Καβάλλα, 1912: Πώς οι Τούρκοι παρέδωσαν την πόλη σε τέσσερις Βουλγάρους Κομιτατζήδες

Τα γεγονότα της 27ης Οκτωβρίου 1912 όπως καταγράφονται σε βουλγαρικές πηγές


||  Ιστορικά και άλλα σημειώματα  ||


 

Του Ζήση Α. Βαπορίδη

 


Μετά την εγκατάλειψη της Ανατολικής Μακεδονίας από τον Τούρκικο Στρατό κατά τον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο [1912] κατέφθασαν στην Καβάλα άτακτες μονάδες Βουλγάρων ενόπλων, οι λεγόμενοι «κομιτατζήδες», οι οποίοι επέπεσαν μετά μανίας πάνω στον τούρκικο πληθυσμό. Κομιτατζήδες ήταν τα μέλη του Κομιτάτου (Μακεδονο-Αδριανουπολιτών) VMRO οι οποίοι είχαν δημιουργήσει την οργάνωση αυτή με σκοπό την κατάληψη όλων των εδαφών ανατολικά του Στρυμόνα μέχρι και την Αδριανούπολη, κυρίως του λιμανιού της Καβάλας το οποίο από αιώνες εποφθαλμιούσαν.

Пейо Яворов  с четници в Кавала | Πέγιο Γιαμπόρωβ και Τσέτνιτς στην Καβάλα | 1912 Είναι ο τίτλος αυτής της φωτογραφίας:

Πηγή από το διαδίκτυο: Балкански войни (1912-1913), Кавала, военни, комити, литература. Καβάλα Στρατός Κομιτάτου φιλολογικά: Οργανισμός Κρατικών Αρχείων Βουλγαρίας 1910-1920.

Ο Πέγιο Γιαβόροφ Peyo Yavorov κάθεται στο κέντρο της φωτογραφίας. Μπροστά του στο έδαφος κάθονται ο Κόστα Μίτεβ Σαρακοστόφ [Κosta Mitev Sarakostov] από Αισύμη και ο Ιβάν Τσαρβενκόφ [IvanTsarvenkov] από το Πρίλεπ. Πίσω στέκουν ο Λιούμπεν Καζάσκι [Lyuben Kazaski] από το Τύρνοβο, ο Γκριγκόρ Μπελοκαπόφ [Grigor Belokapov] από το Κιουστεντίλ, ο Τοντόρ Βετρένσκα [Todor Vetrenska] της Vetren, ο Γκιόργκι Βενεντικόφ [Giorgy Venedikov] από το Σαμόκοβο και ο Χρήστο Ιβανόφ [Cristo Ivanov] από την Κάτω Ντραγκιλίτσα.

Στις αρχές του 20ού αιώνα συγκροτήθηκε η παραστρατιωτική αυτή Διμοιρία Νο 15 της ΒΜΡΟ με εθελοντές και αρχηγό (τιμής ένεκεν) τον ποιητή Πέγιο Γιαβόροφ. Η φωτογραφία έχει την ένδειξη Πέγιο Γιαμπόρωβ και Τσέτνιτς στην Καβάλα [Пейо Яворов  с четници в Кавала]. Οι Chetniks ήταν τσέτκικση Παραστρατιωτικοί που φορούσαν λυκοτόμαρα, πριν βάλουν οι λύκοι τις προβιές των τακτικών…

