Κώστας Καρακίτσος: Όνειρα μέσα στα όνειρα

Καβαλιώτες μοιράζονται με τους αναγνώστες του KAVALA POST σκέψεις, συναισθήματα και στιγμές από την καθημερινότητά τους «μένοντας στο σπίτι»

Όλα ξεκίνησαν στις 8 Μαρτίου 2020. Οι μέρες προχωρούσαν. Ο πυρετός ακάθεκτος, εκεί, στα πιο ψηλά σημεία, 39.9. Όνειρα και οπτασίες είχαν την τιμητική τους. Ο πυρετός δεν υποχωρεί. Ξαφνικά, η πόρτα χτυπά και ξαναχτυπά όλο και πιο δυνατά. Ανοίξτε επιτέλους, εγώ είμαι, ο Χρίστος. Ο Στράτος έτρεξε να ανοίξει από τον φόβο μήπως και ταραχτεί ο πατέρας του που ψηνόταν από τον πυρετό. Μπήκε φουριόζος ο φίλος, κρατώντας μια τσάντα φουσκωμένη και λιγάκι βαριά.

– Τι έγινε; ρώτησε ο Σ. τον Χ.

– Νά, πέρναγα και είπα να σας δω κομμάτι, μέρες που είναι. Ξέρω ότι σας βάζω σε κίνδυνο λόγω όλων αυτών που συμβαίνουν, μα επιτέλους δεν μπορώ άλλο. Πρέπει να μιλήσω σε κάποιον. Τηλεφωνώ συνέχεια στον Κώστα και δεν απαντάει. Τρέχει κάτι; Τι συμβαίνει;

– Τίποτε μωρέ, νά, λίγο πυρετάκο ανέβασε… θα περάσει όμως. Στο φινάλε όλα περαστικά είναι. Εσύ πώς πας; Γιατί πρέπει ντε και καλά να μιλήσεις με κάποιον, τι συμβαίνει;

– Τα πάντα και τίποτε. Τόσες μέρες, δεν μπορώ πλέον. Έμαθα να πλέκω, να φτιάχνω ψωμί, να βλέπω το fb πρωί-βράδυ· κοιμάμαι, ξυπνάω, διαβάζω, άρχισα να πίνω περισσότερο από πριν. Τρώω και σκέφτομαι αυτούς που δεν έχουν τίποτε από αυτά που εγώ έχω, και αρχίζει να μου τη δίνει. Αναρωτιέμαι, τι θα γίνει όταν θα μας πουν πως όλα είναι σχεδόν ΟΚ και μπορούμε δειλά-δειλά να βγούμε έξω στη ζωή; Θα είναι τα ίδια; Όχι μάλλον. Πώς θα είμαστε όλοι εμείς που μάθαμε στο φόβο των ειδήσεων και των ενημερώσεων γύρω από το θανατηφόρο ιό; Τι θα γίνει όταν μας πουν ότι μπορούμε να ξεκλειδώσουμε τα σπίτια μας και να βγούμε έξω; Πώς θα συμπεριφερόμαστε; Τέρμα τα φιλιά και οι χειραψίες; Τέλος πάντων… Μια χαρά τον βλέπω τον πατέρα σου. Πυρετάκος, ξάπλα, και χαμπάρι για το τι συμβαίνει γύρω του. Λες να τον ξυπνήσουμε, να πούμε καμιά κουβέντα;

– Ναι, απαντάει ο Σ.

Παίρνει έναν κουβά με κρύο νερό που έχει πάντα δίπλα στο κρεβάτι για ώρα ανάγκης και τον ρίχνει στο πρόσωπο του εμπύρετου πατέρα ο οποίος ξυπνάει ευθύς, φωνάζοντας ότι πρέπει να αλλάξει επιτέλους τα ρούχα του γιατί ιδρώνει υπερβολικά και αυτό είναι σημάδι ότι ο πυρετός πέφτει.

Τα νέα ρούχα τον ανακούφισαν, τα μάτια του ξεθόλωσαν. Κοίταξε γύρω και είδε τον Σ. και τον Χ. Ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό του.

