Δύο καθηγητές του ΔΙΠΑΕ Καβάλας στη λίστα Stanford, ανάμεσα στους καλύτερους επιστήμονες του κόσμου

Ο Δρ. Γιώργος Κύζας μιλά για τη διάκρισή του να συμπεριληφθεί στη λίστα Stanford, αλλά και στους επιστήμονες με την υψηλότερη αξιολόγηση, σύμφωνα με την Thomson Reuters, συνέπεια της έρευνάς του για το «μαγικό» γραφένιο

Μία μεγάλη επιτυχία έχει σημειώσει το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας, μέσω δύο καθηγητών του. Το σπουδαίο είναι ότι  δύο καθηγητές του ΔΙΠΑΕ συγκαταλέγονται στην περίφημη λίστα Stanford, στην οποία περιλαμβάνονται οι καλύτεροι επιστήμονες του κόσμου. Πρόκειται για δύο καθηγητές, οι οποίοι διδάσκουν στη Σχολή Θετικών Επιστημών του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδος με έδρα την Καβάλα και είναι ο Βασίλης Καμπουρλάζος και ο Γιώργος Κύζας από τη Δράμα, οι οποίοι περιλαμβάνονται στη λίστα Stanford μεταξύ του 2% των καλύτερων επιστημόνων του κόσμου.

Ο Βασίλης Καμπουρλάζος είναι Καθηγητής του Τμήματος Πληροφορικής και Διευθυντής του Εργαστηρίου Αλληλεπίδρασης Ανθρώπου-Μηχανής. Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο με εκτεταμένη διεθνή αναγνώριση. Η έρευνά του χρηματοδοτείται από διεθνείς, εθνικούς και ιδιωτικούς πόρους και επικεντρώνεται στη μοντελοποίηση συστημάτων, ένα παράδειγμα της οποίας είναι η επικοινωνία ρομπότ-ανθρώπου με εφαρμογές στην ειδική εκπαίδευση, που υλοποιήθηκε με την υποστήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.

Ο δεύτερος είναι ο Δρ. Γιώργος Κύζας, που είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Χημείας και Διευθυντής του Εργαστηρίου Γραφενίου. Συγκαταλέγεται 9ος μεταξύ των 667 Ελλήνων επιστημόνων της λίστας Stanford. Το επιστημονικό του έργο έχει ευρεία αναγνώριση από τη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα. Η έρευνά του επικεντρώνεται στην παραγωγή νέων υλικών και χρηματοδοτείται από διεθνείς, εθνικούς και ιδιωτικούς πόρους. Υπήρξε υπότροφος του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και ασχολήθηκε με τον λειτουργικό μετασχηματισμό του άνθρακα, μία εμβληματική εφαρμογή του οποίου είναι η παραγωγή γραφενίου από λιγνίτη.

Ο κ. Κύζας μίλησε στον ALPHA Radio 88,6 για τη διάκριση αυτή, αλλά και για το αντικείμενο της έρευνάς του και το πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η έρευνα στη χώρα μας.

Σχετικά με τη λίστα Στάνφορντ

«Η συγκεκριμένη λίστα Στάνφορντ πράγματι αφορά το 2% των κορυφαίων επιστημόνων ανά κατηγορία, ανά γνωστικό αντικείμενο στον κόσμο, αλλά προχθές, αν δεν κάνω λάθος, ανακοινώθηκε όχι η λίστα Στάνφορντ, που αποτελεί μία μελέτη ενός πανεπιστημίου -βέβαια είναι αδιαμφισβήτητη- αλλά τα επίσημα ποσοτικά δεδομένα του παγκόσμιου φορέα που βγάζει τους συντελεστές βαρύτητας των περιοδικών, είναι από την Thomson Reuters και εκεί συμπεριλαμβάνονται 11 Έλληνες, ένας εκ των οποίων είμαι και εγώ, που όπως λέει αυτή η λίστα, έχουμε τη μεγαλύτερη επιρροή σε ξένους ερευνητές παγκοσμίως. Κάθε έρευνα που κάνουμε εμείς πειραματικά, ο στόχος μας είναι να τη δημοσιεύσουμε σε αξιόλογα και έγκριτα διεθνή περιοδικά, τα οποία μετά θα αποτελέσουν τροφή για άλλους επιστήμονες να εμπνευστούν από αυτά και να αποτελέσουν την αρχή της έρευνάς τους. Κάτι τέτοιο κάνουμε και εμείς και όλοι, οπότε όσες περισσότερες φορές αναφέρουν τις μελέτες μας ξένοι ή Έλληνες επιστήμονες τόσο ανεβαίνει αυτός ο ποσοτικός δείκτης».