Peyο Яворов

Ο Πέγιο Γιαβόροφ [PeyoYavorov] ήταν γιος του Πέγιο Τότεβ Κραχόλοβ [Peyo Totev Kracholov, 13/1/1878-29/10/1914]. Υπήρξε σημαντικός Βούλγαρος ποιητής των «συμβολιστών». Θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα ποιητικά ταλέντα της χώρας στο τέλος του19ου αιώνα. Ο Γιαβόροφ διακρίθηκε σαν εξέχον μέλος της λογοτεχνικής και πολιτιστικής ομάδας «Misal». Οργάνωσε το Εθνικό Θέατρο Βουλγαρίας, του οποίου έγινε διευθυντής. Η ζωή και το έργο του συνδέθηκε στενά με το απελευθερωτικό κίνημα Εσωτερικής Επαναστατικής Οργάνωσης στη Μακεδονία. Υποστήριξε επίσης το Αρμενικό Κίνημα Ανεξαρτησίας και έγραψε φλογερά ποιήματα για τους αγώνες των Αρμένιων και τιμήθηκε από αυτούς. Τα περισσότερα από τα ποιήματά του είναι ρομαντικά και αφιερωμένα στις δύο γυναίκες της ζωής του, τη Μίνα Τοντόροβα και τη Λάουρα Καραβέλοβα. Η πρώτη και μεγάλη αγάπη του Μίνα πέθανε από φυματίωση και ετάφη στο νεκροταφείο του Boulogne Billancourt, Paris. Αργότερα συναντήθηκε με τη Λάουρα και το 1912 παντρεύτηκαν (η Laura την κόρη του πολιτικού Petko Karavelov).

Λάουρα και Πέγιο, 1912

Τα ποιήματα που έγραφε ο Πέγιο για τη Λάουρα και η αλληλογραφία των συζύγων θεωρήθηκε απόδειξη μιας έντονης αγάπης, αλλά στις 29/11/1913, η Λάουρα αυτοπυροβολήθηκε, στο σπίτι τους -της οδού Ρακόφκι 126. Η οικογενειακή τραγωδία κορυφώθηκε με την απόπειρα  του Γιαβόροβ ο οποίος προσπάθησε κι αυτός να αυτοκτονήσει. Η σφαίρα δεν πέρασε το κροταφικό οστό, αλλά τον άφησε τυφλό. Η απόγνωση που του προκάλεσε ο θάνατος της Λάουρας και η δίκη που ακολούθησε λόγω της φήμης (ότι τη σκότωσε, ο ίδιος) τον οδήγησε στο να αυτοκτονήσει το φθινόπωρο του 1914, στις 16 Οκτωβρίου. Πέθανε σε ηλικία 36 ετών. Ακόμη και ο Γιάνε Σαντάνσκι [Яне Сандански] με τον οποίον από το 1903 ήταν σε ανοικτή σύγκρουση, δήλωσε το 1914 ότι «ο Peyo ήταν σπάνια αξιοπρεπής κι έντιμος άνθρωπος κι αν είχε σκοτώσει τη γυναίκα του, δεν θα διστάσει να πει την αλήθεια. Για μένα, οι κατήγοροί του (πολιτικοί αντίπαλοι) είναι αισχροί συκοφάντες».

Το ιστορικό της κατάληψης

Στις 25 Οκτωβρίου 1912 κοντά στη Δράμα οι «Κομιτατζήδες» Βάπτσαροφ, Τσάκοφ, Τσερνόπεεφ και Γιάβοροβ ζητούν μια συνάντηση με τον διοικητή της Ροδόπης Στρατηγό Στύλιαν Κόβατσεφ [Stiliyan Kovachev]. Του προσφέρουν ένα μέρος των ανδρών τους να κινηθεί νοτιοδυτικά προς το Αιγαίο και να καταλάβει την Καβάλα. Ο Στρατηγός θεωρεί ότι η δράση θα εμποδίσει τα σχέδια του και αρνείται.

Στη συνέχεια εκθέτουν την ιδέα να εισβάλλουν στην ήσυχη πόλη και του ζητούν τέσσερις στρατιωτικές στολές του Βουλγαρικού Στρατού και τέσσερα άλογα. Συνοδευόμενοι από τους 23 αντάρτες, οι τέσσερις αρχηγοί φεύγουν από τη Δράμα για την Καβάλα και μπαίνουν ως προπομποί του επερχόμενου Βουλγαρικού Στρατού.

