Νίκος Σουλίδης: Καθόλου ελεύθεροι, σίγουρα πολιορκημένοι

Καβαλιώτες μοιράζονται με τους αναγνώστες του KAVALA POST σκέψεις, συναισθήματα και στιγμές από την καθημερινότητά τους «μένοντας στο σπίτι»

2.00 π.μ. God knows I want to break free.
Άντε φτάνει, πήγαινε κοιμήσου τώρα. Ελευθερώθηκες και σήμερα. Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία. Και μάσκα. Και γάντια. Και αντισηπτικό. Και μήνυμα από το κινητό. Αλήθεια, τι θα γίνει αυτή η κατάσταση που δεν πουλάνε πια αντισηπτικά; Δεν αντέχονται άλλο τα μαντηλάκια, ρε παιδί μου. Δώστε μας υγρό αντισηπτικό να λουζόμαστε από την κορφή μέχρι τα νύχια..

8.00 π.μ. Hello Mary Lou. Goodbye heart.
Νέα ημέρα, νέες προκλήσεις. Άδραξε τη μέρα. Σήκω. Πολέμησε. Το βράδυ σε θέλω νικητή. Να ‘χεις μαζέψει και καναδυό κατοστάδες ευρώ. Μα κοίταξε τώρα ατυχία, σήμερα που είπα να βγω ν’ αδράξω την ημέρα έχει πολύ αέρα έξω. Απ’ αυτόν τον κινέζικο που, αν σε φτύσει, πλένεις τη μύτη σου με αντισηπτικό σπρέι. Εσωτερικά. Δε βαριέσαι! Κι αύριο μέρα είναι. Ή όχι.

9.00 π.μ. You’re so square. Baby, I dont care.
Πρωινό. Ο βασιλιάς των γευμάτων. Δύο φέτες ψωμί, μαρμελάδα, μέλι, καφές, καρέκλα. Συζήτηση. Φαγητό. Συζήτηση. Φαγητό. Συζήτηση. Φαγητό. Κάτι μου θυμίζει όλο αυτό, αλλά δεν είμαι βέβαιος πού το έχω ξαναδεί. Μάλλον σε διαφήμιση κέντρου αδυνατίσματος. Στο πριν. Αλήθεια, τα κέντρα αδυνατίσματος έκλεισαν, ε; Κοίταξε να δεις. Θα πήγαινα.

10.00 π.μ. Carry on, carry on. As if nothing really matters.
Υπολογιστές, κινητά, φυλλάδια, μολύβια, σβήστρες, μηνύματα, mails. Οργασμός εργασιακός. Το σπίτι, μία πολυεθνική. Μη αναμενόμενο, αλλά τελικά παντού υπάρχουν εξαιρέσεις. Το δόρυ γράφεται με ύψιλον και κανείς δεν μπορεί να απαντήσει γιατί συμβαίνει αυτό, αφού όλοι ξέρουμε ότι τα ουδέτερα ουσιαστικά που λήγουν σε –ι γράφονται με γιώτα. Τελικά, να δεις που αυτοί οι μεγάλοι του σπιτιού δεν έχουν όλες τις απαντήσεις. Τζάμπα τους ταΐζουμε, ρε φίλε.

11.00 π.μ. Highway to hell. I’m on the highway to hell.
Λίγοι πραγματικά τολμούν να την περπατήσουν. Είναι η λεωφόρος για την κόλαση. Καλά, όχι ακριβώς την κόλαση, για το μανάβικο, το χασάπικο και το μπακάλικο. Αλλά μ’ αυτά τα πράγματα δεν παίζουν. Μεγάλοι άνθρωποι είμαστε. Ψάχνουμε τσέπες για σιγουριά. Μαντηλάκια, κλειδιά, μαντηλάκια, κινητό, μαντηλάκια, λεφτά. Πλήρης. Όταν περιέγραφα στους γιους μου ότι στον στρατό μάς πέταξαν από ελικόπτερο σε μια χιονισμένη κορυφή βουνού φορώντας μόνο φανελάκια για να επιβιώσουμε τέσσερις ημέρες χωρίς προμήθειες, το φανταζόμουν λίγο πιο απλό από το να βγεις για ψώνια στις ημέρες μας. Όχι ότι είναι και κάτι σπουδαίο. Αρκεί να έχεις το νου σου τι αγγίζεις, να διώχνεις συνέχεια τη σήψη από τα χέρια σου, να αποφεύγεις τους ανθρώπους περισσότερο και από Αύγουστο σε λέσχη εκ πεποιθήσεως απλύτων, να μην αγγίζεις κουπαστές σε σκάλες, να μην μπαίνεις σε ασανσέρ, να σκουντάς τις πόρτες με το μανίκι και ν’ αναρωτιέσαι πώς θα το πλύνεις. Όλα τα άλλα είναι καλά.