Το γραφένιο είναι ένα μαγικό, όπως το χαρακτηρίζουμε, υλικό, το οποίο έχει ιδιότητες απίστευτες

«Η δική μου έρευνα αφορά στη σύνθεση και χαρακτηρισμό υλικών τα οποία βρίσκουν περιβαλλοντική εφαρμογή, δηλαδή αυτό που κάνουμε στη δική μου ομάδα είναι να συνθέτουμε προσροφητικά, κατά κύριο λόγο, και φωτοκαταλυτικά κατά δευτερεύοντα λόγο, υλικά, τα οποία τα χρησιμοποιούμε για προσρόφηση και φωτοκατάλυση. Είναι δύο διαφορετικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία των υγρών αποβλήτων. Το γραφένιο είναι ένα μαγικό, όπως το χαρακτηρίζουμε, υλικό, το οποίο έχει ιδιότητες απίστευτες, χρησιμοποιείται σχεδόν παντού, στις μπαταρίες, στα κινητά, στις τηλεοράσεις και στις περιβαλλοντικές εφαρμογές και αυτό τα τελευταία χρόνια είναι ένα πολύ καινούργιο υλικό και από το 2004 και μετά έχει εκτοξευθεί. Η έρευνα εστιάζεται στο να αξιοποιήσουμε αυτές τις ανώτερες ιδιότητες του γραφενίου στην περιβαλλοντική χημική τεχνολογία. Εξαιτίας της σκληρής πληρότητας που έχει το γραφένιο, μπορεί να χρησιμοποιείται σαν προσροφητικό υλικό, στα φίλτρα δηλαδή και να βοηθάει στην αύξηση της επαναχρησιμοποίησής του. Είναι σκληρό υλικό το οποίο δε φθείρεται, οπότε λόγω των ανεπτυγμένων αυτών ιδιοτήτων του, μπορεί να χρησιμοποιείται και μετά τον κορεσμό του να ξεπλένεται να καθαρίζεται και να επαναχρησιμοποιείται».

