Το φαινόμενο Μοχάμεντ Άλι [Μέρος Ζ’]

Οι Μαμελούκοι


||  Ιστορικά και άλλα σημειώματα  ||


 

Του Ζήση Α. Βαπορίδη

 


Από το 1809 ο Μεχμέτ Αλή, ύστερα από αίτηση του Σουλτάνου, προετοιμαζόταν να εισέβαλε με το στρατό του  στη Αραβία εναντίον των επαναστατημένων Βαχαβιτών (µία αιρετική μουσουλμανική σέκτα – µε την οποία ευθυγραμμίστηκε και ο ισχυρός οίκος των Σάουντ που είχαν επιβάλλει την εξουσία τους από το 1803).

Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα στα σχέδια του Μεχμέτ Αλή παρέμενε, την εποχή εκείνη, το πανίσχυρο ακόμα φεουδαρχικό σύστημα των διάσπαρτων σε όλη την Αίγυπτο τιμαρίων των Μαμελούκων.

Μαμελούκ στα αραβικά σημαίνει σκλάβος, δούλος.

Από τον 9ο αιώνα ( εποχή των Φατιμίδων που ίδρυσαν το μεγάλο ισμαηλιτικό σιιτικό χαλιφάτο), ο εκάστοτε Χαλίφης αγόραζε χιλιάδες νέους Κιρκάσιους και Γεωργιανούς, για τη φρουρά και τα χαρέμια του, δημιουργώντας με το χρόνο ένα μεγάλο πληθυσμό σκλάβων και απελεύθερων, ώσπου στα 1250 μ.Χ. μπόρεσαν να καταλάβουν την αρχή και να ανακηρύξουν Μαμελούκο Σουλτάνο. Παρά την ενσωμάτωση της Αιγύπτου στην οθωμανική επικράτεια μετά το 1517, οι Μαμελούκοι μπόρεσαν να διατηρήσουν την ηγετική τους θέση στη γραφειοκρατία και το στρατό και στα τέλη του 18ου αιώνα ήρθαν σε σύγκρουση με τους Οθωμανούς.

Ο ισλαμικός πολιτισμός γνώρισε άνθηση υπό τους Μαμελούκους, παρά το στρατιωτικό χαρακτήρα του κράτους τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η μεταλλοτεχνία και η υαλουργία, αλλά και το χτίσιμο ιεροδιδασκαλείων και ναών, κυρίως από μετανάστες που έφευγαν από την Ασία για να γλυτώσουν από τους Μογγόλους.  Ο κάθε Μαμελούκος μπέης, ανάλογα με τα πλούτη του, είχε από δεκάδες μέχρι εκατοντάδες νεοφερμένους σκλάβους. (Λένε πως κάποιος Αλή μπέης πλήρωσε για μια αδαμαντοκόλλητη λαβή σπαθιού 250.000 λίρες). Οι Μαμελούκοι της Αιγύπτου ήταν οι πραγματικοί αφέντες της χώρας και δυνάστευαν σε υπανάπτυκτους και παθητικούς λαούς, με την επίδειξη του πλούτου και των στρατιωτικών ικανοτήτων τους παρά με τη βία. Με το μαμελουκικό σουλτανάτο της Αιγύπτου, υπαγόμενο όμως στον Τούρκο  Σουλτάνο αναμετρήθηκε ο Ναπολέων στη μάχη των Πυραμίδων. (αργότερα κι αυτός όπως και ο Ιμπραήμ ενέταξε στις δυνάμεις του μονάδες μαμελούκων ).

Οι Μαμελούκοι Τούρκοι υπήρξαν ο πυρήνας του Αιγυπτιακού Στρατού την περίοδο της Ελληνικής επανάστασης του 1821.

Χαλκογραφία του Luigi Mayer, «Μαμελούκος ασκούμενος στο τζιρίτι», 1800

Αυτοί οι ασύδοτοι αφεντάδες ήταν το μόνο εμπόδιο στα σχέδια του νέου Πασά. 

