Χριστουγεννιάτικος μποναμάς στους κατόχους δημοσίων κτημάτων

Η ιστορία επαναλαμβάνεται - Απαιτούνται πολιτικές και δημοτικές πρωτοβουλίες


 

Του Βασίλη Λιόγκα

 


Δεν πρόλαβε ο Δήμαρχος να ανανεώσει, στην ομιλία του κατά την ορκωμοσία των αιρετών εκπροσώπων του Δήμου Καβάλας, την δέσμευσή του ότι «θα διεκδικήσουμε με κάθε τρόπο την παραχώρηση των δημοσίων τμημάτων στον Προφήτη Ηλία και στην περιοχή κάτω από το (παλιό) νοσοκομείο» και, σαν από αντίπραξη, ακριβώς σ’ αυτές τις περιοχές, δεκάδες κάτοχοι γίνονται, τις γιορτινές αυτές μέρες, αποδέκτες των γνωστών σημειωμάτων του τακτικού ανά τριετία χαρατσώματος, ανυπεράσπιστα θύματα μιας ανάλγητης πολιτικής δεκαετιών για αμαρτήματα που ποτέ δεν ήταν δικά τους.

Το υπόβαθρο

Στην Καβάλα από πολλά χρόνια γίνεται ιδιαίτερη προσπάθεια επίλυσης του κοινωνικού προβλήματος που δημιουργείται από την συνεχιζόμενη «κατοχή» εντός σχεδίου πόλης πολλών εκατοντάδων οικοπέδων του δημοσίου κτισμένων με κατοικίες, για τα οποία το κράτος έλαβε ήδη ιδιαίτερη πρόνοια, θέτοντας την αποκαταστατική διάταξη του αρ. 35 του ν. 1473/1984, με αποτέλεσμα σημαντικό τους μέρος να «εκκαθαριστεί» δωρεάν η πολύ φθηνά. Το πρόβλημα ωστόσο παραμένει μιας και πολλοί δεν φρόντισαν, είτε δεν μπόρεσαν να αποδείξουν προγενέστερη του 1940 κατοχή, όπως απαιτεί η ως άνω διάταξη, ή η κατοχή τους άρχισε λίγο μετά την ως άνω ημερομηνία. Πρόκειται, στις περισσότερες περιπτώσεις, για συνταξιούχους πλέον καπνεργάτες κι άλλους πρώην εργαζόμενους, που πέρασαν όλη τους την ζωή σ’ αυτά τα ακίνητα και δεν μπόρεσαν ποτέ να τα αξιοποιήσουν, ούτε βέβαια και να τα κληροδοτήσουν.

Πρόκειται συνεπώς για ένα θέμα λαϊκής στέγης. Φυσικά ενδιαφέρον για τα οικόπεδα έχουν αποκτήσει και τα παιδιά και τα εγγόνια των αρχικών καταληψιών, παρ’ όλο που σε πολλές περιπτώσεις έχουν λύσει το στεγαστικό τους πρόβλημα, με αγορά κατοικίας. Σημειωτέον ότι η κατάληψη κι εγκατάσταση γινόταν με την υπόδειξη των αρχών ή, εν πάση περιπτώσει, με την ανοχή τους.

Όσον αφορά τις εκτάσεις από τις οποίες προέρχονται τα κατεχόμενα οικόπεδα, δεν πρόκειται, όπως συχνά λένε ή πιστεύουν μερικοί, για καταπατημένες γύρω από την πόλη παλιές δασικές εκτάσεις, αλλά για τα γυμνά, βραχώδη κι άγονα υψώματα γύρω από την καπνούπολη Καβάλα, στα οποία κατά τον μεσοπόλεμο (1914-1940) οι τότε εξελίξεις, βασικά η προσφυγιά, «έριξε» τις χιλιάδες των προσφύγων και των καπνεργατών από την Θάσο και άλλες περιοχές, οι οποίοι «άνοιξαν τα οικόπεδα με τα χέρια τους», έκτισαν και, στη συνέχεια, ανάλογα με την επιμέλεια και τα οικονομικά τους, τα εξαγόρασαν από το δημόσιο. Πάρα πολλοί όμως δεν το έκαναν, είτε γιατί δεν θέλησαν να πειθαρχήσουν και να πληρώσουν, είτε γιατί δεν μπόρεσαν. Άλλοι πάλι πλήρωσαν κι εξαγόρασαν τμήμα μόνον από το οικόπεδο που είχαν «ανοίξει», όσο τους «χρέωσε» η αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών. Τα υπόλοιπα, συχνά 10 ως 30 και 40 τ.μ., κατέχονται μέχρι σήμερα, έχουν φυσικά ενσωματωθεί στα οικόπεδα, πλην όμως αντιμετωπίζονται ως αυτοτελή κατεχόμενα δημόσια κτήματα.

