«Άμλετ» του Θέμη Μουμουλίδη: Μετρημένος «εκσυγχρονισμός» χωρίς να μετριάζει την ένταση των υπαρξιακών μηνυμάτων του έργου

Το κορυφαίο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ φιλοξενήθηκε στο 67ο Φεστιβάλ Φιλίππων-Ποια ήταν η επίγευση που άφησε στους θεατές. Γράφει η Νατάσα Θεοδοσίου

Το κορυφαίο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ παρουσίασε η 5η Εποχή στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων στο πλαίσιο του 67ου Φεστιβάλ Φιλίππων. Ο «Άμλετ» του Θέμη Μουμουλίδη δεν αποποιήθηκε χάριν του «εκσυγχρονισμού» του τα δάνεια από την αρχαία τραγωδία και τις υπαρξιακές ανησυχίες που αποπνέει το έργο, με την υποβλητική μουσική και την εξαιρετική ερμηνεία μιας πλειάδας εγνωσμένης αξίας ηθοποιών να μην αφήνουν περιθώρια για «κοιλιά» στο έργο, παρά τη μεγάλη διάρκειά του.

Θα μπορούσε να υπάρξει μεγαλύτερη ένταση στα σημεία-κλειδιά (εμβληματικά για την παγκόσμια λογοτεχνία); Ίσως… Πάντως η επίγευση ήταν κάτι παραπάνω από θετική, αντάξια όλων των συντελεστών της παράστασης.

Γράφει η Νατάσα Θεοδοσίου

Το κορυφαίο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, «Άμλετ» παρουσίασε η 5η Εποχή, στο πλαίσιο του 67ου Φεστιβάλ Φιλίππων, εν μέσω της πανσελήνου που έχει κάνει ήδη από χθες την εμφάνισή της στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων και σήμερα αναμένεται να είναι ακόμα πιο φωτεινή και «γεμάτη». Ο Θέμης Μουμουλίδης επιχείρησε μια σύγχρονη σκηνική ανάγνωση του έργου, με μια πλειάδα σημαντικών ηθοποιών, με επικεφαλής τον Αναστάση Ροϊλό στον ρόλο του Άμλετ.

Επί της ουσίας, ψυχή αλλά και «σώμα» της παράστασης και ουσιαστικός πρωταγωνιστής, κυνικά υπέρλαμπρος, υπήρξε ο ταλαντούχος Αναστάσης Ροϊλός, ο οποίος πέτυχε να υποκριθεί με γνήσιο τρόπο, ευφυείς, ακραίους, σαρκαστικούς, παράφρονες ανθρώπινους χαρακτήρες, σε ένα μόνο πρόσωπο, αυτό του Άμλετ.

Το σύνολο των χαρακτήρων «έδεναν» μεταξύ τους και η προσέγγιση του Θέμη Μουμουλίδη στηρίχθηκε στις δυνατότητες του κάθε ηθοποιού… Και αυτό κέντρισε το ενδιαφέρον των θεατών και προσέδωσε συνοχή. Δόμησε την παράσταση γύρω από τους ρόλους, το «φαίνεσθαι», την πραγματική διάσταση, την υποκρισία, την απάτη, την κυνικότητα, την αμφιβολία και έναν Άμλετ μπλεγμένο σε πολυδιάστατες παγίδες, υπαρκτές ή μη, συνειδητές ή ασυνείδητες, εμποτισμένες όμως από την ίδια την αίσθηση του θανάτου που καραδοκεί.

Κέντρισε το ενδιαφέρον, αλλά δεν μετέδωσε σε τόσο έντονο βαθμό (καθαρά υποκειμενικά) τη συγκίνηση στον θεατή, τη συμπόνια για έναν εσωτερικά και εξωτερικά παγιδευμένο τραγικό ήρωα. Θα ήταν προτιμότερο να κυριαρχούσε πιο έντονα το αίσθημα της οργής, χωρίς όμως να κινηθεί μονοδιάστατα, αλλά ευτυχώς, πολυδιάστατα.

Ο ήρωας κατάφερε σε μεγάλο, όμως βαθμό, να μεταδώσει τον ίδιο του τον θρυμματισμό στο πλαίσιο της αναζήτησης και της εναλλαγής των υπαρξιακών ερωτημάτων: Τι συμφέρει στον άνθρωπο; Να πάσχει, να αντέχει, σωπαίνοντας, τις πληγές από μια μοίρα που τον ταπεινώνει χωρίς κανένα έλεος; Ή να επαναστατεί; Να αντισταθεί στην ατέλειωτη παλίρροια των λυπημένων κόπων; Να ζει κανείς ή να μη ζει; Αυτό είναι το δίλημμα και κυρίως στην διαδραστική προσέγγιση του Θέμη Μουμουλίδη στο πλαίσιο του -κατά την άποψή μου- πιο χαρακτηριστικού σημείου του μονολόγου: «Κλείστε τις πόρτες… μη φύγει η ντροπή» και κυρίως όταν επιλέγει να σκοτώσει με όπλο και όχι με σπαθί.

«Καμιά χρήση του κόσμου δεν είναι καλή», με τον λόγο του συγγραφέα, πιο επίκαιρο από ποτέ… Να αποκαλύπτεται από την ποιητική απόδοση του Γιώργου Χειμωνά και να ερμηνεύεται από έναν θίασο εξαιρετικών ηθοποιών σε μια παράσταση που φιλοδοξεί να περάσει, δικαίως, στο top 3 των φετινών παραγωγών και ταυτόχρονα να χαραχθεί σίγουρα στη μνήμη των θεατών, να καταστεί αντάξια της διεθνούς σκηνής, που «διεκδικεί», σε κάθε περίπτωση, τα εύσημα σε όποια σκηνή και αν φιλοξενηθεί.

*Φωτογραφία: Λάσκαρης Τσούτσας