6 Δεκεμβρίου 1949: Τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Μεχμέτ Αλή

Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Ζήση Α. Βαπορίδη «Ιστορίες μιας πόλης» που κυκλοφορεί στις 11 Δεκεμβρίου 2020


 

Του Ζήση Α. Βαπορίδη

 


Την προηγούμενη μέρα των δέκατων έβδομων γενεθλίων μου, μια ηλιόλουστη Τρίτη, η πόλη γιόρταζε τον θαλασσινό της άγιο. Ο αείμνηστος γυμνασιάρχης Σπυρίδων Μαυρομάτης μας μάζεψε στο προαύλιο του γυμνασίου και με μισή καρδιά, μέσα σ’ εκείνο το μεταπολεμικό κλίμα που διατηρούσε ακόμα κατάλοιπα του Μεγαλοϊδεατισμού, μας μίλησε για τη σεμνή εορτή που έπρεπε να παρακολουθήσουμε απαξάπαντες.

Τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Μεχμέτ Αλή! Του Καβαλιώτη στρατηλάτη, ιδρυτή της δυναστείας της φίλης χώρας Αιγύπτου. Εκεί, που δραστηριοποιήθηκαν και πλούτισαν οι εθνικοί ευεργέτες Αβέρωφ, Τοσίτσας, Στουρνάρης, Μπενάκης και τόσοι άλλοι. Του Μεχμέτ Αλή, πατέρα, βεβαίως, του αλήστου μνήμης Ιμπραήμ, εκείνου της Κάσου και της Πελοποννήσου…

Ξεκινήσαμε εν πομπή, παραταχθήκαμε εκατέρωθεν επί της οδού Θεοδώρου Πουλίδη και παρακολουθήσαμε εκ του μακρόθεν την τελετή στην Πλατεία Μεχμέτ Αλή, στον χώρο των ψευτομαχιών μας και του πετροπόλεμου μετά την Κατοχή.

Εκεί, κάτω από τη βαριά σκιά της «μούμιας», του καλυμμένου με καραβόπανο ανδριάντα, με την αναφορά της οποίας τρομοκρατούσαμε τους μικρούς, λέγοντας πως ο πασάς κυκλοφορούσε τις νύχτες με τη χατζάρα στα κακοφωτισμένα σοκάκια της γειτονιάς…

Μετά την αποχώρηση των επισήμων, περιεργαστήκαμε από κοντά τον ακάλυπτο πλέον ανδριάντα.

«Καλό!» αποφάνθηκαν οι δάσκαλοι. Εγώ ξετρελάθηκα.

Την επομένη, έγινε συζήτηση στην τάξη και ειπώθηκαν πολλά σχόλια του τύπου Καλά τα κατάφερε ο Τουρκαλάς… κι έφτασε τόσο ψηλά και βόλεψε κι όλο του το σόι. Πόσο να στοίχισε τάχα;

Βρήκαμε, ωστόσο, και κάτι θετικό. Επιτέλους η πόλη απέκτησε ένα κόσμημα! Το μοναδικό τότε… Εγώ το ερωτεύτηκα! Ήταν το πρώτο «ζωντανό» άγαλμα που είχα δει – ο αταξίδευτος.

Μετά από τόσα χρόνια, ο ανδριάντας παραμένει ένα από τα λίγα στολίδια της πόλης μας. Και στο κεφάλι μου έμεινε σαν ένα σύμβολο πολυσήμαντο ή μια «idè fix», που λέμε εμείς οι ημιμαθείς…[1]

Κάποιοι αστοιχείωτοι, ακόμα και σήμερα, τον 21ο αιώνα, συζητούν για τη σκοπιμότητα της ύπαρξης των λίγων αξιόλογων μνημείων που διαθέτει η πόλη μας, όπως είναι οι Καμάρες, το Φρούριο, το Ιμαρέτ, το Κονάκι του Μεχμέτ Αλή και ο Ανδριάντας του, που τον τρώει η πράσινη «λέπρα», αντί να θαμπώνει τα μάτια του κόσμου με την ακτινοβολία της Τέχνης…

Το  Ά γ α λ μ α ! Με ό,τι ακριβώς σημαίνει η λέξη  Ά γ α λ μ α. Να αγάλλεται ο περαστικός και ο καλότυχος κάτοικος των πέριξ.