Παρόμοιες εγκαταστάσεις και διανοίξεις οικοπέδων έγιναν κι αμέσως μετά τον Πόλεμο αλλά κάποιες και πιο πρόσφατα.

Πολύ μεγάλο μέρος των οικοπέδων εκποιήθηκαν στους κατόχους τους έναντι τιμήματος, βάσει των ειδικών νόμων που έγιναν προπολεμικά και μεταπολεμικά, κυρίως δε βάσει του Ν.Δ. του 1929, του Α.Ν. 263/1968 και του Ν. 719/1977.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις επρόκειτο για εκποίηση έναντι τιμήματος.

Το 1984, όταν αρμόδιος Υφυπουργός Οικονομικών ήταν ο Καβαλιώτης κ. Δημ. Δημοσθενόπουλος, έγινε ειδική ρύθμιση για την Καβάλα, (το ίδιο όπως στο παρελθόν είχαν γίνει άλλες τοπικές ρυθμίσεις για άλλες περιοχές…). Το αρ. 35 του Ν. 1473/1984 προέβλεψε να παίρνουν δωρεάν 350 τ.μ. όσοι αποδείκνυαν κατοχή πριν το 1940, κι έτσι έγινε σε μεγάλη έκταση εκκαθάριση, όχι όμως πλήρης. Παραχωρήθηκαν δωρεάν 366 δημόσια κτήματα, ενώ μετέπειτα εκποιήθηκαν, δηλ. εξαγοράστηκαν, άλλα περίπου 200, συμπεριλαμβανομένων και των υποχρεωτικά προσκυρούμενων λωρίδων γης.

Ποια είναι η σημερινή κατάσταση

Τα μη παραχωρηθέντα ακίνητα, όλα μέσα στην πόλη, για τα οποία, σαν να μην υπάρχουν εποχές κρίσης, πανδημίας, οικονομικής αδυναμίας και με όρους κοινωνικής αναλγησίας, εκδίδονται συνεχώς, πρωτόκολλα καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης, είναι περίπου 420, εκ των οποίων:

  • 100 ρυμοτομούμενα από το σχέδιο πόλης, αφού, ως κατεχόμενα, ήταν εύκολη λεία για ορισμένες δημοτικές διοικήσεις,
  • 100 οικόπεδα χωρίς κτίσμα σε επαφή με υφιστάμενες ιδιοκτησίες, αφού, οι διατάξεις εξαγοράς του 1977 ή παραχώρησης του 1984 δεν τα κάλυψαν.
  • 50 δημόσια κτήματα στα όρια της πόλης, ακριβώς εκεί όπου αρχίζει το δάσος που την περιβάλλει, με αποτέλεσμα αυτά, ενώ βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως και εντός οικοδομικών τετραγώνων, να εμπίπτουν κατά την άποψη των δασικών υπηρεσιών μέσα στο δάσος και να μην μπορούν επομένως να διατεθούν. Όμως, ενώ οι δασώσεις και αναδασώσεις έγιναν σε τρεις φάσεις από το 1927 μέχρι και το 1990, χωρίς από τις αντίστοιχες πράξεις να προκύπτουν τα όρια του δάσους, για τον απλούστατο λόγο ότι τα διαγράμματα που τις συνοδεύουν είναι ελάχιστα διαφωτιστικά, σήμερα έχει επιβληθεί μια ορισμένη πολύ αυστηρή για τα όρια άποψη.
  • 22 δημόσια κτήματα εντός της πόλεως και κάτω από το παλιό νοσοκομείο, κατοικημένα επί δεκαετίες, βρέθηκαν κατά τον καθορισμό γραμμής αιγιαλού του 1988 εντός κοινοχρήστων εκτάσεων χωρίς δυνατότητα, ούτε παραχώρησης, ούτε εξαγοράς.
  • 33 στην Παναγούδα, χαρακτηρισμένα ως εποικιστικές εκτάσεις από το Υπουργείο Γεωργίας.
  • 30 με όλες τις προϋποθέσεις του νόμου για δωρεάν παραχώρηση, που απλώς οι κάτοχοί τους δεν πρόλαβαν να υποβάλουν αίτηση εντός της στενής εξάμηνης προθεσμίας. Μια απλή νομοθετική ρύθμιση θα έλυνε το πρόβλημα.
  • 30 και άλλα 75 δημόσια κτήματα (Βύρωνας, Αγία Παρασκευή), που ανήκουν στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας, που αυτό πρέπει να κινήσει τις σχετικές διαδικασίες και δεν το κάνει από το 1972 που υποβλήθηκαν αιτήσεις εξαγοράς από τους κατόχους τους. Προτιμότερα τα χαράτσια επί 50 χρόνια.

