Μεσαιωνικό υδραγωγείο της Καβάλας

Ιστορικά στοιχεία για τον «δρόμο του νερού» της Καβάλας


||  Ιστορικά και άλλα σημειώματα  ||


 

Του Ζήση Α. Βαπορίδη

 


8.7.1973. Εφημερίδα Πρωινή:
Ἒτσι καταδεικνύεται μέ τά στοιχεῖα πού μᾶς δίνουν οἱ ἀρχαιολόγοι μας, Γ. Μπακαλάκης καὶ Δ. Λαζαρίδης, καὶ ἂλλοι ἐρευνηταί πὼς ἀπὸ πολλά χρόνια ἡ ἒλλειψις νεροῦ στήν χερσόνησο τῆς παλαιᾶς πόλεως τῆς κλεισμένης στά τείχη ἦταν πρόβλημα δυσχερέστατο, συνυφασμένο μέ τήν ἲδια τήν ἀσφάλεια, τήν ζωή τῶν κατοίκων της, μέ τό τείχισμα καὶ τά κάστρα της.Καὶ ὃταν οἱ κάτοικοι βγῆκαν τόν περασμένο αίῶνα ἀπὸ τά τείχη καὶ ἀπλώθηκαν καὶ αὐξήθηκαν ὑπέφεραν καὶ πάλι ἀπὸ ἒλλειψη νεροῦ.
[Ἰω. Ἰωαννίδης,«Ἓνα ἐντυπωσιακό μνημεῖο ποὺ συνδέεται μέ τὴν ὓδρευσι τῆς πόλεως καὶ τά γραφικά της τείχη»]

Ανεξάρτητα από την ποικιλία των τόξων και της τειχοποιίας που εμφανίζουν οι καμάρες και ανεξάρτητα από τη χρονολόγηση που θα μπορούσε να προτείνει κανείς για τα άλλα τμήματα, τα τρία ποδαρικά εμφανώς ανήκουν σε φάση αρχαιότερη του 1520-1530. […] Η περίοδος ανάμεσα στον 10ο και 12ο αιώνα είναι πιθανό ότι είδε την ανέγερση αυτών των μεσόβαθρων, που δεν ανήκουν σε οχυρωματικό έργο και δεν μπορεί παρά να ανήκουν σε υδραγωγείο (Κανένας λόγος δεν επέβαλε το τείχισμα του σημείου που οδηγούσε μόνο στον μικρό ταρσανά, οι δρόμοι που οδηγούν στη Θράκη είναι νεότατοι, τέλη 19ου).

Ο Ιμπραήμ πασάς το βρήκε σε κακή κατάσταση, καθώς για έναν ολόκληρο αιώνα –το 15ο– ή ίσως για πολύ περισσότερο κάθε αστική λειτουργία είχε διακοπεί, και επομένως η ανάγκη συντήρησης ήταν επιτακτική. Η ριζική επισκευή του κατά τα έτη 1520-1530 έδωσε στο υδραγωγείο τη σημερινή του περίπου μορφή. Έτσι εξηγείται γιατί ο P. Belon, που πέρασε από την Καβάλα τρεις περίπου δεκαετίες μετά την επισκευή του υδραγωγείου μιλά για αναστήλωση (Abrahim Pacha restauraun conduit deau) και όχι για εξ υπαρχής ανοικοδόμηση-κατασκευή και αναφέρει ότι το υδραγωγείο είναι έργο των βασιλέων της Μακεδονίας. Στον Τούρκο αξιωματούχο σίγουρα οφείλονται δύο τόξα στο άκρο των Καμαρών κάτω από το μέγαρο της οδού Κωνσταντινίδη Ποιητή 16 και η δίτονη υδατογέφυρα στο μονοπάτι προς την Παλιά Καβάλα.

Η χρονολόγηση που προτάθηκε αμέσως στηρίζεται προηγουμένως αποκλειστικά σε κριτήριο μορφολογικό.

Ερευνώντας, ωστόσο, την ύδρευση στις βυζαντινές πόλεις διαπιστώνει κανείς ότι στην πραγματικότητα κατά τους βυζαντινούς αιώνες δεν έχουν κατασκευαστεί σε βυζαντινές πόλεις υδραγωγεία, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που συνδέονται κατά κανόνα με μεγαλουπόλεις, ενώ αναφέρονται ή είναι γνωστά υδραγωγεία μονών.

Επίσης, γίνεται δεκτό από τις σχετικές έρευνες ότι κατά τη διάρκεια της μέσης και ύστερης βυζαντινής περιόδου εξακολούθησαν να βρίσκονται σε χρήση ρωμαϊκά ή υστερορωμαϊκά, επισκευασμένα ή όχι.

