η ευτυχής συγκυρία της πανσελήνου. Κολύμπι και αναβάσεις. Δεν υποκύπτει σε γραφικότητες, οσμίζεται ήδη από το 1960 τη διαφαινόμενη οικιστική καταστροφή. Και αδυνατεί να χωνέψει τη γειτνίαση της ομορφιάς με την κακόγουστη, για τα μάτια του, τενεκεδένια λεπτομέρεια κατά την επίσκεψή του στον ταρσανά στη σκάλα Ποταμιάς:

Kάτω: αποθήκη για πλεούμενα, κάτι συγκινητικό. Πάνω: μια γυναίκα έγχρωμα τυπωμένη σ’ ένα κουτί από κονσέρβα (ή κάτι άλλο) πλάι στο τζάκι, σε προσβέλνει σα μια κλοτσιά στο επιγάστριο – πώς να τα συνδυάσεις όλα τούτα;

Η αλήθεια είναι πως δυσκολεύομαι να κατανοήσω το μέγεθος της προσβολής. Αλλά του αναγνωρίζω την ξάστερη ματιά, αυτό το ύφος σπάνιας καθαρότητας που του επιτρέπει να βλέπει τα πράγματα με την προσωπική του οπτική, να μην τα αντικρίζει, απλώς. Η Καβάλα δεν του κάνει καμία απολύτως εντύπωση. Είναι η υποχρεωτική στάση για το πέρασμα στην αντικρινή Θάσο. Δεν της επιφυλάσσει καμιά κρίση ή αποτίμηση, τον παραμικρό επιθετικό προσδιορισμό. Ξέρω, όμως, με βεβαιότητα πως περπάτησε μέχρι τη γειτονιά μου, πήγε στο Ιμαρέτ και την οικία του Μωχάμετ Άλι. Ανέβηκε στη συνοικία της Παναγίας. Σκέφτομαι ότι ήταν η κατεξοχήν ανηφορική εκδρομή αυτή που πραγματοποίησε με τους Σαββίδηδες. Και έκλεισε με την ξενάγησή του στο τοπικό μουσείο από ένα δεσποινίδιο.

Πηγή: neoplanodion.gr


Ευχαριστώ τους αρχαιολόγους Χάιδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη και Χαράλαμπο Μπακιρτζή για τις πληροφορίες που μου έδωσαν και τις χρήσιμες επισημάνσεις τους. Ξεχωριστά, τον φίλο Ηλία Μαλεβίτη που έθεσε υπ’ όψιν μου την ημερολογιακή καταγραφή: «Eσύ που ζεις στην Καβάλα και πηγαινοέρχεσαι στη Θάσο ξέρεις για την επίσκεψη του Σεφέρη στο νησί;» Τώρα, πια, γνωρίζω.

Οι τρεις αδημοσιεύτες φωτογραφίες του Τάκη Τλούπα προέρχονται από το φωτογραφικό αρχείο της κ. Βάνιας Τλούπα. Είναι από την εποχή που ταξίδεψε ο Σεφέρης στο νησί. Η συγγραφέας και το Νέο Πλανόδιον ευχαριστούν ιδιαιτέρως την κληρονόμο του φωτογράφου για την ευγενή παραχώρηση.

Οι φωτογραφίες των αρχαιολόγων είναι από την ανακοίνωση της κ. Κουκούλη-Χρυσανθάκη στο Β΄ Συνέδριο Τοπικής Ιστορίας Παγγαίου: «Oι πρώτες αρχαιολογικές έρευνες για την αρχαία Γαληψό: Ο τόπος και οι άνθρωποι», Ελευθερούπολη, 19-21 Οκτωβρίου 2018.