Ο Μιχαέλ Τσάκοφ, στα απομνημονεύματά του, έγραψε: «Στις 27 σταθήκαμε στο ύψωμα που καλύπτει σαν πέταλο της όμορφης πόλης της Καβάλας, κι απλώθηκε η εικόνα της ακτής του Αιγαίου. Έβρεχε: και η βροχή σκουραίνει την εικόνα».

Έτσι, νωρίς το πρωί της 27ης Οκτωβρίου 1912, οι επίσημοι απεσταλμένοι ανακωχής του Βουλγαρικού Στρατού και οι αντάρτες εισέρχονται στην πόλη της Καβάλας. Λίγο αργότερα, ολόκληρη η πόλη γνωρίζει ότι έφτασαν απεσταλμένοι ανακωχής των βουλγαρικών στρατευμάτων που είχαν αναπτυχθεί σε θέσεις μάχης γύρω από την πόλη.

Σύμφωνα με τον Τσάκοφ:

«Οι τέσσερις καπετάνιοι πάνε στην έδρα του έλληνα Επισκόπου και του ζητούν να τους συνοδεύσει στο Τουρκικό Διοικητήριο να ανακοινώσουν ότι έφθασε στη πόλη βουλγαρική αποστολή ανακωχής. Περνάει μια ώρα, αλλά ο επίσκοπος δήθεν, δεν κατάφερε να βρει κανέναν για να απαντήσει. Περίμενε να περάσει η ώρα με την ελπίδα ότι στην Καβάλα  θα έφθαναν ελληνικά στρατεύματα από το Ορφανό και τη Θάσο και θα ήταν αυτοί οι πρώτοι που θα καταλάμβαναν την πόλη.

Στο Konak [Διοικητήριο] βρέθηκε μόνο ένας Καϊμακάμης της χωροφυλακής και τότε αρχίζουν σοβαρές διαπραγματεύσεις. Ο Καϊμακάμης κάλεσε τους μουσουλμάνους ηγέτες της πόλης, αρκετά στελέχη και 13 χωροφύλακες από την τοπική φρουρά. Όταν μπήκαμε, σαν ένα ηλεκτρικό ρεύμα που περνά μέσα από όλους αυτούς τους ανθρώπους φτερούγισε στα χλωμά πρόσωπά τους, υπήρχε μια νεκρική σιγή.

Χωρίς περιστροφές ο Γιάβοροφ στράφηκε προς τον Τούρκο Καϊμακάμη: «Κύριε, μπορούμε να ξέρουμε με ποιον έχουμε την τιμή να μιλήσουμε; Είστε ο Καϊμακάμη efendi»; «Ναι», απάντησε ο Καϊμακάμης. Ήταν χλωμός σαν πτώμα…

«Εμείς, όπως γνωρίζετε», λέγει ο Γιάβοροφ, «σταλθήκαμε από τον Στρατηγό Κόβατσεφ, του οποίου τα στρατεύματα έχουν λάβει θέση στα βράχια κοντά στην πόλη, να σας ρωτήσω, εσείς θέλετε να παραδοθείτε, ή να διατάξει το βομβαρδισμό της πόλης; Η προθεσμία για την απάντηση είναι 12 τα μεσάνυχτα»!

Αλλά, όταν ο Γιάβοροφ τελείωσε τα λόγια του, μπήκε λαχανιασμένος στη αίθουσα ο πρόξενος της Αυστρο-ουγγρίας Wicksell [Wix] πρώην έμπορος καπνού και πολύ καλός φίλος των Τούρκων. Ο ίδιος δήλωσε ότι ήταν παράλογο μια πόλη με πενήντα χιλιάδες κατοίκους, με μεγάλη στρατιωτική φρουρά και έτσι απλά η αστυνομία να την παραδώσει σε τέσσερα άτομα!