Επιπρόσθετα υπάρχουν 450 ανταλλάξιμα κτήματα, εκ των οποίων 50 φαίνονται καταπατημένα, 100 μικρότερα των 50 τμ, 50 μη άρτια οικόπεδα, 150 εντός διανομών συνοικισμών, ενώ 50-100 είναι ανεντόπιστα.

Συνολικά οι φάκελοι των καταγεγραμμένων δημοσίων και ανταλλαξίμων κτημάτων είναι 1700.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται

Η τοπική Κτηματική Υπηρεσία, ενεργώντας σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις και τις εκάστοτε οδηγίες του Υπουργείου, αφ’ ενός επιβάλλει σε όλους αδιακρίτως τους κατόχους και εισπράττει συνεχώς αποζημιώσεις αυθαίρετης χρήσης, αφ’ ετέρου ολιγωρεί, προφανώς λόγω και της έλλειψης του απαραίτητου σε αριθμό και κατάρτιση προσωπικού, και δεν ολοκληρώνει την εξέταση των αιτήσεων εξαγοράς που όλοι σχεδόν οι καταγραμμένοι κάτοχοι έχουν υποβάλει, κατά κανόνα από το 1968, πριν 55 δηλαδή χρόνια, αποδεχόμενη ή απορρίπτοντας αυτές, ώστε να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να κινηθούν ανάλογα. Σημειωτέον ότι από το προϊόν της παραπάνω εισφοράς της Καβάλας στα δημόσια έσοδα, τίποτα δεν επιστρέφει σ’ αυτήν

Εν τω μεταξύ, πριν λίγα χρόνια προέκυψε και το έντονο ενδιαφέρον και η καταλυτική παρέμβαση του Δήμου, που έθεσε θέμα, χωρίς όμως αποτέλεσμα, διοικητικής αποβολής κατόχων, προκειμένου να αναπληρώσει ένα «έλλειμμα σε κοινόχρηστους χώρους», που δημιουργήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες από την εκ μέρους του κατά κανόνα παραβίαση ή μη εφαρμογή του σχεδίου.

Μ’ αυτά τα δεδομένα και έχοντας υπ’ όψη ότι μία φορά τουλάχιστον στο παρελθόν, το 1984, αναγνωρίσθηκε η ιδιομορφία της Καβάλας, ότι δηλαδή δεν πρόκειται για μεγαλοκαταπατητές μεγάλων δημοσίων εκτάσεων αλλά για έντονο κοινωνικό πρόβλημα πολυάριθμων οικογενειών εργαζομένων και συνταξιούχων, κι επειδή η ρύθμιση εκείνη δεν έλυσε ολοκληρωτικά το πρόβλημα, θα έπρεπε να εξετασθούν:

  • Ιδιαίτερη για την Καβάλα ρύθμιση, με στόχο την δωρεάν τακτοποίηση όλων εκείνων που από πολλές δεκαετίες κατέχουν οικοδομημένα βάσει σχεδίου πόλης και κατοικούμενα οικόπεδα.
  • Αναστολή της βεβαίωσης και είσπραξης των αποζημιώσεων αυθαίρετης χρήσης, εφ’ όσον έχουν υποβληθεί αιτήσεις εξαγοράς και δεν έχει υπάρξει ακόμη εξέταση κι απόρριψη.

Τον Απρίλιο του 2005, με τη μεσολάβηση και παρουσία του Βουλευτή κ. Γιώργου Καλαντζή, υπήρξε ανταπόκριση του τότε Υφυπουργού Οικονομικών κ. Πέτρου Δούκα -αλλά και του αρμόδιου Διευθυντή του Υπουργείου- και εκφράστηκε η πολιτική βούληση επίλυσής τους, με :

α) την προσωρινή αναστολή βεβαίωσης και είσπραξης των αποζημιώσεων χρήσης και β) την οριστική επίλυση του ιδιοκτησιακού με άμεση νομοθετική ρύθμιση.

Η ενέργεια αυτή προκάλεσε θετικά σχόλια και άριστες εντυπώσεις, όπως και τα σχετικά ομόφωνα ψηφίσματα του Δημοτικού Συμβουλίου και του Νομαρχιακού Συμβουλίου εν μέσω κινητοποιήσεων των κατόχων.

