Ναταλία-Άννα Βασιλέκα: Η αισθητική και η τέχνη δεν έχουν συγκεκριμένο τόπο διαμονής…

Η ιδρύτρια του πρώτου ιδιωτικού θεάτρου της Καβάλας μιλά για την επιμονή της ομάδας της Kouinta να δρα τοπικά, αλλά με το «βλέμμα» προς τα... έξω!

Τη Μεγάλη Δευτέρα 10 Απριλίου 2023 ολοκληρώθηκε ο πρώτος κύκλος παραστάσεων του έργου Βάνια, Σόνια, Μάσα και Σπάικ του Κρίστοφερ Ντουράνγκ στη «μικρή-μεγάλη σκηνή» του Kouinta Pocket Theatre. 28 παραστάσεις, 28… Sold Out για τη Ναταλία-Άννα Βασιλέκα και τους συνεργάτες της, με τη συνέχεια να αναμένεται με ενδιαφέρον.

Το έργο, σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Παπαδόπουλου, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, σε μετάφραση του ιδίου, ενώ ήταν παράλληλα και η «πρεμιέρα» του πρώτου ιδιωτικού θεάτρου της Καβάλας, ενός εγχειρήματος που «αγκαλιάστηκε» με θέρμη από το κοινό της πόλης και των γύρω περιοχών που έσπευσαν να «γεμίσουν» την πλατεία σε κάθε ανέβασμα!

Με την ολοκλήρωση των παραστάσεων στην Καβάλα, το έργο Βάνια, Σόνια, Μάσα και Σπάικ ετοιμάζεται να «κατέβει» στην πρωτεύουσα. Εκεί, θα… ανέβει για τρεις παραστάσεις, στις 5, 6 και 7 Μαΐου 2023 στο θέατρο Αργώ της Αιμιλίας Υψηλάντη.

Το KAVALA POST μίλησε με την ιδρύτρια του Kouinta Pocket Theatre Ναταλία-Άννα Βασιλέκα…

Photo: Yiannis Tekeridis

Οι παραγωγές μας γεννιούνται εδώ, ετοιμάζονται εδώ, παρουσιάζονται πρώτα εδώ και μετά ξεκινάνε ένα ταξίδι…

Ναταλία, το Kouinta Pocket Theatre μόλις «έκλεισε» τον πρώτο του κύκλο. 28 παραστάσεις, 28 Sold Out για το Βάνια, Σόνια, Μάσα και Σπάικ! Λογικά, δεν μπορεί παρά να είσαι ευχαριστημένη από την ανταπόκριση του κόσμου τουλάχιστον…
Όλο αυτό μου φαίνεται πραγματικά απίστευτο! Τα τελευταία έξι χρόνια περίπου έψαχνα έναν χώρο για να δημιουργηθεί μία νέα θεατρική σκηνή. Και επιτέλους ήρθε αυτή η στιγμή και η σκηνή αυτή είναι πλέον γεγονός και έγινε και η πρεμιέρα μας. Η ανταπόκριση του κόσμου της Καβάλας σε όλο αυτό το εγχείρημα είναι πραγματικά συγκινητική. Το θέμα δεν είναι μόνο ότι όλες οι παραστάσεις ήταν Sold Out αλλά και το γεγονός ότι ο κόσμος ήρθε με ωραία διάθεση στον χώρο αυτό και έφευγε επίσης ευχαριστημένος. Το πιο όμορφο της υπόθεσης είναι ότι κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, κοινό και ηθοποιοί γίναμε… ένα!

Γιατί επέλεξες να σηκώσετε αυλαία με μια κωμωδία; Και γιατί ειδικά με αυτό το έργο του Ντουράγκ;
Το έργο αυτό ήταν μια πρόταση του σκηνοθέτη μας, του Λεωνίδα Παπαδόπουλου. Η αλήθεια είναι ότι θέλαμε να συνεργαστούμε και για δεύτερη χρονιά και μας πρότεινε αυτό το συγκεκριμένο έργο του Κρίστοφερ Ντουρανγκ. Από την αρχή μας φάνηκε πάρα πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι «μπλέκεται» το αμερικανικό θέατρο, η αμερικανική γραφή με τον Τσέχωφ, την αρχαία τραγωδία αλλά και τον Καβάφη. Και όλο αυτό με μία πολύ σύγχρονη μάτια αλλά και νοσταλγική παράλληλα.

Ναταλία-Άννα Βασιλέκα, Παύλος Σταυρόπουλος, Έλενα Μόμτσου [ Photo: Yiannis Tekeridis ]

Κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, κοινό και ηθοποιοί γίναμε… ένα!