12.00 μ.μ. And I was shaking at the knees. Could I come again please?
Το κλειδί στην πόρτα του γραφείου. Η πόρτα ανοίγει. Περίμενε τώρα. Πρώτα το οινόπνευμα και το χαρτί να καθαρίσουμε ό,τι φέραμε. Όχι ρε, πρώτα το αντισηπτικό στα χέρια. Όχι, με τίποτα. Μα, αν πιάσω το οινόπνευμα, μετά θα πρέπει να το καθαρίσω κι αυτό με αντισηπτικό. Ναι, αλλά, αν πιάσω πρώτα το αντισηπτικό, μετά θα πρέπει να το καθαρίσω με οινόπνευμα. Μεγάλο πρόβλημα.

13.00 μ.μ. Κράτα, ρε φίλε, γερά.
Πιο τρομακτικό πράγμα από έναν επαγγελματικό χώρο με κόσμο είναι ένας επαγγελματικός χώρος χωρίς κόσμο. Ή κάπως έτσι τέλος πάντων. Κάποιος το ‘χε πει πολύ ωραία αυτό. Αν δεν ήμουν τρεις εβδομάδες φυλακή, θα θυμόμουν. Τώρα θυμάμαι που χτυπούσε το κουδούνι και συγχρόνως το τηλέφωνο και δεν μπορούσα ν’ αποφασίσω, αν θα καθαριστώ με αντισηπτικό ή οινόπνευμα.

14.00 μ.μ. Because you’re mine, I walk the line. Because you’re mine, I walk the line.
Στο σπίτι κάνουμε ένα διδακτικό παιχνίδι ρόλων. Έχουμε κολλήσει μία ταινία στο πάτωμα της εισόδου της κουζίνας. Τα τρία σερνικά στεκόμαστε στη σειρά από τον πιο μικρό στον πιο μεγάλο πίσω της κρατώντας τα πιάτα μας. Η διευθύντρια μας φωνάζει ονομαστικά έναν-έναν και μας σερβίρει. Το μέγεθος της μερίδας είναι ανάλογο με τη διαγωγή της προηγούμενης ημέρας. Τα παιδιά μαθαίνουν κάτι, γιατί ποτέ δεν ξέρεις πού θα σε βγάλει η ζωή. Εγώ πεινάω.

15.00 μ.μ. Δεν είμαι τίποτα το σπέσιαλ, το καταπληκτικό. Είμαι αυτό που λέμε δείγμα τυπικό.
Επειδή η φτώχεια θέλει καλοπέραση και η καταπίεση επανάσταση, υπάρχει μία άρρητη συμφωνία σιωπής. Ομερτά το λέγαμε στη Σιτσίλια. Εδώ το λέμε ότι όταν δεν έχει ζεστό νερό για να πλυθούν τα πιάτα, θα ξοδευτεί ρεύμα για να ζεσταθεί νερό στον βραστήρα. Γιατί μ’ αγώνες κατακτούμε τα δικαιώματά μας και τέλος πάντων, δεν έχω ψάξει, αν τα μοντέλα χεριών είναι στους ΚΑΔ που ανέστειλαν υποχρεωτικά τη λειτουργία τους. Ποτέ δεν ξέρεις.

16.00 μ.μ.  Εγώ από σένα θέλω/ μόνο μια εκδρομή/ μια αναπνοή/ στο φως μια διαδρομή
Λέγεται και: «Ρε μπαμπά, γιατί περικυκλώνουμε κάθε φορά το τετράγωνο δεξιόστροφα;». Η ρουτίνα είναι η πιο υποτιμημένη φίλη του ανθρώπου. Όλοι την βρίζουμε, όλοι την κατηγορούμε. Μετά τη χάνουμε. Κι αμέσως την αποζητάμε. Κάτι σαν τα λαδερά της διευθύντριας του καταστήματος κράτησης.

