Οι «Όρνιθες» του Αριστοφάνη ξεκίνησαν τις πτήσεις τους από το Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων (Παραγωγή: «Τεχνηχώρος Θεατρικές Παραγωγές», σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου), με τη σκηνοθετική προσέγγιση του Άρη Μπινιάρη και τις ερμηνείες των Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου και ο Γιώργου Χρυσοστόμου στους ρόλους του Πεισθέταιρου και του Ευελπίδη αντίστοιχα, μαζί με μία πλειάδα εξαιρετικών ηθοποιών, να «υπερασπίζονται» άριστα τις περγαμηνές που κουβαλούσε η εν λόγω παράσταση.
Χωρίς υπερβολές, χωρίς νουθεσίες και κυρίως, χωρίς βωμολοχίες -ο σύγχρονος φθηνός και εύκολος κινητήριος μοχλός γέλιου- και με επίκεντρο την ανθρώπινη υπόσταση και την υπαρξιακή διάσταση των έργων του Αριστοφάνη, οι χιλιάδες θεατές που παρακολούθησαν τις δύο παραστάσεις είχαν την τύχη να ενστερνιστούν το μήνυμα που διέπει τη σκηνοθετική σκέψη του Άρη Μπινιάρη: «Η ιστορία τους δεν έχει να κάνει τόσο με το αν θα πετάξεις, αλλά με το πώς θα βαδίσεις».
Και αυτός ο βηματισμός, με κλασσικό ρυθμό και με μετρημένο πειραματισμό, χωρίς παραπάτημα, είναι ίσως αυτός που λείπει τα τελευταία χρόνια από το αρχαίο θέατρο.
Γράφει η Νατάσα Θεοδοσίου
Η πανελλήνια πρεμιέρα για τους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη από το αρχαίο θέατρο Φιλίππων, στο πλαίσιο του 67ου Φεστιβάλ Φιλίππων, σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη και παραγωγή «Τεχνηχώρος Θεατρικές Παραγωγές» και Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, προσέλκυσε το θεατρόφιλο κοινό της πόλης, αλλά και των όμορων Δήμων, σε μια διαφορετική αριστοφανική απόδοση, με περισσότερη κίνηση, φως, ήχο και ηθικά διδάγματα, πιο ξεκάθαρα από ποτέ.
Με περιορισμένη βωμολοχία (ίσως το ίδιο το σύστημα που καυτηριάζει είναι πιο σάπιο και επίκαιρο ποτέ… από την ίδια τη δυναμική του λόγου). Άλλωστε οι βωμολοχίες θεωρούνται πια πασέ. Πλέον μένουμε στην ουσία ότι μέσα από μια κωμικότητα και μια ατμόσφαιρα χαράς, μπορούν να ειπωθούν όλα αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα που μας αφορούν μέχρι σήμερα.
Επί της ουσίας, δεν είναι η πρώτη φορά που ο Άρης Μπινιάρης ασχολείται με το αρχαίο δράμα. Μετά τους «Πέρσες» και τον «Προμηθέα Δεσμώτη» καταπιάνεται με την αρχαία κωμωδία επιστρέφοντας με τους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη. Ίσως, όμως, η ουσία αυτής της στροφής μπορεί να έρχεται σε ένα σημείο δημιουργικής καμπής, μετά από τη σκηνοθετική ενασχόληση με τον ολοκληρωτισμό και τη βία.
Σε ένα σκηνικό που αντανακλά το ίδιο το στοιχείο της τελετουργίας στην προσέγγιση του Μπινιάρη, στόχος ήταν να βγάλει ενδόμυχα, σε κάθε θεατή, είτε μέσα από νοηματοδοτήσεις -ως πιο βασικός στόχος του- είτε μέσα από πιο ανάλαφρα νοήματα, το στοιχείο του βαθύτερα υπαρξιακού, αξιακού και κοινωνικού προβληματισμού, με γνώμονα τη δημιουργία μιας αίσθησης διαρκούς υπονόμευσης προσώπων και γεγονότων.
Η μουσική επένδυση και η κίνηση θέτουν στο επίκεντρο την ανθρώπινη υπόσταση και την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης, με μια ιδιαίτερη αισθητική ισορροπία, ανάμεσα στο γέλιο και ταυτόχρονα στη μετάδοση ηχηρών και διαχρονικών μηνυμάτων, μετατρέποντας το θεατρικό σκηνικό σε μια παράσταση-γιορτή, ύμνο στην επανασύνδεση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, προβάλλοντας ταυτόχρονα τόσο την τραγικότητα όσο και τη δυναμική της σχέσης αυτής.
Και είναι συγκινητικό που οι δύο ήρωες, ο δυναμικός και ηγετικός Πεισθέταιρος με το ρητορικό χάρισμα «πείθειν έταιρον» και ο ενθουσιώδης, καλόβολος και πιστός Ευελπίδης, με σύμμαχο και συμπαραστάτη τον 9μελή χορό ως φυσική δύναμη, να οδεύουν σε μιαν άλλη εκδοχή της ζωής, πιο διαυγή.
Άλλωστε όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο σκηνοθέτης: «Η ιστορία τους δεν έχει να κάνει τόσο με το αν θα πετάξεις, αλλά με το πώς θα βαδίσεις. Με τον τρόπο που θα σταθείς ξανά στον κόσμο με ένα καινούργιο βηματισμό».
*Φωτογραφία: Λάσκαρης Τσούτσας