Η υπεροχή του γραφενίου έναντι των άλλων υλικών

«Αυτά τα υλικά χρησιμοποιούνται κυρίως στις προηγμένες τεχνικές καθαρισμού στον τρίτο κύκλο, στην επεξεργασία των αποβλήτων, βασικά στα βιομηχανικά υγρά απόβλητα και όχι τόσο στα αστικά λύματα, οπότε εκεί κάποιοι ρύποι οι οποίοι δεν έχουν απομακρυνθεί μέχρι τότε από τον βιολογικό καθαρισμό, μπορούν επιλεκτικά ή μαζικά να απομακρυνθούν από τέτοιου είδους προσροφητικά υλικά. Ένα από αυτά είναι το γραφένιο, υπάρχουν και άλλα και άλλα ευρέως διαδεδομένα υλικά, όπως είναι πολυμερικά υλικά, ενεργείς άνθρακες, ζεόλιθοι και άλλα τέτοια απορροφητικά υλικά που χρησιμοποιούμε και χρησιμοποιούνται κατά κόρον, ωστόσο το γραφένιο, λόγω αυτής της ικανότητας να έχει πολύ μεγάλη χωρητική ικανότητα, δηλαδή να προσροφήσει πολύ μεγάλες ποσότητες διαλυμένων ρύπων αφενός και αφετέρου της ιδιότητας αυτής να μπορεί εύκολα να επαναχρησιμοποιηθεί, αυτό το απογειώνει και το καθιστά πολύ σημαντικό υλικό. Υπάρχουν μικροαλλαγές, εξαιτίας της τάσης που κυμαίνεται η έρευνα σε παγκόσμιο επίπεδο, άλλα υλικά φθίνουν, δηλαδή τα έχουμε μελετήσει κατά κόρον, ενώ άλλα αναπτύσσονται, όπως λόγου χάρη το γραφένιο, οπότε ανάλογα κυμαινόμαστε και εμείς στο πού θα εστιαστούμε. Αν θέλουμε κάτι πιο κοινό μπορούμε να πάμε στον ενεργό άνθρακα ή σε κάποια άλλα πολυμερικά υλικά. Αν θέλουμε να αναπτύξουμε πιο εξειδικευμένες μεθόδους απομάκρυνσης σαφώς πηγαίνουμε σε υλικά τα οποία είναι με ανεπτυγμένες ιδιότητες, όπως το γραφένιο. Το βασικό εδώ βέβαια σε κάθε περίπτωση είναι το κόστος, άρα πρέπει να ληφθεί και αυτό υπόψη για το κόστος σύνθεσης για τον χαρακτηρισμό του προσροφητικού υλικού και πρέπει να δούμε τις αντίστοιχες παραμέτρους».

Η έρευνα στην Ελλάδα και στις Ευρωπαϊκές χώρες

«Η έρευνα στην Ελλάδα στηρίζεται σε δύο τομείς. Ο πρώτος τομέας είναι η κρατική χρηματοδότηση, που είναι πολύ μικρή σαφώς, με βάση τα δεδομένα τα τωρινά έχουμε περάσει και την περίοδο του κορονοϊού, έχουμε περάσει και την κρίση τα τελευταία 10 χρόνια, οπότε αναλογικά είναι αρκετά μικρή η κρατική χρηματοδότηση, ωστόσο το κράτος φροντίζει μέσω κάποιων προσκλήσεων για ερευνητικές συνεργασίες και ερευνητικά προγράμματα, να υποβάλλουμε όλοι εμείς που ενδιαφερόμαστε προτάσεις προς χρηματοδότηση και κατόπιν αξιολόγησης από ανεξάρτητους κριτές, υπάρχουν τέτοιου είδους χρηματοδοτήσεις και η τρίτη και τελευταία μορφή είναι από ευρωπαϊκά κονδύλια ή ιδιωτικοί πόροι. Δηλαδή υποβάλλουμε ερευνητικές προτάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και χρηματοδοτούμαστε από ‘κει ή από ιδιωτικούς πόρους, δηλαδή κάποιες επιχειρήσεις, κάποιοι φορείς ιδιωτικοί που θέλουν να συνεργαστούν με τα πανεπιστήμια και να παράγουμε κάποιο προϊόν ή κάποια τεχνολογία. Η ερώτηση είναι το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι αυτό. Η απάντηση είναι αρκετά δύσκολο σε σχέση με τα άλλα Πανεπιστήμια του εξωτερικού. Όσον αφορά την κρατική επιχορήγηση, υπάρχουν Ευρωπαϊκές χώρες που η κρατική επιχορήγηση είναι σχεδόν μηδενική και η έρευνα των ερευνητών κέντρων γίνεται μόνο από ιδιωτικούς πόρους και από εταιρείες, υπάρχουν και άλλες χώρες που η κρατική επιχορήγηση είναι πολύ μεγάλη. Συνήθως στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία λόγου χάρη, έχει πολλά προγράμματα τα οποία επιχορηγεί το ίδιο το κράτος, οπότε στην ουσία υπάρχει κρατική επιχορήγηση στην έρευνα. Στις πιο αναπτυγμένες, ας μου επιτραπεί η έκφραση, χώρες, όπως η Ελβετία και η Γερμανία, η έρευνα γίνεται μέσω ιδιωτικών προγραμμάτων ή μέσω ευρωπαϊκών φορέων».