Δημήτρης Κεραμεύς-Ντουμπουρίδης: Rien ne va plus

Καβαλιώτες μοιράζονται με τους αναγνώστες του KAVALA POST σκέψεις, συναισθήματα και στιγμές από την καθημερινότητά τους «μένοντας στο σπίτι»

Εννιά παρά κάτι. Οι περσίδες, πάλι ανοιχτές και το περίεργο μπλε του «νέον» καραδοκεί έξω απ’ το σπίτι. Το παλιό τζουκ μποξ –στη Γλυκιά συμμορία– του Νικολαΐδη – φωτεινό, σιωπηλό. Βάζω το The Bug Powder από το Naked Lunch στο cd player. Καλύτερα. Ένας χαμηλός φωτισμός, ωχροκίτρινος, δεσπόζει στο χώρο.

Το παλιό «νέον», που έστελνε γαλαζωπές ακτίνες ελπίδας μέσα απ’ τις περσίδες, που έμεναν σκόπιμα ανοικτές για να μπορώ να γεύομαι τη νύχτα, ήταν ακόμα εκεί.

Άλλαξα τον δίσκο. Η βραχνή φωνή της Anita O’ Day γέμισε το σπίτι. Δεν ήταν ώρα για οράματα. My Heart Belongs to Daddy, είπε κι εγώ συνέχισα να κοιτώ το παράθυρο. Δεν ήταν κανείς εκεί.

Πότε άρχισαν όλα αυτά;

Τώρα κάτι βιολιά είχαν γεμίσει το χώρο, ενώ το μπλε αναβόσβηνε αργά, αλλά σταθερά. Δεν είπα τίποτα μόνο κοίταξα στον καθρέφτη. Άλλαξα το δίσκο. Η  γλυκιά μελωδία του Harlem Nocturne απ’ τον Ted Heath, ξεπετάχτηκε.

Τι ψάχνεις; μου είπε κι εγώ βάλθηκα να κοιτώ τη σκόνη που είχε σωρευτεί στο μυαλό.

Πάω βόλτα, κάνω πράγματα στην άλλη μου ζωή, στη μυστική μου ζωή.

Μα δεν έχεις άλλη ζωή μου έλεγε, αυτή είναι η άλλη σου ζωή, η μυστική σου ζωή.

Είναι η στιγμή στο παιχνίδι που δεν μπορείς πια να επηρεάσεις το μέλλον, είτε θετικά είτε αρνητικά. Τότε είναι που ακούγεται από τον κρουπιέρη το περίφημο Rien ne va plus. Ή χάνεις ή κερδίζεις ό,τι έχεις μιζάρει. Συνήθως χάνεις.

Καμιά φορά όμως κερδίζεις…

Πρωί. Ή μεσημέρι. Μου είναι αδύνατο να προσδιορίσω την ώρα. Έξω έχει ακόμα εκείνο το κακό φως, συνεχίζει να βρέχει, ενώ μέσα η Γεωργία Συλλαίου τραγουδάει Το άλλο μπλουζ. Ο καφές βράζει κι οι περσίδες αφήνουν όλη την ομορφιά να παρεισφρήσει. Η παλιά βαλίτσα είναι έτοιμη. Μια καφέ, ξεφτισμένη, ξεκοιλιασμένη μικρή βαλίτσα.

Αλλάζω τον δίσκο και βάζω τους παλιούς Φατμέ. Μόνος. Οδηγάω μόνος. Πάει και το ευχέλαιο, σκέφτομαι, ενώ βάζω ακόμα λίγο καφέ στο φλιτζάνι. Απρίλης 2020. Μια παλιά φωτογραφία, λίγο κιτρινισμένη, είναι πάνω στο τραπέζι. Κάτι αχνές φιγούρες φαίνονται. Το στερεοφωνικό φτύνει τη στριγκή φωνή της Janis Joplin.

Πότε είπες ότι ήταν; Την τελευταία μέρα, ποιας;

Την τελευταία μέρα της βροχής. Από αύριο, το πολύ μεθαύριο, ο ήλιος θα προβάλλει πάλι λαμπερός, δυνατός, ζωοδότης. Μέχρι τότε, διαβάζω, ακούω μουσική, βλέπω αγαπημένες ταινίες, κουβεντιάζω ώρες ολόκληρες με την αγαπημένη μου, με τον γιο μας, με τη γάτα που μέσα στη λαίλαπα γέννησε προχθές, γυρνάω στο σπίτι κι αφουγκράζομαι τους ήχους, τους χτύπους, τη ζωή.

Είναι όμορφα. Όλες τις ώρες. Ο ουρανός, αν και βροχερός, στέλνει μηνύματα ελπίδας.

Μένω σπίτι. Μου αρέσει. Κάνω όλα εκείνα τα πράγματα που περίμεναν για να γίνουν. Εκείνος ο ξεχασμένος Οδυσσέας του James Joyce, εκείνος ο Σεφέρης που κατακιτρίνισε από τη χρήση, εκείνος o William Blake σε καινούρια μετάφραση, εκείνος ο Eco ξανά και ξανά, εκείνα τα cd που είχαν πιάσει σκόνη, εκείνη η φαντασία που περίμενε να γίνει πράξη.

Μένω σπίτι και το βλέμμα μου χάνεται στο πράσινο. Στον μανιασμένο αέρα. Στη θάλασσα την αγριεμένη με τα «προβατάκια». Στη γλυκιά απεραντοσύνη. Το ραδιόφωνο παίζει πάντα. Η τηλεόραση πάλι, όχι. Το άλλο μπλουζ, η άλλη jazz, στροβιλίζονται στον χώρο. Και μαζί τους τα όνειρα, οι ελπίδες, το αύριο.

Θα είναι φωτεινό.

Είμαι σίγουρος!


Ο Δημήτρης Κεραμεύς-Ντουμπουρίδης είναι συγγραφέας και σκηνοθέτης