Στην εικόνα αυτή ένα μεσοβυζαντινό υδραγωγείο (προορισμένο να εξυπηρετήσει έναν άσημο οικισμό, όπως η Χριστούπολη) αποτελεί παραφωνία. Σκέπτομαι λοιπόν ότι και στην περίπτωση της Χριστούπολης έχουμε να κάνουμε με το ρωμαϊκό υδραγωγείο της Νεάπολης, που εξακολούθησε να χρησιμοποιείται συντηρούμενο και κατά τους βυζαντινούς αιώνες –ίσως– και κατά την Τουρκοκρατία οπωσδήποτε. Οι πλίνθοι και τα πλινθία στους αρμούς εξηγούνται αν τα αποδώσει κανείς σε βυζαντινές επισκευές ή αν δεχθεί ότι αποτελούσαν οικοδομική τεχνική και κατά τη Ρωμαιοκρατία τουλάχιστον σε κατασκευές, όπως τα υδραγωγεία. Τι από όλα συμβαίνει, μόνον μια ειδική, εκτεταμένη έρευνα μπορεί να αποδείξει. Εκείνο που συμπεραίνεται προς το παρόν είναι ότι οι Καμάρες είναι έργο παλαιότερο από την Τουρκοκρατία: ή μεσοβυζαντινό ή ρωμαϊκό.
Κ. Τσουρής, «Νεάπολις-Χριστούπολις-Καβάλα: Διορθώσεις-προσθήκες-παρατηρήσεις στην οχύρωση και την ύδρευση», ΑΔ 53, Αθήνα 1998,σ. 415

Οδηγηθήκαμε προς αυτή την κατεύθυνση καθώς διαπιστώσαμε πως τα τούβλα που χρησιμοποιήθηκαν για το κτίσμα είναι ρωμαϊκής προέλευσης. Το κτίσμα, ωστόσο, ανακατασκευάστηκε αρκετές φορές και βρίσκεται στη μορφή που σώζεται μέχρι σήμερα. Παράλληλα έντονο είναι και το αραβικό στοιχείο, σύμφωνα με τις επιγραφές που υπάρχουν επάνω στο κτίσμα.

Γεγονός που μας οδηγεί στο ότι τα χρήματα για την ανακατασκευή του, στην περίοδο της Οθωμανοκρατίας, ήρθαν από την Αίγυπτο. Να σημειώσουμε πως το υδραγωγείο της Καβάλας με μήκος 280 μ. και ύψος 28 μ. είναι από τα μεγαλύτερα που υπάρχουν. Μικρότερης έκτασης υδραγωγεία συναντάμε στις Φέρρες και στη Λήμνο.
[Μ. Λυχούνας, Μεσαιωνικό υδραγωγείο Καβάλας, Έκδοση του ΥΠΠΟ, 12η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Καβάλα 2008]

Ο δρόμος του νερού

Στις παρυφές της πόλης, από την Παλιά Καβάλα μέχρι το εκκλησάκι του Αγ. Κωνσταντίνου, ελίσσεται ο Δρόμος του νερού, μια δίωρη με τα πόδια υπέροχη διαδρομή, με έντονα ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία.

Πρόκειται για το γνωστό λιθόστρωτο μονοπάτι προς τα «Τρία Καραγάτσια». Αμέσως μετά την έξοδό του από τη γη το νερό διοχετεύεται σε λιθόκτιστο αγωγό τετράπλευρης διατομής επιχρισμένο με ρόδινο υδραυλικό κονίαμα και καλυπτόμενο με ακανόνιστες μαρμαρόπλακες και σχιστόπλακες ή με λαξευμένους μακρόστενους λίθους, οι οποίοι έχουν τομή σχήματος ακανόνιστου ημικυκλίου.

Τα κενά ανάμεσά τους σφραγίζονται καλά με ασβεστοκονίαμα.

Σχηματίζεται έτσι ένα κανάλι μεταφοράς νερού σκεπαστό και επίγειο, όπως συνήθως γινόταν για την υδροδότηση οικισμών παλαιότερα, αρκετά ασφαλές.

Ο αγωγός ήταν επίγειος σ’ όλο του το μήκος έξω από την πόλη.

Μερικές δεκάδες μέτρα μετά την πηγή βρίσκεται η πρώτη κρήνη και στη συνέχεια κατά μήκος του αγωγού υπάρχουν άλλες τρεις, όλες κτιστές και με κτιστές σκάφες (γούρνες) για πότισμα ζώων.

Κάλυπταν τις ανάγκες όχι μόνο όσων οδοιπορούσαν στο μονοπάτι Παλιάς Καβάλας, αλλά και των κοπαδιών που έβοσκαν στα υψώματα γύρω από τους δύο οικισμούς.