Την 1/3/1811 ο Μεχμέτ Αλή με πρόσχημα την ανάθεση στο δευτερότοκο γιο του Τοσούν της εκστρατείας κατά των Αράβων, οργάνωσε ένα δείπνο Ιφτάρ στο τέλος του Ραμαζανιού και κάλεσε όλους τους ηγέτες των Μαμελούκων σε μια μεγαλειώδη τελετή, στην ακρόπολη του Κάιρου, κι αφού τους εγκλώβισαν, κλείνοντας τις πύλες, τους κατάσφαξαν οι Αλβανοί στα δαιδαλώδη στενά της παλιάς πόλης. Στη συνέχεια ήταν εύκολο στον Βαλή να εξοντώσει όλους τους αντιδρώντες σε όλη την Αίγυπτο.

Η σφαγή των ομόθρησκων του Βαλή Μαμελούκων, σε μια καλοστημένη  ενέδρα είναι ένα συγκλονιστικό γεγονός, που δείχνει όχι μόνο την βαρβαρότητα της εποχής, αλλά και  την πανουργία και τη δολιότητα του Πασά. Είχε όμως την επιδοκιμασία του Σουλτάνου: για να  παγιωθεί η κυριαρχία των Τούρκων επί της Αιγύπτου. Δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει η “Υψηλή Πόρτα” τις συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες της χώρας, ούτε να υποπτευθεί τις προθέσεις και τις ικανότητες του νέου Πασά.

Ίσως  η ανάγκη ώθησε τότε τον Σουλτάνο να ανεχθεί τους Αλβανούς του Μεχμέτ Αλή και των γιων του, που κατάσφαξαν με δόλο τους Μαμελούκους το1811, και τους αντάμειψε πλουσιοπάροχα όταν ανακατέλαβαν τις ιερές πόλεις της Μεδίνα (1812) και τη Μέκκα (1813).

Ο Σφαγιασμός των ηγετών των Αλβανικών φυλών στο Μοναστήρι (Βitola) της 9 του Αυγούστου το 1830. από τον Βεζίρη Μεχμέτ Ρεσίντ Πασά είναι μια ακόμα επανάληψη της τακτικής εκείνης.

«Συνειδητοποιώντας τη σοβαρότητα της κατάστασης και τον κίνδυνο μιας γενικής εξέγερσης, στα Βαλκάνια μετά το φόνο του Αλί Πασά στα Ιωάννινα ο Reşid Mehmed Pasha κάλεσε τις αλβανικές φατρίες σε μια συνάντηση με το πρόσχημα ότι θα ανταμειφθούν για την πίστη τους στη Υψηλή Πύλη.

Δύο από τους κύριους ηγέτες, ο Veli και ο Arslan Bey, δέχτηκαν την πρόσκληση και πήγαν μαζί με τους συνοδούς τους για να συναντηθούν με τον Reşid Mehmed Pasha στο μεγάλο έμπεδο της πόλης Μοναστηρίου. Κατά την άφιξή τους εκεί, ο Τούρκος διοικητής τους παρουσίασε τουρκικές εκλεκτές μονάδες σε ασκήσεις επιδείξεων.

Στην πραγματικότητα, ήταν μια ενέδρα, και μετά από ένα σήμα του πασά, οι στρατιώτες πυροβόλησαν τις έκπληκτες αλβανικές ηγεσίες και τους προσωπικούς τους φρουρούς. Όλοι οι Αλβανοί που είχαν εισέλθει στο πεδίο, περίπου τετρακόσοι έως πεντακόσιοι, σκοτώθηκαν, ενώ ο Αρσλάν προσπάθησε μάταια να δραπετεύσει. Σκοτώθηκε από οθωμανικές δυνάμεις μετά από μια σύντομη καταδίωξη. [Tozer, Henry Fanshawe, 2009, σσ. 167–169.]

Η σφαγή των Μαμελούκων συγκλόνισε τους Δυτικούς οι οποίοι την παρουσίασαν σε δεκάδες έργα.

