Σίτσα Γεωργιάδου: Η ζωή είναι μικρή για να τη σκοτώνουμε με προβλήματα που έχουν λύση

Καβαλιώτες μοιράζονται με τους αναγνώστες του KAVALA POST σκέψεις, συναισθήματα και στιγμές από την καθημερινότητά τους «μένοντας στο σπίτι»

Μένουμε σπίτι… Μένουμε έγκλειστοι στον χώρο που εμείς δημιουργήσαμε ως καταφύγιο από τους γρήγορους ρυθμούς της καθημερινότητάς μας· στη βάση μας όπου επιστρέφουμε και νιώθουμε ηρεμία, γαλήνη και ασφάλεια. Στο κάστρο μας. Στον δικό μας προσωπικό χώρο που αντανακλά κομμάτια της ζωής και της προσωπικότητάς μας. Στο ησυχαστήριό μας. Στο σπίτι μας.

Και αν μέχρι πριν λίγες μέρες οι λέξεις «χουχούλιασμα» και «cocooning» είχαν τη μορφή χαλαρώματος, «αράγματος» και μικρών ευτυχισμένων στιγμών, σήμερα είναι μέρος του εγκλεισμού τον οποίο φροντίσαμε έτσι να κοσμήσουμε.

Μένουμε σπίτι και μένουν και όλα τα δικά μας αγαπημένα πρόσωπα.

Μένει η κόρη μου που προσπαθεί να συμβιβαστεί με τη νέα πραγματικότητα αναπολώντας καθημερινά το δικό της φοιτητικό σπίτι, τους φίλους της, το Πανεπιστήμιο, τη ζωή που είχε φτιάξει μετά την αποχώρηση από την οικογένειά της. Μένει ο καλός μου ο οποίος περιφέρεται σκεπτόμενος ότι ίσως θα έπρεπε τελικά να καλλιεργήσει εκείνο το κτήμα με τις ελιές (δείγμα ότι ο εσωτερικός του κόσμος αλλάζει). Μένει ο πατέρας μου στον οποίο προσπαθώ να μάθω πώς συντάσσουμε μηνύματα, γράφοντας Β2 ή Β6 και πως δεν χρεωνόμαστε στέλνοντας στο 13033 για να μην ανησυχεί. Μένουν οι αδερφές μου που ανακαλύψανε την τεχνολογία τηλεδιάσκεψης, περιμένοντας τη λήξη για να ξαναπλώσουμε μπερδεμένα τα πόδια μας στον καναπέ αμπελοφιλοσοφώντας με μια κούπα καφέ ανά χείρας. Μένουν οι φίλοι μου που πια γελάμε μόνο με ό,τι διακωμωδεί την καραντίνα.

Μένω σπίτι και αντιδρώ στις μέρες της μαρμότας που ήρθαν στη ζωή μου. Και σκέφτομαι ότι πολλές φορές το «θέλω να μείνω σπίτι» ήταν επιθυμία και όνειρο το οποίο δεν κατάφερνα λόγω υποχρεώσεων να εκπληρώσω. Τώρα το πραγματοποιώ. Όχι όμως ως επιθυμία αλλά ως ανάγκη, ως διαταγή και απαίτηση. Και ναι, ξέρω ότι κάνω το σωστό. Και ναι, γνωρίζω ότι προστατεύω εμένα και τους γύρω μου. Και ναι, το σέβομαι και οφείλω να το τηρήσω. Θα το κάνω. Αλλά αρνούμαι να ανακαλύψω νέα πράγματα για να απασχολώ τον χρόνο μου. Δεν ασχολήθηκα με τη γυμναστική στο σπίτι, δεν θα το κάνω ούτε τώρα, δεν ήμουν ποτέ Βέφα Αλεξιάδου και αποκλείεται να γίνω στα 50 μου, δεν ξεσκαρτάρισα τις ντουλάπες μου γιατί αν το κάνω θα πετάξω και αυτά που θα μετανιώσω μετά, δεν ανακάλυψα τα ευεργετήματα του διαβάσματος καθώς ήταν αγαπημένη μου συνήθεια, δεν επανεκτίμησα τις προσωπικές μου σχέσεις. Δεν θα κάνω την εσωτερική μου αναζήτηση στο πρόσχημα ενός εγκλεισμού, αρνούμαι να συμβιβαστώ και τέλος αρνούμαι ό,τι μου επιβάλλεται.

Η σκέψη θέλει να είναι ταξιδιάρικη και ελεύθερη. Να την πηγαίνεις όπου θέλεις και όποτε θέλεις εσύ. Και η ελευθερία μας είναι το δικαίωμα που οι ίδιοι δώσαμε στον εαυτό μας. Και εμείς οι ίδιοι το κερδίσαμε ως δικαίωμα με την προσωπική μας αναζήτηση όλα αυτά τα χρόνια στην πορεία της ζωή μας. Και αν τώρα ο εγκλεισμός μού καλουπώσει τη σκέψη και την κλείσει στα τετραγωνικά του σπιτιού, δεν θα έχει απομείνει τίποτα από τα δικά μου προσωπικά κομμάτια.

Δεν σκέπτομαι, δεν αναλύω, δεν βουτάω στις εσωτερικές μου αναζητήσεις. Αποδέχομαι την κατάσταση και υπομένω στωικά το τέλος της. Και όταν θα βγούμε απ’ όλο αυτό, νωρίς ή αργά, δεν θα έχουμε γίνει πιο σοφοί απέναντι στον εαυτό μας, αλλά θα έχουμε εκτιμήσει την ελευθερία της σκέψης μας, θα έχουμε κερδίσει το στοίχημα που βάλαμε ότι η ζωή μας είναι μικρή για να τη σκοτώνουμε με προβλήματα που έχουν λύση και εμείς τα διανθίζουμε, ότι όλα μας τα λάθη έγιναν γιατί έπρεπε να γίνουν και ότι σοφά μέχρι τώρα ζήσαμε.

Δεν θέλω να κρατήσω τίποτα από τον εγκλεισμό. Δεν θέλω να είναι οι σκέψεις μου προϊόν θελημένης απομόνωσης. Θέλω να είναι ταξιδιάρικες όπως ήταν όλα αυτά τα χρόνια και αλήτικες που δεν μπορούσα να τις μαζέψω. Και αυτό το δικαίωμα το κέρδισα, το πάλεψα. Και δεν θα αφήσω κανέναν ιό να μου το πάρει.


Η Σίτσα Γεωργιάδου είναι αρθρογράφος στο Pillowfights