Στο πρώτο τμήμα της πορείας του, ο αγωγός παρουσιάζει ισχυρή κλίση ενώ όσο μεγαλώνει η απόσταση από τη «μάνα του νερού» τόσο η κλίση μικραίνει. Πέντε υδατογέφυρες γεφυρώνουν τις ρεματιές που διακόπτουν την πορεία του, οι τέσσερες μονές. Μια μόνο διαμορφώνεται ΔΙΤΟΝΗ, δηλαδή από δύο σειρές τόξων· η κατώτερη με ένα τόξο, η ανώτερη με τρία. Πάνω τους όδευε ο πέτρινος υδραγωγός, ενώ είχε προβλεφθεί και βατός χώρος για τους τεχνίτεςσυντήρησης.
[Β. Λιόγκας, Παρουσίαση στο έργο του Γ. Μυτιληνού, Τα παραδοσιακά πέτρινα γεφύρια του Ν. Καβάλας, σ. 22]

Φωτογραφίες του Γ. Μυτιληνού, Τα παραδοσιακά πέτρινα γεφύρια του Ν. Καβάλας, σσ. 1617, 18, 19, 21:

Η πρώτη γέφυρα του υδραγωγείου
Η δεύτερη όψη μέσα από τον χείμαρρο
Η τρίτη γέφυρα
Η τέταρτη γέφυρα
Η πέμπτη γέφυρα
Δεξαμενή στο βόρειο άκρο μπροστά στο Γυμνάσιο
Η αρχή του αγωγού πάνω στη γέφυρα
Ταχυδρομικό δελτάριο, 1940

Η εντοιχισμένη επιγραφή αριστερά πάνω από τον διώροφο περιστεριώνα, δεξιά από τη διακοσμημένη πάνω καμάρα της, γράφει με τα αραβικά αριθμητικά σύμβολα ١٢٣٤ από Εγίρας (1234), δηλαδή 1818 μ.Χ. (ίσως να είναι η χρονολογία μιας επισκευής):

Η ΒΑ πλευρά της διόδου του υδραγωγείου, εκεί όπου ενώνεται με το εσωτερικό τείχος του κάστρου, μετά την τελευταία συντήρησή του (2008-2009).

Μεταξύ του υδραγωγείου και του εφαπτομένου ΒΔ τμήματος του χερσαίου τείχους υπάρχει το οικόπεδο Κρέη, το οποίο πρέπει να αξιοποιηθεί, έστω με απαλλοτρίωση ενός χώρου, για τη διαπλάτυνση της εισόδου και αποκάλυψη χώρου προ των τειχών.

Παράλληλα στον ελλαδικό χώρο ορισμένες πόλεις του ύστερου Μεσαίωνα και των νεοτέρων χρόνων υδρεύονται από κάποιες ενετικές ή οθωμανικές εγκαταστάσεις.

Η Χαλκίδα διέθετε το δικό της σύστημα που παροχέτευε σ’ αυτήν τα ύδατα της ιστορικής πηγής Αρέθουσας ‘ίσως της σημερινής«του Αγίου Στεφάνου»).

Σήμερα διασώζονται σε καλή κατάσταση οι λιθοδομές, ελαφρώς οξυκόρυφες αψίδες της οθωμανικής –ως εικάζουν– υδατογέφυρας, καθότι θεωρείται ως παραγωγή του τέλους του 15ου και των αρχών του 16ου αι.

[Θ. Ελ. Ελευθεριάδης, Το προδρομικό υδραγωγείο της αρχαίας Μυτιλήνης,  σ. 222]

Αλλά και της Μυτιλήνης των νεοτέρων χρόνων τις υδρευτικές ανάγκες εξυπηρετούσε περίφημα ένα οθωμανικό ομόεργο (Χασάν Πασά). Η τοξοστοιχία των 170 μέτρων που σώζεται στη θέση «Μόρια» έφερνε νερό από το όρος Όλυμπος Λέσβου στην πόλη της Μυτιλήνης. Στις όψιμες συγγενείς κατασκευές συντάσσεται και η της πόλης Καβάλας (Εικ.168). Είναι δημιούργημα του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1521-1566). Οικοδομήθηκε περί το 1530 αντικαθιστώντας ένα βυζαντινό προ υδραγωγείο, που καταστράφηκε από τους Νορμανδούς και τους Οθωμανούς. Το μνημείο ονοματοδοτούσε και την περιοχή «Σουγιολού» δηλ. «Δρόμος του νερού».

Στην Πελοπόννησο το «Κορυφάσιο», η ακρόπολη του Νέστορα στην Πύλο, επανατειχίστηκε κατά την ενετική περίοδο και στο φρούριο παροχετεύονταν τα ύδατα της «Πηγής Κρασά» με υδατογέφυρα με οξυκόρυφη τοξοστοιχία (δίκεντρα τόξα), έργο του 1572 μ.Χ.