– Τι έγινε παιδιά, έβλεπα όνειρο, κολυμπούσα στην Κερκίνη.

– Ναι, παραλίγο να πνιγείς και σε έσωσε ο γιος σου, είπε γελώντας ο Χ. Πώς είσαι;

– Ε, απάντησα, τώρα καλύτερα. Έχω πολλές  μέρες να δω «εξωτερικούς». Πώς είναι έξω;

– Τα ίδια, ανακοίνωσε ο Χ. Απαγόρευση της κυκλοφορίας, μόνο με χαρτί από τον Δήμαρχο είσαι έξω, τρόφιμα με δελτίο και όποιος έχει μέσο παίρνει και λίγο παραπάνω. Δεν μπορείς να μιλήσεις με κανέναν, απαγορεύεται με ποινή φυλάκισης. Φυσικά, απαγορεύεται να γράφεις στο ίντερνετ οτιδήποτε που έρχεται σε αντίθεση με τις κυβερνητικές Γραφές και οδηγίες. Τα είδη στα Σ/Μ όλο και λιγοστεύουν, τα λεφτά πλέον υπάρχουν μόνο για πολύ λίγους. Η βενζίνη με δελτίο κι αυτή, 10 λίτρα την εβδομάδα σε κάθε νοικοκυριό. Όλοι κάνουμε υπομονή μέχρι να βρεθεί μια λύση σ’ αυτό που μας βρήκε.

– Τι έχει η τσάντα; ρώτησα για να φύγουμε από τις θλιβερές περιγραφές και να μπούμε σε αισιόδοξα πεδία.

– Αχά. Εδώ λοιπόν έχουμε τα εξής: Κρασάκι από Δράμα μεριά, κάτι λουκανικάκια από φίλο από τον Τύρναβο, λίγο κασεράκι από Μέτσοβο, ψωμάκι σιταρένιο που το έφτιαξε ο πεθερός μου, τυράκι από παραγωγό και τέλος αυγά, για να φτιάξουμε το κάτι τις μας.

– Χαχα, ό,τι πρέπει επιτέλους για να πέσει ο πυρετός. Ωραία, ας φτιάξουμε λοιπόν αυτές τις ομορφιές, και ας μιλήσουμε για  τον Αφόνσο ντε Αλμπουκέρκε ή να φιλοσοφήσουμε για μερικούς από τους τεράστιους απατεώνες της ιστορίας.

Η κουβέντα έφερε πολλούς στο τραπέζι μας. Πολλοί οι απατεώνες που πάντα έβρισκαν τρόπους να επιπλέουν, να επιβιώνουν και να διοικούν, αυτοί οι, χωρίς νόμο και πίστη, γιατί μόνο αυτοί ξέρουν να τα κάνουν αυτά καλύτερα απ’ όλους.

Ένα καράβι φάνηκε στον ορίζοντα και σαν αστραπή έφτασε κοντά στο τραπέζι μας. Πήδηξαν έξω απ’ αυτό ναύτες και με άγριες φωνές κύκλωσαν το τραπέζι μας. Τι είναι όλα αυτά; Πού τα βρήκατε; Μας συνέλαβαν όλους. Μας ανέβασαν στο πλοίο, φούσκωσαν τα πανιά με κάτι τεράστιους φυσητήρες και σαλπάραμε για την πρωτεύουσα. Η δίκη έγινε σύντομα και η καταδίκη μας ήταν αναμενόμενη: Μέσα σε ένα τεράστιο καζάνι, να σιγοβράζουμε για όλες τις μέρες που θα κρατούσε η καραντίνα.

Ξύπνησα μούσκεμα στον ιδρώτα. Ο πυρετός έπεφτε και το σώμα άρχισε να λειτουργεί ξανά.

Τι όνειρα κι αυτά!…

45 μέρες μ.Κ.

Αβραμηλιά, 24.04.2020


Ο Κώστας Καρακίτσος είναι κεραμίστας