Βέβαια, παρόλο που οι ατάκες του έργου προκαλούν άφθονο γέλιο στην πλατεία, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν πρόκειται για μια «απλή» κωμωδία, αφού στους ήρωες ενυπάρχει έντονο και το δραματικό στοιχείο…
Νομίζω ότι το βασικό στοιχείο του έργου είναι η άρτια μίξη του δραματικού και του κωμικού στοιχείου. Δεν πρόκειται για μια κωμωδία –ας μου επιτραπεί η έκφραση– επιφανειακή. Ο θεατής γελάει και παράλληλα προβληματίζεται. Μπαίνει σε μία έντονη διαδικασία σκέψης που έχει να κάνει με το θέμα της μοναξιάς, των απωθημένων, της καταπίεσης των επιθυμιών αλλά και φυσικά με τις ανθρώπινες σχέσεις γενικότερά. Έτσι λοιπόν βλέπουμε πάνω στη σκηνή χαρακτήρες με έντονα κωμικά στοιχεία αλλά παράλληλα βαθιά τραγικούς.

Αλήθεια, πώς επιλέγεις ένα έργο που θέλεις να ανεβάσεις στη σκηνή; Τι είναι αυτό που σε κεντρίζει διαβάζοντάς το;
Όταν διαβάζεις ένα κείμενο και αμέσως η φαντασία σου ξεκινάει και οργιάζει, είναι ένα σημάδι που σου δείχνει ότι αυτό το έργο «μιλάει» μέσα σου και ίσως πρέπει να βρει τον δρόμο του πάνω στη σκηνή.

Photo: Yiannis Tekeridis

Μπορούμε να δρούμε τοπικά αλλά να έχουμε το βλέμμα μας στραμμένο στα παγκόσμια γεγονότα…

Μέχρι στιγμής, ως Kouinta Theatre Productions, με εξαίρεση τον Κρητικό του Διονυσίου Σολωμού, έχετε επιλέξει να παρουσιάσετε έργα ξένων θεατρικών συγγραφέων. Η σύγχρονη ή παλιότερη ελληνική δραματουργία δεν υπάρχει στα πλάνα σας;
Αγαπώ πολύ το νέο ελληνικό θέατρο. Υπάρχουν εξαιρετικά κείμενα Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων και θεωρώ ότι πρέπει αυτά τα έργα να ζωντανεύουν επάνω στη σκηνή και αυτό θα το δείτε και πολύ σύντομα πιστεύω.

Ας μιλήσουμε λίγο για τον χώρο, το «θέατρο τσέπης»… Πώς πήρες την απόφαση να δημιουργήσεις ένα «κανονικό» θέατρο σε έναν χώρο μόλις… 45τμ;
Δεν ξέρω πώς ακριβώς να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Νομίζω ότι ήταν όλη αυτή η περιοχή, ο συγκεκριμένος δρόμος, οι άνθρωποι στη γειτονιά. Με το που μπήκα στον συγκεκριμένο χώρο, ενεργειακά ένιωσα κάτι ιδιαίτερο! Έπειτα, έχω επισκεφτεί μικρούς χώρους θεατρικούς και νομίζω ότι αυτό με επηρέασε αρκετά! Εννοείται βέβαια ότι σε αυτό καταλυτικό χαρακτήρα είχε η αρχιτέκτονας του έργου Σοφία Κιρτάζογλου αλλά είναι πολύ σημαντικό ότι η υπήρχε κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού και της κατασκευής τεχνογνωσία και επίβλεψη από άνθρωπο ο οποίος και έχει εξειδίκευση στα τεχνικά θεατρικά ζητήματα.

Ποια είναι τα όνειρά σου για τον χώρο αυτό; Τι θα ήθελες να δεις να γίνεται εκεί μέσα; Τι έχεις στα σχέδιά σου, πέρα από τις δικές σας επόμενες παραγωγές που ήδη ετοιμάζονται;
Δεν κάνω πολλά όνειρα και κυρίως δεν κάνω όνειρα μακροπρόθεσμα. Ζω πάρα πολύ έντονα αυτήν την παραγωγή που έχουμε ετοιμάσει. εννοείται ότι έχω έργα στο μυαλό μου για το μέλλον αλλά αυτό που προσπαθώ να κάνω, είναι το παρόν και αυτό το οποίο ζω  τ ώ ρ α  να με εμπνέει για το επόμενο βήμα. Αυτό που με χαροποιεί πάντως και μου δίνει δύναμη είναι όταν γεννιούνται όμορφα πράγματα μέσα σ’ αυτό τον χώρο και όμορφες στιγμές. Τα σχέδια είναι πολλά. Προς το παρόν σκέφτομαι την επόμενη σεζόν με δικές μας παραγωγές, μετακλήσεις, μουσικές βραδιές, αλλά και κινηματογραφικές.