Ο ανδριάντας του Μοχάμεντ Άλι στο εργαστήριο του γλύπτη Δημητριάδη στο Παρίσι

Αυτά τα δέκα χρόνια που κράτησε το ταξίδι της αναζήτησης και συγκέντρωσης του υλικού [2] άντεξα τους κραδασμούς που προκάλεσε η οικονομική κρίση, η οποία μαστίζει ακόμα τη χώρα. Χρόνια τώρα σε θαλασσινά σύννεφα τρεφόμουν με λωτούς και παυσίλυπα κι ούτε τους πόνους του κορμιού μου ένιωθα μήτε η καρδιακή ανεπάρκεια με σταμάτησε, μηδέ κάποια θλίψη για τα γεράματα με κατέβαλε.

Η μοίρα των Ελλήνων, τα βάσανα των ανθρώπων της πολύπαθης πόλης μας, ο πασάς, ο γλύπτης, μα προπάντων ο ανδριάντας –ακόμα ένας μεγάλος μου έρωτας– με στήριξαν.

Μέτρησα το ύψος (375 εκ.), το μήκος (381 εκ.) και το φάρδος του (171 εκ.) πάνω στο μαρμαρένιο βάθρο των 533 εκατοστών.

Παρά την ιστορία και το τεράστιο βάρος του, μου φαίνεται ακόμα σαν να πετά μαζί μου στον χώρο…

Ίσως επειδή, εκτός από το προφανές και το υπολογίσιμο, υπάρχει η Τέχνη και το Όραμα!


[1] Δυστυχώς, ακόμα και τώρα, δεκαπέντε χρόνια μετά την ανέγερση του ανδριάντα του Μεχμέτ Αλή πασά, η κατάσταση «Intramuros» παρέμεινε όπως είχε διαμορφωθεί το 1934, με μια αναρχία ως προς την αρχιτεκτονική, σε σχέση με τη μορφολογία του παρελθόντος. Οι κατοικίες που άρχισαν να οικοδομούνται τη δεκαετία του ’60 κατάφεραν να ικανοποιούν ή μάλλον να βολεύουν τους ιδιοκτήτες, σε βάρος κάθε αισθητικής. Η Νεάπολη άφησε κάτι σπαράγματα της δόξας της! Η Χριστούπολη ακολούθησε τη μοίρα του Βυζαντίου… Η πόλη εκσυγχρονίζεται σήμερα και προσπαθεί να βρει τον δρόμο της παρά το «έλλειμμα αστικότητας». Η ταπεινή εκκλησιά του παλιού Μαχαλά γκρεμίστηκε! Όχι μόνη της, ούτε από τα στοιχεία της φύσης! Αλλά από εμπόρους του ναού: κληρικούς και λαϊκούς! Ούτε ο πασάς ούτε ο λαός ζήτησαν ευθύνες για ό,τι έγινε πίσω από την πλάτη τους. Η νέα εκκλησία στη συνοικία της Παναγίας… δεν συνάδει με την ιστορία και την αισθητική του τόπου. Ευτυχώς διασώθηκε το καμπαναριό, που μαραζώνει πίσω από τον «κακόν» όγκο (μετά τρούλου). Το ρολόι του βρίσκεται μόνιμα στον δικό του βυζαντινό χρόνο, ελπίζοντας κάποιος να φιλοτιμηθεί… Οφείλω να διαμαρτυρηθώ, και γι’ αυτό σημείωσα αυτά τα λίγα λόγια στο περιθώριο του τετραδίου μου.

[2] Του τρίτομου έργου Η ιστορία της πόλης μου, που ελπίζω κάποτε να εκδοθεί.


Το νέο βιβλίο του Ζήση Α. Βαπορίδη «Ιστορίες μιας πόλης. Με τα μάτια ενός παιδιού που γέρασε στην αγκαλιά της» κυκλοφορεί την Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020 από την Κάπα Εκδοτική