Γιώργος Τσακίρης: Γιατί η εγκατάλειψη και η αδράνεια, οδηγούν στη λήθη…

Άρθρο-άποψη για την «προστασία των πολιτιστικών μνημείων του τόπου»

Για τη διατήρηση των «ζωντανών» μαρτύρων, αλλά και σημείων αναφοράς της Καβάλας, ήτοι τα πολιστικά της μνημεία γράφει ο Γιώργος Τσακίρης, αναφέροντας συγκεκριμένα παραδείγματα, με την παραδοχή ότι «η εγκατάλειψη και η αδράνεια, οδηγούν στη λήθη».


 

Του Γιώργου Τσακίρη

 


Περί της προστασίας των πολιτιστικών μνημείων του τόπου.

«Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του, το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα, στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας».
Σύνταγμα της Ελλάδας, Άρθρο 24 παρ.1

Στην αρχή αυτού του κειμένου θα πρέπει να γίνουν κάποιες παραδοχές. Η πρώτη από αυτές έχει να κάνει με τη ρητή αναφορά του Συντάγματος στην ενεργή και διαρκή υποχρέωση του Κράτους, όσον αφορά στην προστασία (και) του πολιτιστικού περιβάλλοντος της χώρας. Ένα περιβάλλον το οποίο έχει δικαίωμα να απολαμβάνει ο κάθε πολίτης. Η δεύτερη παραδοχή αφορά στα επίσης συνταγματικά κατοχυρωμένα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα τα οποία απολαμβάνουν οι πολίτες ενός δημοκρατικού κράτους. Η τελευταία δε από τις παραδοχές μας, έχει να κάνει με την ίδια την έννοια του Κράτους, συστατικό στοιχείο του οποίου αποτελεί ο λαός επί του οποίου αυτό «άρχει» καθώς, αν και μπορεί να υπάρχει λαός χωρίς Κράτος, δεν μπορεί να υπάρξει Κράτος χωρίς λαό.

Επί του προκειμένου, στο ανθρωπογενές πολιτιστικό περιβάλλον που το Κράτος καλείται ενεργά να προστατεύσει, ως αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής του κληρονομιάς, ανήκει το «σύνολο των δημιουργημάτων του ανθρώπου στο χώρο» δηλαδή οι αρχαιότητες, τα μνημεία, τα διατηρητέα κτήρια κλπ. Όπως καταλαβαίνει κανείς, η παρουσία κτιρίων όπως αυτά του παλιού Πρωτοδικείου και της παλιάς Μεραρχίας στην Καβάλα, χτισμένα στα τέλη του 19ου αι. και άμεσα συνδεδεμένα με τη νεότερη ιστορία της, αποτελούν όχι απλά «ζωντανούς» της μάρτυρες, αλλά και σημεία αναφοράς της.

Στην έννοια όμως της προστασίας τους, ως σημαντικό μέρος (ας επαναληφθεί) της πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης μας υπεισέρχεται, εκτός από την υποχρέωση προστασίας τους από το Κράτος, και το δικαίωμα όλων μας όχι μόνο στην «απόλαυσή» τους, αλλά και στην εκπλήρωση της συνταγματικής επιταγής για τη διαρκή και ανεμπόδιστη παρουσία και «χρήση» τους από τους πολίτες. Και σε αυτήν ακριβώς την έννοια της προστασίας τους, «συναντώνται» τόσο το ατομικό, όσο και το κοινωνικό αλλά και το πολιτικό μας δικαίωμα για την απαίτηση ανάληψης από το Κράτος του συνόλου των ενεργειών που θα προστατεύσουν και θα διασφαλίσουν τη διαχρονική παρουσία τους.

Ως ατομικό δικαίωμα διότι η παρουσία τους αποτελεί συστατικό στοιχείο της ατομικής ταυτότητας-προσωπικότητας όλων μας, όπως αυτή διαμορφώνεται διαχρονικά μέσω της «επαφής» μας με την ιστορία της πόλης. Μία προσωπικότητα η ελεύθερη και ανεμπόδιστη ανάπτυξη της οποίας επίσης προστατεύεται με βάση το Άρθρο 5 (παρ.1) του Συντάγματος.

Ως κοινωνικό δικαίωμα διότι όλες και όλοι μας αποτελούμε μέλη ενός κοινωνικού συνόλου με κοινές αναφορές στην κοινωνικό-πολιτική ιστορία του τόπου, αναπόσπαστο τμήμα της οποίας αποτελούν τα εν λόγω κτίρια. Η άσκηση αυτού του δικαιώματος, το οποίο τελεί υπό την εγγύηση του Κράτους σύμφωνα με το Άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος, εκφράζεται (και) μέσω της απαίτησης για την ενεργή προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος.

Ως πολιτικό τέλος δικαίωμα διότι η ενεργή συμμετοχή μας στα πολιτικά δρώμενα του τόπου (και της χώρας), αποτελεί έκφραση της προεξάρχουσας συνταγματικής αρχής της λαϊκής κυριαρχίας (Άρ.1 παρ.2) που διασφαλίζει τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος. Μία συμμετοχή η οποία δεν εξαντλείται με την περιοδική άσκηση του εκλογικού μας δικαιώματος, αλλά εκφράζεται (και) μέσω της ενεργούς επαγρύπνησής μας για την προστασία των δικαιωμάτων όλων μας.

Όπως γίνεται αντιληπτό από όσα παραπάνω εντελώς συνοπτικά αναφέρθηκαν, η προστασία των πολιτιστικών μνημείων της πόλης, όπως το παλιό Πρωτοδικείο και η παλιά Μεραρχία, εκτός από υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός, για να γίνει πράξη πρέπει να αποτελέσει και αντικείμενο μιας διαρκούς πίεσης προς αυτό ώστε να αναλάβει τις ευθύνες του.

Γιατί η εγκατάλειψη και η αδράνεια, οδηγούν στη λήθη.