Και ενώ όντως για ένα διάστημα δεν εστάλησαν νέα σημειώματα, δεν έγιναν στο μεταξύ οι αναγκαίες τυπικές ενέργειες, που θα έδιναν την απαραίτητη κάλυψη στις τοπικές υπηρεσίες για να αναστείλουν την επιβολή ή βεβαίωση χρεών. Έτσι οι πληρωμές ξανάρχισαν και προστέθηκε αργότερα και ο ΕΝΦΙΑ, τον οποίο επίσης πληρώνουν και οι κάτοχοι, παρ’ ό,τι δεν είναι κύριοι των οικοπέδων αλλά ταυτόχρονα τα «νοικιάζουν» από το δημόσιο. Τουλάχιστον αυτό δεν θα ‘πρεπε να προβλεφθεί;

Κάποια στιγμή έδειξαν ενδιαφέρον και οι κυβερνητικοί βουλευτές Ν. Παναγιωτόπουλος και Μ. Λαζαρίδης, χωρίς όμως να δώσουν συνέχεια.

Απαιτούνται πολιτικές και δημοτικές πρωτοβουλίες

ΠΕΡΑΝ όμως της ειδικής ως άνω νομοθετικής ρύθμισης και της αναστολής πληρωμής της αποζημίωσης χρήσης και του ΕΝΦΙΑ, θέματα εξόχως πολιτικά, για να αντιμετωπισθούν οι δύο ειδικές κατηγορίες δασικών εκτάσεων και αιγιαλού, που δεν επιλύονται με νομοθετική ρύθμιση, πρέπει ο Δήμος να εντείνει τις ενέργειές του:

  • Στον ορθό δασικό χαρακτηρισμό τμημάτων της πόλης που εμπίπτουν στο περιαστικό δάσος (Άγιος Τρύφωνας, περιοχή άνωθεν Στερνών Βιξ και δυτικά της Ακρόπολης πάνω από Ι. Αστεριάδη, περιοχή του άλλοτε Πολυδύναμου σε Ιοκάστης-Αργυροκάστρου, και ενδεχομένως σε περιοχές της Κηπούπολης-Αγ. Λουκά-Καλαμίτσα και υψώματος Βασιλάκι)
  • Στον επανακαθορισμό του Αιγιαλού-Παραλίας από το παλιό νοσοκομείο ως τα Σφαγεία.

Η τελευταία απόφαση της Περιφέρειας ΑΜΘ για το Τοπικό Πολεοδομικό Σχέδιο του Δήμου Καβάλας γεννάει νέα ελπίδες και γι’ αυτό το θέμα.

Λύσεις υπάρχουν, αν υπάρξει ευαισθητοποίηση ή και συστράτευση του πολιτικού προσωπικού της πόλης και του νομού, κατανόηση του προβλήματος ως θέματος λαϊκής στέγης, και προπαντός, κινητοποίηση των ενδιαφερομένων, που για μια ακόμη φορά καλούνται να υποκύψουν σε έναν επώδυνο συμβιβασμό, μοιρολατρικά και χωρίς καμιά προσδοκία δικαίωσης.

Είναι φανερό ότι τουλάχιστον στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, δοξάζονται η έλλειψη συντονισμού υπηρεσιών του Κράτους και η εισπρακτική λογική αντί της κοινωνικής διάστασης και του ορθολογισμού.

Ο Δήμος Καβάλας, ως εκπρόσωπος και αυτών των 950 οικογενειών, μπορεί και πρέπει να αναλάβει πολλαπλές πρωτοβουλίες, σε πολιτικό, νομικό και τεχνικό επίπεδο, απέναντι στην κεντρική διοίκηση και να πρωτοστατήσει σε μια συστράτευση όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Δεν είναι μόνο κοινωνικό το θέμα, είναι πρωτίστως και οικονομικό και αναπτυξιακό, δεδομένου ότι οι πολυπόθητοι τίτλοι ιδιοκτησίας θα φέρουν στεγαστικά έργα, υποδομές και κατασκευές, για να μιλήσω στη γλώσσα της αγοράς που συγκινεί περισσότερο σήμερα.

Δέσμευση του Δημάρχου υπάρχει, αξιόλογοι συνεργάτες και επιχειρήματα, επίσης. Το γεγονός ότι αφορά μικροϊδιοκτησίες που στιγματίζονται ως καταπατητές, ενώ δεν είναι, χαρατσώνονται διπλά (αποζημίωση χρήσης και ΕΝΦΙΑ) επί δεκαετίες και είναι θύματα του λερναίου κράτους, το καθιστά άμεση προτεραιότητα.