Αφρικανική σκόνη: Τι έδειξαν οι ωκεανογραφικοί σταθμοί του Δήμου Καβάλας. Ανάλυση από τον καθηγητή Γιώργο Συλαίο

Πόση ήταν η συγκέντρωση ατμοσφαιρικών αιωρημάτων το χρονικό διάστημα όπου το φαινόμενο επηρέασε την περιοχή και το πρόβλημα με τη χημική σύσταση της σκόνης

Υποχώρησε η αφρικανική σκόνη η οποία επηρέασε και την περιοχή της Καβάλας, με το πρότυπο σύστημα έγκαιρης ενημέρωσης αλιέων και παρακολούθησης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην παράκτια ζώνη του Δήμου Καβάλας-OCEANCAST [διαβάστε εδώ] να παρέχει ενδιαφέροντα στοιχεία, ενώ ο Δήμος Καβάλας, παρεμπιπτόντως, είναι ο πρώτος Δήμος στη Μεσόγειο που διαθέτει τους δικούς του ωκεανογραφικούς και μετεωρολογικούς σταθμούς.

Ο καθηγητής του τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του ΔΠΘ και διευθυντής του εργαστηρίου Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας, Γιώργος Συλαίος, αναλύει τα στοιχεία και εξάγει μερικά πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα για το φαινόμενο, ενώ αναφέρεται και στο πρόβλημα με τη χημική σύσταση της σκόνης.

Η ανάλυση του Γιώργου Συλαίου

Υποχώρησε η Αφρικανική σκόνη και έπεσαν απότομα οι συγκεντρώσεις ατμοσφαιρικών αιωρημάτων με διάμετρο μικρότερη των 10 μm (PM10) που κατέγραψε ο σταθμός του συστήματος OceanCast του Δήμου Καβάλας/ΔΠΘ στη χερσόνησο της Παναγίας. Το νέφος σκόνης έφτασε πάνω από την πόλη της Καβάλας στις 20:00 της 1/4/2024 και αποχώρησε στις 8:00 της 2/4/2024. Στο διάστημα αυτών των 12 ωρών η μέση συγκέντρωση του νέφους ήταν 344 μg/m3, με μέγιστη τιμή τα 955 μg/m3 στις 05:00 της 2/4.

Η δεύτερη εικόνα καταγράφηκε χθες 1/4 από τον Ευρωπαϊκό δορυφόρο Sentinel 5P και τον αισθητήρα TROPOMI και δείχνει την κατανομή του δείκτη αερολυμάτων (Aerosol Index), έναν ποιοτικό δείκτη που υποδεικνύει την αυξημένη παρουσία αερολυμάτων όπως η Αφρικανική σκόνη, η καύση βιομάζας και η ηφαιστειακή τέφρα.

Η μεταφορά σύννεφων σκόνης από την έρημο Σαχάρα γίνεται ολοένα και πιο συχνή και πιο εκτεταμένη, με τη μεταφορά αιωρούμενων μεσόκοκκων (PM10) και λεπτόκοκκων (PM2.5) σωματιδίων, τα οποία καλύπτουν συχνά τη Βαλκανική, την Ιταλική και την Ιβηρική χερσόνησο και όχι μόνο. Σύννεφα Αφρικανικής σκόνης, προερχόμενα κυρίως από την δυτική Σαχάρα, διασχίζουν πλέον τακτικά τον Ατλαντικό Ωκεανό και μεταφέρονται σε περιοχές της Καραϊβικής, την Λατινικής Αμερικής και των νοτίων πολιτειών των ΗΠΑ.

Τον χειμώνα και την άνοιξη, η σκόνη της βόρειας Αφρικής τείνει να μεταφερθεί προς το Ηνωμένο Βασίλειο και τη δυτική Ευρώπη, σε σχετικά χαμηλά υψόμετρα. Αντίθετα, από τα τέλη της άνοιξης έως τις αρχές του φθινοπώρου, οι άνεμοι της Σαχάρας μεταφέρουν τη σκόνη ψηλότερα στην ατμόσφαιρα και προς τα δυτικά, κατά μήκος του Ατλαντικού Ωκεανού. Γενικά, παρατηρήθηκε μια απότομη αύξηση στη συχνότητα και την ένταση των εισβολών σκόνης από τη Σαχάρα τον χειμώνα στην Ευρώπη κατά την περίοδο 2020-2022, σε σύγκριση με την περίοδο 2003-2019.

Ενώ ο χειμώνας του 2023 ήταν συγκριτικά ήρεμος όσον αφορά τη σκόνη, τα ακραία φαινόμενα επιστρέφουν το 2024. Εκτός από την εισβολή Μαρτίου, ισχυροί άνεμοι έστειλαν σκόνη της ερήμου πάνω από τα Κανάρια Νησιά και βόρεια προς το Ηνωμένο Βασίλειο τον Ιανουάριο του 2024.

Η Ελλάδα δέχεται Αφρικανική σκόνη η οποία συνήθως προέρχεται από το Λιβυκό τμήμα της ερήμου Σαχάρα, όταν επικρατούν νότιοι άνεμοι με ταχύτητα που υπερβαίνει τα 15 m/sec. Το νέφος διασχίζει τον Κόλπο της Σύρτης και το Λιβυκό Πέλαγος και φτάνει στην Κρήτη σε εξαιρετικά υψηλές συγκεντρώσεις. Ένα τυπικό γεγονός μεταφοράς Αφρικανικής σκόνης στην Ελλάδα διαρκεί συνήθως 2-3 ημέρες, συνήθως την άνοιξη και το καλοκαίρι. Τα επεισόδια μεταφοράς αθροιστικά μπορεί να φτάσουν σε διάρκεια και το 10% του έτους, γεγονός που δείχνει την σημαντική επίδρασή τους στην ποιότητα της ατμόσφαιρας μίας περιοχής που βρίσκεται στην ζώνη επίδρασης της Αφρικανικής σκόνης. Μέχρι σήμερα δεν παρατηρήθηκαν επεισόδια μεταφοράς άμμου από την Σαχάρα τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο.

Το επόμενο πρόβλημα που συνδέεται με τη μεταφορά της Αφρικανικής σκόνης δεν είναι η παρουσία και η συγκέντρωσή της, αλλά η χημική της σύσταση. Πλήθος μελετών δείχνουν ότι η Αφρικανική σκόνη είναι εμπλουτισμένη σε φώσφορο και βαρέα μέταλλα. Μέταλλα όπως το αλουμίνιο, το πυρίτιο, ο σίδηρος και το τιτάνιο παρουσιάζουν υψηλές συγκεντρώσεις στην σκόνη. Ειδικό ενδιαφέρον έχει η παρουσία φωσφόρου στη σκόνη, καθώς η μεταφορά της εμπλουτίζει το έδαφος και τα επιφανειακά νερά της θάλασσας στο στοιχείο αυτό.