17.00 μ.μ. Φτιάξε, καρδιά μου το δικό σου παραμύθι, αλλιώς τη βάψαμε.
Ένα συν ένα συν ένα συν ένα, δύο συν δύο, ένα συν δύο συν ένα, δύο συν ένα συν ένα, ένα συν τρία, τρία συν ένα. Όπως και να το δεις, τέσσερα κάνει. Ο μόνος ασφαλής τρόπος να προστεθούν λίγοι ακόμη αυτές τις ημέρες στην παρέα φτιάχνεται από πολτό ξύλου, μυρίζει υπέροχα, οφείλεται στον Γουτεμβέργιο και κόβει σαν ακονισμένη λεπίδα. Και μετά τσούζει το αντισηπτικό.

18.00 μ.μ. And everything I had to know/ I heard it on my radio.
Η ώρα της υπενθύμισης. Τόσοι έφυγαν, τόσοι κινδυνεύουν, τόσο κοντά, τόσο μακριά, τόσο παράτα μας ρε γαμώ το. Είναι παράξενο σ’ έναν κόσμο που κανείς δεν ευθύνεται και του κόσμου η συμμορία αυξάνεται και πληθύνεται σαν άλλη ζούγκλα οικογενειακή, να βλέπεις να σου μιλούν κοιτάζοντάς σε κατά πρόσωπο άνθρωποι που από ικανότητα και αίσθηση καθήκοντος σηκώνουν στους ώμους τους την υγεία έντεκα εκατομμυρίων συνανθρώπων τους, τη δική σου υγεία. Όποιος το ’χει για εύκολο, ν’ αποφασίσει μόνος του και να επιβάλει στους υπόλοιπους του σπιτιού του με τι ρούχα θα βγουν μία μέρα που φυσάει, αλλά έχει ήλιο.

19.00 μ.μ. Πώς μας ενώνει και πως μας δονεί/ του Διακογιάννη η φωνή.
Οι πόρτες κλείνουν, οι μπάλες βγαίνουν από τα κουτιά τους που γίνονται καλάθια, πλαστικά μπουκάλια επιστρατεύονται, πλαστικά περίστροφα, πολυβόλα, ολμοβόλα, οι μπλούζες κολλάνε, ο ιδρώτας στάζει, τα μάτια γυαλίζουν. Φωνές, καυγάδες, τραυματισμοί, φώτα δυνατά. Ευτυχώς έχουμε σπίτι με διάδρομο. Κανείς δεν θα έτρωγε αύριο, αν παίζαμε στο σαλόνι με τις μπάλες και τα νερφ.

20.00 μ.μ. Χαρτοπαίκτη με φωνάζουν/ κι όλοι με καταδικάζουν/ Ξέρω παίζω, ξέρω κλέβω.
Σωστό δεν είναι, σίγουρα. Αλλά όποιος δεν έχει δει πρόσωπο εννιάχρονου να αλλάζει από το ρίχνω «πάρε τέσσερα» στον αδελφό μου στο ξαναγύρισε σ’ εμένα κι έχω να πάρω δέκα, δεν έχει δει τίποτα στη ζωή του.

21.00 μ.μ. Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά; Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα.
Από ερωτήσεις έχουμε της κατηγορίας «Γενικές Γνώσεις». Για να μη μακρηγορώ, αναζητούμε κάποιον να μας ενημερώσει υπεύθυνα, αν ένας υπολογιστής με ιό κολλάει άλλον, όταν βρίσκονται στο ίδιο τραπέζι, ποιος ήταν ο πρώτος στρατηγός και ποιος τον ονόμασε τέτοιον, αφού δεν είχε δικό του στρατό πριν γίνει ο ίδιος στρατηγός ή τέλος πάντων, αν ο παχυκεφαλόσαυρος έχει τόσο χοντρό κεφάλι που μπορεί να γκρεμίσει τον τοίχο του σπιτιού. Αφού πάρουμε άδεια από την πολεοδομία βέβαια.