Όπως και με το Μια μέρα όταν ήμασταν νέοι, το οποίο μετά την Καβάλα παρουσιάστηκε στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης στην Αθήνα, έτσι και τώρα το Βάνια, Σόνια, Μάσα και Σπάικ θα ανέβει στην πρωτεύουσα, στο θέατρο Αργώ της Αιμιλίας Υψηλάντη, στις αρχές Μαΐου. Είναι αυτό ένα «μοτίβο» που θα το ακολουθείτε πάντα; Δηλαδή, να κάνετε τις πρεμιέρες εδώ, στη βάση σας και μετά οι παραστάσεις σας να «ταξιδεύουν» σε άλλες πόλεις;
Θα μπορούσα να πω ότι όντως είναι ένα μοτίβο αυτό το οποίο ακολουθούμε. Σίγουρα οι παραγωγές μας γεννιούνται εδώ, ετοιμάζονται εδώ, παρουσιάζονται πρώτα εδώ και μετά ξεκινάνε ένα ταξίδι. Στόχος μας είναι το ταξίδι αυτό να είναι όσο μεγαλύτερο μπορούμε. Και όσο φυσικά αυτό μπορεί να συμβεί βάση με τις εκάστοτε συνθήκες. Εννοείται ότι ξεκινάμε με Αθήνα και Θεσσαλονίκη αλλά θέλουμε και είναι μεγάλη μας χαρά να μπορούμε να ταξιδεύουμε σε πολλές πόλεις της Ελλάδας.

Photo: Yiannis Tekeridis

Μέχρι τώρα δεν υπήρχε ούτε μία στιγμή που να με έκανε να αμφισβητήσω την επιλογή μου να φτιάξω αυτόν τον θεατρικό χώρο. Κάθε στιγμή πραγματικά άξιζε!

Αλήθεια, από τη μέχρι τώρα εμπειρία σου, υπάρχει προκατάληψη στο κοινό σχετικά με τις «αθηναϊκές» και τις «επαρχιώτικες» παραγωγές; Και η ερώτηση αφορά τόσο στο κοινό της Καβάλας για τις πρώτες όσο και της Αθήνας για τις δεύτερες…
Νομίζω ότι υπήρχανε παλιά κάποια τέτοια στερεότυπα· δεν ξέρω αν ισχύουν ακόμα. Και να πω ότι αυτά τα στερεότυπα δημιουργούνται από τον ίδιο μας τον κλάδο και όχι από τον κόσμο που έρχεται και παρακολουθεί θέατρο. Επειδή όμως αυτό το οποίο μετράει είναι οι πράξεις και όχι τα λόγια, θα απαντήσω λέγοντας ότι η προσέλευση του κόσμου στον θεατρικό μας χώρο αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Επίσης, επειδή το έχω ξαναπεί και πραγματικά το πιστεύω, η αισθητική και η τέχνη δεν έχουν συγκεκριμένο τόπο διαμονής όπως επίσης και το ότι μπορούμε να δρούμε τοπικά αλλά να έχουμε το βλέμμα μας στραμμένο στα παγκόσμια γεγονότα. Το θέατρο και γενικότερα οποιαδήποτε μορφή τέχνης θέλει ανθρώπους με ανοιχτά μυαλά και ανοιχτές ενέργειες. Αυτό το χαρακτηριστικό μπορεί να το έχει κάποιος είτε ζει στην Καβάλα και στην Ξάνθη είτε ζει στη Δράμα, στην Καστοριά και παράλληλα, μπορεί ένας άνθρωπος να είναι πάρα πολύ «κλειστός» ζώντας στην Αθήνα, στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στη Δράμα, στην Καβάλα, στις Σέρρες και οπουδήποτε αλλού. Για αυτούς ακριβώς τους λόγους πλέον αυτά τα στερεότυπα δεν με επηρεάζουν.

Κλείνοντας, να επιστρέψουμε στο Kouinta Pocket Theatre. Ποια ήταν η στιγμή –αν υπήρξε κάποια– σε αυτό τον πρώτο κύκλο της λειτουργίας του που σε έκανε να πεις μέσα σου «ναι, άξιζε τον κόπο όλο αυτό»;
Θα πω ότι μέχρι τώρα δεν υπήρχε ούτε μία στιγμή που να με έκανε να αμφισβητήσω την επιλογή μου να φτιάξω αυτόν τον θεατρικό χώρο. Κάθε στιγμή πραγματικά άξιζε!