Ο Γιαβόροφ όμως απειλεί: την ευθύνη για την τύχη της Καβάλας θα την έχει ο Πρόξενος αν η πόλη δεν παραδοθεί ειρηνικά. Ζητά η πόλη μέχρι τα μεσάνυχτα να παραδοθεί, αλλιώς θα βληθεί από το πυροβολικό  του στρατηγού Κόβατσεφ. Δεν πρέπει να πεθάνουν μάταια αθώοι πολίτες. Αυτό φαίνεται να εκφοβίζει και πάλι τους Τούρκους.

Αφού άκουσε, ο Καϊμακάμης, σηκώθηκε και υποκλίθηκε  στον Γιάβοροφ κα με τρεμάμενη φωνή είπε: «Κύριε, αποφασίσαμε να παραδοθούν οικειοθελώς. Σας παραδίνουμε και την πόλη. Αρκεί να μην υποστούν κανένα κακό οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί». Έβγαλε το όπλο και το σπαθί του και τα παρέδωσε στον Γιάβοροφ.

Κοίταζα και δεν μπορούσα να πιστέψουν τα μάτια μου. Ψυχρό υγρό έρεε μέσα μου και πήρα μιαν ανατριχίλα. Κοίταξα τον Γιάβοροφ, είχε στα χέρια του το όπλο του και δίπλα του όρθιοι οι Τσερνόπεεφ και ο Βάπτσαροφ παρακολούθησαν σαν να έπαθαν νταμπλά στο κεφάλι, ήταν προφανές ότι κανένας από εμάς δεν πίστευε αυτό που συνέβαινε! Ήλιος ή πραγματικότητα; Φανταστική περιπέτεια με επιτυχία!

Λίγο πριν από τις 24.00 μ.μ. ο Ηristo Chernopeev κατέβασε την τουρκική σημαία από το μπαλκόνι του Konak και ύψωσε τη βουλγαρική και ο Γιάβοροφ απήυθηνε μια έντονα συναισθηματική ομιλία του στους συγκεντρωμένους πολίτες. Πόλη πενήντα χιλιάδων παραδόθηκε στην ομάδα μας και παρά την προχωρημένη ώρα στην πλατεία άρχισε μια αυθόρμητη γιορτή…

Λίγες ώρες αργότερα  έφθασαν πάνω από 100 άτομα προς ενίσχυση. Στο νεοσύστατο σώμα της βουλγαρικής κυβέρνησης στην Καβάλα οι εντολοδόχοι του Μ. Τσάκοφ ανέλαβαν την ευθύνη και την προστασία των σημαντικών χώρων, αποθηκών, τραπεζών, και των διπλωματικών κτιρίων. Οι άνδρες του Γιάβοροφ φρουρούν το λιμάνι της πόλης! Τέσσερις άτακτοι: οι M. Τσάκοφ, Γιάβοροφ, Τσερνόπεεφ και Βάπτσαροφ ξεκίνησαν μία από τις πιο απίστευτες πράξεις στη βουλγαρική ιστορία – την κατάληψη της Καβάλας, τελειώνοντας την με απόλυτη επιτυχία, χωρίς να πυροβολήσει ένα όπλο».

Αυτά τόνιζε με ενθουσιασμό ο Τσάκοφ στα απομνημονεύματά του, κρύβοντας σκόπιμα τα εγκλήματα και τις φρικαλεότητες που συνόδευαν τη δράση των αιμοσταγών κομιτατζήδων…


Τα διαδραματισμένα προ και κατά την κατάληψη της Καβάλας προέρχονται από Βουλγάρικες πηγές. [Όπως π.χ. αναφέρονται εκτενώς στα δημοσιεύματα  του Καθηγητή .Mιχαήλ Νεντέλτσεφ κ.ά., καθώς και στο σχετικό κινηματογραφικό έργο που απαθανάτισε τα γεγονότα, Филм върви по стъпките на четата на Яворов до Кавала, ταινία η οποία ακολουθεί τα βήματα της παράνομης ένοπλης ομάδα του Γιάβοροφ στην Καβάλα]. Στο επόμενο θα παραθέσω εγκυρότερες ελληνικές πηγές.