22.00 μ.μ. Εσθήρ, ποια βιβλική σκορπάς περνώντας μέθη; Ρούθ, δε μιλάς; Γιατί τρεκλίζουμε οι διακόσιοι;
Όλα κι όλα, παρανομίες δεν κάνουμε. Δύο είμαστε, διακόσιοι δε γίναμε. Αλλά, όσο κι αν έχω ψάξει στο ίντερνετ, τι ποτό είναι αυτή η Εσθήρ δεν έχω βρει. Εάν κανείς γνωρίζει, παρακαλείται να ενημερώσει, γιατί δε γίνεται να πίνουμε κάθε βράδυ τα ίδια.

23.00 μ.μ. Κάνε ένα βήμα/ να κάνω το επόμενο/ αίμα μου και σχήμα/ λόγος και ψυχή στο συμφραζόμενο.
Ευτυχώς όχι όλοι, ούτε καν πολλοί, αλλά μερικοί από μας το ‘χουμε ξαναδεί το παράδοξο του χρόνου. Τις μέρες που κυλούν χωρίς ημερομηνίες, τις ώρες που φεύγουν τόσο βιαστικά αργά, τα λεπτά που έχουν τελειώσει, πριν προλάβεις να κοιτάξεις ότι ήρθαν. Η σταθερότερη δύναμη στο σύμπαν είναι ο χρόνος. Είναι η πρώτη με την οποία μαθαίνεις να ζεις. Πεινάς, κοιμάσαι, ξυπνάς συγκεκριμένες ώρες. Αν κάποιος βάλει το δάχτυλό του στη γυάλα του χρόνου και αγγίξει το υγρό, τα κύματα που δημιουργούνται στην επιφάνεια, παρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους. Να ξέρετε, στο τέλος μένουν άνθρωποι που έχουν διδαχθεί την αρετή της υπομονής. Κι αυτό κακό δεν είναι.

12.00 π.μ. Αν κοιμηθώ νωρίς, θα σηκωθώ νωρίς/ θα ξεκινήσω νωρίς και θα παρκάρω νωρίς.
Ρε συ, πρέπει να κοιμηθείς. Έχεις δουλειά αύριο πρωί. Δε γίνεται να είσαι ξύπνιος ακόμη. Θα ψάχνεις να βρεις την κλειδαριά του αυτοκινήτου, για να πας τα παιδιά στο σχολείο και θ’ ανοίγεις το πορτάκι του ρεζερβουάρ. Ή σε πείραξαν οι αναθυμιάσεις από το αντισηπτικό.

1.00 π.μ. Here we stand or here we fall. History won’t care at all.
Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία! Πώς η ιστορία γίνεται σιωπή!
Η Άνοιξη του 2020 θα είναι sos θέμα στην ιστορία στις πανελλήνιες του 2138. Είναι ευθύνη των υποψηφίων να την έχουν διαβάσει καλά, για να γράψουν άριστα. Είναι όμως δική μας ευθύνη να τους δώσουμε να έχουν να διαβάσουν κάτι για το οποίο θα αισθάνονται υπερήφανοι. Είναι χρέος του καθενός μας να τα βρει με τον εαυτό του αυτές τις ατελείωτες ώρες που περνάει κλεισμένος στους τοίχους του. Οι αμέτρητοι αιώνες του ελληνισμού δεν κουβαλούν ούτε μία ευχάριστη ιστορία που να μην τελειώνει με αδελφικά δάκρυα και αίμα. Ας φτιάξουμε μία εμείς, αφού η μοίρα μας έδωσε την ευκαιρία. Θα χρειαστούμε ομοψυχία και κοινή στόχευση στα βασικά, για να μη χάσουμε και αυτό το τραίνο ριζικών αλλαγών στο δυτικό κόσμο που πρόκειται να περάσει τους επόμενους μήνες από το σιδηροδρομικό σταθμό μας. Αν μη τι άλλο, οφείλουμε να δοκιμάσουμε, αν το αντισηπτικό ξεπλένει και την εθνική μας στενοκεφαλιά.

2.00 π.μ. God knows I want to break free.

Σημ.: Επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω τους καλλιτέχνες ζώντες και τεθνεώτες που διάνθισαν το ημερολόγιό μου με τη μουσική τους.


Ο Νίκος Σουλίδης είναι (με χρονολογική σειρά εμφανίσεως) γιος, αδελφός Χ2, σύζυγος, πατέρας Χ2