«Η σφαγή των Μαμελούκων», πίνακακας του Οράτιου Βερνέρ

Το όνομα του Mehmed Ali Paşa εμφανίζεται συχνά γραμμένο στις οθωμανικές πηγές της εποχής ως: Kavalalı Mehmed Ali Paşa και πράγματι έτσι προσαγορεύεται στην επιγραφή που τοποθετήθηκε στο μαυσωλείο της μητέρας του: “Mısır âile-i kra-liyye müessisi Kavalalı Mehmed Ali Paşa” (Ο Mehmed Ali Paşa της Καβάλας, ο Ιδρυτής της Αιγυπτιακής Βασιλικής Οικογένειας). Ακόμη και στο απώγειο της δύναμης του, ως ημιανεξάρτητος αντιβασιλέας της Αιγύπτου, αποκαλούνταν ενίοτε με αυτό τον τρόπο. Όταν σήμερα αναζητούμε το σχετικό λήμμα στην έγκυρη Encyclopedia of Islam, έκδοση του Ιδρύματος Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας εμφανίζεται κάτω από την επικεφαλίδα: Kavalalı Mehmed Ali Paşa.   Για τους αναγνώστες αυτής της μελέτης, αυτός ο τρόπος προσαγόρευσης δεν θα πρέπει αν  αποτελεί έκπληξη. Πράγματι, το αμείωτο ενδιαφέρον του σε όλη τη ζωή του για τη μικρή πόλη της καταγωγής του αφήνει ελάχιστα περιθώρια αμφιβολίας για το γεγονός πως και ο ίδιος έβλεπε τον εαυτό του ως: ο Mehmed Ali Paşa από την Καβάλα. Η αποτυχία των παλαιότερων επιστημόνων να ασχοληθούν επαρκώς με αυτή τη σημαντική πλευρά του βίου του, προέρχεται από μια σειρά παράγοντες που περιλαμβάνουν:

α) την over arching  ιστορική του ταυτότητα ως ιδρυτή του σύγχρονου αιγυπτιακού κράτους, β) τον όχι και τόσο θετικό ρόλο που του επιδαψίλευε η νεότερη τουρκική ιστοριογραφία, όπου συχνά παρουσιαζόταν ως ένας αξιωματούχος που στσιάσε κατά της οθωμανικής αυτοκρατορίας, και γ) το γεγονός πως η Καβάλα είναι στις μέρες μας μια μικρή πόλη στα βόρειο ανατολική Ελλάδα. Τούτο είχε μέχρι σήμερα οδηγήσει στο γεγονός πως η πόλη δεν ήταν στο κέντρο σημαντικής επιστημονικής προσοχής και όπως έχει δείξει και η παρούσα εργασία, και το külliye που της κληροδότησε το διασημότερο τέκνο της, έχει υποφέρει από ελλειπή μελέτη. 

Συνεπώς, όχι μόνο τα πρώτα τριάντα χρόνια της ζωής του, χρόνια που πέρασε στην Καβάλα, δεν έχουν σε μεγάλο βαθμό μελετηθεί, αλλά και η συνεχής του αφοσίωση στη γενέθλια πόλη, δεν έχει τύχει της προσοχής που προφανώς της αξίζει. [W. Lowry & E. Erünsal, 2011, σ. 161. (Απόδοση από τα αγγλικά Μ. Λυχούνα.)]

Το άλμα του Μαμελούκου

Σύμφωνα με ένα θρύλο ο Αμίν Μπέης ήταν ο μοναδικός από τους 480 Μαμελούκους που σώθηκε από τη σφαγή της 1ης Μαρτίου του 1811, βουτώντας με το άτι του από τις ύψους δέκα και πλέον μέτρων επάλξεις της ακρόπολης του Καΐρου. [Ebers 1880, τ. 2, σ. 8.]

Ο Μαρκ Τουαίην στο οδοιπορικό του Το ταξίδι των αθώων, που πρωτοεκδόθηκε το 1869, σημειώνει σχετικά, με παιγνιώδη διάθεση: «Δεν εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα· κι εγώ θα μπορούσα να το κάνω». [Twain 1869, σ. 631.]

Ή εκτασις της σφαγής υπήρξε τρομερά: κατά τήν παράδοσιν, εκ των παρασυρθέντων είς τήν παγίδα του Μωχάμμετ Άλη Μαμελούκων μόνον είς διεσώθη. [Gouin, σ. 212.]

Ξυλογραφία του οίκου Hallberger από το πρωτότυπο σχέδιο του Carl Rudolf Huber [Ebers 1880, τ. 2, σ. 9· Butterworth 1885, σ. 183.]
Οι κάτοικοι του Καΐρου όχι μόνον πιστεύουν την ιστορία για τον Αμίν Μπέη, αλλά επιδεικνύουν και την θέση από όπου λένε ότι προέβη στην απονενοημένη ενέργεια.

«Το σημείο του άλματος του Μαμελούκου». Ξυλογραφία του οίκου Hallberger από το πρωτότυπο σχέδιο του Ernst Karl Eugen Körner [Ebers 1880, τ. 2, σ. 11.]